Οι προτάσεις που υπέβαλε ο ΠτΔ στα ερωτήματα Φέλτμαν

 


Η Συνθήκη Εγγυήσεων έχει αποτύχει τόσο στηνimagew εξυπηρέτηση του σκοπού και στόχου της όσο και στην ομαλή λειτουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας, αναφέρει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, σε 16σέλιδο κείμενο με συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες απαντήσεις στα σχετικά ερωτήματα που είχαν τεθεί χθες κατά την πρώτη σύνοδο της Διάσκεψης για την Κύπρο από τον Βοηθό Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ

Αναφέρει ότι για απάντηση των ανησυχιών των δύο πλευρών, μιλά για μια μεταβατική περίοδο που θα συμφωνηθεί, θα συσταθεί Πολυεθνική Αστυνομική Δύναμη, τα μέλη της οποίας θα προέρχονται από χώρες της Ε.Ε. Σημειώνει επίσης ότι η ιδιότητα της ενωμένης Κύπρου ως μέλος των Η.Ε, της Ε.Ε. και του Συμβουλίου της Ευρώπης, παρέχουν επαρκή προστασία στους πολίτες της Ενωμένης Κύπρου.

Για το πώς και ποιος θα επιβλέπει την υλοποίηση εφαρμογής της Συμφωνίας, αναφέρει ότι όλοι αναγνωρίζουν τη σημασία της ομαλούς, ασφαλούς και γρήγορης υλοποίησης των προνοιών της λύσης. Η ε/κ πλευρά προτείνει την υλοποίηση των προνοιών της λύσης αλλά και η διασφάλιση της μετά της λύσης κατάστασης πραγμάτων τεθούν υπό την εγγύηση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Η.Ε. σύμφωνα με το Κεφάλαιο 7 του Καταστατικού Χάρτη.

Παράλληλα προτείνει να ανατεθεί συγκεκριμένος ρόλος για την ενεργό συμμετοχή της Ε.Ε. στην υλοποίηση της λύσης, πέραν από το προφανές έργο που συνδέεται με το κεκτημένο και την προσπάθεια να τερματισθούν οι μεταβατικές περίοδοι / παρεκκλίσεις το συντομότερο δυνατόν.

Τα ερωτήματα ήταν πρώτο, τί θα γίνει με τη Συνθήκη Εγγυήσεων, δεύτερο, πώς απαντώνται οι ανησυχίες των δύο πλευρών και τρίτο, ποιος και ποιος θα επιβλέπει την υλοποίηση εφαρμογής της Συμφωνίας.

Οι απαντήσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, σύμφωνα με τις πληροφορίες, βασίστηκαν στη λεπτομερή και εμπεριστατωμένη του πρόταση στο θέμα της Ασφάλειας και Εγγυήσεων που έχει ήδη καταθέσει από τον περασμένο Σεπτέμβριο, ως επίσης και στην ιδιότητα της Κύπρου ως κράτος – μέλος της Ε.Ε. και των ΗΕ και τις συνακόλουθες ασφαλιστικές δικλίδες που παρέχουν ως προς τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών και την προστασία από τις όποιες εξωτερικές απειλές.

Για το πρώτο θέμα, με το τί θα γίνει με τη Συνθήκη Εγγυήσεων, αναφέρει ότι ως τα ιστορικά γεγονότα έχουν αποδείξει, η Συνθήκη έχει αποτύχει τόσο στην εξυπηρέτηση του σκοπού και στόχου της όσο και στην ομαλή λειτουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τυχόν διατήρηση της, θα αποτελούσε αναχρονισμό, καθώς, μεταξύ άλλων πλήττει την ανεξαρτησία και κυριαρχία ενός κράτους μέλους των Η.Ε. και της Ε.Ε. και έρχεται σε αντίθεση με το Χάρτη των Η.Ε., το Ευρωπαϊκό κεκτημένο και το διεθνές δίκαιο ευρύτερα.
Με δεδομένη τη θέση της Ελλάδας ότι δεν επιθυμεί να συνεχίσει ως εγγυήτρια δύναμη, ως επίσης το γεγονός ότι τα σημερινά διεθνή δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά σε σύγκριση με το 1960, αλλά και λαμβάνοντας υπόψιν τα γεγονότα του 1974 και τη μέχρι σήμερα επικρατούσα κατάσταση, η όποια παρουσία τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων ή εγγυητικών δικαιωμάτων της Τουρκίας μετά την λύση θα αποτελούσε μια ετεροβαρή ρύθμιση εις βάρος της Ε/Κ κοινότητας, αφού λόγω ισχύος και αποστάσεως της Τουρκίας θα εθεωρείτο ως μια μόνιμη απειλή εναντίον των Ελληνοκυπρίων.

Παράλληλα αναφέρει ότι θέτει υπό την κηδεμονία ή την επιρροή της εγγυήτριας τη μία των κοινοτήτων και κατ’ επέκταση το Kράτος, με κίνδυνο αποσταθεροποίησης ή και ενίσχυσης των ρευμάτων απόσχισης.

Πέραν των όσων έχουν εκτεθεί, σημειώνει, η τυχόν παροχή εγγυήσεων για διασφάλιση της μιας κοινότητας θα ανέτρεπε την πολιτική ισότητα και θα καλλιεργούσε αίσθημα υπεροχής της υπό εγγύηση κοινότητας έναντι της άλλης, με συνέπεια αντί της συναίνεσης την πρόκληση συνεχών αδιεξόδων και αποσταθεροποίηση.

Το μετά τη λύση σύστημα ασφάλειας, σημειώνει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, θα πρέπει να συνάδει με την ιδιότητα μας ως κράτος-μέλος της Ε.Ε. και την αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ε.Ε.

