Επικίνδυνα αχρείαστες αντιπαραθέσεις

Του Νίκου Κατσουρίδη

Ουδείς αμφισβητεί ότι το εμπόδιο για λύση του κυπριακού είναι η αδιαλλαξία της Τουρκίας.  Πίσω από την αδιαλλαξία αυτή κρύβονται τα ιμπεριαλιστικά της σχέδια για επέκταση των γεωγραφικών ορίων και επιρροής  της και ελέγχου πάνω σε άλλα κράτη.  Όλα αυτά εμπερικλείονται στο Δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» και στη θεωρία για «Τα σύνορα της καρδιάς μας» όπως λέει ο Ερντογάν.

Ουδείς επίσης μπορεί να αμφισβητήσει στα σοβαρά ότι σε αυτά τα 49 ολόκληρα χρόνια από την εισβολή του 1974 και τη συνεχιζόμενη κατοχή του 37% της πατρίδας μας από τα τουρκικά στρατεύματα η τουρκική αδιαλλαξία στηρίζεται στον φόβο Δύσης και Ανατολής, κυρίως της Δύσης, ότι η Τουρκία μπορεί να επιλέξει οριστικά στρατόπεδο.  Ειδικά τα τελευταία χρόνια η στροφή του εξωτερικού προσανατολισμού της Τουρκίας προς Ανατολάς και η βελτίωση και ανάπτυξη των σχέσεων με Ρωσία και σιγά – σιγά με Κίνα και άλλα κράτη, φοβίζει του Δυτικούς τα μέγιστα.  Μετά την εισβολή στην Ουκρανία οι φόβοι και των δύο πλευρών μεγάλωσαν.  Αυτό διευκολύνει τη σχοινοβασία της Τουρκίας.

Από το 1977 έχουμε προχωρήσει στον οδυνηρό συμβιβασμό της Ομοσπονδίας πληρώνοντας το τίμημα πολλών λαθών του παρελθόντος και ιδιαίτερα και κατεξοχήν της  προδοσίας της Χούντας και της ΕΟΚΑ Β΄ με το πραξικόπημα του 1974.  Μια προδοσία η οποία ήταν προϊόν των Νατοϊκών και αγγλοαμερικανικών σχεδίων για προσάρτηση της Κύπρου στο άρμα του ΝΑΤΟ έστω και δια της βίας.  Γνωστή η τότε δήλωση του Αμερικανού ΥΠΕΞ  Χένρι Κίσινγκερ, «τι είναι η τύχη 500 χιλ. Κυπρίων μπροστά στα συμφέροντα των ΗΠΑ».  Μια δήλωση που προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων σε Κύπρο και Ελλάδα.  Μια οργίλη αντίδραση που οδήγησε και στο γνωστό σύνθημα σε τοίχους και πινακίδες, που έγραφε για τον Κίσινγκερ, «καταζητούμενος».  Η ενοχή των ΗΠΑ αναγνωρίστηκε μετά από πολλά χρόνια από τον συνάδελφο του Κίσινγκερ  τον κ. Ρίτσιαρτ Χόολπρουκ, ο οποίος στην Λευκωσία ζήτησε συγνώμη για την στάση των ΗΠΑ το 1974.  Δυστυχώς οι εγκληματίες και κυρίως το έγκλημα έμειναν βασικά ατιμώρητοι.  Το έγκλημα μπορεί να τιμωρηθεί μόνο με αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας στην Κύπρο μέσον της λύσης που θα οδηγήσει σε ένα κανονικό κράτος, όπως δήλωσε και ο Γ.Γ. του ΟΗΕ.

Ονομάσαμε την Ομοσπονδία οδυνηρό συμβιβασμό γιατί ούτε το μέγεθος του νησιού μας, ούτε ο πληθυσμός, ούτε η ιστορία του αλλά ούτε και η γεωγραφική κατανομή των πλουτοπαραγωγικών πόρων και τα οικονομικά δεδομένα της Κύπρου, δικαιολογούσαν την Ομοσπονδοποίηση.  Η τραγωδία όμως του 1974 με το θάνατο, το αίμα, την προσφυγιά και τις καταστροφές που προκάλεσε και το διεθνές περιβάλλον που είχε διαμορφωθεί, δεν άφηναν άλλη επιλογή.

Έκτοτε, το 1977, επιλέγηκαν και οι δρόμοι (τακτική) που θα φτάναμε στον στρατηγικό στόχο (στρατηγική) μιας λειτουργικής βιώσιμης και ασφαλούς ομοσπονδοποίησης του Κράτους μας.  Ο στρατηγικός στόχος της Ομοσπονδίας των δύο κοινοτήτων και δύο γεωγραφικών περιοχών, εκάστη υπό τη διοίκηση κάθε κοινότητας, αλλά στα πλαίσια του ενός ομόσπονδου Κράτους στη συνέχεια βαφτίστηκε Δικοινοτική, Διζωνική, Ομοσπονδία ( και με ε/κ ευθύνη).  Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία όπως αργότερα, καθόρισαν τα Ηνωμένα Έθνη, με πολιτική ισότητα.  Πολιτική ισότητα όμως που δεν σημαίνει αριθμητική και σε ένα Κράτος με μια και μόνη Κυριαρχία, Ιθαγένεια και Διεθνή Προσωπικότητα.  Μια Ομοσπονδία λειτουργική, βιώσιμη και ασφαλή για όλους, που δεν θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για διχοτόμηση, απόσχιση ή προσάρτηση από άλλο Κράτος όλου του νησιού ή μέρους του ή επικυριαρχία άλλου κράτους.  Όλα αυτά επίσης κατοχυρωμένα με αποφάσεις του ΟΗΕ και αργότερα και της Ε.Ε. και της σύμφωνης γνώμης των δύο κοινοτήτων.  Αυτά δυστυχώς ξεχνιούνται ή υποτιμούνται από ξένους και ντόπιους.

