Από Νότια Σινική Θάλασσα μέχρι τη Μ. Ανατολή νέες εστίες έντασης βλέπουν οι ξένοι αναλυτές

Την προηγούμενη εβδομάδα, ο διεθνής Τύπος κάλυψε πολλά σημαντικά διεθνή ζητήματα. Εκτός από τις συνεχιζόμενες συγκρούσεις στην Ουκρανία και την Παλαιστίνη, οι διεθνείς αναλυτές εξέτασαν τις αμερικανικές αμυντικές συμμαχίες στην Ασία και την πιθανή αποσταθεροποιητική επίδρασή τους.

Επιπλέον, ο διεθνής Τύπος εξέτασε τις εντάσεις μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων στη Συρία, και τον κίνδυνο μιας ευρύτερης σύρραξης. Σύμφωνα με ξένους αναλυτές, η Συρία έχει ήδη μετατραπεί σε πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας και του Ισραήλ.

Επιπλέον, ο διεθνής Τύπος παρακολούθησε τη συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία, με έμφαση στις ρωσικές επιθέσεις στην ενεργειακή υποδομή και στις προσπάθειες παραπληροφόρησης. Άλλα θέματα που απασχόλησαν τον ξένο Τύπο περιλαμβάνουν τις γεωπολιτικές εντάσεις στη Νότια Σινική Θάλασσα και τη δυναμική μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Ο δυτικός Τύπος

Στο άρθρο τους στους New York Times (24 Απριλίου, «Ένα επικίνδυνο παιχνίδι είναι σε εξέλιξη στην Ασία«), οι καθηγητές Mike M. Mochizuki και Michael D. Swaine αναφέρουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εμπλέκονται σε ένα «επικίνδυνο παιχνίδι» οικοδομώντας ένα πολύπλοκο δίκτυο συμμαχιών ασφαλείας στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού για να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας. Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι οι νέες συμμαχίες των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων του Quad και του AUKUS, αν και μπορεί να κάνουν το Πεκίνο πιο επιφυλακτικό σχετικά με τη χρήση στρατιωτικής βίας, δεν εγγυώνται εντούτοις τη μακροπρόθεσμη περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα. Στην πραγματικότητα, η δομή των συμμαχιών θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο μιας σύγκρουση. Ενδεικτικά, οι αρθρογράφοι σημειώνουν τις στρατιωτικές προόδους της Κίνας και την επιθετική συμπεριφορά της στη Νότια Σινική Θάλασσα και το Στενό της Ταϊβάν ως παράγοντες που ωθούν τις ΗΠΑ να ενισχύσουν τις περιφερειακές τους σχέσεις ασφαλείας. Οι Mochizuki και Swaine υποστηρίζουν ότι η επιδίωξη της Ουάσινγκτον να δημιουργήσει ένα όλο και πιο πολύπλοκο πλέγμα ασφάλειας στην Ασία αποτελεί ένα «επικίνδυνο παιχνίδι» που ενδέχεται να αποτύχει. Σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος κλιμάκωσης ενώ οι εντάσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων ενδέχεται να ενισχυθούν. Όπως προειδοποιούν οι συγγραφείς, αυτές οι νέες συμμαχίες δεν είναι μια απλή λύση στις πολύπλοκες γεωπολιτικές προκλήσεις στην περιοχή.

