Ομιλία Γ.Γ.ΑΚΕΛ σε συνάντηση του με τους πρέσβεις

Πραγματοποιήθηκε σήμερα η  καθιερωμένη ετήσια συνάντηση της ηγεσίας του ΑΚΕΛ με τους πρέσβεις χωρών που είναι διαπιστευμένοι στην Κύπρο.

Στην  ομιλία του ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ ανέφερε:

“Θέλω από μέρους της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ να σας καλωσορίσω σ’ αυτή την ετήσια συνάντηση μας που έχει καταστεί πλέον θεσμός. Θέλω να σας ευχαριστήσω που μας τιμάτε με την παρουσίας σας. Να σας υποσχεθώ ότι πάντοτε με ειλικρίνεια και σεβασμό θα αναπτύσσουμε τις θέσεις και απόψεις μας για όλα τα σημαντικά ζητήματα που απασχολούν την Κύπρο, την ευρύτερη περιοχή, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον κόσμο ολόκληρο.

Η συνάντηση και η ανταλλαγή απόψεων μαζί σας έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία για μας μέσα στις σημερινές συνθήκες. Τις κρίσιμες και επικίνδυνες συνθήκες- που διαμορφώνονται το τελευταίο διάστημα στην Κύπρο και γύρω από αυτή. Η ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, οι παράνομες γεωτρήσεις της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ, ο δρομολογούμενος εποικισμός της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου κατά παράβαση των Ψηφισμάτων του ΣΑ του ΟΗΕ και η στασιμότητα στο Κυπριακό έχουν δημιουργήσει ένα εξαιρετικά επικίνδυνο σκηνικό. Επιχειρώντας να αποκωδικοποιήσω αυτό το σκηνικό θα σταθώ σε τρείς πτυχές τις οποίες θεωρώ πολύ σημαντικές.

Πρώτο. Το Κυπριακό έχει πλέον διασυνδεθεί με τα ενεργειακά και άλλα σημαντικά ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου. Η ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου σε συνδυασμό με την αστάθεια που υπάρχει στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά έχουν διανοίξει τεράστιες προοπτικές για την περιοχή αλλά και τεράστιους κινδύνους. Στην Ανατολική Μεσόγειο εξελίσσεται ένας από τους κυριότερους ενεργειακούς ανταγωνισμούς της εποχής μας. Από την έκβαση του θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό και το παγκόσμιο ενεργειακό ισοζύγιο για τις επόμενες δεκαετίες. Στην προσπάθεια αξιοποίησης του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου χρειάζεται να λάβουμε υπόψη δύο σημαντικές πτυχές. Από τη μια, τα ιδιαίτερα σύνθετα τεχνικά χαρακτηριστικά της άντλησης και της μεταφοράς. Από την άλλη, το εύθραυστο περιφερειακό σκηνικό και τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη της περιοχής. Σκηνικό στο οποίο προκαλούνται τεράστιες συρράξεις που εγκυμονούν κινδύνους για την ευρύτερη περιοχή. Αξίζει να τονίσουμε ότι η σημαντικότητα της Ανατολικής Μεσογείου προσδιορίζεται και από το γεγονός ότι αποτελεί διαχρονικά κεντρικό κρίκο στο παγκόσμιο θαλάσσιο εμπόριο στη μεταφορά πετρελαίου. Επίσης στα παλιά ανοικτά προβλήματα της περιοχής –όπως το Μεσανατολικό, το Κυπριακό, το Κουρδικό- προστίθενται νέα, όπως ο πόλεμος στη Συρία και ο εμφύλιος στη Λιβύη. Πρόκειται για ζητήματα στα οποία υπάρχουν ξένες επεμβάσεις που δυσχεραίνουν την κατάσταση. Αυτά συνδέονται επίσης με τους γεωπολιτικούς και ενεργειακούς ανταγωνισμούς, οι οποίοι συνοδεύονται από δραστική και επικίνδυνη στρατιωτικοποίηση ολόκληρης της περιοχής.

