Γ. Λιλλήκας: Οι διαφορετικές εκτιμήσεις δεν επέτρεψαν την έκδοση κοινού ανακοινωθέντος

 

Οι διαφορετικές αντιλήψεις και εκτιμήσεις δεν επέτρεψαν την έκδοση ενός κοινού ανακοινωθέντος, δήλωσε σήμερα ο Πρόεδρος της Συμμαχίας Πολιτών Γιώργος Λιλλήκας αμέσως μετά το πέρας της συνεδρίας του Εθνικού Συμβουλίου.

Ο κ. Λιλλήκας είπε ότι «είναι θετικό το γεγονός ότι σήμερα τουλάχιστον στο ζήτημα που αφορά την καταδίκη των παράνομων ενεργειών της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ υπήρξε ομοφωνία. Και θεωρώ ότι ομοφωνία υπήρξε και στην εκτίμηση ότι αυτές οι έκνομες ενέργειες της Τουρκίας υποσκάπτουν και τις προσπάθειες του Γενικού Γραμματέα για τη δημιουργία κλίματος επανάληψης των συνομιλιών για την οριστική λύση του Κυπριακού».

«Είναι λυπηρό το γεγονός ότι δεν διαμορφώθηκε και δεν υπήρξε ενότητα ως προς τις εκτιμήσεις αναφορικά με τους στόχους της Τουρκίας αλλά και κυρίως ως προς τις εκτιμήσεις και τις προτάσεις για τον τρόπο που η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να αντιδράσει, να αποκρούσει και να ανατρέψει τους τουρκικούς σχεδιασμούς», πρόσθεσε.

«Είναι λυπηρό», συνέχισε, « να μην μαθαίνουμε από τα λάθη του πολύ πρόσφατου παρελθόντος μας. Η Τουρκία έχει κάνει πολύ ξεκάθαρους τους στόχους που έχει θέσει και οι ενέργειες της στην κυπριακή ΑΟΖ δεν είναι μεμονωμένες ενέργειες είναι μέρος ενός ολοκληρωμένου σχεδίου. Επανάληψη λοιπόν των συνομιλιών υπό την απειλή και τους εκβιασμούς της Τουρκίας αλλά και με τους ξεκάθαρους στόχους και τις κόκκινες γραμμές που έχει και δημόσια πλέον η Τουρκία, διερωτώμαι που θα οδηγήσει».

Ο κ. Λιλλήκας είπε ότι «δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα οδηγήσει εκεί που η Τουρκία θέλει, δηλαδή στο να πεισθεί η διεθνής κοινότητα ότι με βάση το υφιστάμενο πλαίσιο και την υφιστάμενη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού είναι αδύνατο να λυθεί το Κυπριακό. Και αυτό θα στρώσει το κόκκινο χαλί στην Τουρκία για να νομιμοποιήσει πλέον τη διχοτόμηση, αυτό που υποτίθεται ότι όσοι επιμένουν να πάμε σε μια νέα διάσκεψη εδώ και τώρα θέλουν να αποτρέψουν».

«Βοηθήσαμε άθελα μας την Τουρκία στην κορύφωση της διαδικασίας με τις δύο διασκέψεις, τη βοηθήσαμε να ξεκινήσει το αφήγημα ότι δεν λύνεται το κυπριακό με την υφιστάμενη διαδικασία και πλαίσιο, τώρα πολύ φοβάμαι ότι αν επαναλάβουμε το ίδιο λάθος για τρίτη φορά η ευθύνη δεν θα βαραίνει πλέον την Τουρκία θα βαραίνει τη δική μας πλευρά για τη λανθασμένη εκτίμηση των γεγονότων», είπε.

Η Κυβέρνηση, ανέφερε, « έχει καταθέσει τους δικούς της προβληματισμούς και τις δικές της σκέψεις για τα μέτρα που προγραμματίζει να πάρει. Εμείς καταθέσαμε συγκεκριμένη εισήγηση που πιστεύουμε ότι μπορεί να βοηθήσει την Κυβέρνηση στο να εξασφαλίσει εκείνες τις κυρώσεις από την ΕΕ που θα καταστήσουν δύσκολους τους τουρκικούς σχεδιασμούς. Θα ήταν ευχής έργο αν μπορούσαμε από κοινού όλες οι πολιτικές δυνάμεις να αφήσουμε πίσω μας τις κριτικές για το παρελθόν και να ασχοληθούμε με τον κοινό σχεδιασμό έτσι ώστε να νοιώσει και ο κυπριακός λαός ότι η πολιτική του ηγεσία ομοφωνεί και είναι ενωμένη αυτές τις κρίσιμες στιγμές που ενδεχόμενα να δημιουργήσουν μη αναστρέψιμες συνέπειες και δεδομένα στο κυπριακό».

Είπε, επίσης, ότι «η προσπάθεια για την διαμόρφωση κοινού ανακοινωθέντος έχει καταρρεύσει και δυστυχώς δεν κατέστη δυνατό να υπάρξει».
Ερωτηθείς τι είναι αυτό που δεν επέτρεψε την έκδοση ενός κοινού ανακοινωθέντος, ο κ. Λιλλήκας είπε ότι «είναι διαφορετικές αντιλήψεις για το τί έπρεπε να περιέχει το κοινό ανακοινωθέν. Η δική μου άποψη και εκτίμηση είναι ότι το κοινό ανακοινωθέν θα μπορούσε να περιοριστεί στα ελάχιστα τουλάχιστον που μας ενώνουν που είναι η ομόφωνη καταδίκη των τουρκικών ενεργειών αλλά και η ομόφωνη εκτίμηση ότι αυτές οι ενέργειες υποσκάπτουν και τις προσπάθειες του ΓΓ του ΟΗΕ».

«Από εκεί και πέραν είναι γεγονός ότι υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις ως προς το ποιες ενέργειες μπορούν να γίνουν, ποιες ενέργειες μπορούν να είναι αποτελεσματικές αλλά και ως προς το εάν η επανέναρξη των συνομιλιών με αυτά τα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί μπορεί να μας οδηγήσει σε λύση του κυπριακού ή να μας φέρει σε πολύ πιο δύσκολη και τραγική θέση από αυτή που βρισκόμαστε σήμερα», είπε.
Δυστυχώς, κατέληξε, « δεν καταφέραμε να συμφωνήσουμε σε ένα κοινό ανακοινωθέν που τουλάχιστον θα περιλάμβανε τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή».