Γερμανική εταιρεία κατηγορείται για πώληση κατασκοπευτικού λογισμικού στην Τουρκία

Η Εισαγγελία του Μονάχου απήγγειλε κατηγορίες για παράνομες εξαγωγές σε τέσσερις διευθυντές της εταιρείας spyware Finfisher, η οποία έχει στο μεταξύ χρεοκοπήσει, γράφει η εφημερίδα FAZ.

Οι διευθυντές φέρονται να πώλησαν το λογισμικό Trojan «FinSpy» στην τουρκική μυστική υπηρεσία MIT, παρακάμπτοντας με πρόθεση τους ελέγχους στις εξαγωγές που έχουν επιβληθεί από την ΕΕ. Πλέον το Πρωτοδικείο Μονάχου καλείται να εγκρίνει την άσκηση ποινικής δίωξης.

Σύμφωνα με την FAZ δεν κατέστη δυνατή η επικοινωνία με τη Finfisher, προκειμένου να της δοθεί η δυνατότητα να σχολιάσει τις εξελίξεις αυτές, καθώς η εταιρεία έχει πτωχεύσει και διέκοψε τη λειτουργία της την άνοιξη του 2022. Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Καταπολέμησης του Εγκλήματος (BKA) ήταν ένας από τους πελάτες της, αλλά δεν έχει ακόμα χρησιμοποιήσει το λογισμικό. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Όμιλος επιχειρήσεων πραγματοποιούσε το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεών του σε χώρες εκτός ΕΕ, για τις οποίες από τον Ιανουάριο του 2015 απαιτούνται άδειες εξαγωγής. Σύμφωνα με την Εισαγγελία, η Finfisher διεκπεραίωνε τις συναλλαγές της μέσω εικονικής εταιρείας στη Βουλγαρία.

Το τίμημα για την παράνομη πώληση στις τουρκικές Μυστικές Υπηρεσίες φέρεται να ήταν 5 εκ. ευρώ. Το λογισμικό «FinSpy» ήταν το σημαντικότερο προϊόν του Ομίλου. Σύμφωνα με την Εισαγγελία, το λογισμικό επιτρέπει τον πλήρη έλεγχο των παρακολουθούμενων κινητών τηλεφώνων και υπολογιστών.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η ΜΙΤ φέρεται να χρησιμοποίησε το λογισμικό για να κατασκοπεύει μέλη της αντιπολίτευσης. Το λογισμικό εγκαταστάθηκε σε ιστοσελίδα καμουφλαρισμένη ως πλατφόρμα κινητοποίησης υπέρ της τουρκικής αντιπολίτευσης και του υποψηφίου για την προεδρία Κεμάλ Κιλιντσάρογλου, αναφέρει η οργάνωση Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα.

Το «FinSpy» κατά τα φαινόμενα διευκόλυνε την παρακολούθηση μεγάλου αριθμού πολιτικών ακτιβιστών και δημοσιογράφων. Η MIT είναι σε θέση, χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα, να εντοπίσει τα πρόσωπα που την ενδιαφέρουν, να καταγράψει τις τηλεφωνικές τους συνομιλίες και τις συνομιλίες τους σε υπηρεσίες messenger και να διαβάσει όλα τα δεδομένα κινητών τηλεφώνων και υπολογιστών.

Τέσσερις ΜΚΟ ξεκίνησαν την έρευνα για την Finfisher τον Ιούλιο του 2019: Η Εταιρεία για τα Δικαιώματα της Ελευθερίας, οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα, το European Center for Constitutional and Human Rights και η ιστοσελίδα Netzpolitik.org. Κατέθεσαν επίσης τεχνική ανάλυση για το πώς το «FinSpy» εγκαταστάθηκε για κατέβασμα σε ψεύτικη ιστοσελίδα της τουρκικής αντιπολίτευσης το 2017. Οι οργανώσεις υπέβαλαν μηνυτήρια αναφορά εναντίον της Finfisher.

«Αυτή είναι η δεύτερη άμεση επιτυχία της μηνυτήριας αναφοράς μας», δήλωσε η Kάτια Γκλόγκερ, εκπρόσωπος του Διοικητικού Συμβουλίου των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα. «Οι παραβιάσεις της ελευθερίας του Τύπου συχνά συνοδεύονται από τη χρήση λογισμικού παρακολούθησης. Για τα θύματα το αποτέλεσμα είναι η σοβαρή καταπάτηση του δικαιώματός τους στην ιδιωτικότητα. Ειδικά σε αυταρχικά κράτη, αυτό μπορεί να έχει δραματικές συνέπειες για τους δημοσιογράφους και τις πηγές τους, για τους ακτιβιστές και τα μέλη της αντιπολίτευσης».