Π.τ.Δ: «Ούτε μόνιμες παρεκκλίσεις, ουτε πλειοψηφίες περιουσιών και πληθυσμού»

Στις δημόσιες τοποθετήσεις  του τ/κ ηγέτη Μ.Ακιντζί απάντησε σήμερα ο πρόεδρος Αναστασιάδης  υποδεικνύοντας ότι «η λύση θα πρέπει να σέβεται τις ανησυχίες και των δύο κοινοτήτων και όχι της μίας. Η λύση δεν θα πρέπει να αφήνει νικητές και ηττημένους και οι μόνιμες παρεκκλίσεις όχι μόνο τους Ε/κ θα αδικούν, αλλά και τους Ευρωπαίους στο σύνολό τους,  είπε και πρόσθεσε:«Το γεγονός ότι οι δύο κοινότητες θα διοικούν η κάθε μια τη δική της πολιτεία δεν συνεπάγεται πλειοψηφίες περιουσιών και πληθυσμών, ξεκαθάρισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης παρακάθεται σε συνομιλίες για το Κυπριακό με τον ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας κ. Μουσταφά Ακιντζί, Λευκωσία 14 Σεπτεμβρίου 2015.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης παρακάθεται σε συνομιλίες για το Κυπριακό με τον ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας κ. Μουσταφά Ακιντζί, Λευκωσία 14 Σεπτεμβρίου 2015.

Μιλώντας σε εκδήλωση στο Πολιτιστικό Κέντρο Αστρομερίτη στο πλαίσιο της 35ης Αντικατοχικής Πορείας Μόρφου, που πραγματοποιήθηκε σήμερα, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης εξέφρασε την προσήλωση και αποφασιστικότητα της ε/κ πλευράς για την εξεύρεση λύσης του Κυπριακού, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν μπορεί να αναμένει κάποιος ότι θα δεχθούμε την όποια λύση.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρθηκε στην πολιτική της Αγκυρας και γενικότερα της οθωμανικής ιστορίας, να παγιώνει τετελεσμένα για να σημειώσει ότι ο χρόνος, δυστυχώς, αλλοιώνει τα ουσιαστικά συστατικά μιας δίκαιης λύσης. Δίκαιη, διευκρίνισε, δεν είναι η λύση βεβαίως της διζωνικής, αλλά τουλάχιστον αυτό το οποίο επιδιώκουμε –αφού η αδήριτη ανάγκη εκεί μας οδήγησε- είναι να δούμε να επανενώνεται η πατρίδα μας, να απαλάσσεται από τα κατοχικά στρατεύματα, να κατοχυρώνονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, να κατοχυρώνονται οι βασικές ελευθερίες που απολαύουν όλοι οι λοιποί των Ευρωπαίων πολιτών, έτσι ώστε η ελεύθερη διακίνηση, εγκατάσταση, το δικαίωμα περιουσίας να είναι κατοχυρωμένα σε όλους.

Εξήγησε στη συνέχεια ότι με βάση τη συμφωνία για μια λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, η κάθε μία των δύο κοινοτήτων θα διοικεί εκείνο το μέρος όπως έχει καθοριστεί. “Οι Ελληνοκύπριοι θα διοικούν το νότιο μέρος της πατρίδας μας, οι Τουρκοκύπριοι το βόρειο τμήμα της πατρίδας μας. Αυτός ήταν ένας οδυνηρός συμβιβασμός, ο οποίος συμφωνήθηκε το ‘77, επανελήφθη το ‘79, αλλά και την 8 η Ιουλίου του 2006, για να επαναβεβαιωθεί βεβαίως σε σωρεία ψηφισμάτων του ΟΗΕ και αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας”, είπε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης.

