Αντισυνταγματικά στοιχεία στην αναπομπή του Προέδρου για το Olivewood



Πρόβλημα αναδρομικότητας παρουσιάζει ο νόμος για τα φορολογικά κίνητρα στην οπτικοακουστική βιομηχανία, γνωστό και ως Olivewood, όπως αναφέρθηκε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών, που συζήτησε την αναπομπή του Προέδρου της Δημοκρατίας του νόμου, που λόγω τροπολογίας που ενέκρινε η Ολομέλεια της Βουλής, επιτρέπει την παραχώρηση φορολογικών εκπτώσεων και σε φυσικά πρόσωπα και όχι μόνο σε επιχειρήσεις.imagew-1.aspx

Στην αναπομπή, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σημειώνει πως με την τροπολογία διευρύνεται η εφαρμογή του νομοσχεδίου μέσω της περίληψης φυσικών προσώπων «κατά τρόπο που δεν συνάδει με τη βούληση της εκτελεστικής εξουσίας».

Σημειώνει ακόμη πως η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής προκύπτει γιατί η αναφορά του φυσικού προσώπου ως δικαιούχου είναι χωρίς αναφορά στη μικρομεσαία επιχείρηση, στοιχείο το οποίο είναι βασικό στην παροχή των φορολογικών κινήτρων που προβλέπει το σχέδιο.

Ωστόσο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σημειώνει πως «όπως ψηφίστηκε το νομοσχέδιο, αλλά και όπως είχε κατατεθεί από την εκτελεστική εξουσία προέβλεπε για αναδρομική ισχύ του νόμου από 1η Ιανουαρίου 2018», αναδρομικότητα η οποία ωστόσο «δεν μπορεί να ισχύσει αφού το σχέδιο θα πρέπει να δημοσιευτεί και να εφαρμοστεί μετά την ψήφισή του του νόμου για μελλοντικές δαπάνες και όχι για δαπάνες που πιθανόν έγιναν και που με την αναδρομικότητα του νόμου θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη για παροχή φορολογική ελάφρυνσης».

Η διάταξη αυτή, όπως εξήγησε τόσο ο Έφορος Κρατικών Ενισχύσεων Θεοφάνης Θεοφάνους όσο και η Νομική Υπηρεσία, παραβιάζει το κοινοτικό κεκτημένο και θεωρείται αντισυνταγματική.

Ειδικότερα, ο Θεοφάνους είπε πως η αναδρομικότητα αφαιρεί τον χαρακτήρα του κινήτρου, καθώς θα έπρεπε να προϋπήρχε το σχέδιο και κατόπιν μια επιχείρηση να διεκδικήσει φορολογικές εκπτώσεις και όχι το αντίστροφο.

Η αντισυνταγματικότητα, προκάλεσε την αντίδραση μελών της Επιτροπής, που διερωτήθηκαν κατά πόσο η Νομική Υπηρεσία δεν εντόπισε την αντισυνταγματικότητα της συγκεκριμένης πρόνοιας ή αν η κυβέρνηση αγνόησε ότι το νομοσχέδιο ήταν αντισυνταγματικό.

Το ΑΚΕΛ, δια του Εκπροσώπου Τύπου του Στέφανου Στεφάνου, δήλωσε πως «η κυβέρνηση καλείται να λύσει αυτό το γρίφο και πολύ περισσότερο να μην παραπλανεί τη Βουλή και πριν κάνει νόμους να ελέγχει τη συνταγματικότητα γιατί με τον τρόπο που λειτουργεί εκθέτει και τη νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία».

«Αυτό το θεσμικό αδιέξοδο που έχει δημιουργήσει η κυβέρνηση είναι αποτέλεσμα των δικών της σκοπιμοτήτων», πρόσθεσε, ενώ μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής άφησε υπονοούμενα για την σκοπιμότητα της κυβέρνησης τόσο όσον αφορά την περίληψη μόνο νομικών προσώπων όσο και για την αναδρομικότητα του νόμου.

