Εκτενέστερα από την κατάθεση Χριστόφια στην αγωγή εναντίον του από Μ.Νεοφύτου

 

Στη γραπτή δήλωσή του την οποία ανέγνωσε σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου ως μέρος της κύριας εξέτασης του, ο κ. Χριστόφιας είπε ότι «ομολογώ ότι δεν πίστευα ότι θα ακούσω, όσα εξωπραγματικά και συκοφαντικά ακούστηκαν σε αυτήν την αίθουσα, κατά την διάρκεια της παρούσας διαδικασίας».image735-5-aspx
«Διανύοντας τώρα τα 70 μου χρόνια, έχοντας πλέον την πείρα και την σοφία να υπομένω και να αντικρίζω τέτοια φαινόμενα με μεγαλύτερη υπομονή, καρτερικότητα και σύνεση, ομολογώ ότι εξεπλάγην και πληγώθηκα ιδιαίτερα από τα όσα ο κ. Νεοφύτου ανέφερε για εμένα».
Δυστυχώς όμως, πρόσθεσε, ο κ. Νεοφύτου «για τους δικούς του σκοπούς είτε λέγοντας ψέματα, είτε μισές αλήθειες, προσπαθεί σήμερα να προωθήσει την αγωγή αυτή προκειμένου να αποκομίσει οικονομικό όφελος που δεν δικαιούται, αλλά και για να πλήξει εμένα προσωπικά».
Για το θέμα της προεκλογικής εκστρατείας του ΑΚΕΛ για την εκλογή του στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ο κ. Χριστόφιας είπε ότι «Ουδέποτε ζήτησα προσωπικά από τον κ. Νεοφύτου να ενοικιάσει ή διαμορφώσει οποιονδήποτε χώρο, για τις ανάγκες της προεκλογικής εκστρατείας ή να αναλάβει τη διοργάνωση προεκλογικών συγκεντρώσεων με επιχειρηματίες ή οποιουσδήποτε άλλους και πολύ περισσότερο ουδέποτε τον διαβεβαίωσα ότι “ό,τι στοιχίσει θα τα πληρώσουμε” ή ότι “θα τα κανονίσω” όπως ο ίδιος ανέφερε».
«Ουδέποτε στα τόσα χρόνια που ακολούθησαν, ο κ. Νεοφύτου διεκδίκησε από μένα ή έστω μου ανέφερε οτιδήποτε για τα έξοδα του αυτά. Αντίθετα, γνώριζα ότι σε διάφορους επαίρετο ότι έχει επωμισθεί σημαντικό οικονομικό βάρος της προεκλογικής εκστρατείας. Η πρώτη φορά που ζήτησε αυτά τα ποσά, ήταν με επιστολή του δικηγόρου του το 2013», είπε.
Σε ό,τι αφορά στα της Ομόνοιας, είπε ότι «αν κατ’ αρχήν ισχύουν όσα μου καταλογίζονται, αν στην αντίληψη μου η Ομόνοια ήταν το Α και το Ω της πολιτικής μας δράσης, ο βασικός άξονας γύρω από τον οποίο αναπτύσσαμε πολιτική δραστηριότητα, αν ακόμα η Ομόνοια ήταν το αποκλειστικό θέμα το οποίο απασχολούσε ένα Πρόεδρο της Βουλής και έπειτα ένα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τότε είναι απορίας άξιον πώς αυτός ο μανιακός με την Ομόνοια άνθρωπος δεν υπήρξε ποτέ μέλος του Σωματείου».
«Ουδέποτε υπήρξα μέλος του Σωματείου της Ομόνοιας. Ούτε στα νιάτα μου, ούτε αργότερα. Ομολογώ ότι υπήρξα από τα παιδικά μου χρόνια και συνεχίζω να είμαι οπαδός της Ομόνοιας. Δεν νομίζω όμως αυτό να είναι κολάσιμο, να είσαι φίλαθλος και να αγαπάς την ομάδα σου».
«Θεωρώ ειλικρινά, και με όλο το σεβασμό προς το Δικαστήριο, ανάξια σχολιασμού τα όσα λέχθηκαν για τον έλεγχο που δήθεν ασκούσα στα της Ομόνοιας. Δεν ξέρω αλήθεια ποιον πείθουν οι ισχυρισμοί ότι εγώ υποστήριξα πως αν δεν γίνονταν μεταγραφές θα έπεφτε η Κυβέρνηση. Δεν ξέρω ποιον πείθουν οι ισχυρισμοί ότι σε μια περίοδο όπου ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχα ευθύνη να χειριστώ τόσο κρίσιμα ζητήματα και εγώ να ασχολούμαι με τις μεταγραφές ή το σύστημα που θα έπαιζε η Ομόνοια».
Δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, συνέχισε, «ο ισχυρισμός του κ. Νεοφύτου, ότι είχε εκλεγεί με πρωτοβουλία δική μου το 2006 ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ομόνοιας. Όταν πληροφορήθηκα ότι ο κ. Νεοφύτου επιθυμούσε να ασχοληθεί με τα διοικητικά της Ομόνοιας είπα «γιατί όχι»;»
«Καμία διαβεβαίωση ή εγγύηση ή κάλυψη ή οτιδήποτε άλλο του είχα υποσχεθεί και πολύ περισσότερο δεν του είπα ή τον άφησα να πιστεύει ότι ήταν δικό μου θέμα πώς θα πληρώνονταν όλα τα έξοδα και ότι θα μεριμνούσα για να καλύψω όλα τα χρήματα που θα έβαζε είτε ο ίδιος είτε η εταιρεία του ή ακόμη επειδή δεν γνώριζε πολλά πράγματα για το ποδόσφαιρο ότι του είπα ότι απλά θα έκανε ότι θα του έλεγα».