Στο άρθρο «Η Ουκρανία αγνοεί τις προειδοποιήσεις των ΗΠΑ να τερματίσει τις επιχειρήσεις drone εντός της Ρωσίας» που δημοσιεύθηκε στον Economist στις 18 Απριλίου 2024, ο συντάκτης περιγράφει το εκτεταμένο πρόγραμμα drones της Ουκρανίας, το οποίο έχει διαταράξει την πετρελαϊκή και στρατιωτική υποδομή της Ρωσίας. Από τότε που ο Πρόεδρος Ζελένσκι έδωσε προτεραιότητα στην τεχνολογία, η Ουκρανία έχει επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε drones ικανά να φτάσουν στόχους μέχρι και τη Σιβηρία. Ο Λευκός Οίκος έχει εκφράσει ανησυχίες για τις επιθέσεις με drones, επικαλούμενο φόβους για αύξηση των τιμών του πετρελαίου και το ενδεχόμενο πρόκλησης μιας ανεξέλεγκτης αντεκδίκησης εκ μέρους της Ρωσίας. Ωστόσο, η Ουκρανία αγνοεί μέχρι στιγμής τις αμερικανικές συμβουλές να σταματήσει τις επιθέσεις. Ένας αξιωματικός των υπηρεσιών πληροφοριών που επιβλέπει τμήμα του προγράμματος λέει ότι οι επιχειρήσεις συνεχίζονται, ενώ οι στόχοι αλλάζουν καθημερινά ώστε να «διατηρούν τους Ρώσους σε εγρήγορση». Ένας παραγωγός drones ισχυρίζεται ότι πιθανόν να μην συμφωνούν πλήρως όλοι οι εκπρόσωποι των ΗΠΑ με την επίσημη γραμμή, υποδηλώνοντας ότι κάποιοι ενδέχεται να ενθαρρύνουν ιδιωτικά την Ουκρανία να επεκτείνει περαιτέρω το πρόγραμμά της. Το άρθρο καταλήγει με τον παραγωγό drones να προβλέπει μια επέκταση των δυνατοτήτων drone της Ουκρανίας τους επόμενους μήνες, καθώς η Ρωσία συνεχίζει να επιτίθεται στις ουκρανικές υποδομές.

Το άρθρο της Cathrin Schaer με τίτλο «Οι εντάσεις Ισραήλ-Ιράν: Η Συρία ως νέο πεδίο μάχης;», που δημοσιεύτηκε στις 24 Απριλίου από την DW, εξετάζει την κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, με τη Συρία να αναδεικνύεται ως νέο πεδίο σύγκρουσης. Η Schaer αναφέρει ότι το Ισραήλ βομβαρδίζει μυστικά τη Συρία για χρόνια, προσπαθώντας να εμποδίσει την ενίσχυση των αντι-ισραηλινών δυνάμεων στη χώρα. Ωστόσο, ειδικοί προειδοποιούν ότι η πρόσφατη σύρραξη στη Γάζα ενδέχεται να επιδεινώσει την κατάσταση. Παρά την υποτιθέμενη ισραηλινή επίθεση που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο αρκετών ανώτερων αξιωματικών κοντά στην ιρανική πρεσβεία στη Δαμασκό, ο Σύρος Πρόεδρος Μπασάρ αλ-Άσαντ έχει προβάλει μια εικόνα κανονικότητας. Οι αναλυτές θεωρούν ότι αυτό αποτελεί μια σκόπιμη προσπάθεια να αποτραπεί οποιαδήποτε πιθανή περιφερειακή αντεκδίκηση κατά της Συρίας της οποίας η στρατιωτική δύναμη αλλά και η οικονομία έχουν εξασθενήσει λόγω του εμφυλίου πολέμου. Η κύρια ανησυχία του Ισραήλ είναι να εμποδίσει το Ιράν να εγκαθιδρύσει μια στρατηγικής σημασίας στρατιωτική παρουσία στη Συρία. Αυτό έχει οδηγήσει σε πάνω από 100 επιθέσεις σε εφοδιοπομπές και αποθήκες που εφοδιάζουν τη Χεζμπολάχ στη Συρία. Καθώς λοιπόν η Συρία διστάζει να ανταποδώσει τις επιθέσεις, ο ρυθμός τους έχει αυξηθεί και από το 2017 σημειώνονται σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση. Η κατάσταση έχει κλιμακωθεί περαιτέρω από τον Οκτώβριο του 2022, όταν το Ισραήλ άρχισε να στοχεύει απευθείας την ιρανική ηγεσία στη Συρία. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω περιφερειακή κλιμάκωση, καθώς οι «χαμηλού κόστους» επιθέσεις στη Συρία ενδέχεται να μην γίνουν αντιληπτές με τον ίδιο τρόπο από άλλους παράγοντες. Ο κίνδυνος λανθασμένων υπολογισμών παραμένει υψηλός.

