Η Επιστημονική Επιτροπή του Υπουργείου Υγείας θα εξετάσει την ένταξή ή όχι κολχικίνης στο θεραπευτικό πρωτόκολλο, σύμφωνα με ενημέρωση από το Υπουργείο Υγείας.
Με αφορμή τις σχετικές ανακοινώσεις που έγιναν στην Ελλάδα, αλλά και στον Καναδά προηγουμένως, αναφορικά στα πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα για την χορήγηση κολχικίνης σε ασθενείς με κορωνοϊο, το αρμόδιο Υπουργείο αναφέρει πως η Επιστημονική Επιτροπή αναμένεται ότι θα μελετήσει όλα τα επιστημονικά δεδομένα και τη βιβλιογραφία και θα εξετάσει την ένταξή της ή όχι της κολχικίνης στο θεραπευτικό πρωτόκολλο.
Η Ελλάδα εντάσσει την κολχικίνη στο θεραπευτικό πρωτόκολλο
Εξάλλου, όπως μετέδωσε νωρίτερα το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ), η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του Ελληνικού Υπουργείου Υγείας, αφού αξιολόγησε λεπτομερώς και επισταμένα τα πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα που ανακοινώθηκαν, αποφάσισε ομόφωνα να εντάξει την κολχικίνη στο θεραπευτικό πρωτόκολλο για την αντιμετώπιση της νόσου COVID-19.
Όπως αναφέρει στο δημοσίευμα του ΑΠΕ πρόκειται για ένα ασφαλές και δοκιμασμένο σε αρκετές παθήσεις φάρμακο, το οποίο μειώνει τη φλεγμονώδη αντίδραση του οργανισμού, όπως αναφέρει σε σημείωμα του το υπουργείο Υγείας.
Στην απόφαση αυτή συνετέλεσαν τα αποτελέσματα μεγάλης καναδικής μελέτης, για τη χορήγηση κολχικίνης σε ασθενείς με COVID-19, η οποία ανακοινώθηκε χθες και υποδεικνύει σημαντικό όφελος, καθώς παρατηρήθηκε μείωση κατά 44% της θνητότητας, 25% της νοσηλείας και 50% της ανάγκης διασωλήνωσης.
Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα, με τη μελέτη GRECO-19, ήταν πρωτοπόρα στη μελέτη της δράσης της κολχικίνης σε ασθενείς με COVID-19.
Υπό ποιες προϋποθέσεις θα χορηγείται στην Ελλάδα
Η κολχικίνη θα χορηγείται υπό τη μορφή χαπιού, μετά από ιατρική εκτίμηση και συνταγογράφηση και έπειτα από θετικό μοριακό τεστ.
Θεραπεία με κολχικίνη θα λαμβάνουν ασθενείς ηλικίας μεγαλύτερης των 60 ετών, ανεξαρτήτως εάν έχουν υποκείμενα νοσήματα και ασθενείς ηλικίας 18-60 ετών με τουλάχιστον ένα υποκείμενο νόσημα ή πυρετό μεγαλύτερο από 38οC.
Η κολχικίνη θα χορηγείται μόνο με ιατρική συνταγή και παρακολούθηση και απαγορεύεται η ταυτόχρονη χρήση ερυθρομυκίνης, κλαριθρομυκίνης, αζιθρομυκίνης, κυκλοσπορίνης και βεραπαμίλης.