Παρουσιάσθηκε το βιβλίο της Α.Ανδρέου «Ραντεβού με τους στρατηγούς»

Παρουσιάσθηκε το βράδυ της Τετάρτης το βιβλίο της Αννας Ανδρέου ανταποκρίτριας του ΡΙΚ στην Κωνσταντινούπολη «Ραντεβού με τους στρατηγούς». Παρουσιάζοντας το βιβλίο ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ Α,Κυπριανού ανέφερε μεταξύ άλλων:ranz_607_364_577_324

«Από μέρους της ΚΕ του ΑΚΕΛ συγχαίρω θερμά την Άννα Ανδρέου για την έκδοση του σημαντικού αυτού βιβλίου της. Η Άννα αξίζει δύο φορές συγχαρητήρια, γιατί είμαι σίγουρος ότι χρειάστηκε πολλή ψυχική δύναμη και μεγάλα αποθέματα υπομονής και εργατικότητας προκειμένου να συναντήσει και να συνομιλήσει με τους τούρκους στρατηγούς που πρωταγωνίστησαν στην εισβολή του 1974. Χρειάστηκαν πολλές αντοχές όχι μόνο για να τους συναντήσει και να τους μιλήσει αλλά και για να κάνει κάτι εξίσου σημαντικό που την τιμά ως ερευνήτρια: να προσπαθήσει να διασταυρώσει όσα της έλεγαν.

Στον πρόλογο του βιβλίου η Άννα ξεκινά με αφετηρία τη διαπίστωση ότι «ο καθένας έχει τη δική του αλήθεια». Τελειώνει τον πρόλογο της με τη θέση ότι «πρέπει να ξέρουμε την αλήθεια».

Είναι αλήθεια ότι η Άννα στο βιβλίο της εξιστορεί πολλά τα οποία ίσως κάποιοι δεν θέλουν να ακούσουν. Την ιστορία του Τούρκου στρατηγού που ανάβει τσιγάρο σε ελληνοκύπριους αιχμάλωτους. Την κτηνωδία τουρκοκύπριων μαχητών που σκότωσαν αιχμαλώτους για να εκδικηθούν τις δολοφονίες δικών τους ανθρώπων. Την ιστορία για μέλη της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων που σκόπιμα παρατραβούσαν έρευνες προκειμένου να επωφεληθούν των σημαντικών εσόδων και της ζωής σε ένα τόσο όμορφο νησί όπως είναι η Κύπρος. Την ιστορία του ελληνοκύπριου γιατρού που προστάτεψε και περιέθαλψε τον τραυματία Τούρκο δημοσιογράφο Εργκίν. Την ιστορία του ελληνοκύπριου στρατιώτη που πυροβόλησε μέσα στο νοσοκομείο τον Τούρκο δημοσιογράφο. Την ιστορία για τον Έλληνα