Ποιος ευθύνεται για την επιδείνωση των σχέσεων ΕΕ-Ρωσίας;

Του Finian Cunningham

slavoct13-16sΤίποτα δεν είναι πιο αποτελεσματικό από μια καλή δόση αλήθειας για να ανέβει το αίμα στο κεφάλι μερικών-μερικών. Ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ είπε κατάμουτρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ότι αποτελεί «αναξιόπιστο εταίρο» και αμέσως ξέσπασε η οργή του ευρωπαϊστικού ιερατείου των Βρυξελλών.

Ο Λαβρόφ μιλούσε σε κοινή συνέντευξη τύπου με τον υπεύθυνο εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Ζοσέπ Μπορέλ, μετά από τις συνομιλίες τους στη Μόσχα στις αρχές Φεβρουαρίου. Ήταν ένα απόλυτα ορθό σχόλιο εκ μέρους του αρχηγού της ρωσικής διπλωματίας, δεδομένης της δουλικής υποχωρητικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στις αντι-ρωσικές πολιτικές των Ηνωμένων Πολιτειών αλλά και της επηρμένης και θρασείας πρόθεσης της ίδιας της ΕΕ να επεμβαίνει κατάφορα στις εσωτερικές υποθέσεις της Ρωσίας, παραβιάζοντας κάθε έννοια εθνικής κυριαρχίας.

Σύμφωνα με την οργισμένη αντίδραση στα σχόλια του Λαβρόφ, η Ρωσία δήθεν «εξευτέλισε» την ΕΕ, και οι Βρυξέλλες απειλούν με νέες επιπρόσθετες κυρώσεις κατά της Μόσχας, με το Κρεμλίνο να ανταπαντά ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να διακόψει τις σχέσεις της με την ΕΕ εάν αυτή η τελευταία προχωρήσει σε κινήσεις που θα έβλαπταν τη ρωσική οικονομία.

Είναι λυπηρό: η Ρωσία και η ΕΕ θα έπρεπε να είναι φυσικοί εταίροι. Στο κάτω της γραφής, η Ρωσία είναι η μεγαλύτερη χώρα στην Ευρωπαϊκή ήπειρο και οι εμπορικές ανταλλαγές μεταξύ τους είναι τεράστιες, ειδικά στον νευραλγικό τομέα της ενέργειας, με την προμήθεια ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Από τότε όμως που η ΕΕ διευρύνθηκε για να συμπεριλάβει στους κόλπους της 27 τελικά μέλη, μπορεί να ειπωθεί ότι αυτή άρχισε να υιοθετεί πιο περίπλοκες, πιο ασυνάρτητες  και αποτυχημένες πολιτικές απέναντι στη Ρωσία. Βασικός παράγοντας για τούτη την εξέλιξη  ήταν ασφαλώς η ένταξη της Πολωνίας και των Βαλτικών χωρών (Λιθουανίας, Εσθονίας και Λεττονίας). Αυτές οι χώρες έγιναν μέλη της ΕΕ το 2004, μαζί με άλλες έξη χώρες, στη μεγαλύτερη μέχρι τότε διεύρυνση του μπλοκ.

Η Πολωνία και οι τρεις Βαλτικές χώρες χαρακτηρίζονται από πολιτικές άκρας εχθρότητας προς τη Ρωσία,  ή από αυτό που μπορεί να ονομαστεί «Ρωσοφοβία». Η ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, η συνεργασία των χωρών αυτών με τη Ναζιστική Γερμανία και η απελευθέρωση τους από τον Κόκκινο Στρατό, όλα αυτά συνεργούν στο να κυριαρχεί σήμερα στην Πολωνία και στις Βαλτικές χώρες μια αντιδραστική και στα όρια του ρατσισμού πολιτική. Μια πολιτική που συνοψίζεται σε μνησικακία και περιφρόνηση απέναντι σε κάθε τι ρωσικό.

Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι όταν επέστρεψε ο Ζοσέπ Μπορέλ από το ταξίδι του στη Μόσχα, οι πολιτικοί που του επιτέθηκαν και ζήτησαν την άμεση παραίτησή του, απαιτώντας ταυτόχρονα την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ήταν κυρίως πολιτικοί από τις πιο πάνω χώρες.

