Χρειαζόμαστε τον μαρξισμό;

Μερικές σύντομες παρατηρήσεις για τον μαρξισμό ως κριτική μέθοδο προσέγγισης της κοινωνικής πραγματικότητας με σκοπό τη μεταβολή της.

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Στο πρώτο άρθρο αυτής της σειράς, έθεσα το ερώτημα κατά πόσον, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, ο μαρξισμός εξακολουθεί να παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον ως μέθοδος κοινωνικής ανάλυσης και οδηγός δράσης, ή μήπως έχει «πεθάνει» και έχουν μόνο ιστορική σημασία οι αναφορές σε αυτόν. Δεν μπορώ φυσικά στα πλαίσια ενός άρθρου να αναφέρω εξαντλητικά τους λόγους που νομίζω ότι όχι μόνο χρειαζόμαστε, αλλά χρειαζόμαστε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στη σύγχρονη ιστορία, τον μαρξισμό. Φυσικά εννοώ τον μαρξισμό ως κριτική μέθοδο προσέγγισης της κοινωνικής πραγματικότητας με σκοπό τη μεταβολή της, τον μαρξισμό δηλαδή ως πειραματική επιστήμη υποκείμενη σε επαλήθευση και διάψευση και όχι ως θρησκεία. Θα περιοριστώ εδώ σε μερικές πολύ σύντομες παρατηρήσεις.

Είναι αλήθεια ότι η κατάρρευση της ΕΣΣΔ θέτει σοβαρά ερωτήματα ως προς τον μαρξισμό, παρόλο που μικρή σχέση είχε το υπαρκτό, πραγματικό σοβιετικό καθεστώς με οποιαδήποτε έννοια σοσιαλισμού όπως την καταλάβαιναν τουλάχιστο ο Μαρξ και ο Λένιν. Δεν μπορούμε να χαρακτηρίζουμε σοσιαλιστικό ένα καθεστώς μόνο επί τη βάσει του κριτηρίου της κρατικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής: απαιτείται και η πραγματική άσκηση της εξουσίας από τους εργαζόμενους. Σοσιαλισμός σημαίνει εξηλεκτρισμός συν Σοβιέτ, είχε πει ο Λένιν. Τον εξηλεκτρισμό τον πέτυχε η σοβιετική Ρωσία, πολύ γρήγορα όμως από τα Σοβιέτ απέμεινε ο κενός περιεχομένου τύπος. (Βέβαια, το ότι δεν πρέπει να χαρακτηρίσουμε την ΕΣΣΔ ως σοσιαλιστική, δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν σοσιαλιστικά στοιχεία στο καθεστώς, ούτε φυσικά ότι ήταν καπιταλιστική, όπως υποστήριξαν στο παρελθόν μερικοί μάλλον επιπόλαιοι θεωρητικοί. Όταν έγινε άλλωστε καπιταλιστική ήταν τόσο μεγάλος ο «σεισμός», που το κατάλαβε αμέσως όλος ο κόσμος).

Χρεοκοπία του «υπαρκτού σοσιαλισμού», αλλά και του «υπαρκτού καπιταλισμού»

Αν όμως την κοινωνική συνείδηση της εποχής μας τη βαρύνει αναπόφευκτα η χρεοκοπία του σοβιετικού «υπαρκτού σοσιαλισμού», μια ματιά στον κόσμο που μας άφησε αυτή η χρεοκοπία, τριάντα χρόνια μετά, οδηγεί μετά βεβαιότητος στο συμπέρασμα ότι και ο νικηφόρος καπιταλισμός του 1991 (αναπόφευκτο προϊόν του οποίου είναι η τάση προς τον «μονοπολισμό» και τον ολοκληρωτισμό, όπως και ο νεοφιλελευθερισμός που δεν είναι μια από τις παραλλαγές του καπιταλισμού, αλλά η φυσιολογική του εξέλιξη, όταν αφήνεται ανεμπόδιστος), έχει επίσης χρεοκοπήσει. Όχι με την έννοια ότι απειλείται αύριο η εξουσία του. Αλλά με τα όλο και πιο σαφή σημεία ότι η διαιώνιση αυτού του συστήματος πολλαπλασιάζει τους πολέμους και τα προβλήματα, όχι μόνο καθιστώντας αδύνατο έναν καλύτερο κόσμο, αλλά απειλώντας και την ίδια την επιβίωση της ανθρωπότητας. Μια ματιά στην Ουκρανία, στη Γάζα, στη δραματική εκτόξευση των ανισοτήτων, μέσα και ανάμεσα στις χώρες, στη δραματική κατάσταση στην οποία ζει και πεθαίνει η μισή ανθρωπότητα, στις οικονομικές κρίσεις, στη γρήγορη υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος που επιτρέπει ακόμα την επιβίωση των ανώτερων μορφών ζωής, αρκεί για να πείσει οποιονδήποτε καλόπιστο και σοβαρό παρατηρητή ότι το κυρίαρχο πάντα διεθνώς καπιταλιστικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο, όχι με την έννοια, επαναλαμβάνω, ότι κινδυνεύει αναγκαστικά με ανατροπή, αλλά ότι η επιβίωσή του κινδυνεύει να οδηγήσει σε κατάρρευση τον πολιτισμό και να απειλήσει την ίδια την επιβίωση της ανθρωπότητας.