Συνεπώς, συνέχισε, “αυτό που θέλω να διαμηνύσω προς τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μου και προς όσους διαπραγματεύονται εκ μέρους τους είναι ότι εμείς παραμένουμε συνεπείς στις υποχρεώσεις που αναλάβαμε. Υποχρεώσεις, όμως, που διαλαμβάνουν, όπως είπα, ότι τη διοίκηση θα την έχουν οι Τουρκοκύπριοι στο βόρειο τμήμα, στη δική τους πολιτεία, και τη διοίκηση στη δική μας πολιτεία οι Ελληνοκύπριοι”.

Αυτό, όμως, ξεκαθάρισε, “δεν συνεπάγεται πλειοψηφίες πληθυσμού. Αυτό δεν συνεπάγεται πλειοψηφίες περιουσιών. Αυτό πρέπει να κατοχυρωθεί και θα κατοχυρωθεί. Υπάρχουν τα πολιτικά δικαιώματα που, είτε θέλουμε είτε όχι, θα πρέπει να ρυθμιστούν κατά τρόπο που να διασφαλίζουν οπωσδήποτε ότι ούτε η βούληση των Ελληνοκυπρίων θα μολυνθεί, ούτε εκείνη των Τουρκοκυπρίων, εις εκάστη των δύο πολιτειών. Αλλά, άλλο τούτο και άλλο η κατοχύρωση των τεσσάρων βασικών ελευθεριών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως τις έχω περιγράψει”.

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ξεκαθάρισε στη συνέχεια και το θέμα του κοινοτικού κεκτημένου. “Από την ώρα που στις 11 Φεβρουαρίου 2014 έχουμε συμφωνήσει ότι θα εφαρμοστεί το ευρωπαϊκό κεκτημένο καθ’ άπασα την επικράτεια της εν μετεξελίξει Κυπριακής Δημοκρατίας σε ομόσπονδο καθεστώς, δεν διανοούμαι ότι θα αρχίσουμε τις επιλογές ή τις επιλεκτικές αναφορές στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, διεκδικώντας για την Κύπρο, κατ’ εξαίρεση, παρεκκλίσεις από όσα ουδείς άλλος στην Ευρώπη αξίωσε ή διεκδικεί”, είπε.

Συνεπώς, τόνισε, “θέλω να καταστήσω σαφές ένα πράγμα, ότι θα παραμείνουμε προσηλωμένοι στον ειρηνικό διάλογο και την αποφασιστικότητα να εργαστούμε για λύση, αλλά όπως ελέχθη και από άλλους και το έχω διαμηνύσει κατ’ επανάληψη και προς τους συνομιλητές μου είτε στην Κύπρο είτε στο εξωτερικό, δεν μπορεί να αναμένει κάποιος ότι θα δεχθούμε την όποια λύση”.

Η λύση, συνέχισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, θα πρέπει να σέβεται τις ανησυχίες και των δύο κοινοτήτων, όχι της μιας και τόνισε ότι “η λύση δεν θα πρέπει να αφήνει νικητές και ηττημένους και οι μόνιμες παρεκκλίσεις όχι μόνο τους Ελληνοκύπριους θα αδικούν, αλλά και τους Ευρωπαίους στο σύνολο τους”.

Συνεπώς, ήταν η σαφής δήλωσή του, “δεν είναι δυνατόν να γίνουν δεκτές κάποιες αξιώσεις, οι οποίες υπερβαίνουν ανησυχίες, αλλά θέλουν να κατοχυρώσουν ή να δημιουργήσουν προοπτικές, ώστε η Τουρκία να υλοποιήσει τις δικές της επιθυμίες και πολιτικές”.

Επιτέλους, ανέφερε σε άλλο σημείο της ομιλίας του, θα πρέπει να γίνουμε αφέντες αυτής της πατρίδας, οι Κύπριοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, να ανατρέψουμε το παρελθόν, να διδαχθούμε από τα λάθη μας, δικές μας αμαρτίες και δικές τους, βεβαίως, διότι υπάρχει μια ιστορία που ξεκινά από το ‘60 και φτάνει στην τραγωδία του ‘74. “Διεπράχθησαν και από τις δύο κοινότητες λάθη, και από παρεμβάσεις τρίτων ακόμη χειρότερα λάθη”, είπε.

