Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έκανε δεκτή έφεση της Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (Cyta) κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (ΕΠΑ) σε σχέση με απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου που εκδίκασε προσφυγή της Cyta για την κατάργηση επιβολής διοικητικού προστίμου ύψους €663.000 από την ΕΠΑ, για μη συμμόρφωσή της με προσωρινό διάταγμα.
Το 2008 η Primetel υπέβαλε καταγγελία προς την Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού κατά της Cyta για παράβαση του Άρθρου 6 του Περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου 13(Ι)/08, σύμφωνα με το οποίο απαγορεύεται η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων, που κατέχει ή κατέχουν δεσπόζουσα θέση στο σύνολο ή μέρος της εγχώριας αγοράς ενός προϊόντος.
Στο πλαίσιο της καταγγελίας της, το 2013 η Primetel αιτήθηκε προς την ΕΠΑ την έκδοση προσωρινών μέτρων εναντίον της Cyta για πιθανολογούμενη παράβαση διατάξεων του άρθρου 6.
Η ΕΠΑ εξέδωσε το ζητηθέν προσωρινό διάταγμα, με το οποίο η Cyta διατασσόταν να μην τερματίσει τις μεταξύ αυτής και της Primetel συμφωνίες, λόγω της μη εξόφλησης από μέρους της Primetel του εκδοθέντος τιμολογίου ύψους €526.500, το οποίο κατέστη πληρωτέο και να επαναφέρει και να επανασυνδέσει με τον ενδεδειγμένο τεχνικό ή άλλο τρόπο τη χωρητικότητα επί της οποίας η Primetel αγόρασε δικαίωμα χρήσης από την ΑΤΗΚ στο καλωδιακό σύστημα MINERVA, υπό την προϋπόθεση ότι η Primetel θα καταβάλει το οφειλόμενο ποσό των €526.500 (συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.) πλέον ενδεχόμενο κόστος επανασύνδεσης, καταβάλλοντας €263.250 μέχρι και τις 30/6/2013 πλέον το ενδεχόμενο κόστος επανασύνδεσης και το υπόλοιπο ποσό συνολικού ύψους €263.250 ευρώ σε δύο ισόποσες δόσεις.
Η Cyta καταχώρισε προσφυγή ζητώντας ακύρωση της παραπάνω απόφασης για το Προσωρινό Διάταγμα.
Η Primetel πληροφόρησε την ΕΠΑ ότι πλήρωσε ποσό που αντιστοιχούσε στο μισό του οφειλόμενου ποσού, αποβλέποντας στην εντός εικοσιτετραώρου επαναφορά και επανασύνδεση της χωρητικότητας που είχε αποσυνδεθεί. Παρόλο που είχε παρέλθει η τεθείσα προθεσμία, η Cyta δεν προχώρησε με την επανασύνδεση, αποφεύγοντας συν τοις άλλοις συστηματικώς κάθε προσπάθεια επικοινωνίας, ανέφερε η Primetel.
Η ΕΠΑ αποφάσισε ότι η Cyta παρέλειψε να συμμορφωθεί προς το Προσωρινό Διάταγμα, και ως εκ τούτου της επέβαλε διοικητικό πρόστιμο ύψους €17.000 για κάθε ημέρα παράλειψης συμμόρφωσης, με το ολικό ποσό του διοικητικού προστίμου να ανέρχεται για τις 39 ημέρες που διήρκησε η μη συμμόρφωση στα €663.000, καλώντας τη να καταβάλει το ποσό εντός 30 ημερών.
Η Cyta καταχώρισε προσφυγή, ώστε η επιβολή διοικητικού προστίμου να ακυρωθεί ως παράνομη, η οποία απορρίφθηκε από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι η απόφαση της ΕΠΑ να εκδόσει προσωρινό διάταγμα ήταν εκτελεστή.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε ότι η εξακολούθηση της δίκης είναι δυνατή μόνο όταν παραμένει κατάλοιπο ζημίας από την πράξη που εξαφανίστηκε ή ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε ή καταργήθηκε ή έληξε χρονικά.
