Κ.Κληρίδης: «Υπέσκαπτε τον Γ.Εισαγγελέα ο Ρ.Ερωτοκρίτου»

Ο τρόπος, το ύφος και το περιεχόμενο της δημοσιογραφικής διάσκεψης του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα στις 14.4.2015 συνιστούν ανάρμοστη συμπεριφορά, επισημαίνει ο Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης σε γραπτή του δήλωση, την οποία ανέγνωσε σήμερα ενώπιον του Συμβουλίου του Ανωτάτου Δικαστηρίου.ÁÍÙÔÁÔÏ ÄÉÊÁÓÔÇÑÉÏ ÃÅÍÉÊÏÓ ÅÉÓÁÃÃÅËÅÁÓ Ê.ÊËÇÑÉÄÇÓ

Η σημερινή ακροαματική διαδικασία σε σχέση με την αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα για παύση του κ. Ερωτοκρίτου λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς άρχισε με το Συμβούλιο να απορρίπτει την προδικαστική ένσταση που ήγειραν χθες οι συνήγοροι υπεράσπισης του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα.

Ανακοινώνοντας την απόφαση του Συμβουλίου, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου του Ανωτάτου Μύρωνας Νικολάτος είπε ότι το Συμβούλιο δεν συμμερίζεται την εισήγηση της υπεράσπισης ότι η παράλληλη διεξαγωγή ποινικής και πειθαρχικής διαδικασίας εναντίον του κ. Ερωτοκρίτου θα αποβεί σε βάρος των δικαιωμάτων του και θα παραβιαστεί το δικαίωμά του για δίκαιη δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου.

Σημείωσε ότι η παράλληλη διεξαγωγή ποινικής και πειθαρχικής διαδικασίας είναι δυνατή από τη στιγμή που, όπως είπε, οι δύο διαδικασίες δεν επιδιώκουν την επίτευξη των ίδιων στόχων και σκοπών και δεν συνιστούν κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.

Ακολούθως, η κατηγορούσα αρχή κατέθεσε ως τεκμήρια τρία συνολικά DVDs με δηλώσεις τόσο του Γενικού Εισαγγελέα όσο και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα μαζί με το απομαγνητοφωνημένο περιεχόμενο τους.

Το πρώτο DVD αφορά στις δηλώσεις του κ. Κληρίδη στις οποίες προέβη στο πλαίσιο διάσκεψης Τύπου που παραχώρησε στις 14/4/15 15 παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα του πορίσματος του ποινικού ανακριτή Παναγιώτη Καλλή στην υπόθεση Ερωτοκρίτου και απαντώντας σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων.

Το δεύτερο DVD αφορά στις δηλώσεις του Ρ. Ερωτοκρίτου στη Διάσκεψη Τύπου που παραχώρησε την ίδια μέρα και μια περίπου ώρα μετά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του πορίσματος Καλλή από τον Γενικό Εισαγγελέα.

Το τρίτο DVD αφορά σε δηλώσεις του Ρίκκου Ερωτοκρίτου σε συγκεκριμένο τηλεοπτικό σταθμό στις 12/3/15 και από τις 14/4 μέχρι και τις 23/4.

Η πλευρά της υπεράσπισης του κ. Ερωτοκρίτου ήγειρε ένσταση μόνο ως προς το τρίτο DVD που κατατέθηκε, ζητώντας κάποιο χρόνο για να μελετήσει το περιεχόμενο των απομαγνητοφωνημένων δηλώσεων του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, με το Συμβούλιο να αποφασίζει τη δεκαπεντάλεπτη διακοπή της διαδικασίας.

Κατά την επανέναρξη της διαδικασίας, οι συνήγοροι υπεράσπισης του κ. Ερωτοκρίτου ανέφεραν ότι ορισμένες από τις δηλώσεις του κ. Ερωτοκρίτου στο επίμαχο DVD είναι ακριβείς και κάποιες άλλες ελλιπείς με αποτέλεσμα -και σε συνάρτηση με το σχόλιο του δημοσιογράφου στο ρεπορτάζ- να παρουσιάζεται μια διαστρεβλωμένη εικόνα. Οι συνήγοροι του κ. Ερωτοκρίτου επιφυλάχθηκαν να δώσουν διευκρινήσεις, εκεί και όπου χρειάζεται, μετά την προβολή του DVD, κάτι που έγινε αποδεκτό από το Συμβούλιο.

