Πρόεδρος ΕΔΕΚ:Αναγκαία η αλλαγή τακτικής στο κυπριακό

 

Εάν συνεχίσουμε την ίδια “αναποτελεσματική τακτική” που ακολουθούμε στα 40 χρόνια συνομιλιών, δεν πρόκειται να διαφοροποιηθούν τα δεδομένα προς το θετικότερο, αλλά το πιθανότερο προς μια αρνητικότερη κατεύθυνση, ανέφερε το βράδυ της Τρίτης ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Μαρίνος Σιζόπουλος, υποδεικνύοντας πως ο στρατηγικός μας στόχος δεν αλλάζει αλλά πρέπει να αλλάξει η τακτική μας.imagew

Καταθέτοντας την εισήγηση του για το Κυπριακό, ενώπιον της διευρυμένης Συνόδου της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, που πραγματοποιήθηκε στη Λεμεσό, ο κ. Σιζόπουλος είπε πως η τακτική στη διαδικασία των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού “έχει επιβεβαιωθεί στην πορεία των χρόνων ότι, εάν δεν είναι σημαντικότερη από την ουσία του προβλήματος, είναι τουλάχιστον το ίδιο σημαντική”.

“Η τακτική την οποία ακολούθησε μέχρι σήμερα η πλευρά μας στη διαδρομή των 40 χρόνων συνομιλιών, αποδείχθηκε όχι μόνο αναποτελεσματική, αλλά σύμφωνα και με εκτιμήσεις τρίτων προσέφερε στην Τουρκία πολιτικά πλεονεκτήματα και παράγωγο δίκαιο” είπε και εξέφρασε τη θέση πως συνέχιση της ίδιας τακτικής δεν πρόκειται να διαφοροποιήσει τα δεδομένα προς το θετικότερο, αλλά αντίθετα, πιθανότερη εξέλιξη είναι η διαφοροποίηση προς αρνητικότερη κατεύθυνση.

Υπογράμμισε δε πως, σε αντίθεση με το στρατηγικό στόχο, η τακτική δεν μπορεί να είναι σταθερή και υπέδειξε πως “αυτό που ήταν ορθό το 1977, σήμερα ενδέχεται να είναι λάθος” και πως σήμερα υπάρχουν νέα  δεδομένα τα οποία δεν υπήρχαν πριν από 20 ή 30 χρόνια και τα οποία πρέπει να αξιοποιηθούν.

Αναλύοντας τους στρατηγικούς στόχους της Τουρκίας στο Κυπριακού, ο Μαρίνος Σιζόπουλος είπε πως,  πέραν από τον πρώτο στόχο που είναι η ενσωμάτωσης της Κύπρου στην τουρκική επικράτεια, εναλλακτικός στόχος της Τουρκίας είναι η νομιμοποίηση και μονιμοποίηση της παρουσίας της στην Κύπρο και η άσκηση πλήρους πολιτικού και στρατιωτικού ελέγχου σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια δια μέσου της λύσης της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ).

Εκτιμά ακόμη πως η λύση της ΔΔΟ εξυπηρετεί και τον δεύτερο εναλλακτικό στόχο της Τουρκίας, δηλαδή τη δυνατότητα νόμιμης ανακήρυξης τουρκικού κράτους στην κατεχόμενη Κύπρο, αφού όπως ανέφερε, “η ΔΔΟ  υποβοηθά τη μελλοντική απόσχιση του Τ/Κ τμήματος και με τη λύση αυτή, επιχειρείται από την Τουρκία να νομιμοποιηθούν, ως κεκτημένο δικαίωμα, τα βασικά συστατικά στοιχεία που συνιστούν ένα κράτος”.

“Ως τρίτος στόχος για την Τουρκία μπορεί να συνιστά η ενσωμάτωση των κατεχομένων περιοχών στην τουρκική επικράτεια. Στόχος ο οποίος βρίσκεται σε παράλληλη εξέλιξη εάν κάποιος αναλογιστεί την επιβολή στο κατοχικό καθεστώς να διαμορφώσει δομή δημόσιας υπηρεσίας ίδια με την Τουρκική, εναρμόνιση της ώρας στα κατεχόμενα με την Τουρκία και όχι με την ευρωπαϊκή κ.ά”, συμπλήρωσε.

