Αντίθετη προς την απαγόρευση ρωσικών ΜΜΕ από την ΕΕ η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων

imagewΗ Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (EFJ) εξέφρασε τη διαφωνία της για την απαγόρευση μετάδοσης των ρωσικών Μέσων στην Ευρώπη, κάνοντας αναφορά για λογοκρισία που πλήττει τον μιντιακό πλουραλισμό.

Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε την Κυριακή ότι το υποστηριζόμενο από το Κρεμλίνο RT, γνωστό ως Russia Today, και το Sputnik, θα απαγορευτούν από την ΕΕ.

«Θα απαγορεύσουμε τη μηχανή ενημέρωσης του Κρεμλίνου στην ΕΕ. Το κρατικό Russia Today και το Sputnik, και οι θυγατρικές τους, δεν θα είναι σε θέση να μεταδίδουν τα ψέματά τους για να δικαιολογούν τον πόλεμο του Πούτιν», είπε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Αναπτύσσουμε εργαλεία για να απαγορεύσουμε την τοξική και βλαβερή παραπληροφόρησή τους στην Ευρώπη», πρόσθεσε, χωρίς να παρέχει περαιτέρω λεπτομέρειες.

Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων Ρικάρντο Γκουτιέρεζ εξέφρασε την έκπληξή του για την ανακοίνωση.

«Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να θυμόμαστε ότι η ρύθμιση των Μέσων δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της ΕΕ. Η κα φον ντερ Λάιεν έχει ανακοινώσει ένα μέτρο που δεν μπορεί να πάρει. Η ΕΕ δεν έχει δικαίωμα να εκδίδει ή να αποσύρει άδειες μετάδοσης. Αυτή είναι μία αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών», είπε.

«Κατά δεύτερο, το ολικό κλείσιμο Μέσων Ενημέρωσης δεν φαίνεται να είναι ο καλύτερος τρόπος να καταπολεμηθεί η παραπληροφόρηση ή η προπαγάνδα», πρόσθεσε ο Γκουτιέρεζ. «Αυτή η πράξη λογοκρισίας μπορεί να έχει εντελώς αντιπαραγωγικές επιπτώσεις στους πολίτες, οι οποίοι ακολουθούν τα απαγορευμένα Μέσα. Κατά τη γνώμη μας, είναι πάντα καλύτερο να εξουδετερώνεται η παραπληροφόρηση των προπαγανδιστών ή των φερόμενων προπαγανδιστών, εκθέτοντας τα πραγματολογικά τους λάθη ή την κακή δημοσιογραφία, με το να αναδεικνύεται η έλλειψη οικονομικής ή λειτουργικής ανεξαρτησίας, τονίζοντας την πίστη τους σε κυβερνητικά συμφέροντα και την αδιαφορία τους για το δημόσιο συμφέρον».

Η Ομοσπονδία υπενθυμίζει τη νομολογία του ΕΔΑΔ, η οποία δηλώνει ότι η απαγόρευση των Μέσων Ενημέρωσης είναι μία σοβαρή πράξη, η οποία πρέπει να βασίζεται σε ισχυρούς νομικούς λόγους και αντικειμενικά στοιχεία, για να αποφεύγονται οι αυθαιρεσίες. «Η πρόκληση των δημοκρατιών είναι να παλέψουν την παραπληροφόρηση, διατηρώντας την ελευθερία της έκφρασης», είπε ο Γκουτιέρεζ.

Για την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογραφίας, πρέπει να ευνοούνται άλλες στρατηγικές: Η αύξηση της υποστήριξης προς την ανεξάρτητη δημοσιογραφία, η ενίσχυση της ανεξαρτησίας των συντακτικών γραφείων, η ενίσχυση της κοινωνικής θέσης των δημοσιογράφων, η προώθηση της επαγγελματικής δεοντολογίας μέσω ανεξάρτητων συμβουλίων Τύπου, η ενθάρρυνση του μιντιακού πλουραλισμού, η προώθηση του μιντιακού αλφαβητισμού για όλους, η αύξηση της διαφάνειας αυτών που βρίσκονται στην εξουσία.