Είπε ακόμα ότι «δεν είναι αλήθεια επίσης ο ισχυρισμός του ότι κατά την περίοδο 2008 έως 2012 μερίμνησα για να του επιστραφούν συνολικά €8.578.332,39 ούτε ο ίδιος μου είχε ζητήσει ποτέ κάτι τέτοιο. Όπως ουδέποτε μου έδωσε οποιοδήποτε λογαριασμό για τα έξοδα και τις δαπάνες που είχε για την Ομόνοια στα πλαίσια της ισχυριζόμενης “συμφωνίας μας”».
Βεβαίως, πρόσθεσε, «μετά τα πρώτα δύο χρόνια πολλές φορές ανέφερε ότι το οικονομικό βάρος που του επέφερε η ανάληψη της Προεδρίας τού προκαλούσε προβλήματα ρευστότητας και δεν μπορούσε να συνεχίσει».
Είναι γεγονός, συνέχισε, «ότι προκειμένου η Ομόνοια να μπορέσει να ανταποκριθεί στα οικονομικά κριτήρια, που οι ποδοσφαιρικές αρχές προέβλεπαν και επειδή ο κ. Νεοφύτου γνώριζε ότι διατηρώ προσωπική φιλική σχέση με τον Κιρίλ Ζυμάριν, διευθυντή της Russian Commercial Bank, μου ζήτησε να του διευθετήσω συνάντηση με τον κ. Ζυμάριν, για να συζητήσει μαζί του κατά πόσο και υπό ποίους όρους η προαναφερόμενη Τράπεζα θα ήταν πρόθυμη να παραχωρήσει δάνειο στην Ομόνοια για ποσό €2.000.000,00 το οποίο ο ίδιος ήταν πρόθυμος να εγγυηθεί».
Πράγματι, είπε, «σύστησα τον κ. Νεοφύτου στον Κιρίλ Ζυμάριν ως άνθρωπο φερέγγυο και η Ομόνοια έλαβε το δάνειο που χρειαζόταν με κανονικούς συνήθεις εμπορικούς όρους, χωρίς βέβαια να χρειαστεί να υποσχεθώ την άδεια του καζίνου, όπως ο ίδιος ανέφερε στην μαρτυρία του».
Σε σχέση με τις εργολαβικές εργασίες που έγιναν στο Κελλάκι και στη Μακεδονίτισσα, είπε ότι «είναι εξευτελιστικό πρώτα για μένα και την οικογένεια μου σε προσωπικό επίπεδο και έπειτα σε πολιτικό επίπεδο να ισχυρίζεται κάποιος ότι εγώ ζήτησα να μου παρασχεθεί η Α ή Β υπηρεσία δίχως να πληρώσω. Κοιτάζω το Δικαστήριο κατάματα και δηλώνω ότι αυτό δεν είναι ίδιον του χαρακτήρα μου ούτε στο ελάχιστο».