Το κατάλοιπο ζημίας που επικαλούνται οι αιτητές στη συμπληρωματική γραπτή τους αγόρευση, αφορά στην καταβολή του προστίμου που τους επιβλήθηκε στα πλαίσια εξέτασης παρακοής το οποίο αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής και η αρχή που καθιερώνεται, κατά τους αιτητές, μέσα από την επίδικη απόφαση ότι στα πλαίσια του δικαίου του ανταγωνισμού ο προμηθευτής υποχρεούται να επαναδιαπραγματεύεται τους συμφωνημένους όρους πληρωμής ή να δίδει πίστωση στον αγοραστή όταν αυτός δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις συμβατικές του υποχρεώσεις.
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, αναφέρει ότι η Cyta κλήθηκε να καταβάλει το ποσό των €665.000 ως διοικητικό πρόστιμο, το οποίο δεν απορρέει ευθέως από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης αλλά από τη μη συμμόρφωση της με αυτήν.
Προσθέτει ότι δεν μπορεί η ζημία που προκλήθηκε στη Cyta ως συνέπεια της δικής της παράλειψης συμμόρφωσης να στοιχειοθετήσει ιδιαίτερο έννομο συμφέρον που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη συνέχιση της δίκης εκεί που κατά τα άλλα η δίκη καταργείται.
Κατά την έφεση, η Cyta λέει ότι οι προϋποθέσεις για την επιβολή του προστίμου ήταν η νομιμότητα και η ισχύς του Προσωρινού Διατάγματος και η επακόλουθη παρακοή του, και εισηγείται ότι το Προσωρινό Διάταγμα, ως αυτοτελής διοικητική πράξη, δεν μπορούσε να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως ως προς τη νομιμότητα του στην Προσφυγή κατά του διοικητικού προστίμου, αφού ακύρωση του Προσωρινού Διατάγματος θα εκθεμελίωνε δίχως άλλο και την απόφαση για την επιβολή του διοικητικού προστίμου.
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο σημειώνει ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε, πρώτα να εξετάσει τα περί νομιμότητας έκδοσης του Προσωρινού Διατάγματος στην πρώτη προσφυγή και μόνο τότε, αναλόγως των διαπιστώσεων του, να προχωρήσει σε όσα είχε δικαιοδοσία και αρμοδιότητα να αναδιφήσει αναφορικώς προς την παρακοή και τα του διοικητικού προστίμου στη δεύτερη προσφυγή.
Αντίθετα, το Πρωτόδικο συνέμειξε κατά τρόπο “μη ορθό”, σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου, τα περί νομιμότητας έκδοσης του Προσωρινού Διατάγματος, με όσα σχετίζονταν προς τα της παρακοής του, προσθέτοντας στοιχεία άσχετα προς τις εναντιώσεις για την έκδοση του, δίχως το Πρωτόδικο Δικαστήριο να αποφανθεί επί της νομοθεσίας που απάρτισε τη νομική βάση έκδοσης του Προσωρινού Διατάγματος, και για το αν στοιχειοθετούνταν ευλόγως ισχυρή εκ πρώτης όψεως υπόθεση παράβασης των Άρθρων 3 και 6, Ν.13(Ι)/08.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποσύνδεσε τις όποιες συνέπειες θα είχε το αποτέλεσμα της διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοση του Προσωρινού Διατάγματος, από την παρακοή του, με το σκεπτικό πως, ούτως ή άλλως, η επιβολή ποινής στο πλαίσιο της παρακοής θα είχε ως αιτιολογική βάση την παρακοή αφ’ εαυτής ασχέτως αν, τελικώς, το διάταγμα παραμεριζόταν.
Το Ανώτατο Συνταγματικό εφιστά την προσοχή στη σημαντικότητα του να τηρείται, στην κάθε ανάλογη περίπτωση, η αναγκαία συλλογιστική σειρά και δομή πραγμάτευσης των εκάστοτε επίδικων ζητημάτων, με κατά νουν τα δικονομικά δεδομένα, ώστε να αποφεύγεται η δημιουργία οξύμωρων ή ανακόλουθων δικαστικών συμπερασμάτων.
Ως αποτέλεσμα, το Ανώτατο Συνταγματικό αποφάσισε ότι η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, όπως και η πρωτόδικη διαταγή για τα έξοδα.
Διατάχτηκε επανεκδίκαση της υπόθεσης από το Διοικητικό Δικαστήριο, με την ίδια σύνθεση, το ταχύτερο δυνατόν και επιδικάστηκαν υπέρ της Cyta και εναντίον της ΕΠΑ και της Κυπριακής Δημοκρατίας έξοδα.