αξιωματικό που ο πατέρας της Άννας ανέφερε ότι τους έστειλε κατευθείαν σε ενέδρα. Το πόσο προδόθηκε η 31η μοίρα Καταδρομών από τους Έλληνες αξιωματικούς. Τον Ουστλέρ, τον Τούρκο πλοίαρχο, που μέσα στη δίνη του πολέμου σταμάτησε ένα λεπτό για να σκεφτεί σαν άνθρωπος: οι ελληνοκύπριοι αιχμάλωτοι θεωρήθηκαν ένοχοι μόνο και μόνο επειδή ήταν ελληνοκύπριοι. Οι περισσότεροι πιθανόν να μην είχαν φταίξει σε τίποτε.
Είναι επίσης αλήθεια ότι η Άννα εξιστορεί πολλά τα οποία δεν θα πάψουμε να θυμόμαστε. Τις ατέλειωτες μέρες και ώρες που περιμέναμε νέα από τους ανθρώπους μας που χάθηκαν. Το γράμμα ενός εξαδέλφου προς τον άλλο που του υποσχόταν ότι σύντομα θα αντάμωναν και όμως δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό του. Τον πόνο του ξεριζωμού και τις ατέλειωτες ώρες της πορείας προς την προσφυγιά. Το αίμα και το δάκρυ του πολέμου. Τους αιχμάλωτους στο Τζιάος που οι Τούρκοι στρατηγοί παρέδωσαν στους Τουρκοκύπριους μαχητές οι οποίοι τους εκτέλεσαν αμέσως.
Τις εφιαλτικές μέρες των 84 αγνοουμένων της Άσσιας στα χέρια του τουρκικού στρατού και την οδυνηρή σα σφαίρα ανάμνηση του Γιάννου Δημητρίου “μύριζε παντού θάνατος, δεν αντέχαμε”. Την ίδια φρίκη επιβεβαιώνει από την αντίπερα όχθη και ο Ταγματάρχης Χαλούκ Ουστουγκέν λέγοντας πως «δεν υπάρχει τίποτα που να μυρίζει όπως ένας νεκρός άνθρωπος». Τη συμπεριφορά των Τούρκων αξιωματικών και στρατιωτών. Από τη μια εν ψυχρώ δολοφονίες και βιασμοί. Από την άλλη, έμπαιναν στα σπίτια άοπλοι, άλλοι έδειχναν οίκτο μπροστά στα παιδιά. Τις όμορφες ιστορίες του Ατίφ Γιουρντακούλ για το πώς προστάτευσε τους Ελληνοκύπριους αιχμάλωτους στην Άσσια από τη μια και τη φρίκη των απειλών και των βιασμών, όπως την εξιστόρησε η Έλις Χατζηκωστή. Τη φρίκη όσων είδαν τους τούρκους στρατιώτες να ρίχνουν αιχμάλωτους ζωντανούς στα πηγάδια και να τους πυροβολούν, σύμφωνα με την Τασούλα Αποστόλου.