Στην εισήγηση του, ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ υπογράμμισε πως ο στρατηγικός στόχος για τη λύση παραμένει “η προσήλωση στην πραγματική υφή του προβλήματος ως θέματος εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής και όχι ως δικοινοτικής ρύθμισης”.

Η λύση, συνέχισε, πρέπει να διασφαλίζει ένα κράτος, ένα λαό, μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα, ενότητα της οικονομίας και των θεσμών, να κατοχυρώνει τα πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα σε όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις, όπως προβλέπεται στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, να κατοχυρώνει την αρχή “ένας άνθρωπος μία ψήφος”, και του σεβασμού στην πλειοψηφία, να αποκλείει την οποιανδήποτε μορφή διαχωρισμού του λαού, να καταργεί το δικαίωμα σε τρίτες χώρες να έχουν εγγυητικά ή επεμβατικά δικαιώματα ή να σταθμεύουν στην Κύπρο στρατεύματα τρίτων χωρών και τέλος, η λύση να μην αποδυναμώνει ή/και να ακυρώνει τις συμφωνίες με τις γειτονικές χώρες για την αξιοποίηση του Φ.Α. και της ευρύτερης ασφάλειας της περιοχής.

Επαναλαμβάνοντας πως αυτό που πρέπει να αλλάξει είναι η τακτική μας, ο Μαρίνος Σιζόπουλος είπε πως η επίτευξη του στρατηγικού μας στόχου θα γίνει με διαπραγματεύσεις διαμέσου διαλόγου ο οποίος θα αφορά την επίλυση τόσο της διεθνούς πτυχής όσο και της εσωτερικής.

Σε ό,τι αφορά τη διεθνή πτυχή, συνέχισε, αυτή πρέπει να επιλυθεί στο πλαίσιο Διεθνούς Διάσκεψης με την παρουσία των πέντε μονίμων μελών του Σ.Α. του ΟΗΕ, της Ε.Ε., των εγγυητριών δυνάμεων και της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ οι δύο κοινότητες μπορούν να εκπροσωπηθούν με τις δικές-τους ομάδες κάτω από την Κ.Δ. Για τη σύγκληση, πρόσθεσε, πρέπει να κατατεθεί  αίτημα στο Σ.Α. του ΟΗΕ, το οποίο ” θα καταδείξει και τις πραγματικές προθέσεις τόσο του ΟΗΕ, όσο και των πέντε μονίμων μελών του Σ.Α”.

Η εσωτερική πτυχή, σύμφωνα με τον κ.Σιζόπουλο,  μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε διακοινοτικό διάλογο ενώ η  συζήτηση και των δύο πτυχών θα μπορεί να διεξάγεται ταυτόχρονα και παράλληλα, “παρά το γεγονός ότι το ορθό και λογικό θα ήταν να προηγηθεί η συζήτηση – επίλυση της εξωτερικής πτυχής”.

Υποδεικνύοντας τη μειονεκτική θέση της Κ.Δ στο διάλογο,  λόγω της στρατιωτικής υπεροπλίας, της πληθυσμιακής υπεροχής και της γεωστρατηγικής θέσης της Τουρκίας, ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ προτείνει όπως αξιοποιήσουμε τα  διαπραγματευτικά όπλα που διαθέτει η πλευρά μας,  για να ασκήσει πιέσεις και να επιφέρει κόστος στην Τουρκία σε περίπτωση που θα εξακολουθήσει να τηρεί την ίδια παρελκυστική τακτική.
Το πλήρες κείμενο της ομιλίας Μ.Σιζόπουλου στην Κ.Ε. της ΕΔΕΚ:

