Η αδήριτη ανάγκη μιας νέας πορείας

 

*Του Ανδρέα Θεοφάνους

Τις τελευταίες βδομάδες, και ιδίως μετά το ναυάγιο CSW1BKY3hAlaWgxMrXCVa6HVM35vUabUD3EDPzGTUKekq2LFkcSZkUWTyWLMNRRohUaM=s136στο Κραν Μοντάνα, υπήρξαν πληροφορίες για σχεδιασμούς της Τουρκίας πέραν του υφιστάμενου πλαισίου των διακοινοτικών συνομιλιών υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται μονομερείς κινήσεις για επιστροφή των Μαρωνιτών στα χωριά τους και για πιθανό άνοιγμα των Βαρωσίων υπό Τουρκοκυπριακή διοίκηση. Και ενώ η Τουρκία λειτουργεί στα πλαίσια ενός καλά οργανωμένου σχεδίου το πολιτικό σύστημα στην Κύπρο αρνείται να προβληματισθεί για την αναγκαιότητα ενός Σχεδίου Β.

Σε θεωρητικό επίπεδο υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση εθνοτικών προβλημάτων καθώς και των πολυδιάστατων μορφών συγκρούσεων. Τις περισσότερες φορές τα προβλήματα είναι σύνθετα. Και όταν προκρίνεται η φιλοσοφία της εφ’ όλης της ύλης επίλυσης μιας διένεξης, συνήθως αυτό αποδεικνύεται πολύ δύσκολο εγχείρημα. Αρκετές φορές όταν παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες πολλών ετών μια διένεξη δεν επιλύεται χαρακτηρίζεται ως μη επιλύσιμη (intractable). Επιπρόσθετα, υπάρχουν περιπτώσεις όπου προκρίνεται η προσπάθεια διαχείρισης αντί επίλυσης του προβλήματος (from conflict management to conflict resolution). Είναι επίσης δυνατό τα εμπλεκόμενα μέρη να προβούν κατά καιρούς σε μονομερείς κινήσεις για να διαφοροποιήσουν τα δεδομένα. Υπογραμμίζεται επίσης η σημασία μιας δομημένης εξελικτικής διαδικασίας. Εν ολίγοις θεωρητικά υπάρχουν διάφοροι δρόμοι να προσεγγισθεί μια σύγκρουση, ένα εθνοτικό πρόβλημα ή μια πολυδιάστατη διένεξη.

Και ενώ είναι σημαντικό να αντλούμε πάντα από τη θεωρία των συγκρούσεων πρέπει επίσης να κατανοήσουμε ότι η κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή. Επιπρόσθετα η ένταση και το ιστορικό υπόβαθρο σε μια διένεξη διαφέρουν. Και αυτό σχετίζεται με την έκβαση ενός προβλήματος.

Είναι λοιπόν σημαντικό να αξιολογηθούν τα δεδομένα στο Κυπριακό και πάνω απ’ όλα να χαραχθεί μια νέα πορεία καθώς είναι προφανές εκ των αποτελεσμάτων ότι η μέχρι τώρα ακολουθηθείσα πολιτική απέτυχε παρά τις πολύ σοβαρές διαχρονικές ελληνοκυπριακές υποχωρήσεις. Όχι μόνο δεν υπήρξε διευθέτηση αλλά το υπό συζήτηση πλαίσιο είναι επικίνδυνο.

Πέραν του ανισοζυγίου δυνάμεων υπάρχει επίσης και ένα σοβαρό πρόβλημα κατανόησης διαφόρων εννοιών από το πολιτικό σύστημα και την κοινωνία, γεγονός που συνέτεινε στη συνεχή διολίσθηση του Κυπριακού. Ταυτόχρονα ενώ υποτιμήθηκε η εξελικτική διαδικασία, η ελληνοκυπριακή πλευρά ακολουθούσε τις εξελίξεις. Για παράδειγμα, σε σχέση με την κίνηση της τουρκικής πλευράς για άνοιγμα των οδοφραγμάτων τον Απρίλιο του 2003, εγείρεται το ερώτημα, μεταξύ άλλων, κατά πόσον οι ταυτότητες, τα διαβατήρια, οι θέσεις εργασίας, τα επιδόματα και ούτω καθ’ εξής θα μπορούσαν να ήταν μέρος μιας επί μέρους συμφωνίας από την οποία να είχαν επωφεληθεί και οι Ελληνοκύπριοι.

Στη σημερινή συγκυρία πέραν των πιθανών κινήσεων για τα Μαρωνίτικα χωριά και το άνοιγμα των Βαρωσίων υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση, θα υπάρξουν μεθοδευμένες κινήσεις για την περαιτέρω αναβάθμιση του κατοχικού μορφώματος και εξίσωσής του με το νόμιμο κράτος. Και η πλευρά μας; Δυστυχώς παραμένει προσκολλημένη σε πολιτικές που έχουν οδηγήσει σε επιδείνωση των δεδομένων. Παρά τις αποτυχίες, η πλευρά μας διστάζει να προσεγγίσει τα νέα δεδομένα με μια ευέλικτη πολιτική στα πλαίσια μιας νέας πολιτικής. Το χειρότερο είναι ότι τυχόν εμμονή στην υφιστάμενη διαδικασία και φιλοσοφία είναι πιθανό να οδηγήσει σε μια διευθέτηση χειρότερη από τη διχοτόμηση την οποία προσπαθούμε να αποφύγουμε.

Εν κατακλείδι, θα πρέπει να υπάρξει ο ανάλογος προβληματισμός από το πολιτικό σύστημα αλλά και την κοινωνία γενικότερα. Οφείλουμε να συζητήσουμε διεξοδικά μεταξύ μας και να καταλήξουμε μακριά από δογματισμούς και με πραγματισμό. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το ψηλό επίπεδο δυσπιστίας μεταξύ των δύο κοινοτήτων, τα διαφορετικά αφηγήματα και πάνω απ΄ όλα τους σχεδιασμούς της Άγκυρας που μέχρι σήμερα δυστυχώς παραμένουν αναλλοίωτοι. Όταν απροκάλυπτα ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ερντογάν παρεμβαίνει στις εκλογές στη Γερμανία, καθίσταται προφανές ότι η Άγκυρα θα προσπαθήσει να ελέγχει το πολιτικό γίγνεσθαι στην Κύπρο ακόμα και μετά από μια λύση. Είναι γι΄ αυτό που θα πρέπει να υπάρξει απεμπλοκή από καταστροφικές πρόνοιες που θα συντηρούν και θα επισφραγίζουν τον τουρκικό έλεγχο της Κύπρου. Είναι δυνατό να υπάρξουν συνταγματικές πρόνοιες που αφ΄ ενός να κατοχυρώνουν τα συμφέροντα και την αποτελεσματική συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων στη διακυβέρνηση της χώρας και αφ΄ ετέρου να διασφαλίζουν ένα φυσιολογικό κράτος. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, μια νέα προσέγγιση και πορεία καθίστανται αδήριτη ανάγκη.

 

 

* Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

(Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ’ ανάγκην με την άποψη της ηλεκτρονική μας εφημερίδας)