Δεύτερο στοιχείο είναι η κλιμάκωση της Τουρκικής προκλητικότητας και επιθετικότητας της Τουρκίας σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δυστυχώς η Τουρκία στην προσπάθεια της να αποκτήσει ηγεμονικό ρόλο στην περιοχή επεκτείνει την επιθετικότητα της στη Συρία, τη Λιβύη αλλά και την Ελλάδα. Σ’ ότι αφορά την Κύπρο προχωρεί σε γεωτρήσεις στα χωρικά ύδατα και στην ΑΟΖ της, ακόμα και σε οριοθετημένα και αδειοδοτημένα τεμάχια. Παρενοχλεί επίσης αδειοδοτημένες εταιρείες να προχωρήσουν σε γεωτρήσεις. Δυστυχώς οι τουρκικές προκλητικές ενέργειες δεν συναντούν την απαιτούμενη αντίδραση της διεθνούς κοινότητας. Δυστυχώς αποδεικνύεται ότι οι Τριμερείς συνεργασίες της Κυπριακής Δημοκρατίας με γειτονικές χώρες και η εμπλοκή ξένων ενεργειακών κολοσσών δεν θωράκισαν την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τα μέτρα δε που λήφθηκαν από την ΕΕ σε βάρος της Τουρκίας δεν αντιστοιχούν στο μέγεθος της τουρκικής προκλητικότητας. Το χειρότερο δεν την αναχαιτίζουν ούτε μπορούν να την ωθήσουν σε κινήσεις συνεννόησης με την Κυπριακή Δημοκρατία. Το γεωπολιτικό μέγεθος της Τουρκίας που της επιτρέπει να διαπραγματεύεται με Ανατολή και Δύση ταυτόχρονα, η ιδιότητα της ως μέλους του ΝΑΤΟ, οι γιγαντιαίοι ευρωτουρκικοί εμπορικοί δεσμοί, το εκτεταμένο εμπόριο όπλων και οι τουρκικοί εκβιασμοί για το Προσφυγικό είναι ορισμένα στοιχεία που συνθέτουν το πλέγμα συμφερόντων της. Δυστυχώς αυτά είναι πολύ μεγαλύτερα από τα συμφέροντα που μπορεί να εξυπηρετήσει η Κύπρος. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σύγχρονος κόσμος λειτουργεί στη βάση συμφερόντων αυτή είναι μια παράμετρος που δεν μπορούμε να παραγνωρίζουμε. Ξεκαθαρίζω βέβαια ότι ως ΑΚΕΛ δεν πρόκειται ποτέ να υποταχθούμε στα συμφέροντα των οποιωνδήποτε. Την ίδια στιγμή όμως δεν μπορούμε ούτε και να αγνοούμε πως λειτουργεί ο σύγχρονος κόσμος. Είμαστε υποχρεωμένοι να τα λαμβάνουμε υπόψιν μας όταν διαμορφώνουμε την τακτική μας.

Τρίτο δεδομένο είναι η κατάσταση όπως διαμορφώθηκε στο Κυπριακό. Η κατοχή και η διαίρεση της Κύπρου και του λαού μας συμπληρώνει φέτος 46 σχεδόν ολόκληρα χρόνια. Η παρέλευση του χρόνου προκαλεί τετελεσμένα επί του εδάφους. Αλλοιώνει τη δημογραφική σύνθεση. Τα κατεχόμενα διαφοροποιούνται πολιτισμικά ενώ επιχειρείται διεύρυνση του πολιτικού και οικονομικού ελέγχου από την Τουρκία. Την ίδια στιγμή επιχειρείται να καλλιεργηθεί ο θρησκευτικός φανατισμός, με όλα τα αρνητικά συνεπακόλουθα που μπορεί να έχει. Το χειρότερο απ’ όλα είναι η παγίωση της διαίρεσης στη συνείδηση των ίδιων των Κυπρίων, η οποία τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από συζητήσεις για λύση δύο κρατών ή συνομοσπονδίας κάτι που θα είναι καταστροφικό αν καταστεί επίσημος στόχος της λύσης.