Είναι αυτές οι ίδιες χώρες που προώθησαν πλήθος από αντι-ρωσικές απόψεις, συμπεριλαμβανομένων και ισχυρισμών ότι δήθεν η Μόσχα συντηρεί  διάφορα άνομα  σχέδια για επιθέσεις, συνιστώντας άμεση απειλή για την ασφάλειά τους… Η Ουάσιγκτον εκμεταλλεύτηκε πλήρως αυτή τη ρωσοφοβία προκειμένου να αυξήσει την επιρροή της στην Ευρώπη. Η Πολωνία και οι τρεις Βαλτικές χώρες είναι σημαντικοί υποστηρικτές της συνεχώς αυξανόμενης Νατοϊκής στρατιωτικής παρουσίας κατά μήκος των ρωσικών συνόρων.  Οι ίδιες χώρες αντιτίθενται έντονα και με κάθε μέσο στην περαιτέρω αύξηση των ρωσικών προμηθειών φυσικού αερίου μέσω του υπό κατασκευή αγωγού Nord Stream 2, προπαγανδίζοντας ταυτόχρονα το αμερικανικό σχιστολιθικό υγροποιημένο φυσικό αέριο, έστω και αν αυτό το τελευταίο είναι κατά πολύ πιο ακριβό για τους Ευρωπαίους καταναλωτές, τη βιομηχανία και τις επιχειρήσεις, και επιβλαβές για το περιβάλλον.

Ο παράλογος ανταγωνισμός απέναντι στη Ρωσία είναι τέτοιος που οι πολιτικοί της Πολωνίας και των Βαλτικών χωρών αντιτίθενται ακόμη και στην προμήθεια, εκ μέρους της ΕΕ, του ρωσικού εμβολίου Sputnik V κατά του COVID-19, παρόλη την αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητά του και τα γνωστά τραγελαφικά συμβάντα στην ΕΕ γύρω από την προμήθεια εμβολίων για την εξυπηρέτηση των ευρωπαίων πολιτών. Η άκαμπτη αυτή νοοτροπία και στάση ισοδυναμούν με το να κόβεις το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεσαι.

Ο Ιρλανδός ανεξάρτητος Ευρωβουλευτής Mick Wallace δήλωσε ότι οι Πολωνοί και Βαλτικοί πολιτικοί «διακατέχονται από μανία» στο να διασπείρουν αρνητικές απόψεις για τη Ρωσία, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι η επιρροή τους πάνω στην πολιτική της ΕΕ είναι «μηδενική» καθόσον αυτές που καθοδηγούν βασικά τις πολιτικές του μπλοκ είναι η Γαλλία και η Γερμανία. Ωστόσο, η Πολωνία και οι τρεις χώρες της Βαλτικής συνιστούν έναν ερεθιστικό παράγοντα στις σχέσεις με τη Ρωσία.

Ο Wallace παραδέχεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δέχθηκε στους κόλπους της αυτά τα ανατολικο-ευρωπαϊκά κράτη για δύο λόγους: πρώτο, για να αυξήσει τα κέρδη των Ευρωπαϊκών εταιρειών με το να έχει εύκολη πρόσβαση σε δεξαμενές φτηνής εργατικής δύναμης και δεύτερο για να διευκολύνει την επέκταση του ΝΑΤΟ και του σημαντικού στρατιωτικού-βιομηχανικού συγκροτήματος.

Αλλά το «αντίτιμο» γι’ αυτά τα υποθετικά οφέλη ήταν η καταστροφή που θα προκαλούσε στις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας.

Τούτο αντανακλάται στην Ευρωπαϊκή υποκρισία και διπροσωπία. Από τη μια, η ΕΕ χρειάζεται τη Ρωσία προκειμένου να τροφοδοτεί ενεργειακά τις κοινωνίες και τις οικονομίες της. Από την άλλη, η αντι-ρωσική μισαλλοδοξία και η αντι-ρωσικές προκαταλήψεις ενισχύονται από αντιδραστικά, δεξιά κράτη-μέλη.

Ως εκ τούτου, έχει δίκαιο η Μόσχα όταν λέει στους διπλοπρόσωπους Ευρωπαίους ότι είναι αναξιόπιστοι. Επειδή όντως είναι. Αξιοπίστως αναξιόπιστοι. Δεν είναι η Ρωσία αυτή που θέλει να διακόψει σχέσεις. Είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση αυτή που σταθερά τις υπέθαλπε. Χρειάζονται δύο σ’ ένα ταγκό…

Και είναι βεβαίως κατανοητό το γεγονός ότι η Ρωσία έχει μπουχτίσει από τα συνεχή εμπόδια που υψώνει η διπροσωπία της ΕΕ.

Απόδοση: Ανδρέας Νεοφυτίδης