“Η τακτική στη διαδικασία των συνομιλιών για την επίλυση του κυπριακού στην πορεία των χρόνων έχει επιβεβαιωθεί ότι εάν δεν είναι σημαντικότερη από την ουσία του προβλήματος, είναι τουλάχιστον το ίδιο σημαντική. Αυτό το συμπέρασμα συνάγεται από το γεγονός ότι ο αντίπαλος δεν είναι ειλικρινής και πρόθυμος να συνεργασθεί για την εξεύρεση δημοκρατικής και βιώσιμης λύσης.
Αξιοποιώντας την στρατιωτική και πληθυσμιακή υπεροχή καθώς και τα δεδομένα που διαμορφώθηκαν μετά την εισβολή του 1974 με την κατάληψη του 37% του κυπριακού εδάφους, ακολουθεί παρελκυστική τακτική με στόχο την επιβολή λύσης τουρκικών προδιαγραφών ή εναλλακτικά στην νομιμοποίηση του κατοχικού μορφώματος και τη μονιμοποίηση της παρουσίας-του στην Κύπρο.
Η τακτική την οποία ακολούθησε μέχρι σήμερα η πλευρά-μας (με ελάχιστες εξαιρέσεις) στη διαδρομή των 40 χρόνων συνομιλιών, αποδείχθηκε όχι μόνο αναποτελεσματική, αλλά σύμφωνα και με εκτιμήσεις τρίτων προσέφερε στην Τουρκία «πολιτικά πλεονεκτήματα και παράγωγο δίκαιο».
Η συνέχιση της ίδιας τακτικής είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να διαφοροποιήσει τα δεδομένα προς το θετικότερο. Αντίθετα η διαφοροποίηση προς αρνητικότερη κατεύθυνση είναι η πιθανότερη εξέλιξη.
Είναι λογικό εάν κάποιος ειλικρινά ενδιαφέρεται για λύση και όχι νομιμοποίηση της διχοτόμησης, να προχωρήσει σε αλλαγή τακτικής και στην αξιοποίηση των  νέων δεδομένων τα οποία έχουν διαμορφωθεί.
Σε αντίθεση με το στρατηγικό στόχο η τακτική δεν μπορεί να είναι σταθερή. Αυτό που ήταν ορθό το 1977 σήμερα ενδέχεται να είναι λάθος. Σήμερα υπάρχουν νέα  δεδομένα τα οποία δεν υπήρχαν πριν από 20 ή 30 χρόνια και τα οποία πρέπει να αξιοποιηθούν, όπως π.χ.
Η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.
Η επιθυμία της Τουρκίας για αναβάθμιση της τελωνειακής  σχέσης με την Ε.Ε. και ειδικό  καθεστώς
Η ανεύρεση Φ.Α. στην Αν. Μεσόγειο και οι συμφωνίες συνεργασίας με άλλα κράτη της περιοχής
Οι κακές σχέσεις της Τουρκίας με τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής
Η ίδρυση Κουρδικού κράτους ή αυτόνομης περιοχής στα σύνορα Τουρκίας – Συρίας – Ιράκ
Προτού καθορισθεί οποιαδήποτε στρατηγική ή/και τακτική είναι αναγκαίο να προσδιορισθούν οι στόχοι του αντιπάλου.
Τουρκικοί στόχοι στο κυπριακό:
Οι τουρκικοί στόχοι σήμερα δεν προσδιορίζονται πλέον στη βάση εκτιμήσεων αλλά στοιχείων τα οποία προκύπτουν τόσο από δηλώσεις Τούρκων επισήμων, όσο και από έγγραφα και βιβλία που εξέδωσαν αυτοί που τους καθόρισαν και προώθησαν την υλοποίησής-τους.
Ο Πρώτος στόχος είναι η ενσωμάτωση της Κύπρου στην τουρκική επικράτεια για να μπορεί  η Τουρκία να ενισχύσει το γεωστρατηγικό-της ρόλο στην ευαίσθητη περιοχή της Αν. Μεσογείου και της Μ. Ανατολής, ώστε να καταστεί η κύρια περιφερειακή δύναμη με παγκόσμια εμβέλεια.