Τα ποσά που απαιτούν οι ενάγοντες, είπε, «είναι εξωπραγματικά σε σχέση με τις εργασίες που πραγματικά έγιναν και την αξία αυτών. Οι Ενάγοντες, παρόλο που είναι επαγγελματίες, δεν μας πρότειναν να γίνουν γραπτές συμφωνίες για τα θέματα αυτά. Όπως με συμβούλευσαν οι δικηγόροι μου, η μη ύπαρξη γραπτών συμφωνιών, δεν επιτρέπει στους Ενάγοντες να απαιτούν τα ποσά που απαιτούν με την παρούσα αγωγή για τις εργασίες αυτές».
«Να μου επιτρέψετε να απορρίψω κατηγορηματικά τον ισχυρισμό ή την υπόνοια αν ήταν τέτοια, ότι εγώ και η σύζυγος μου ήταν ποτέ δυνατόν να κάνουμε αναλήψεις από τις τράπεζες κατά την κλειστή περίοδο όταν έγινε το κούρεμα καταθέσεων. Είναι πρωτοφανής η αήθεια με την οποία επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί το όλο θέμα και ειλικρινά με εξέπληξε το μένος με το οποίο υποστηρίχθηκε ένα τέτοιο ψέμα ενώπιον του Δικαστηρίου και αφού μάλιστα τα χείλη που το εκστόμισαν ορκίστηκαν πρώτα να πουν την αλήθεια».
Ο κ. Χριστόφιας είπε ότι «παρακαλούσαμε τον κ. Νεοφύτου να πληρωθεί. Για πολύ καιρό το ποσό των Ευρώ 100,000 μπαινόβγαινε μέσα σε κιβώτια ασφαλείας. Έστελνα άτομο της προσωπικής μου φρουράς για να τα μεταφέρει στον κ. Νεοφύτου. Μια φορά μάλιστα ο ίδιος του είπε “να τα κάνετε επένδυση”. Αρνείτο να τα πάρει. Ποια ήταν τα ελατήρια αυτής της στάσης του, δεν γνωρίζω. Τελικά τα μεταφέραμε απευθείας στο λογιστήριο της εταιρείας του. Οι ισχυρισμοί του στο Δικαστήριο περί πιέσεων σε υπάλληλό του για να αλλάξει τις ημερομηνίες καταβολής ή για δήθεν αναλήψεις σε κλειστή περίοδο το 2013 είναι ψέματα».
Ο κ. Χριστόφιας αρνήθηκε ότι έκανε παρεμβάσεις στην Τράπεζα Κύπρου για να αυξηθούν τα όρια των λογαριασμών του κ. Νεοφύτου.
Είπε επίσης ότι «το πιο σημαντικό κατά την ταπεινή μου άποψη και το πιο προσβλητικό από όλα σε αυτή την υπόθεση είναι η προσπάθεια να εμφανιστώ όχι απλώς ως ένας εκμεταλλευτής, τιποτένιος, δολοπλόκος και αδίστακτος απατεώνας, αλλά και ως ένας μονομανής, αλαζόνας δικτάτορας που πατά επί πτωμάτων για να πετύχει τους στόχους του, εκμεταλλεύεται και έπειτα πετά τους συνεργάτες του και αντιμετωπίζει τους άλλους ως δούλους».

«Πώς αλλιώς να εκλάβω τους τιποτένιους ισχυρισμούς ότι εγώ χρησιμοποιούσα ή χρησιμοποιώ τους συνεργάτες μου για γεωργικές εργασίες ή για να μαγειρεύουν ή να σερβίρουν ούζα; Θα τα θεωρούσα όλα αυτά ανάξια λόγου αν δεν έπλητταν την επαγγελματική αξιοπρέπεια και τιμή ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζομαι για χρόνια ολόκληρα και τους νιώθω δικούς μου ανθρώπους. Πώς αλλιώς να εκλάβω τον ισχυρισμό ότι εγώ εκδίωξα την κ. Ναυσικά Σεραφείμ από τον επαγγελματικό μηχανισμό του ΑΚΕΛ το 2007 για να την εκδικηθώ για την κακή πορεία της Ομόνοιας και για να μην με συνδέουν με αυτήν; Αν είναι δυνατόν», πρόσθεσε.
Σε μια από τις συνεντεύξεις που παραχώρησα, ανέφερε, μετά το πέρας της προεδρικής μου θητείας «είχα πει ότι η εξουσία για μένα είναι καρκίνος, όχι αφροδισιακό, καρκίνος. Δεν περίμενα τέτοιο βάσανο στην ζωή μου και νομίζω άξιζα καλύτερης μεταχείρισης σαν άνθρωπος έντιμος και με την προσφορά μου μια ολόκληρη ζωή στα κοινά».
Κατά την αντεξέτασή του από το δικηγόρο του κ. Νεοφύτου, Χαρίλαου Βελάρη, ο κ. Χριστόφιας παραδέχτηκε ότι οφείλει στον κ. Μιλτιάδη κάποια χρήματα και συγκεκριμένα το ποσό των 130 χιλιάδων ευρώ εκφράζοντας τη διαφωνία του με το ποσό που ζητά με την αγωγή του ο κ. Νεοφύτου, χαρακτηρίζοντας το ποσό αυτό υπέρογκο , παράλογο και απαράδεκτο.