Συναφώς, στη βάση των ανωτέρω, ως επίσης και το γεγονός πως αποτελεί μια μόνιμη πηγή ανασφάλειας, η Συνθήκη θα πρέπει να τερματιστεί με την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας.

Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως δεν υπάρχει το όποιο παράδειγμα διεθνώς όπου η συνταγματική τάξη μίας χώρας υπόκειται σε εγγυήσεις από την όποια Τρίτη χώρα.

«Συμπερασματικά, στη βάση των όσων έχουν εκτεθεί, η όποια πρόνοια για συνέχιση των στρατιωτικών εγγυήσεων θα οδηγούσε στην απόρριψη της Συμφωνίας», τονίζει.

Για το θέμα του πώς απαντώνται οι ανησυχίες των δύο πλευρών, σημειώνει ότι θα πρέπει να τονιστεί πως το Κράτος θα συγκροτείται ως προς την εσωτερική δομή από τις δύο κοινότητες σε ισάριθμες Πολιτείες, πολιτικά ίσες με καθορισμένα διοικητικά όρια, εκ των οποίων η μία θα διοικείται από την Ε/Κ κοινότητα και η άλλη από την Τ/Κ κοινότητα.

Επιπλέον και προς εδραίωση μιας διαρκούς σταθερότητας και του αισθήματος ασφαλείας μεταξύ των κοινοτήτων αλλά και του συνόλου των πολιτών, έχουν συμφωνηθεί, μεταξύ άλλων, πλήρης σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών σύμφωνα με τον Χάρτη των Η.Ε. και των αρχών και αξιών της Ε.Ε, πλήρης σεβασμός στην δικοινοτικότητα και διζωνικότητα με μια σειρά συμφωνημένων διασφαλίσεων, όπως απαγόρευση επέμβασης της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης στις αρμοδιότητες των Πολιτειών ή της μιας Πολιτείας στις αρμοδιότητες της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή της άλλης Πολιτείας, αποτελεσματικός τρόπος συμμετοχής στη διακυβέρνηση του Κράτους από τις δύο κοινότητες, με συγκεκριμένες ρυθμίσεις στη λήψη αποφάσεων προς αποφυγή επιβολής της μιας επί της άλλης κοινότητας.

Επίσης, έχουν συμφωνηθεί συνταγματικές πρόνοιες που απαγορεύουν αυστηρά την απόσχιση ή την ένωση του μέρους ή του όλου με την όποια τρίτη χώρα και αποτελεσματικούς τρόπους επίλυσης αδιεξόδων προς ενίσχυση της λειτουργικότητας του κράτους και προάσπισης των δικαιωμάτων των Πολιτειών και, κατ’ επέκταση, των κοινοτήτων. Επίσης συμφωνήθηκε κατοχύρωση των εξουσιών της κάθε Πολιτείας με ισχυρό νομικό πλαίσιο και αποτελεσματικό τρόπο εφαρμογής του.

Παρά ταύτα και πέραν των όσων έχουν συμφωνηθεί όπως κατεγράφησαν πιο πάνω, η  Ε/κ πλευρά προτείνει τα ακόλουθα μέτρα, όπως προς αντιμετώπιση τυχόν βίας μεταξύ των κοινοτήτων το Σύνταγμα του Ομόσπονδου Κράτους θα προνοεί μηχανισμούς επέμβασης και αντιμετώπισης των επεισοδίων, αρχικώς σε επίπεδο συνιστώσας πολιτείας και μετέπειτα σε ομοσπονδιακό επίπεδο.

Επίσης προτείνει για τον ίδιο σκοπό και για μια μεταβατική περίοδο που θα συμφωνηθεί, όπως συσταθεί Πολυεθνική Αστυνομική Δύναμη, τα μέλη της οποίας θα προέρχονται από χώρες της Ε.Ε. πλην της Ελλάδας και Η.Β, χωρίς να αποκλείεται η συμμετοχή μελών και από τρίτες χώρες, πλην της Τουρκίας.

Επιπλέον των εσωτερικών ρυθμίσεων της λύσης και της πρότασης μας, οι οποίες καταδεικνύουν πως δεν υπάρχει αναγκαιότητα των όποιων εγγυήσεων ή παρουσίας ξένων στρατευμάτων, η ιδιότητα της ενωμένης Κύπρου ως μέλος των Η.Ε, της Ε.Ε. και του Συμβουλίου της Ευρώπης, παρέχουν επαρκή προστασία στους πολίτες της Ενωμένης Κύπρου.

Για το πώς και ποιος θα επιβλέπει την υλοποίηση εφαρμογής της Συμφωνίας, αναφέρει ότι όλοι αναγνωρίζουν τη σημασία της ομαλούς, ασφαλούς και γρήγορης υλοποίησης των προνοιών της λύσης. Επ` αυτού, ένας από τους μεγαλύτερους φόβους και κυριότερες ανησυχίες της ε/κ κοινότητας είναι η όποια ενδεχόμενη αδυναμία υλοποίησης της λύσης και οι συνέπειες τούτου.

Συναφώς, η ε/κ πλευρά προτείνει την υλοποίηση των προνοιών της λύσης αλλά και η διασφάλιση της μετά της λύσης κατάστασης πραγμάτων τεθούν υπό την εγγύηση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Η.Ε. σύμφωνα με το Κεφάλαιο 7 του Καταστατικού Χάρτη.

Παράλληλα προτείνει να ανατεθεί συγκεκριμένος ρόλος για την ενεργό συμμετοχή της Ε.Ε. στην υλοποίηση της λύσης, πέραν από το προφανές έργο που συνδέεται με το κεκτημένο και την προσπάθεια να τερματισθούν οι μεταβατικές περίοδοι / παρεκκλίσεις το συντομότερο δυνατόν.