Σύμφωνα με έκθεση του Ινστιτούτου Μελέτης Πολέμου (ISW) της Ουάσινγκτον που δημοσιεύτηκε στις 23 Απριλίου στην ιστοσελίδα Polskie Radio («Η Ρωσία σκοπεύει να καταστρέψει τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ουκρανίας»), η Ρωσία έχει σκοπό να καταστρέψει το Χάρκοβο, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ουκρανίας. Το ISW προειδοποιεί ότι το Κρεμλίνο διεξάγει συντονισμένη επιχείρηση για να καταστρέψει την πόλη του Χάρκοβο, να πείσει τους Ουκρανούς να φύγουν και να εκτοπίσει εσωτερικά εκατομμύρια Ουκρανούς πριν από μια πιθανή ρωσική επιχείρηση εναντίον της πόλης ή αλλού στην Ουκρανία. Ο περιφερειακός κυβερνήτης Oleg Synehubov και οι εισαγγελείς ανέφεραν ότι τη Δευτέρα οι ρωσικές δυνάμεις χτύπησαν έναν τηλεοπτικό πύργο στο Χάρκοβο διαταράσσοντας τα τηλεοπτικά σήματα στην περιοχή. Το ISW σημειώνει ότι αυτή η τακτική στόχευσης ενός τηλεοπτικού πύργου είναι παρόμοια με την ρωσική επίθεση σε τηλεοπτικό πύργο στο Κίεβο την 1η Μαρτίου 2022, λίγο μετά την πλήρη κλιμάκωση της εισβολής. Το ινστιτούτο θεωρεί ότι το Κρεμλίνο ενδέχεται να προσπαθεί να πανικοβάλει τους Ουκρανούς θυμίζοντάς τους τις πρώτες εβδομάδες του πολέμου. Ωστόσο, το ISW εκτιμά ότι η πιθανότητα μιας επιτυχημένης ρωσικής χερσαίας επίθεσης εναντίον του Χάρκοβο είναι χαμηλή, εφόσον η Ουκρανία αναμένεται να λάβει ανανεωμένη στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ σύντομα. Το Ουκρανικό Κέντρο για την Καταπολέμηση της Παραπληροφόρησης έχει επίσης επιστήσει την προσοχή για την ύπαρξη ρωσικών καναλιών στο Telegram τα οποία διαδίδουν ισχυρισμούς για «μαζική έξοδο» αμάχων από το Χάρκοβο. Όπως αναφέρει το  ISW αυτό αποτελεί μέρος μιας επιχείρησης παραπληροφόρησης. Η έκθεση καταλήγει ότι η Ρωσία δεν διαθέτει τις δυνάμεις που απαιτούνται για να καταλάβει το Χάρκοβο, εφόσον οι ουκρανικές δυνάμεις είναι επαρκώς εφοδιασμένες.

Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής

Σε άρθρο της εφημερίδας Gulf News που ήταν δημοσιευμένο στις 25 Απριλίου με τον τίτλο «Πώς η διένεξη Ισραήλ-Ιράν απειλεί την περιφερειακή σταθερότητα», ο συγγραφέας Fawaz Turki εξετάζει πώς η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν απειλεί τη σταθερότητα της περιοχής, καθώς «το φάσμα του πολέμου ρίχνει μια σκιά πάνω από την περιοχή και προκαλεί κραυγές για αποκλιμάκωση». Ο Turki περιγράφει την πρόσφατη κλιμάκωση, συμπεριλαμβανομένου του βομβαρδισμού της διπλωματικής έδρας του Ιράν στη Δαμασκό από το Ισραήλ, με αποτέλεσμα τον θάνατο πέντε μελών του Σώματος Φρουράς της Επανάστασης του Ιράν, και των αντίποινων από το Ιράν εναντίον του Ισραήλ (βλήματα και drone). Και οι δύο πλευρές έχουν απειλήσει με περαιτέρω αντεκδίκηση, αυξάνοντας το φάσμα μιας ολοκληρωτικής, πολυμετωπικής σύρραξης. Ο συγγραφέας κάνει παραλληλισμούς με την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, προειδοποιώντας ότι «ένας λάθος υπολογισμός, μια λάθος απόφαση, μια προκλητική ενέργεια από οποιαδήποτε πλευρά» θα μπορούσε να προκαλέσει «μια καταστροφική έκρηξη πολέμου, και να απειλήσει τη σταθερότητα της περιοχής». Το άρθρο τονίζει τις εκκλήσεις για αυτοσυγκράτηση από ηγέτες στον αραβικό κόσμο, τις οποίες ο Turki βλέπει ως αντανάκλαση των αισθημάτων των απλών ανθρώπων που «θέλουν απλώς να προχωρήσουν με τις ζωές τους σε ειρήνη» και δεν θέλουν εκτός από την τρέχουσα σύρραξη στη Γάζα να αντιμετωπίσουν και έναν ακόμη πόλεμο. Ο Turki υποστηρίζει ότι «οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις όντως κάνουν τη διαφορά» και ότι η περιοχή δεν χρειάζεται την «αιματοβαμμένη παλίρροια» μιας καταστροφικής σύρραξης.