«Προσπαθήσαμε να είμαστε ανθρώπινοι» ανέφερε ο υποστράτηγος Ερσέλ Καγιάν. Μα υπάρχει ανθρώπινος πόλεμος; Δεν υπάρχει. Εξάλλου ο αντισυνταγματάρχης Οζχάν Μπακαλπασίογλου το είπε με το δικό του τρόπο: “στον πόλεμο δεν υπάρχει αθώος στρατιώτης, ο πρώτος κανόνας είναι να εκπληρώνεις το καθήκον σου”. Στον πόλεμο υπάρχει μόνο κτηνωδία, αίμα και θάνατος. Ορισμένοι από τους στρατηγούς και τους στρατιωτικούς που μίλησαν στην Άννα έλεγαν πάνω-κάτω την ίδια φράση «έχω τη συνείδηση μου ήσυχη». Τραγική ειρωνεία είναι πως αν για παράδειγμα διαβάσει κάποιος τις καταθέσεις των πρωταγωνιστών του πραξικοπήματος ενώπιον της Επιτροπής για το Φάκελο της Κύπρου θα βρει την ίδια ατάκα να επαναλαμβάνεται και από αυτούς.

«Έχω τη συνείδηση μου ήσυχη», «δεν έχω τύψεις, έκανα το καθήκον μου» μια δήλωση που ξεπλένει τα πάντα; Δεν είναι και τόσο εύκολο. Από την άλλη ας μην ξεχνάμε ποιοι μιλούν στην Άννα και για ποιο θέμα. Ο πλοίαρχος Νεσέτ Ικίζ που έκανε την απόβαση στην Κερύνεια είχε έτοιμη την αιτιολόγηση. Μακάρι οι ελληνοκύπριοι και οι τουρκοκύπριοι να μπορούσαν να ζήσουν μαζί καλά και δεν θα υποχρεωνόμασταν να κάνουμε πόλεμο. Όμως οι συνθήκες Λονδίνου-Ζυρίχης έδωσαν δικαίωμα και υποχρέωση για υπερπόντια επιχείρηση εναντίον του πραξικοπήματος του Σαμψών”. Σε ένα μεγάλο βαθμό αυτή η αντίληψη είναι ανατριχιαστική. Ίδια με τις αντιλήψεις που μέχρι σήμερα κουβαλούν πολλοί στην ελληνοκυπριακή κοινότητα. Αντίληψη την οποία προβάλλουν είτε επειδή νιώθουν άβολα για τα πολιτικά τους αμαρτήματα, είτε γιατί θέλουν απλώς να σκοτώσουν κάθε προοπτική λύσης και επανένωσης του τόπου με δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία. «Δεν μπορούν ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι να ζήσουν μαζί» είναι ένα από τα δήθεν επιχειρήματα. Ο ίδιος ακριβώς μύθος που προέβαλλε ο Ραούφ Ντενκτάς. Όσο για το πραξικόπημα αυτό μόνο πρόσχημα μπορεί να θεωρηθεί και όχι αιτία για την τουρκική εισβολή. Εξάλλου και πάλι ο Ντενκτάς το είχε πει σε ανύποπτο χρόνο «δεν θα βιαστούμε να διχοτομήσουμε την Κύπρο, η ευκαιρία θα μας δοθεί στο πιάτο». Η ευκαιρία τους δόθηκε με την προδοσία της Χούντας, της ΕΟΚΑ Β΄και του Γρίβα. Ο Νεσέτ Ικίζ φυσικά κάτι τέτοιο δεν θα το υποστήριζε ποτέ. Όπως ούτε θα υποστήριζε ότι στην Κύπρο έγιναν κτηνωδίες από τον τουρκικό στρατό και εγκλήματα πολέμου. Αντίθετα προέβαλε τη δική του αντίληψη συμπυκνωμένη σε τρεις λέξεις «ευθύνη, κουλτούρα, πίστη». Αυτά κατά την άποψη του όπλιζαν τους τούρκους στρατιώτες. Την ίδια ώρα η γυναίκα του έκλαιγε σιωπηλά στο διπλανό δωμάτιο και είπε απλώς “δε θέλω να θυμάμαι εκείνες τις μέρες”. Ποιος θέλει να τις θυμάται, αλλά και ποιος μπορεί να τις ξεχάσει; Όσο την Κύπρο τη διαιρεί το συρματόπλεγμα δεν ξεχνιούνται όλα αυτά. Όσο ακόμα θάβουμε τα οστά αγνοουμένων ηρώων μας τίποτε δεν ξεχνιέται. Όσο ακόμα θρηνούμε πάνω από τους τάφους των παιδιών μας που τους έστειλαν σε μάχη εξαρχής χαμένη και προδομένη και όμως αυτά πολεμούσαν μέχρι την τελευταία στιγμή. «Οι υψηλόβαθμοι δεν πεθαίνουν», παραδέχεται ο αντιστράτηγος Μουζαφέρ Σεβέρ και έχει δίκαιο. Πεθαίνουν πρώτα εκείνοι που τους στέλνουν στην πρώτη γραμμή∙ οι απλοί στρατιώτες. Οι υψηλόβαθμοι δεν πεθαίνουν ποτέ και αυτό το ζήσαμε εκείνες τις μέρες στην Κύπρο που αυτοί που παρίσταναν τους πατριώτες στις 15 του Ιούλη έτρεξαν να κρυφτούν στις 20 του Ιούλη. Την ίδια ώρα φόρτωναν στα αυτοκίνητα τους υπόλοιπους, όσους είχαν σημαδεμένους για τα πολιτικά τους φρονήματα. Τους έστελναν άοπλους απλώς για να σκοτωθούν στην πρώτη γραμμή.