Στη συνέχεια προβλήθηκε το πρώτο και το δεύτερο DVD και ακολούθησε η ανάγνωση της γραπτής δήλωσης του Γενικού Εισαγγελέα από τον ίδιο τον Κώστα Κληρίδη, κατά την οποία ανέφερε τους λόγους που ο ίδιος θεωρεί την αίτηση του για παύση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα ως απόλυτα δικαιολογημένη και επιβαλλόμενη υπό τις περιστάσεις.

Ο κ. Κληρίδης αναφέρθηκε αρχικά στις ενέργειες στις οποίες προέβη και στο διορισμό ποινικού ανακριτή με αφορμή τα όσα ανέφερε το μέλος του ΔΣ της Κεντρικής Τράπεζας Στέλιος Κοιλιάρης σε σχέση με τον κ. Ερωτοκρίτου στη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών στις 12.3.2015 στην οποία ήταν και ο ίδιος παρών.

Ο κ. Κληρίδης είπε, μεταξύ άλλων, ότι μετά την ανακοίνωση των κύριων σημείων της Έκθεσης του ποινικού ανακριτή ο κ. Ερωτοκρίτου συγκάλεσε δημοσιογραφική διάσκεψη στην οποία δήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι υπήρξε θύμα συγκλινουσών μοχθηριών από το κοινωνικοοικονομικό κατεστημένο λόγω της δράσης του σε θέματα οικονομίας «και με κατηγόρησε δημοσίως, σε αντιπερισπασμό και χωρίς να παρουσιάσει οποιαδήποτε στοιχεία για δεκασμό, επειδή ανέστειλα, κατά τον ισχυρισμό του, ‘χωρίς να δώσω εξηγήσεις’ ποινική υπόθεση το 2013, δηλαδή 17 μήνες περίπου νωρίτερα, η οποία με οδηγίες του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα προωθήθηκε χωρίς τη γνώση μου και αντίθετα με προηγούμενη απόφαση του τέως Γενικού Εισαγγελέα Πέτρου Κληρίδη».

Ο κ. Κληρίδης είπε επίσης ότι κατά τη διάρκεια της δημοσιογραφικής του διάσκεψης ο κ. Ερωτοκρίτου “αποκάλυψε ευαίσθητες πληροφορίες της Νομικής Υπηρεσίας και της Αστυνομίας σε σχέση με ανακριτικό έργο και αποφάσεις που είχαν ληφθεί, προέβη σε αναληθείς αναφορές και αναληθείς ισχυρισμούς ως προς τα γεγονότα και ισχυρίστηκε αναληθώς ότι είναι ο μοναδικός που προσπάθησε να προωθήσει τις ποινικές διαδικασίες για τα θέματα οικονομίας, κατηγορώντας ένα κοινωνικοοικονομικό κατεστημένο, στο οποίο ενέταξε διάφορους και το οποίο τον εχθρεύεται για το λόγο αυτό».

Ο Γενικός Εισαγγελέας είπε επίσης ότι «με την εκτόξευση αόριστων καταγγελιών εναντίον μου εξίσωσε τον Γενικό Εισαγγελέα με τη δική του περίπτωση όπου είχε ήδη εκδοθεί Έκθεση Ποινικού ανακριτή, αποκαλύπτοντας διαφαινόμενη διάπραξη αδικημάτων και τα οποία δεν συνιστούσαν σε καμία περίπτωση δικές μου καταγγελίες, αλλά απλή ανάγνωση των κύριων σημείων και συμπερασμάτων του ποινικού ανακριτή.»

Περαιτέρω, πρόσθεσε, «αναληθώς ανέφερε ότι με ένα τηλεφώνημα εμπλεκόμενων δικηγόρων στην υπόθεση Providencia καταχώρησα αναστολή ποινικής δίωξης, ενώ γνώριζε καλά ότι αυτό δεν ανταποκρινόταν προς την αλήθεια, εφόσον προηγήθηκε συνάντηση με τον εμπλεκόμενο δικηγόρο και πλήρης μελέτη του φακέλου και αιτιολόγηση των οδηγιών μου για μη προώθηση ποινικών διώξεων ενόψει των πολύπλοκων διαφορών μεταξύ των εμπλεκομένων προσώπων και της ύπαρξης εκκρεμουσών δικαστικών διαδικασιών στα πολιτικά δικαστήρια για διαπίστωση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος στις εγειρόμενες διαφορές».