«Μα να μου ζητά 21 εκ. ευρώ για την Ομόνοια; Μα τωρά αστιευόμεθα; Από πού και ως πού; Δεν υπάρχει μεγαλύτερος παραλογισμός από αυτό», είπε χαρακτηρίζοντας επίσης παράλογο το ποσό των 600 χιλιάδων ευρώ που ζητά ο κ. Νεοφύτου για τις εργασίες στο σπίτι στη Μακεδονίτισσα. «Η φαντασία του κ. Νεοφύτου οργιάζει», είπε.

«Για τις δουλείες που έκαμε ένα λογικό ποσό ήμουν έτοιμος να το καταβάλω. Ασφαλώς. Ουδέποτε δεχθήκαμε είτε εγώ είτε η σύζυγος μου, σε καμία περίπτωση να μας γίνει δώρο η οποιαδήποτε εκδούλευση έγινε από τον κ. Νεοφύτου».

«Εγώ τον εκάλεσα στο σπίτι μου τον κ. Νεοφύτου και του είπα ‘έχεις πάρει από εμένα μέχρι τώρα 270 χιλιάδες ευρώ, είμαι έτοιμος να σου δώσω ακόμη 130 χιλιάδες ευρώ, σύνολο 400 χιλιάδες ευρώ και σηκώθηκε και έφυγε εκνευρισμένος μάλιστα,” ανέφερε ο κ. Χριστόφιας.

«Η ετοιμότητά μου να του δώσω λεφτά ήταν και είναι εκεί. Από εκεί και πέρα επειδή με ρεζίλεψε με αυτό τον τρόπο – διότι το θεωρώ ρεζιλίκι για ένα τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας να σέρνεται στα δικαστήρια διότι αρνείται να πληρώσει, αυτά είναι χυδαία πράγματα- ας αποφασίσει πλέον το δικαστήριο», είπε.

Ο κ. Χριστόφιας είπε ότι ο κ. Νεοφύτου αρνείτο πεισματικά να πάρει τα λεφτά που του έδινε και πως «κατσάδιασε» και «προσέβαλε» τη σύζυγο του λέγοντας της ότι «ενεν δουλεία δική σου τούτη» όταν η ίδια του ζήτησε να πληρωθεί για τις οικοδομικές εργασίες στο σπίτι στη Μακεδονίτισσα και στο Κελλάκι.
Ανέφερε επίσης ότι το ποσό 100 χιλιάδων ευρώ το είχε τοποθετήσει σε κιβώτια ασφαλείας στο Προεδρικό αφού ο κ. Νεοφύτου αρνείτο να πάρει τα χρήματα, λέγοντας μάλιστα στο μέλος της φρουράς του που πήγε για να του πάρει τα λεφτά «να τα επενδύσετε». Στο σημείο αυτό ακολούθησε ο εξής διάλογος: «Δυστυχώς είμαι στη δυσάρεστη θέση να σας υποβάλω ότι δεν λέτε την αλήθεια», του υπέβαλε ο κ. Βελάρης, για να του απαντήσει ο κ. Χριστόφιας πως «Είμαι στην ευχάριστη θέση να πω ότι λέω μόνο την αλήθεια».

Ο κ. Χριστόφιας έκανε λόγο για υπέρογκες χρεώσεις του κ. Νεοφύτου και υποστήριξε ότι μόνος του αποφάσιζε για τα υλικά που θα χρησιμοποιούνταν χωρίς να ρωτά κανένα. «Έκαμνε ότι ήθελε και δεν λάμβανε κανένα υπόψη. Και όταν ο αρχιτέκτονας, όπως είπε, διαφωνούσε μαζί του «το ξύλο του έλειπε του Αρχιτέκτονα».

Ερωτηθείς γιατί τον άφηνε να κάμει ότι ήθελε, ο κ. Χριστόφιας είπε ότι «επειδή ήταν φίλος μου και εγώ τιμώ φιλίες».

Ο κ. Βελάρης υπέβαλε στον κ. Χριστόφια ότι είναι πολλοί οι πρώην φίλοι του και συνεργάτες του που έχουν παράπονο από τον ίδιο, κανόντας αναφορά στους Γιώργο Βασιλείου, Κώστα Παπακώστα, Γιώργο Λιλλήκα και Νίκο Κατσουρίδη με σκοπό να καταρρίψει ακριβώς τη θέση ότι τιμά τις φιλίες του.