Το βιβλίο της Άννας έχει αξία γιατί είναι βιβλίο με χρήσιμες αναφορές. Βιβλίο που θα μπει και θα βγει από το ράφι πολλές φορές από κάποιον που μελετά την Ιστορία. Ο Σεβέρ ομολόγησε στην Άννα κάτι πρωτάκουστο «η απόβαση θα μπορούσε να αποτύχει αν υπήρχε η στοιχειώδης αντίσταση». Αν αυτό το συνδυάσει κάποιος με τη δήλωση του Χουντικού Μπονάνου ότι δεν ειδοποίησε το ΓΕΕΦ για την εισβολή γιατί «είχε ιεραρχήσει άλλα πράγματα να κάνει» τότε μπορεί να βγάλει πολλά συμπεράσματα για το μέγεθος της συνομωσίας και της προδοσίας. Εξίσου σημαντικής αξίας, που χρήζει περαιτέρω έρευνας, είναι και η αναφορά ότι η Τουρκία ήθελε να πάρει το αεροδρόμιο και άλλες περιοχές αλλά αντέδρασε η Βρετανία όπως και το ότι η δεύτερη εισβολή χρειάστηκε σύμφωνα με τις αναφορές των τούρκων στρατηγών γιατί δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν προγεφύρωμα Λευκωσίας – Κερύνειας. Όπως επίσης και η αναφορά ότι στις 16 Ιουλίου ανακοινώθηκε από τον αρχηγό των τουρκικών χερσαίων δυνάμεων στο διοικητή της δεύτερης τουρκικής στρατιάς, Σουάτ Ακτουλγκά ότι πρέπει να φύγει για την Κύπρο. Ακόμα μια απάντηση στο βλακώδες επιχείρημα που προβάλλουν αρκετοί εδώ στην Κύπρο ότι την Τουρκία την προσκάλεσε να εισβάλει στην Κύπρο ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος με την ομιλία του στον ΟΗΕ το βράδυ της 19ης Ιουλίου του 1974.

Προφάσεις εν αμαρτίαις μπορούν να κατασκευαστούν πολλές. Αλλά πέραν από την αλήθεια του καθενός υπάρχουν και τα γεγονότα, υπάρχουν και όσα διδάσκει η ιστορία. Εδώ στην Κύπρο γνωρίζαμε πολύ καλά ότι οι αμερικανονατοϊκοί δεν παραιτήθηκαν ποτέ από το στόχο της υποταγής της Κύπρου. Από το 1964 ο Άτσεσον δήλωνε κυνικά ότι «η καλύτερη λύση για το πρόβλημα της Κύπρου είναι η διχοτόμηση. Και σας λέγω πως αν είχα στη διάθεση μου τον έκτο στόλο θα μπορούσα να το λύσω ακόμα και αύριο». Αυτή θεωρούσαν ως την καλύτερη λύση όσοι διέταξαν το έγκλημα κατά της Κύπρου. Δυστυχώς αυτή θεωρούν σήμερα ως την καλύτερη λύση και ορισμένοι στην ελληνοκυπριακή κοινότητα, «τούτοι ποτζεί τζιαι εμείς ποδά». Αυτή είναι για πολλούς η πλέον πατριωτική θέση. Αυτή είναι η πλέον προδοτική θέση λέμε εμείς, γιατί ολοκληρώνει το ξεπούλημα της Κύπρου στην Τουρκία. Είναι και άλλοι που δεν τολμούν να το πουν ανοικτά, το σερβίρουν δια της πλαγίας οδού. Άλλοι μιλούν για ενιαίο κράτος, άλλοι για ανειρήνευτο αγώνα δίχως όμως να μας αποκαλύπτουν που θα οδηγήσει αυτός. Είχε πει κάποτε ο Δ. Χριστόφιας ότι ορισμένοι συμπεριφέρονται λες και είναι στα κράσπεδα της Άγκυρας, έτοιμοι να κάνουν τη μεγάλη έφοδο για την κατάληψη της. Του επιτέθηκαν οι πάντες λες και δεν έλεγε την αλήθεια. Πρέπει όλοι να το συνειδητοποιήσουμε. Από τα «δεσμεύομαι» και τα μεγάλα λόγια χόρτασε ο λαός μας. Αυτό που αναμένει από εμάς είναι την αλήθεια.