Είπε ότι «κατά τη δημοσιογραφική διάσκεψη ο κ. Ερωτοκρίτου επικαλέστηκε επανειλημμένα και έδειχνε, και τελικά έδωσε σε παρευρισκόμενους δημοσιογράφους αντίγραφο της έκθεσης της Αστυφύλακα Βαρβάρας Πόντου ημερ. 22 Νοεμβρίου 2013 αναφορικά με την υπόθεση Providencia. Θεωρώ και την ενέργεια αυτή ως ιδιαίτερα μεμπτή, εφόσον η συγκεκριμένη έκθεση συνιστούσε αποτέλεσμα ανακριτικού έργου που ετοιμάστηκε μετά από τις δικές του οδηγίες και απόρρητο έγγραφο και δεν μπορεί κατά συνέπεια να δίδεται στη δημοσιότητα με αυτό τον τρόπο”.

«Ο τρόπος, το ύφος και το περιεχόμενο της δημοσιογραφικής διάσκεψης συνιστούν ανάρμοστη συμπεριφορά εκ μέρους του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως. Το περιεχόμενο της δημοσιογραφικής διάσκεψης αυτό καθ’ εαυτό ξέφυγε παντελώς από τα επιτρεπόμενα πλαίσια ούτως ή άλλως και επεκτάθηκε σε εκτόξευση εντελώς αδικαιολόγητων, ανυπόστατων και αναληθών κατηγοριών τόσο εναντίον μου όσο και εναντίον άλλων προσώπων δια τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων και άλλων παραπτωμάτων», σημειώνει.

Έκδηλα, προσθέτει, «σε αντιπερισπασμό στη προηγηθείσα ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της έκθεσης του Ποινικού Ανακριτή, με τρόπο ο οποίος καταδεικνύει παντελή έλλειψη σεβασμού προς τη διαδικασία της ποινικής ανάκρισης την οποία ως Βοηθός Γενικός  Εισαγγελέας όφειλε να σεβαστεί. Υπέσκαψε ταυτόχρονα τον ίδιο τον Γενικό Εισαγγελέα και το θεσμό πέραν από το θεσμό του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως με τους ισχυρισμούς στους οποίους προέβη».

«Κατέληξε μπροστά στους φακούς της τηλεόρασης σε συμπεράσματα εμπλοκής σε διάπραξη αδικημάτων από σωρεία προσώπων, συμπεριλαμβανομένων και δικηγόρων, περιφρονώντας το τεκμήριο αθωότητας και τις θεμελιώδεις υποχρεώσεις ενός Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως. Και όλα αυτά δοσμένα μέσα από ανακρίβειες, με εντελώς ανάρμοστο και απαξιωτικό ύφος».

Ο κ. Κληρίδης σημειώνει στη δήλωση του ότι «οι καταγγελίες του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα εναντίον μου και άλλων προσώπων διερευνήθηκαν από την Αστυνομία και κρίθηκαν αβάσιμες πράγμα που επιβεβαιώθηκε ομόφωνα και από το σύνολο των Εισαγγελέων της Δημοκρατίας, οι οποίοι εξέτασαν την υπόθεση στις 15.5.2015».

Ανέφερε επίσης ότι «κατόπιν έρευνας που διεξήχθη από την Ελεγκτική Υπηρεσία διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι κ. Ανδρέας Κυπρίζογλου και Στέλλα Ευριπίδου, πρώην συνέταιροι του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως και νυν μέτοχοι του πρώην δικηγορικού του γραφείου, ζητούσαν αναστολή ποινικών διώξεων σε υποθέσεις οφειλών ΦΠΑ, με αιτήματα τα οποία απευθύνονταν προσωπικά προς τον ίδιο τον Βοηθό Γενικού Εισαγγελέως. Ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέως χειρίστηκε προσωπικά αυτές τις υποθέσεις παρά το γεγονός ότι γνώριζε πως ως θέμα αρχής ούτε εγώ ούτε και εκείνος θα χειριζόμαστε προσωπικά υποθέσεις στις οποίες ενδεχόμενα να είχαμε σύγκρουση συμφερόντων.

Η ακροαματική διαδικασία θα συνεχιστεί τη Δευτέρα, 22 Ιουνίου, στις 9.30 το πρωί.