Αυτό που όμως προέχει αυτή την ώρα, τόνισε, δεν είναι να αναξέουμε πληγές για τα λάθη μας. “Αυτή την ώρα εκείνο που προέχει είναι να ενώσουμε δυνάμεις και, μαθαίνοντας από το παρελθόν, να διορθώσουμε τα λάθη μας. Αυτό είναι το καθήκον μας απέναντι σε όσους έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία, τη δημοκρατία, την αξιοπρέπεια αυτού του λαού. Αυτό είναι το καθήκον μας στις παρούσες, αλλά ιδιαίτερα στις μέλλουσες γενεές”.

Αν αφήσουμε τον χρόνο να παρέρχεται, τόνισε περαιτέρω, “από δειλία ή από ανησυχίες ή από αιτιάσεις για το ποιοι ευθύνονται για τα όσα βιώνουμε και για τα όσα μαρτυρούμε, τότε λυπούμαι να πω ότι στις επόμενες των πορειών θα ελαχιστοποιούνται εκείνοι που έλαβαν μέρος στην αρχή. Θα συνεχίσει η βεβήλωση των ιερών και των οσίων μας, θα συνεχίσει η τουρκοποίηση του βορρά και κάποια στιγμή, ενδεχόμενα, να μην υπάρχουν εκείνοι που θα γνωρίζουν ότι εκείνα τα εδάφη τα γνωρίζουν, ενδεχόμενα ιστορικά να τα μαθαίνουν, ότι υπήρξαν εστίες του Ελληνισμού”.

Ξεκαθάρισε στη συνέχεια ότι δεν επιθυμεί να υπερβάλλει σε συνθήματα, προκειμένου να ικανοποιήσει συναισθηματικά, αλλά ότι, “όπως απευθύνομαι με πραγματισμό προς εσάς, κατά τον ίδιο τρόπο, με πραγματισμό, απευθύνομαι και προς τους Τουρκοκύπριους. Διότι δεν είναι μόνο οι Ελληνοκύπριοι που υποφέρουν, είναι και οι ίδιοι που υποφέρουν και θα υποφέρουν ακόμα χειρότερα, εάν αφεθεί η κατάσταση να εξελίσσεται με την ψευδαίσθηση ότι τάχα ένα παράνομο καθεστώς μπορεί να αποδώσει εκείνα, τα οποία ο κάθε πολίτης της Ευρώπης δικαιούται”.

Η προσπάθεια να κατοχυρώσουμε το δικαίωμα του κάθε πρόσφυγα να επιλέξει την επιστροφή, βεβαίως, περιλαμβάνει και τις περιοχές που πρέπει μέσα από τις εδαφικές αναπροσαρμογές να υπάγονται στην ελληνοκυπριακή κοινότητα. Και όσο πιο σύντομα το συνειδητοποιήσουν και οι συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριοι, τόσο πιο εύκολα θα λυθούν πολλά των άλλων προβλημάτων. Μεταξύ, συνεπώς, εκείνων των περιοχών, δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνεται και η Μόρφου, διαμήνυσε ο Πρόεδρος.

Καταλήγοντας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έστειλε το  μήνυμα ότι «θα  εργαστώ άοκνα “μέχρι που να δω ότι η πατρίδα μας απαλλάσσεται από κατοχικά στρατεύματα, ότι η πατρίδα μας επανενώνεται, ότι η πατρίδα μας είναι μια χώρα σύγχρονη, ευρωπαϊκή που χωρά όλους μέσα, και Τουρκοκύπριους και Ελληνοκύπριους, που διασφαλίζει τις προοπτικές του μέλλοντος, της ειρήνης, της συνδημιουργίας, της προκοπής”.