Είναι αλήθεια ότι το κύριο εμπόδιο στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού είναι η Τουρκική αδιαλλαξία. Είναι οι παράλογες θέσεις και απαιτήσεις της, που δεν λαμβάνουν υπόψιν τις ευαισθησίες και τις ανησυχίες της ελληνοκυπριακής πλευράς. Απέναντι σε αυτή τη στάση εμείς πώς πρέπει να λειτουργήσουμε; Τεντώνοντας το σχοινί ακόμα περισσότερο; Ποιος νομίζουμε ότι θα αντέξει στο τέλος; Απλώς θα διευκολύνουμε την Τουρκία να πετύχει τους στόχους μας. Λένε ορισμένοι ότι αφού δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με την Τουρκία εδώ και τόσα χρόνια σε λύση ομοσπονδίας να αναζητήσουμε μια άλλη λύση. Ποια είναι όμως αυτή η άλλη λύση που θα την αποδεχθεί η Τουρκία και πώς αυτή θα είναι υπέρ του λαού μας και όχι εναντίον του;

Άλλοι οδηγούν τη συζήτηση ακόμα μακρύτερα λέγοντας να διεκδικήσουμε λύση ενιαίου κράτος. Είναι άραγε δυνατόν σήμερα να γυρίσουμε το χρόνο πίσω; Να διεκδικήσουμε κάτι παρόμοιο ή καλύτερο από ότι είχαμε το ’60; Από τότε μέχρι σήμερα μεσολάβησε το πραξικόπημα, η τουρκική εισβολή και η συνεχιζόμενη κατοχή της πατρίδας μας. Ο λαός μας προδόθηκε από τη Χούντα, τον Γρίβα και την ΕΟΚΑ Β΄, που έστρωσαν χαλί στην Τουρκία για να εισβάλει στην Κύπρο. Η κατοχή διχάζει και σήμερα, βίαια τον τόπο και το λαό μας. Ο χρόνος κυλά σε βάρος μας. Ο λαός μας, ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι, απειλούνται από τη μόνιμη απειλή του πολέμου και του εποικισμού. Δίχως επανένωση του τόπου με δίκαιη, λειτουργική και βιώσιμη λύση κανένας μας δεν θα μπορεί να ελπίζει σε ασφαλές και ευημερές μέλλον.
Είναι γι΄αυτό που για το ΑΚΕΛ η λύση του κυπριακού είναι ο πρώτιστος και αμετάθετος μας στόχος. Θα συνεχίσουμε να υπηρετούμε αυτό το όραμα του κυπριακού λαού με πίστη, σθένος και συνέπεια. Δίχως βέβαια αυτό να σημαίνει ότι θα συμφωνήσουμε στην οποιαδήποτε λύση. Είναι γι΄αυτό που το ΑΚΕΛ δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο από τον οποιονδήποτε. Για εμάς λύση του Κυπριακού σημαίνει λύση που τερματίζει την κατοχή και τον εποικισμό. Που αποκαθιστά την κυριαρχία, την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την ενότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Που βασίζεται στα Ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Λύση που αποστρατιωτικοποιεί την Κύπρο και αποκλείει τα όποια εγγυητικά και επεμβατικά δικαιώματα στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας από ξένες δυνάμεις. Λύση που επανενώνει το έδαφος, το λαό, τους θεσμούς και την οικονομία στο πλαίσιο δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως αυτή περιγράφεται στα κείμενα των Ηνωμένων Εθνών. Μια λύση με τέτοια χαρακτηριστικά πρέπει να τεθεί ενώπιον του κυπριακού λαού, αφού πρώτα συμφωνηθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Ας σταθούμε λοιπόν αυτή τη φορά στο ύψος των περιστάσεων. Να παραμείνουμε προσηλωμένοι στο συμφωνημένο πλαίσιο και συνεπείς στο στόχο της απελευθέρωσης και επανένωσης. Να κλείσουμε μια για πάντα τις πληγές όσων μας οδήγησαν και όσων μας στοίχειωσαν το 1974. Να μείνουν όσα εξιστορούνται στο βιβλίο της Άννας Αντρέου αλλά και στις σελίδες εκατοντάδων άλλων βιβλίων που κατέγραψαν τη ματωμένη σύγχρονη κυπριακή ιστορία, ένα κεφάλαιο που θα το σφραγίσει μια για πάντα το μελάνι της λύσης και θα το κρατήσει κλειστό η μόνιμη ειρήνη, η ευημερία και η πρόοδος του λαού μας.»