«Εγώ τιμώ στο έπακρο τη φιλία και δεν παίρνω κανένα φίλο μου στο δικαστήριο» είπε λέγοντας χαρακτηριστικά «φοβού τους υπό εσού ευεργετηθέντες». «Ευεργέτησα πάρα πολλούς και στο τέλους ζητούν και τα ρέστα. Δικαίωμα τους».

Σε ερώτηση γιατί σύστησε τον κ. Νεοφύτου στον κ. Ζιμαρίν ως φερέγγυο άνθρωπο για να του δώσει τα 2 εκ. ευρώ από τη στιγμή που γνώριζε ότι αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, ο κ. Χριστόφιας είπε ότι «δεν είχα καμία αντιπαράθεση με τον κ. Νεοφύτου και δεν είχε συμβεί τίποτε ως τότε μεταξύ μας ώστε να θεωρήσω ότι αυτός ο άνθρωπος με κατατρέχει – όπως έγινε στο τέλος – ώστε να μην θέλω να τον βοηθήσω».

Σε ερώτηση σχετικά με ποσό των 2 εκ ευρώ που δόθηκε ως εισφορά για την προεκλογική του εκστρατεία και αν προήλθε από τον συνεργάτη του Ανδρέα Βγενόπουλου, κ. Ζολώτα, ο κ. Χριστόφιας είπε ότι δεν γνωρίζει κατά πόσον έδωσε κάποιος αυτό το ποσό και πως κανένας δεν τον ενημέρωνε για αυτό το ζήτημα.

Σε ερώτηση «εάν δεν πήρε χαμπάρι ποίος είχε δώσει τα μισά λεφτά της προεκλογικής του εκστρατείας» απάντησε «όχι» και συνέχισε λέγοντας ότι όλα αυτά είναι παραμύθια και ψέματα και πως όταν άκουε τον κ. Νεοφύτου να λέει όλα αυτά «σηκώθηκαν οι τρίχες της κεφαλής μου».

Σε σχέση με την Ομόνοια, ο κ. Χριστόφιας είπε ότι η απόλυτη σύνδεση της πολιτικής με το ποδόσφαιρο είναι λανθασμένη όπως λάθος είναι, όπως είπε, και ότι τάχατες η ύπαρξη του ΑΚΕΛ εξαρτάται από τις επιτυχίες της Ομόνοιας.

Είπε επίσης ότι αυτά που ανέφερε στην κατάθεση του ο κ. Νεοφύτου ότι «τάχατες μόλις εκλέγηκα τον κάλεσα και του είπα ‘ξέρεις εάν δεν πάει καλά η Ομόνοια χάνουμε τη δεύτερη θητεία’ αυτά είναι κουραφέξαλα και ψέματα».

Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, ο κ. Χριστόφιας είπε ότι ο Βενιζέλλος Ζαννέττος διαφώνησε με την απόφαση της πλειοψηφίας της Γραμματείας του ΑΚΕΛ να καταβληθεί το ποσό των 5,9 εκ ευρώ στον κ. Νεοφύτου. «Κακώς αποφάσισαν να του δώσουν τα λεφτά αυτά που δεν τα δικαιούταν», είπε, προσθέτοντας ότι «κάποιος σκέφτηκε ότι δεν πρέπει να τον αφήσουμε να χρεοκοπήσει» και ότι έπρεπε να βοηθηθεί.
Είπε ότι για πρώτη φορά άκουσε ότι δόθηκε αυτό το ποσό στον κ. Νεοφύτου από την κατάθεση του ιδίου ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου και πως ρώτησε τον κ. Κυπριανού ο οποίος του το επιβεβαίωσε.

Είπε επίσης ότι ο κ. Νεοφύτου σπαταλούσε αλόγιστα χρήματα τα οποία φόρτωσε στη συνέχεια στην Ομόνοια.

Αντεξεταζόμενος σε σχέση με τις σπουδές του στη Σοβιετική Ένωση και ερωτηθείς εάν είχε σχέση με τη KGB, ο κ. Χριστόφιας απάντησε με έντονο ύφος «τωρά αστειεύεστε; Καμία σχέση απολύτως σχέση με την KGB».

Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης και αντεξέτασης του κ. Χριστόφια η υπόθεση ορίστηκε για την ερχόμενη Δευτέρα, 21/11 η ώρα 9 το πρωί για οδηγίες ως προς τον περαιτέρω προγραμματισμό της υπόθεσης.