Χρειαζόμαστε επειγόντως έναν καινούριο πολιτισμό, μια ανώτερη μορφή οργάνωσης των οικονομιών και των κοινωνιών μας, ένα διαφορετικό διεθνές σύστημα και, για να τα πετύχουμε, ο μαρξισμός είναι απαραίτητος, γιατί είναι το καλύτερο αναλυτικό εργαλείο που παρήγαγε η ανθρώπινη σκέψη έως τώρα για την κατανόηση, την απομυθοποίηση και τον μετασχηματισμό του κοινωνικού μας Είναι. Χρειάζεται πιθανώς να τον ξεπεράσουμε, για να το κάνουμε όμως πρέπει να τον κατακτήσουμε πρώτα και να στηριχτούμε σε αυτόν με τον ίδιο τρόπο που η Φυσική του Αϊνστάιν ξεπέρασε διαλεκτικά την Φυσική του Νεύτωνα.

Αν άλλωστε ο Γκορμπατσόφ, αντί να «προσεύχεται» στο Μαυσωλείο του Λένιν (όπως περίπου τον είδε χαράματα, την εποχή των άγριων συγκρούσεων στον Καύκασο μια δημοσιογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου) έκανε τον κόπο να πάει λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω, στη βιβλιοθήκη Λένιν δηλαδή, και να διαβάσει το βιβλίο του «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του Καπιταλισμού», θα καταλάβαινε αμέσως γιατί οι παραχωρήσεις που έκανε στους Δυτικούς το 1989-91 οδηγούσαν με μαθηματική ακρίβεια, για λόγους καθόλου τυχαίους, αλλά συστημικούς, στους πολέμους της Γιουγκοσλαβίας και της Μέσης Ανατολής, στην επέκταση του ΝΑΤΟ, στον πόλεμο της Ουκρανίας και σε έναν κίνδυνο πυρηνικού ολοκαυτώματος μεγαλύτερο από αυτόν που έζησε η ανθρωπότητα στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Να προσθέσω ότι και διάφορα ρεύματα που, επειδή δεν θέλουν να αμφισβητήσουν τον καπιταλισμό και αγνοούν τον μαρξισμό, νομίζουν ότι θα αντιμετωπίσουν την «ολοκληρωτική αυτοκρατορία της παγκοσμιοποίησης» (του χρηματιστικού κεφαλαίου και των αμερικανικών όπλων δηλαδή) επιστρέφοντας στο χαμένο παράδεισο των πλήρως ανεξαρτήτων κρατών ή ενός μη ιμπεριαλιστικού, μη νεοφιλελεύθερου, μη διεφθαρμένου, «καλού» καπιταλισμού πιστεύουν σε μια χίμαιρα, δυνητικά πιο επικίνδυνη από τον «σοσιαλισμό σε μια και μόνη χώρα». Σήμερα είναι εντελώς αδύνατο, σε οποιαδήποτε χώρα ή περιφέρεια, όσο μεγάλη και ισχυρή να είναι, να αντιμετωπίσει μόνη της τα μεγάλα προβλήματα που τίθενται μπροστά στο σύνολο της ανθρωπότητας. Η άρνηση της Ανατολής και του Νότου να υποταγεί στη Δύση είναι η σημαντικότερη, εντελώς απαραίτητη και πιο θετική εξέλιξη της εποχής μας, κάποια στιγμή όμως θα χρειαστεί να οδηγήσει και στη σύνθεση, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε.

Μαρξισμός και σταλινισμός

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, νοιώθω στο σημείο αυτό την ανάγκη να εξηγήσω ότι, όταν αναφέρομαι στον μαρξισμό, εννοώ ασφαλώς ένα ρεύμα που όχι μόνο δεν μπορεί να έχει καμιά σχέση με τον σταλινισμό, είναι στην πραγματικότητα το αντίθετό του.