Σε δηλώσεις του αργοτερα ανέφερε ότι από τη συζήτηση στην Επιτροπή Οικονομικών προκύπτει ότι ο ίδιος ο νόμος, ανεξαρτήτως τροπολογιών, όπως ήρθε στη Βουλή έχει αντισυνταγματικά στοιχεία και στοιχεία που συγκρούονται με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Το λένε αυτό η Γενική Εισαγγελία και ο Έφορος Κρατικών Ενισχύσεων.
Ενώ γνωρίζει η κυβέρνηση ότι ο νόμος τελικά έχει πρόβλημα αντισυνταγματικότητας ο Πρόεδρος αναπέμπει το νόμο σε σχέση με την τροπολογία που έκανε η Βουλή. Η ίδια η κυβέρνηση προσπάθησε κατά τη διάρκεια της συζήτησης που έγινε στην Επιτροπή όλο αυτό το διάστημα να παραπλανήσει την Βουλή. Όταν κόμματα, όπως το ΑΚΕΛ, οι Οικολόγοι και  άλλα κόμματα βάζαμε θέμα να περιληφθούν στα κίνητρα τα φυσικά πρόσωπα, μας έλεγαν οι αρμόδιες υπηρεσίες ότι περιλαμβάνονται τα φυσικά πρόσωπα ενώ στην πραγματικότητα αυτά δεν περιλαμβάνονται. Άρα δόθηκαν λανθασμένες πληροφορίες στη Βουλή.
Το ζήτημα όμως παραμένει. Είτε απορριφθεί  είτε όχι η αναπομπή του Προέδρου ο νόμος ως τέτοιος, κατά τη Γενική Εισαγγελία, περιέχει αντισυνταγματικά στοιχεία. Η κυβέρνηση λοιπόν, καλείται να λύσει αυτόν τον γρίφο και πολύ περισσότερο,  καλείται να μην παραπλανεί τη Βουλή, γιατί δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει. Εν πάση περιπτώσει, το ΑΚΕΛ δεν πρόκειται να στηρίξει την αναπομπή του προέδρου. Θα την καταψηφίσει.»

Σε ερτηση κατα πόσο υπάρχουν σκοπιμότητες για την αναδρομικότητα απάντησε καταφατικά λέγοντας :
«Στην δική μας αντίληψη υπάρχουν σκοπιμότητες, όπως σκοπιμότητες υπάρχουν στην επιμονή της κυβέρνησης να περιλάβει μόνο νομικά πρόσωπα και όχι φυσικά. Οι σκοπιμότητες μπορεί σε ένα βαθμό να είναι κατανοητές, όχι όμως αποδεκτές, αλλά ο νόμος έχει αντισυνταγματικά στοιχεία. Και αυτό με ευθύνη της κυβέρνησης που προφανώς για να εξυπηρετήσει συμφέροντα ήθελε να βάλει την αναδρομικότητα μέσα. Η Γενική Εισαγγελία τους υποδεικνύει την αντισυνταγματικότητα όμως ο Πρόεδρος αναπέμπει το Νόμο στη Βουλή. »


Ο Πρόεδρος του Κινήματος Οικολόγων – Συνεργασία Περιβαλλοντιστών Γιώργος Περδίκης είπε πως το κόμμα θα απορρίψει την αναπομπή του Προέδρου της Δημοκρατίας.

«Πρόκειται για μεγάλο σκάνδαλο που ανακαλύπτεται τυχαία. Φαίνεται ότι η κυβέρνηση είχε καταθέσει νομοσχέδιο για να εξυπηρετήσει εκ των υστέρων τα έργα των ημετέρων. Έφερε νόμο που να έχει αναδρομική ισχύ για να καλύψει αυτούς που ήθελαν να βοηθήσουν γιατί είναι δικοί τους.
Πρόκειται για μεγάλο σκάνδαλο και εμείς δεν πρόκειται να στηρίξουμε τέτοια τακτική στη βουλή.
Θέλουμε να υποστηριχθεί η βιομηχανία του θεάματος. Εμείς πρώτοι φέραμε το θεμα στην δημοσιότητα, εγγράψαμε θέμα στην Βουλή (2015) και εισηγηθήκαμε να εισαχθεί σχέδιο κινήτρων. Όμως δεν υπολογίσαμε ότι η κυβέρνηση θα επιχειρούσε μέσα απο το σχέδιο κινήτρων για την κινηματογραφική βιομηχανία και πάλι να βολέψει τους δικούς της.

Εξάλλου, μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής, ο βουλευτής του ΔΗΚΟ, Μαρίνος Μουσιούττας παρατήρησε πως το νομοσχέδιο ήταν αναδρομικό είτε εγκρινόταν η τροπολογία της Βουλής είτε όχι.

Εξάλλου, μιλώντας επίσης ενώπιον της Επιτροπής, ο Διευθυντής Οικονομικών Ερευνών και ΕΕ στο Υπουργείο Οικονομικών Γιώργος Παντελή είπε πως ο ίδιος ουδέποτε παραπλάνησε τη Βουλή ότι και φυσικά πρόσωπα δικαιούνται φορολογικές απαλλαγές. «Το φυσικό πρόσωπο δεν μπορεί να διεκδικήσει επενδυτικά κίνητρα. Το φυσικό πρόσωπο εκ των πραγμάτων λόγω του φορολογικού μας συστήματος, δεν μπορεί να διεκδικήσει αυτές τις εκπτώσεις», είπε.

Βάσει του Συντάγματος, η Ολομέλεια έχει διορία 15 μέρες να τοποθετηθεί επί της αναπομπής.