«Το πραγματικό αντίδοτο στην παραπληροφόρηση δεν είναι η απαγόρευση των Μέσων, αλλά η προώθηση ενός ζωντανού, πλουραλιστικού, επαγγελματικού, ηθικού και βιώσιμου οικοσυστήματος Μέσων Ενημέρωσης, ολοκληρωτικά ανεξάρτητου από αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία», είπε ο ΓΓ της Ομοσπονδίας.

«Ο κίνδυνος μίας πολιτικής λογοκρισίας είναι επίσης αυτός των πιθανών αντιποίνων, όπως είδαμε με την απαγόρευση της DW στη Ρωσία, ως απάντηση στην απαγόρευση του RT στη Γερμανία. Το αποτέλεσμα αυτής της κλιμάκωσης είναι η φτωχοποίηση του μιντιακού πλουραλισμού στη Ρωσία. Οι πολίτες έχουν χάσει το δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφόρηση που μεταδίδεται από την DW. Αυτό είναι λυπηρό», κατέληξε ο Γκουτιέρεζ.

Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων είναι η μεγαλύτερη οργάνωση δημοσιογράφων στην Ευρώπη, εκπροσωπώντας πάνω από 320.000 δημοσιογράφους σε 70 δημοσιογραφικές οργανώσεις σε 44 χώρες στην Ευρώπη.

Σε ισχύ από σήμερα οι απαγορεύσεις Ρωσικών Μ.Μ.Ε

Σημειώνεται ότι από σήμερα Τετάρτη ισχύει η απαγόρευση της μετάδοσης των ρωσικών κρατικών ΜΜΕ Russia Today και Sputnik σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά την επικύρωση της απόφασης σε επίπεδο μόνιμων αντιπροσώπων (COREPER) και τη δημοσίευση της στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, τα δύο δίκτυα «διαδραματίζουν ουσιαστικό και καθοριστικό ρόλο στην προώθηση και στην υποστήριξη της ρωσικής επιθετικότητας κατά της Ουκρανίας», καθιστώντας «σημαντική και άμεση απειλή για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της ΕΕ» καθώς αποτελούν «μέρος μιας συντονισμένης προσπάθειας χειραγώγησης πληροφοριών, καθώς και παραπληροφόρησης, όπως τεκμηριώνεται από το 2015 από την ειδική ομάδα East StratCom της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης».

Ειδικότερα, αναφέρεται πως οι κυρώσεις καλύπτουν «όλα τα μέσα μετάδοσης και διανομής, όπως καλωδιακή και δορυφορική τηλεόραση, IPTV, πλατφόρμες, δικτυακούς τόπους και εφαρμογές», μέσω της αναστολής όλων των σχετικών αδειών, εγκρίσεων και συμφωνιών διανομής.

Όσον αφορά την πρακτική διάσταση της απαγόρευσης, στην ανακοίνωση σημειώνεται πως η συνεργασία με τις ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές και η συνεργασία μεταξύ τους στο πλαίσιο της Ομάδας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για Υπηρεσίες Οπτικοακουστικών Μέσων (ERGA) «είναι ζωτικής σημασίας για να εξασφαλιστεί η ταχεία εφαρμογή των μέτρων».

Ορισμένες από τις ρυθμιστικές αρχές σημειώνεται, «έχουν ήδη λάβει συγκεκριμένα μέτρα για τον περιορισμό των ρωσικών μέσων που εμπλέκονται σε παραπληροφόρηση, χειραγώγηση πληροφοριών και παρεμβολές στις επικράτειες τους».

Ήδη έχουν ληφθεί μέτρα κατά ρωσικών κρατικών ΜΜΕ που εμπλέκονται σε παραπληροφόρηση σε Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία και Πολωνία, ενώ η Γερμανία απαγόρευσε την μετάδοση της γερμανικής υπηρεσίας του Russia Today.

«Εν καιρώ πολέμου, οι λέξεις έχουν σημασία», ανέφερε σε δήλωσή της η Πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κάνοντας λόγο για «μαζική προπαγάνδα και παραπληροφόρηση για την καταστροφική επίθεση εις βάρος μιας ελεύθερης και ανεξάρτητης χώρας», ενώ ο Ύπατος Εκπρόσωπος Ζοζέπ Μπορέλ πρόσθεσε πως έχουν ήδη επιβληθεί κυρώσεις κατά της ηγεσίας του Russia Today.