Τα εγκλήματα πολέμου διώκονται για τιμωρία και αποτροπή

Του Κώστα Μαυρίδη*

Συχνά επισημαίνουμε ότι στην πολιτική κρινόμαστε για την διορατικότητά μας κι ενίοτε εκπλήττει η επιβεβαίωση της ορθότητας συγκεκριμένων προτάσεών μας για κεφαλαιώδη ζητήματα, όπως παράγωγα εγκλήματα της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής. Πρόκειται για προτάσεις που τεκμηριώνουμε για χρόνια, καταδεικνύοντας παράλληλα ότι η χρόνια πολιτική μας αδράνεια, υπήρξε επιλογή κι όχι έλλειψη εργαλείων, όσο κι αν αυτό αποσιωπάται. Τα δύο παράγωγα-εγκλήματα της κατοχής είναι το έγκλημα του εποικισμού και ο σφετερισμός ελληνοκυπριακής ιδιωτικής και κρατικής γης και περιουσιών στα κατεχόμενα.

Η επίλυση του Κυπριακού προβλήματος με απαλλαγή από την κατοχή και με λειτουργία ενός κανονικού κράτους εντός της ΕΕ, εξαρτάται πρωτίστως από την Τουρκία, αλλά στο μεσοδιάστημα η πολιτική της δικής μας αδράνειας και της μιζέριας δεν είναι η μοναδική διαθέσιμη επιλογή. Δύο εξελίξεις από την επικαιρότητα το επιβεβαιώνουν. Η Νότιος Αφρική προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο (Ολλανδία) εναντίον του Ισραήλ για διάπραξη γενοκτονίας κατά των Παλαιστινίων στην Γάζα. Στην Κύπρο συντελείται το έγκλημα του εποικισμού, το οποίο διέπεται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ), την δικαιοδοσία του οποίου αποδέκτηκε και η Κυπριακή Δημοκρατία από την ίδρυσή του το 2002. Με την ανάληψη των καθηκόντων μου ως Ευρωβουλευτή (2014) και με την καθοδήγηση του κορυφαίου εμπειρογνώμονα Καθηγητή E. Kontorovitch (Πανεπιστήμιο Northwestern-ΗΠΑ), υπέβαλα καταγγελία στο ΔΠΔ εναντίον Τούρκων αξιωματούχων για την διάπραξη του εγκλήματος του εποικισμού στα κατεχόμενα. Το αίτημα είχε την θετική γνωμοδότηση της Γενικής Εισαγγελίας της Κύπρου, αλλά  ΟΥΔΕΠΟΤΕ υπήρξε επίσημη συμμετοχή της Κυπριακής Κυβέρνησης. Τότε, ενώ οι ξένοι εμπειρογνώμονες δήλωναν ότι «η ενεργός δημογραφική αλλαγή της Τουρκίας στο βόρειο τμήμα της Κύπρου είναι το πραγματικό παράδειγμα εποικισμού πληθυσμού ως εγκλήματος πολέμου», το κυπριακό κράτος επέλεγε την «σιωπή» βάσει της πολιτικής της … μιζέριας.  

Για τον σφετερισμό κατεχόμενων ιδιωτικών Ελληνοκυπριακών (Ε/κ) περιουσιών, εισηγηθήκαμε σε διαδοχικές Κυβερνήσεις την διαμόρφωση εκστρατείας ενημέρωσης ξένων, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, για την απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ (2009) η οποία κατοχύρωσε τελεσίδικα το περιουσιακό δικαίωμα με βάση αυστηρά το Κτηματολόγιο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οποιαδήποτε συναλλαγή ή επέμβαση σε κατεχόμενη Ε/κ ιδιοκτησία συνιστά ΠΑΡΑΝΟΜΙΑ. Πρόσφατα είχαμε στην Ιταλία μια σύλληψη ενός εγκληματία ο οποίος για δεκαετίες σφετεριζόταν κατεχόμενη Ε/κ γη οικοδομώντας σπίτια, τα οποία πωλούσε. Όλα παράνομα! Μια μόνο σύλληψη ήταν αρκετή για να προκαλέσει προσωρινό «πάγωμα» τέτοιων παρανομιών και τον διπλασιασμό στις τιμές της νόμιμης τουρκοκυπριακής ιδιοκτησίας γης στα κατεχόμενα, όπως αποκαλύπτει ο Τ/κ τύπος σε πρωτοσέλιδα. Η δίωξη των εγκληματιών και η ανάδειξη της παρανομίας έχει αυτονόητη πολιτική σημασία που θα λειτουργούσε και ως ανάχωμα στις παράνομες επεμβάσεις, αλλά η απόφαση-σταθμός του Δικαστηρίου της ΕΕ έμεινε «εξαφανισμένη» από τις εκάστοτε Κυπριακές  Κυβερνήσεις. Ένα «παράδοξο» της επικρατούσας πολιτικής μιζέριας είναι ότι εγχώριοι πολιτικοί που υποστηρίζουν ένθερμα τις κατηγορίες εναντίον του Ισραήλ, απορρίπτουν ανάλογη ενέργεια για το έγκλημα του εποικισμού κατά της Τουρκίας.

Καταληκτικά, το θέτουμε ευθέως: Μια στρατηγική για απαλλαγή από την τουρκική κατοχή απαιτεί μεθόδευση και θυσίες χωρίς εγγύηση για το αποτέλεσμα, αλλά η πολιτική της μιζέριας, δεν είναι μόνο αυτοκτονική κι ατιμωτική, αλλά οδηγεί κατευθείαν στην υποδούλωση και μονιμοποίηση της κατοχής.

*Κώστας Μαυρίδης, Ευρωβουλευτής (ΔΗΚΟ – S&D), Πρόεδρος της Πολιτικής Επιτροπής για την  Μεσόγειο