Ενδιάμεσος στόχος η νομιμοποίηση και μονιμοποίηση της παρουσίας-της στην Κύπρο και η άσκηση πλήρους πολιτικού και στρατιωτικού ελέγχου σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια δια μέσου της λύσης της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ). Μέσα από τις πρόνοιες της συγκεκριμένης μορφής λύσης θα μπορεί  να ασκεί πλήρη έλεγχο στο συνιστών τμήμα που θα βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο των Τ/Κυπρίων και διαμέσου αυτού να ελέγχει συνολικά τη λειτουργία του κράτους (Βέτο στις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, αριθμητική ισότητα στο Ανώτατο Δικαστήριο, τη Γερουσία και σε μεγάλο αριθμό θεσμικών οργάνων του κράτους κ.ά.).
Ο Δεύτερος στόχος ή εναλλακτικός σε περίπτωση αποτυχίας του πρώτου, η δυνατότητα νόμιμης ανακήρυξης τουρκικού κράτους στην κατεχόμενη περιοχή της Κύπρου. Η λύση της ΔΔΟ εξυπηρετεί και αυτό το στόχο. Υποβοηθά τη μελλοντική απόσχιση του Τ/Κυπριακού τμήματος. Με τη λύση της ΔΔΟ επιχειρείται από την Τουρκία να νομιμοποιηθούν ως κεκτημένο δικαίωμα τα βασικά συστατικά στοιχεία που συνιστούν ένα κράτος.
Α.      Έδαφος που θα καλύπτει περίπου το 28-30% της επικράτειας. Επιχειρείται μέσα από τη ρύθμιση του περιουσιακού. Το 1974 το ποσοστό αυτό ήταν 16% διασκορπισμένο σε ολόκληρη την επικράτεια. Με τις δήθεν συγκλίσεις και τη συγκατάθεση της πλευράς-μας, θα ανέρχεται στο 28-29% συγκεντρωμένο στην ίδια περιοχή.
Β.      Πληθυσμό που σε αναλογία του συνολικού να είναι 25 -30% μέσα από τη νομιμοποίηση των εποίκων, την οποία δυστυχώς έχουμε αποδεχθεί και μάλιστα σε αριθμό μεγαλύτερο από τον αντίστοιχο των Τ/Κυπρίων. Το 1974 το ποσοστό ήταν μικρότερο του 18%.
Γ.       Κυριαρχία αξιοποιώντας το κοινό ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου 2014, στο οποίο αναφέρεται ότι αυτή πηγάζει εξ΄ ίσου από τους Ε/Κύπριους και τους Τ/Κύπριους.
Δ.      Σύνταγμα το οποίο θα έχει επικυρωθεί με τα χωριστά δημοψηφίσματα. Τα ξεχωριστά δημοψηφίσματα για την επικύρωση της συμφωνίας λύσης και έγκρισης των συνταγμάτων, πιστοποιούν την ύπαρξη δύο λαών που εκφράζουν το δικαίωμα αυτοδιάθεσης ξεχωριστά. Δίνουν το δικαίωμα μελλοντικά με ξεχωριστό δημοψήφισμα να αποφασισθεί η απόσχιση του Τ/Κυπριακού τμήματος και κατά τρόπο νόμιμο να συνεχίσει να λειτουργεί ως ξεχωριστή κρατική οντότητα (Βλέπε προηγούμενο Τσεχοσλοβακίας).
Ως Τρίτο στόχο για την Τουρκία μπορεί να συνιστά η ενσωμάτωση των κατεχομένων περιοχών στην τουρκική επικράτεια. Στόχος ο οποίος βρίσκεται σε παράλληλη εξέλιξη εάν κάποιος αναλογιστεί η επιβολή στο κατοχικό καθεστώς να διαμορφώσει δομή δημόσιας υπηρεσίας την ίδια με την Τουρκική, εναρμόνιση της ώρας στα κατεχόμενα με την Τουρκία και όχι με την ευρωπαϊκή κ.ά.
Στρατηγικός Στόχος:
Ως στρατηγικός στόχος για τη λύση του κυπριακού παραμένει:
Η προσήλωση στην πραγματική υφή του προβλήματος ως θέματος εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής και όχι ως δικοινοτικής ρύθμισης.