Έκτοτε λοιπόν εκτός από τον στρατηγικό στόχο υιοθετήσαμε και τους τρόπους που θα φτάναμε στο στόχο.  Αφού για προφανείς λόγους αποκλείστηκε η οδός της στρατιωτικής λύσης, υιοθετήθηκε η οδός των συνομιλιών μεταξύ των δύο κοινοτήτων, υπό την αιγίδα, και στα πλαίσια του ΟΗΕ και στη βάση των αποφάσεων του, για την επίλυση της εσωτερικής πτυχής του κυπριακού.  Δηλαδή της ρύθμισης των σχέσεων των δύο κοινοτήτων στα πλαίσια της Ομόσπονδου Κυπριακής Δημοκρατίας.  Καθώς και τον καθορισμό της έκτασης του εδάφους υπό τη διοίκηση εκάστης κοινότητας.  Εδώ περιλαμβάνονται η διακυβέρνηση, το εδαφικό, το περιουσιακό και λοιποί τομείς της εσωτερικής πτυχής του προβλήματος.

Καθορίστηκε, έκτοτε, ότι η διεθνής πτυχή του Κυπριακού θα λυνόταν σε Διεθνή Διάσκεψη υπό την αιγίδα και στα πλαίσια του ΟΗΕ, όπου εκτός από τα Ηνωμένα ΄Έθνη δια της συμμετοχής στου Σ.Α, δηλαδή των μονίμων μελών του, θα συμμετείχε η Κυπριακή Δημοκρατία και οι δύο κοινότητες ως παρατηρητές.  Αργότερα, μετά την ένταξη μας το 2004 στην Ε.Ε. προστέθηκε και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός.  Δυστυχώς αυτή η θέση σχεδόν έχει εγκαταλειφθεί.  Η Διεθνής Διάσκεψη πρέπει να επιλύσει, στα πλαίσια της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας, τα θέματα της κατάργησης των εγγυήσεων, της αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων και όλων των ξένων στρατών από το Κράτος μας και το θέμα των εποίκων και της ασφάλειας του Ομόσπονδου Κράτους.  Ενός Κράτους συνέχεια και μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Για να επιτευχθούν όλα τα πιο πάνω  η ε/κ πλευρά επέλεξε ως εργαλεία πέραν από της συνομιλίες και τη διεθνή διάσκεψη, την  επαναπροσέγγιση, την αμυντική θωράκιση, την ενότητα του εσωτερικού μετώπου, την ισχυρή οικονομία και τη διεθνοποίηση του κυπριακού.  Δυστυχώς αυτές οι θέσεις δεν εφαρμόστηκαν ποτέ με συνέχεια και συνέπεια.  Και το χειρότερο ορισμένες ουσιαστικά στην πράξη έχουν εγκαταλειφθεί με τις ανάλογες συνέπειες.

Για να καμφθεί η τουρκική αδιαλλαξία θα έπρεπε και πρέπει να συνδυαστούν δύο γραμμές κίνησης.  Η μια είναι η γραμμή της άσκησης πίεσης πάνω στην Άγκυρα ώστε να λογικευτεί, μέσον διαφόρων δρόμων, όπως π.χ. μέτρα από Κράτη και Διεθνείς Οργανισμούς, π.χ.  ΟΗΕ και Ε.Ε.  Η άλλη είναι παροχή κινήτρων προς την Άγκυρα έτσι ώστε να βλέπει και δικό της συμφέρον με την επίλυση του κυπριακού εντός των παραμέτρων του ΟΗΕ. Ως τέτοιοι μοχλοί προσφέρονται εκ των πραγμάτων οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε., με άλλα κράτη ιδίως τα ισχυρά, οι ενεργειακές δυνατότητες της περιοχής και της Κύπρου, φυσικά μετά την λύση.  Η ενέργεια προσφέρεται και ως κίνητρο για την ενεργότερη συμμετοχή των τ/κ στον κοινό αγώνα για μια λύση αρχών στο κυπριακό.  Επίσης ως κίνητρο προσφέρεται και η διασφάλιση της σταθερότητας, ειρήνης και συνεργασίας στην περιοχή μας.  Και εδώ εμπίπτει η ανάπτυξη των σχέσεων, που συντελείται εδώ και 15 χρόνια πιο έντονα, με τα γειτονικά κράτη.

Αυτά τα εργαλεία πρέπει να αξιοποιούνται σε αρμονία και συνέχεια.  Το ένα δεν πρέπει να αποκλείει τα άλλα, αλλά και ούτε να αντιπαρατίθενται το ένα στο άλλο.  Πρέπει να τα ακολουθούμε και προωθούμαι ταυτόχρονα με  συνέπεια.  Ως μια ενιαία εθνική πολιτική.  Δυστυχώς ακόμα και σε αυτό το σημείο φτάσαμε στο σημείο να τα παρουσιάζουμε ως αλληλοσυγκρουόμενα.  Αποτέλεσμα να συγχύζεται η κοινή γνώμη εντός αλλά και εκτός Κύπρου.  Επιπρόσθετα με αυτήν την λανθασμένη προσέγγιση δημιουργούμε αμφιβολίες στη διεθνή κοινότητα. Υπονομεύουμε μόνοι μας τη διεθνή αλληλεγγύη και συμπαράσταση.  Δημιουργούμε χώρο για ελιγμούς και αντίδραση από την Τουρκία και τους φίλους της.

Καιρός να επιστρατεύουμε το μυαλό μας και να σοβαρευτούμε γιατί βρισκόμαστε στο παρά ένα του Κυπριακού.