Σε άρθρο γνώμης που δημοσιεύθηκε στην Haaretz στις 24 Απριλίου με τον τίτλο «Παρά ορισμένες αποτυχίες στη Γάζα, οι ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ είναι μια ηθική στρατιωτική δύναμη που πρέπει να νικήσει την Χαμάς», ο Azar Gat παραδέχεται ότι έχουν υπάρξει ορισμένες αποτυχίες στη σύρραξη στη Γάζα, εντούτοις οι Ένοπλες Δυνάμεις του Ισραήλ (ΙDF) εξακολουθούν να είναι μια ηθική στρατιωτική δύναμη που πρέπει να νικήσει την Χαμάς. Ο Gat σημειώνει τρία κύρια ανθρωπιστικά ζητήματα τα οποία έχουν προκύψει: τις απώλειες αμάχων, την συνεχιζόμενη καταστροφή και την ανάγκη παροχή βοήθειας. Ο συγγραφέας αναγνωρίζει ότι η οργή των Ισραηλινών μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου τροφοδότησε την επιθυμία τους να πάρουν εκδίκηση από τη Γάζα. Σήμερα ωστόσο η πρόκληση που αντιμετωπίζει το Ισραήλ έχει υπαρξιακό χαρακτήρα. Αν δεν μπορέσει το Ισραήλ να καταστρέψει τις στρατιωτικές υποδομές της Χαμάς τότε θα βρίσκεται υπό τον συνεχή κίνδυνο επιθέσεων από “ερασιτέχνες τρομοκράτες”. Η εξάλειψη αυτής της απειλής απαιτεί μια τεράστια επιχείρηση ενάντια στις “δεκάδες χιλιάδες των ένοπλων” μαχητών που κρύβονται μεταξύ των αμάχων σε ένα πυκνό αστικό περιβάλλον και που μετακινούνται χρησιμοποιώντας ένα τεράστιο δίκτυο τούνελ. Ο Gat υποστηρίζει ότι οι επικριτές της τρέχουσας στρατηγικής και εκείνοι οι οποίοι απαιτούν μια πιο μετριασμένη χρήση βίας στην ουσία παρέχουν ασυλία στη Χαμάς. Ο Gat υπερασπίζεται τους χειρισμούς των Ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων τις οποίες χαρακτηρίζει  ως “την πιο ηθική στρατιωτική δύναμη στον κόσμο”. Οι ΙDF έχουν κατά κύριο λόγο τηρήσει τους ηθικούς κανόνες του πολέμου, και η τελική τους νίκη επί της Χαμάς είναι απαραίτητη για την ασφάλεια του Ισραήλ.