Η λύση ανεξάρτητα με την εσωτερική δομή πρέπει να διασφαλίζει:
Ένα κράτος, ένα λαό, μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα, ενότητα της οικονομίας και των θεσμών.
Κατοχύρωση των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις, όπως προβλέπεται στο ευρωπαϊκό κεκτημένο. Διεκδικούμε να ισχύσει και στην Κύπρο ότι ισχύει στις υπόλοιπες χώρες μέλη της Ε.Ε.
Κατοχύρωση της αρχής «ένας άνθρωπος μία ψήφος», και του σεβασμού στην πλειοψηφία.
Αποκλεισμό οποιασδήποτε μορφής διαχωρισμού του λαού.
Κατάργηση του δικαιώματος σε τρίτες χώρες να έχουν εγγυητικά ή επεμβατικά δικαιώματα ή να σταθμεύουν στην Κύπρο στρατεύματα τρίτων χωρών.
Η λύση να μην αποδυναμώνει ή/και να ακυρώνει τις συμφωνίες με τις γειτονικές χώρες για την αξιοποίηση του Φ.Α. και της ευρύτερης ασφάλειας της περιοχής.
Τακτική για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου:
Η επίτευξη του στόχου θα γίνει με διαπραγματεύσεις δια μέσου διαλόγου ο οποίος θα αφορά την επίλυση τόσο της διεθνούς πτυχής όσο και της εσωτερικής.
Η διεθνής πτυχή πρέπει να επιλυθεί στο πλαίσιο Διεθνούς Διάσκεψης με την παρουσία των 5 μονίμων μελών του Σ.Α. του ΟΗΕ, της Ε.Ε., των εγγυητριών δυνάμεων και της Κ.Δ. Οι δύο κοινότητες μπορούν να εκπροσωπηθούν με τις δικές-τους ομάδες κάτω από την Κ.Δ. Για την σύγκληση πρέπει να κατατεθεί  αίτημα στο Σ.Α. του ΟΗΕ.
Η κατάθεση του συγκεκριμένου αιτήματος θα καταδείξει και τις πραγματικές προθέσεις τόσο του ΟΗΕ, όσο και των 5 μονίμων μελών του Σ.Α.
Η εσωτερική πτυχή μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε διακοινοτικό διάλογο.
Η συζήτηση των δύο πτυχών θα μπορεί να διεξάγεται ταυτόχρονα και παράλληλα, παρά το γεγονός ότι το ορθό και λογικό θα ήταν να προηγηθεί η συζήτηση – επίλυση της εξωτερικής πτυχής
Σε αυτό το διάλογο είναι προφανές ότι η Κ.Δ. βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, λόγω της στρατιωτικής υπεροπλίας, της πληθυσμιακής υπεροχής και της γεωστρατηγικής θέσης της Τουρκίας.
Ως μερική αντιστάθμιση αυτών των δεδομένων η Κ.Δ. πρέπει να αξιοποιήσει τα διαπραγματευτικά όπλα που διαθέτει,  για να ασκήσει πιέσεις και να επιφέρει κόστος στην Τουρκία σε περίπτωση που θα εξακολουθήσει να τηρεί την ίδια παρελκυστική τακτική. Δυστυχώς μέχρι στιγμής δεν έχουν αξιοποιηθεί, παραμένουν παροπλισμένα.
Ο παρακάτω κατάλογος είναι ενδεικτικός και όχι εξαντλητικός:
Διατήρηση και ενίσχυση της κρατικής υπόστασης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αποφυγή και απόρριψη προτάσεων ή/και ενεργειών που ενδέχεται να τη θέσουν σε κίνδυνο, όπως η 5μερής Διάσκεψη, η αναβάθμιση του εκπροσώπου του κατοχικού καθεστώτος στην Ε.Ε., το Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός.
Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ αναφέρονται σε άμεση αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων και των εποίκων. Ποτέ δεν τέθηκε ως προτεραιότητα; Σταθερή απαίτηση για αποχώρηση των Τουρκικών στρατευμάτων πριν από την εφαρμογή της όποιας λύσης συμφωνηθεί, αξιοποιώντας τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, την Ιδρυτική Διακήρυξη της Ε.Ε. και το προηγούμενο της ενοποίησης της Γερμανίας
Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ σημειώνουν ότι η «πολιτική ισότητα αφορά αποτελεσματική συμμετοχή των Τ/Κ στη διακυβέρνηση και όχι σε αριθμητική εξίσωση». Γιατί έχει δοθεί αριθμητική εξίσωση στα πλείστα θεσμικά όργανα του κράτους και σε όσα δεν θα ισχύσει να απαιτείται η θετική ψήφος των Τ/Κ;
Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ όπως και η συμφωνία του 1979 ζητούν την άμεση απόδοση (κατά προτεραιότητα και ανεξάρτητα από την πορεία των συνομιλιών) της πόλης της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους-της. Πόσο το διεκδικήσαμε;
Η Τουρκία δεν σέβεται και δεν εφαρμόζει τη συμφωνία της 3ης Βιέννης για τους εγκλωβισμένους. Πότε την έχουμε καταγγείλει και ποια  μέτρα ζητήσαμε να υιοθετηθούν για να συμμορφωθεί;
Η ομόφωνη απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου του Σεπτ. 2009 αναφέρεται σε απογραφή πληθυσμού για να καταδειχθεί ποια είναι η πραγματική αναλογία Ε/Κ και Τ/Κ, καθώς και ο αριθμός των εποίκων. Γιατί ποτέ δεν προωθήθηκε η υλοποίησή της;
Να συνεχίσει η πολιτική αξιοποίησης του Φ.Α. ανεξάρτητα με την πορεία των συνομιλιών και εάν οι Τ/Κ θέλουν να επωφεληθούν να σταματήσει η προκλητική στάση του κατοχικού καθεστώτος στις συνομιλίες και να συμβάλει αξιόπιστα στην εξεύρεση δημοκρατικής λύσης. Εκτιμούμε ότι η άμεση προώθηση της απόφασης για δημιουργία τερματικού θα αναβαθμίσει την ενεργειακή θέση της Κύπρου και να την καταστήσει σημαντικό ενεργειακό κόμβο στην Αν. Μεσόγειο.
Σταθερή εμμονή στην εφαρμογή του Ευρωπαϊκού κεκτημένου χωρίς παρεκκλίσεις. Ότι ισχύει στις υπόλοιπες χώρες μέλη της Ε.Ε. να ισχύσει και στην Κύπρο. Οι Τ/Κ δεν μπορούν μα συνεχίσουν να απολαμβάνουν όλα τα ευρωπαϊκά οφέλη ως πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά να μην την αναγνωρίζουν.
Να σταματήσει η χρηματοδότηση του κατοχικού καθεστώτος από την Ε.Ε. και να ασκηθεί η αναγκαία πολιτική πίεση ώστε να  καταστεί δυνατός ο έλεγχος του Τραπεζικού τομέα στα κατεχόμενα από το ΔΝΤ.
Να τεθεί βέτο στην αναβάθμιση της τελωνειακής σχέσης Ε.Ε – Τουρκίας εάν προηγούμενα η Τουρκία δεν υλοποιήσει το πρωτόκολλο της Άγκυρας, να αναγνωρίσει την Κ.Δ. και να αποσύρει το έγγραφο του Ιουνίου του 2014 το οποίο αναφέρεται σε «εκλιπούσα Κ.Δ.».
Να τερματισθεί η διαδικασία εναρμόνισης των Τ/Κ με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η εναρμόνιση θα γίνει με τη λύση δεδομένου ότι το πρωτόκολλο 10 της ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. αναφέρει ότι αυτό αφορά την Κ.Δ. Την ευθύνη εναρμόνισης έχουν τα κράτη και όχι τα ψευδοκράτη.