Αντιλαμβάνομαι ασφαλώς γιατί, βλέποντας πού οδήγησε η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και η παλινόρθωση του καπιταλισμού, έχοντας ζήσει την κοινωνική και οικονομική καταστροφή που γνώρισαν τα πρώην σοβιετικά κράτη, ή τις παγκόσμιες συνέπειες αυτών των φαινομένων, αγνοώντας τη θαμμένη κάτω από βουνά παραμορφώσεων, πραγματική ιστορία της ΕΣΣΔ και του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, πολλοί στη Ρωσία (και όχι μόνο) νοιώθουν νοσταλγία για το «ισχυρό σοβιετικό κράτος» του «πατερούλη» Στάλιν και αποβλέπουν σε ένα «ισχυρό και κοινωνικό κράτος». Καταλαβαίνω γιατί στην ίδια τη Ρωσία σήμερα είναι τόσο δημοφιλής ένας «λαϊκός σταλινισμός», μια νοσταλγία για περασμένα μεγαλεία, που όσο πιο παλιά είναι τόσο πιο όμορφα φαίνονται, για μια εποχή που, μέσα στις τεράστιες αντιφάσεις της, είχε ασφαλώς και στιγμές μεγαλείου και μεγάλων, αναμφισβήτητων προόδων. Η εποχή μας άλλωστε είναι μια εποχή τρομακτικής και πολύ επικίνδυνης πνευματικής παρακμής: όσο λιγότερα βιβλία διαβάζουν οι άνθρωποι, τόσο πιο πεισματάρικα υπερασπίζονται κάθε λογής ανοησίες και όσο πιο ανήμποροι νοιώθουν τόσο αναζητούν Μεσσίες και φανταστικούς Παραδείσους, στον ουρανό ή στο παρελθόν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και η εισαγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και διανομής, όπως και του πολιτιστικού «εποικοδομήματος» που τις συνόδευσε στον πρώην σοβιετικό χώρο υπήρξε μια καταστροφή ιστορικών διαστάσεων. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το προηγούμενο καθεστώς μπορεί να θεωρηθεί σοσιαλιστικό ή ότι ήταν άμοιρο ευθυνών για την ίδια τη δική του κατάρρευση. Και ο Μαρξ και ο Λένιν άλλωστε όριζαν ως σοσιαλισμό ένα καθεστώς φθίνοντος κράτους, όχι βέβαια τον Λεβιάθαν του σοβιετικού γραφειοκρατικού, «ημι-στρατιωτικού» καθεστώτος.

Πώς και γιατί κατέρρευσε ο «σταλινο-μπρεζνιεφισμός»

Αξίζει επίσης να θυμόμαστε, όταν αξιολογούμε το σοβιετικό καθεστώς, ότι δεν κατέρρευσε ούτε λόγω μιας νικηφόρας λαϊκής επανάστασης εναντίον του, ούτε λόγω μιας ξένης εισβολής. Κατέρρευσε από τα μέσα και από τα πάνω, με τη βοήθεια ασφαλώς και ξένων δυνάμεων, όταν ένα σημαντικό τμήμα της ιθύνουσας γραφειοκρατίας έπαυσε να το υπερασπίζεται, συνειδητά, τουλάχιστο από ένα σημείο και πέρα, αποβλέποντας σε μια καπιταλιστική παλινόρθωση που θα μετέτρεπε τους γραφειοκράτες και τα παιδιά τους σε ιθύνουσα και ιδιοκτήτρια τάξη. Αλλά δεν θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, αν δεν ενυπήρχε ως δυνατότητα στο προηγούμενο σύστημα. Μισό και πλέον αιώνα προτού συμβούν όλα αυτά και σε μια εποχή που θεωρούνταν αδιανόητα, τα περιέγραψε με μια απίστευτη «προφητική» δύναμη (και χρησιμοποιώντας τα αναλυτικά εργαλεία του μαρξισμού), ως ένα από τα δύο δυνατά σενάρια μελλοντικής εξέλιξης της ΕΣΣΔ, ο κύριος αντίπαλος του Στάλιν, ο Λέων Τρότσκι στο κλασικό βιβλίο του Προδομένη Επανάσταση (Στην εποχή μας, ειρήσθω εν παρόδω, λέγονται πολλά και διάφορα για τον Τρότσκι όπως και για πολλά άλλα θέματα. Περισσεύουν οι γνώμες για τον Τρότσκι, ιδίως μεταξύ όσων δεν έχουν διαβάσει ούτε μια σελίδα του!).

Μήπως δεν ήταν ο Μπαρίς Γέλτσιν, πρώην μέλος του Πολιτικού Γραφείο του ΚΚΣΕ, που ανέλαβε την πρωτοβουλία για τη διάλυση της ΕΣΣΔ; Μήπως της όλης πορείας των σοβιετικών δημοκρατιών προς τον καπιταλισμό και την αποικιοποίηση από τη Δύση δεν ηγήθηκαν στις συντριπτικά περισσότερες περιπτώσεις οι «κομμουνιστές» ηγέτες των περιφερειακών Δημοκρατιών, όλοι μέλη του τελευταίου Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΣΕ;

Πηγή:Konstantakopoulos.gr