Ο Τύπος της Ασίας

Σε κύριο άρθρο γνώμης με τίτλο «Σταματήστε την κατρακύλα προς την καταστροφή στην Μέση Ανατολή» (ήταν δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα της εφημερίδας στις 25 Απριλίου), η Japan Times καλεί σε σύνεση ώστε να αποτραπεί η καταστροφική κλιμάκωση της σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν στη Μέση Ανατολή. Το άρθρο αρχίζει αφηγούμενο την πρόσφατη ισραηλινή επίθεση σε ιρανικό προξενείο στη Δαμασκό και τα αντίποινα του Ιράν με την εκτόξευση περισσότερων από 300 drone και πυραύλων. Ενώ η ιρανική επίθεση είχε περιορισμένες ζημιές, το άρθρο υποστηρίζει ότι το Ιράν υπερτονίζει την επιτυχία της για εσωτερικούς πολιτικούς σκοπούς. Προειδοποιεί ότι εξακολουθεί να είναι πιθανή μια επίθεση εκ μέρους του Ισραήλ η οποία μπορεί να προκαλέσει μια επικίνδυνη κλιμάκωση. Το άρθρο καταδικάζει την αρχική ισραηλινή επίθεση στο ιρανικό προξενείο ως παραβίαση του διεθνούς δικαίου και συνεχίζει σημειώνοντας ότι η αγριότητα της ισραηλινής εισβολής στη Γάζα έχει στρέψει την παγκόσμια κοινή γνώμη ενάντια στην κυβέρνηση Νετανιάχου. Ωστόσο, το άρθρο κριτικάρει και την ιρανική επίθεση, η οποία έχει καταδικαστεί ευρέως από τη διεθνή κοινότητα. Κλείνοντας, το άρθρο κάνει έκκληση για ψυχραιμία και υπενθυμίζει ότι ούτε η συνέχιση της σύγκρουσης στη Γάζα ούτε η διαταραχή των παγκόσμιων ενεργειακών προμηθειών είναι προς το συμφέρον κανενός. Η αποκλιμάκωση είναι η κορυφαία προτεραιότητα για την πρόληψη ενός καταστροφικού περιφερειακού πολέμου.

«Η πολιτική των συνασπισμών υπονομεύει την ειρήνη και τη σταθερότητα στη Νότια Σινική Θάλασσα» είναι ο τίτλος του κύριου άρθρου γνώμης της People’s Daily, το οποίο δημοσιεύτηκε στις 23 Απριλίου. Η εφημερίδα επικρίνει την «πολιτική των συνασπισμών» που προωθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ιαπωνία και οι Φιλιππίνες στη Νότια Σινική Θάλασσα. Υποστηρίζει ότι αυτές οι τρεις χώρες έχουν εκδώσει μια «Κοινή Δήλωση Οράματος» που διαστρεβλώνει τα γεγονότα και επιτίθεται άδικα στην Κίνα σε θέματα που σχετίζονται με τη Νότια Σινική Θάλασσα, τη Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας και το ζήτημα της Ταϊβάν. Η κινέζικη εφημερίδα αναφέρει ότι ο στόχος των τριών χωρών είναι να δημιουργήσουν έναν συνασπισμό με σκοπό την διέγερση της αντιπαράθεσης, γεγονός που υπονομεύει την στρατηγική ασφάλεια και τα συμφέροντα άλλων χωρών στην περιοχή. Δηλώνει κατηγορηματικά ότι το ζήτημα της Ταϊβάν είναι εσωτερική υπόθεση της Κίνας και ότι η μεγαλύτερη απειλή για την ειρήνη στο Στενό της Ταϊβάν προέρχεται από τις “δυνάμεις του διαχωρισμού της Ταϊβάν” και την εξωτερική υποστήριξη που αυτές λαμβάνουν. Το άρθρο καταδικάζει τις ενέργειες των Φιλιππίνων στη Νότια Σινική Θάλασσα και προειδοποιεί ότι η Κίνα δεν θα ανεχθεί την αλόγιστη πρόκληση των Φιλιππίνων. Ακόμη κριτικάρει την ανάμιξη εξωτερικών δυνάμεων όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, οι οποίες, σύμφωνα με τον συγγραφέα, ανακινούν τις συγκρούσεις στη Νότια Σινική Θάλασσα για τους δικούς τους γεωστρατηγικούς σκοπούς. Καταληκτικά, η εφημερίδα καλεί όλα τα μέρη να υπερασπιστούν την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή μέσω του διαλόγου και της εφαρμογής της Δήλωσης Διαγωγής των Μερών στη Νότια Σινική Θάλασσα.