Αφού η λύση θα αφορά ένα κράτος, ένα λαό όπως ισχυρίζονται οι εκπρόσωποι του ΟΗΕ και της Ε.Ε., το δημοψήφισμα επικύρωσης της λύσης να είναι ένα (1), ώστε να μη νομιμοποιούνται στη συνέχεια οι Τ/Κ να προχωρήσουν με ξεχωριστό δημοψήφισμα για απόσχιση.
Σε αυτή τη φάση και μετά τα αποτελέσματα των συνομιλιών στην Ελβετία, την αμφισβήτηση από την Τουρκία της Συνθήκης της Λωζάνης του 1923, καθώς και τις συνεχείς τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο και την ΑΟΖ της Κ.Δ.,  Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να αναβαθμίσουν την πολιτική-τους συνεργασία, δεδομένου ότι ο τουρκικός επεκτατισμός  στοχεύει στην Αλεξανδρετοποίηση της Κύπρου, στην Κυπροποίηση της Θράκης και στη διχοτόμηση του Αιγαίου.
Η συνεργασία αυτή δεν θα πρέπει να περιορισθεί στο επίπεδο των δύο κυβερνήσεων. Πρέπει να επεκταθεί στο σύνολο των πολιτικών δυνάμεων με τη διαμόρφωση κοινής πολιτικής στο πλαίσιο Πανεθνικής Διάσκεψης.
Η κοινή πολιτική πρέπει να στοχεύει στην αναβάθμιση του κοινού γεωστρατηγικού ρόλου των δύο χωρών ώστε να καταστεί δυνατή η μερική αντιστάθμιση του αντίστοιχου Τουρκικού.
Διαχρονικά και πολύ περισσότερο τις τελευταίες 10ετίες έχει επιβεβαιωθεί πόσο σημαντικός είναι ο γεωστρατηγικός παράγοντας για τη διαμόρφωση των διακρατικών σχέσεων, αλλά και στην επίλυση διεθνών προβλημάτων όπως είναι το κυπριακό.
Δυστυχώς η μέχρι σήμερα πολιτική Ελλάδας και Κύπρου σε ελάχιστες περιπτώσεις αξιοποίησε αυτό τον παράγοντα. Ουσιαστικά δεν έγιναν αποφασιστικά βήματα αναβάθμισης. Ακόμα και εκεί που έγιναν (π.χ. ένταξη στην Ε.Ε.), όχι μόνο δεν αξιοποιήθηκαν αλλά αντίθετα λόγω της ακολουθητέας πολιτικής και τακτικής υπάρχει ο κίνδυνος να υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις.
Το πλαίσιο αναβάθμισης πρέπει να εδράζεται σε τρία επίπεδα:
Πολιτικό: Ανάληψη παράλληλων πρωτοβουλιών στα Η.Ε., την Ε.Ε. και άλλα διεθνή βήματα για καταγγελία της Τουρκίας και άσκηση πίεσης που θα της επιφέρει πολιτικό και ίσως οικονομικό κόστος, αξιοποιώντας τα διαπραγματευτικά όπλα που αναφέρθηκαν πιο πάνω ή και άλλα.
Ενεργειακό: Αξιοποίηση των ενεργειακών συμφωνιών που έγιναν με άλλες χώρες της περιοχής και προώθηση των ενεργειακών προγραμμάτων. Σημαντική ενέργεια θα είναι η οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου. Η ενέργεια αυτή θα αποκλείσει τη θαλάσσια διέξοδο της Τουρκίας στην περιοχή της Αν. Μεσογείου.
Στρατιωτικό: Παρά τη σταθερή θέση-μας για πλήρη αποχώρηση των στρατευμάτων πριν από την εφαρμογή της συμφωνίας για λύση, λόγω της παρελκυστικής τακτικής της Τουρκίας, προτείνεται η αναβάθμιση της στρατιωτικής συνεργασίας Ελλάδας και Κύπρου στο πλαίσιο της ανασύστασης του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού χώρου. Επιπρόσθετα η αναβάθμιση της επιχειρησιακής ικανότητας της Εθνικής Φρουράς και ο εκσυγχρονισμός των οπλικών-της συστημάτων αποτελούν βασική αναγκαιότητα για τη δημιουργία συνθηκών ασφάλειας στο λαό-μας.”