Ο ρωσικός και ουκρανικός Τύπος

Στο άρθρο του που δημοσιεύτηκε στη Kommersant 23 Απριλίου με τον τίτλο «Η Αμερική θα προσπαθήσει να παίξει το κινεζικό χαρτί εναντίον του Κρεμλίνου», ο Μαξίμ Γιουσίν αναλύει την επικείμενη επίσκεψη του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, στο Πεκίνο. Σύμφωνα με το άρθρο, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τον κινέζο ομόλογό του, Ουάνγκ Γι, από τις 24 έως τις 26 Απριλίου, ο Μπλίνκεν σκοπεύει να προειδοποιήσει την Κίνα για πιθανές κυρώσεις σχετικά με την προμήθεια στρατιωτικής τεχνολογίας από τη Ρωσία. Το άρθρο εξετάζει την πιθανότητα οι ΗΠΑ να εμβαθύνουν τη διάσταση μεταξύ Ρωσίας και Κίνας, εκμεταλλευόμενες τις διαφορές στις προσεγγίσεις τους για την επίλυση της σύγκρουσης στην Ουκρανία. Ο Γιουσίν υπενθυμίζει ότι, ενώ το Πεκίνο προωθεί την παύση των εχθροπραξιών, δεν υποστηρίζει τις ρωσικές απαιτήσεις για αποναζιστικοποίηση ή αλλαγή καθεστώτος στο Κίεβο. Ωστόσο, ο Γιουσίν υποστηρίζει ότι το ευρύτερο πλαίσιο των σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας, περιλαμβανομένων των αμερικανικών προσπαθειών να δημιουργήσουν αντικινεζικές συμμαχίες στην περιοχή, ενδέχεται να λειτουργήσει ως εμπόδιο στην εξασφάλιση της συνεργασίας του Πεκίνου κατά της Μόσχας.

Στο άρθρο τους με τίτλο «Οι ρωσικές επιθέσεις στην ενεργειακή υποδομή αποδυναμώνουν την Ουκρανία», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 22 Απριλίου στην Kyiv Independent, οι Όλγα Αϊβαζόφσκα και Αντρίι Σαβτσούκ αναλύουν τις καταστροφικές συνέπειες των συνεχόμενων ρωσικών επιθέσεων κατά της ενεργειακής υποδομής της Ουκρανίας. Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι αυτές οι επιθέσεις, που έχουν αφήσει εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς ρεύμα και έχουν διαταράξει τη λειτουργία κρίσιμων εγκαταστάσεων όπως το πυρηνικό εργοστάσιο της Ζαπορίζια, όχι μόνο παραβιάζουν το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, αλλά επίσης αποτελούν τακτική της Ρωσίας για την αποδυνάμωση του πληθυσμού της Ουκρανίας. Επικαλούνται στοιχεία που δείχνουν σημαντική αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που εγκαταλείπουν την Ουκρανία, τόσο ως πρόσφυγες όσο και ως εσωτερικά εκτοπισμένοι, μετά από μεγάλες ρωσικές επιθέσεις κατά των ενεργειακών υποδομών. Οι συγγραφείς του άρθρου υποστηρίζουν ότι η συνεχιζόμενη στόχευση από τη Ρωσία των εργοστασίων ενέργειας και των γραμμών μεταφοράς, σε συνδυασμό με τις περιορισμένες δυνατότητες αεράμυνας της Ουκρανίας, επιδεινώνει αυτήν την τάση αποδυνάμωσης του πληθυσμού, επηρεάζοντας κυρίως τον πληθυσμό ο οποίος είναι οικονομικά ενεργός. Καλούν την Ουκρανία να εξασφαλίσει τα απαραίτητα συστήματα αεράμυνας και τον αναγκαίο εξοπλισμό για την προστασία και επισκευή της ενεργειακής υποδομής της, ενώ δεν παραλείπουν να τονίσουν ότι η Ρωσία πρέπει να λογοδοτήσει για τα πιθανά εγκλήματα πολέμου που διαπράττει στην Ουκρανία.