Πολύ αρνητικές είναι και οι εξελίξεις που τροχοδρομούνται για την Αμμόχωστο. Η Τουρκία με τη συνεργασία των κ.κ Τατάρ και Οζερσάι προωθούν τον εποικισμό της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου. Η Αμμόχωστος είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση. Πριν από το 1974 γνώρισε πολύ μεγάλη ανάπτυξη. Ήταν το εμπορικό και τουριστικό κέντρο και όχι μόνο, της Κύπρου. Τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής τον Αύγουστο του 1974, μετά από βομβαρδισμούς, οι 37 χιλιάδες Ελληνοκύπριοι κάτοικοι της Αμμοχώστου αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν. Ο κατοχικός στρατός λεηλάτησε και ακολούθως σφράγισε την περίκλειστη περιοχή, η οποία πριν το 1974 αποτελούσε το κέντρο της πόλης. Από τότε η πόλη ερημώθηκε. Έγινε «πόλη φάντασμα». Σύμφωνα όμως με τη Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου μεταξύ του Προέδρου Κυπριανού και του Τουρκοκύπριου ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς, τον Μάη του 1979, η επιστροφή της πόλης της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της δεν διασυνδέεται με τη συνολική λύση του Κυπριακού, αλλά θα έπρεπε να αποτελέσει προτεραιότητα. Αυτό επιβεβαιώθηκε από δύο Ψηφίσματα του ίδιου του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, το 550 του 1984 και το 789 του 1992. Το Συμβούλιο Ασφαλείας καταδίκασε επίσης κάθε απόπειρα εποικισμού της πόλης. Παρ’ όλα αυτά, όχι μόνο δεν επιστράφηκε η πόλη της Αμμοχώστου αλλά όλες οι προτάσεις που έγιναν στο παρελθόν από ελληνοκυπριακής πλευράς απορρίφθηκαν από την Τουρκία. Η Αμμόχωστος έχει ακόμα μια κρίσιμη ιδιαιτερότητα, αφού αποτελεί κομβικό ζήτημα της εδαφικής πτυχής του Κυπριακού Προβλήματος. Η επιστροφή της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση, στα πλαίσια των σημαντικών εδαφικών αναπροσαρμογών που πρέπει να προνοεί η λύση του Κυπριακού, ήταν κάτι που περιλαμβανόταν σε κάθε σχέδιο λύσης που συζητήθηκε μέχρι σήμερα. Αυτό συνιστά κόκκινη γραμμή για το σύνολο των Ελληνοκυπρίων. Λύση χωρίς επιστροφή της Αμμοχώστου κάτω από ελληνοκυπριακή διοίκηση δεν νοείται. Όλα αυτά εξηγούν γιατί είναι τόσο προκλητικές οι ενέργειες που δρομολογούνται από την Άγκυρα και τους κ.κ Τατάρ και Οζερσάι για άνοιγμα της πόλης υπό κατοχική διοίκηση. Αν προχωρήσει κάτι τέτοιο, θα σημαίνει οριστική ταφόπλακα στις προοπτικές λύσης του Κυπριακού με όλες τις αλυσιδωτές επιπτώσεις που θα έχει αυτό για την Κύπρο και ολόκληρη την περιοχή. Δεν μπορώ βέβαια να μην εκφράσω την ικανοποίηση μας γιατί αυτές οι ενέργειες συναντούν αντίδραση και από μεγάλη μερίδα των Τουρκοκυπρίων˙ από τον Τουρκοκύπριο ηγέτη κ. Ακιντζί, κόμματα της αντιπολίτευσης, συνδικαλιστικές οργανώσεις, κινήματα και ακτιβιστές. Το ΑΚΕΛ έχει ήδη προχωρήσει σε σειρά πρωτοβουλιών προς την κατεύθυνση Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και των ευρωπαϊκών θεσμών για να σωθεί η Αμμόχωστος από τον εποικισμό. Οι ενέργειες μας είναι συμπληρωματικές προς αυτές της Κυβέρνησης. Έκκληση μας και προς εσάς είναι να συμβάλετε ώστε να στηριχθεί από κράτη και διεθνείς οργανισμούς η προσπάθεια διάσωσης της Αμμοχώστου, προκειμένου να αποφευχθεί μια νέα παρανομία και για να κρατήσουμε ζωντανή την ελπίδα της επανένωσης της Κύπρου.

Όλα αυτά βέβαια είναι αποτέλεσμα της κατάστασης που δημιουργήθηκε μετά το ναυάγιο στο Κρανς Μοντανά και το παρατεταμένο διαπραγματευτικό κενό στο Κυπριακό.  Οι ενδείξεις για το μέλλον είναι πολύ ανησυχητικές. Η Τουρκία κλιμακώνει την επιθετικότητα της στην ΑΟΖ και την Αμμόχωστο. Η διεθνής κοινότητα δυστυχώς αντιδρά πολύ χλιαρά. Κάποιοι στη διεθνή κοινότητα προωθούν ρυθμίσεις που θα μετατρέπουν το ψευδοκράτος από παράνομο μόρφωμα σε μη αναγνωρίσιμη οντότητα. Την ίδια στιγμή η ανανέωση της θητείας της UNFICYP αντιμετωπίζει κάθε φορά δυσκολίες.

Πώς τοποθετούμαστε σε όλα αυτά και τι προτείνουμε για να ξεπεραστούν τα προβλήματα και να ανοίξει η προοπτική της λύσης; Πώς το λύνουμε με τρόπο που πρώτα από όλα υπηρετεί την Κύπρο και το λαό της; Πώς βρίσκουμε λύσεις που να  συμφέρουν και να υπηρετούν τους λαούς της γειτονιάς μας, την υπόθεση της ειρήνης και της συνεργασίας;

Θα επιχειρήσω όσο πιο σύντομα γίνεται να αναπτύξω τη θέση του Κόμματος μας τόσο στα ενεργειακά όσο και στο Κυπριακό.
Θέση μας είναι ότι η αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου μπορεί και πρέπει να προχωρήσει στη βάση συγκεκριμένων στόχων και παραμέτρων. Σε ότι αφορά στην Κύπρο, να λειτουργεί ως κίνητρο και μοχλός για τη λύση του Κυπριακού. Ευρύτερα, να αξιοποιείται προς όφελος των λαών με σχεδιασμό που να προσεγγίζει το φυσικό πλούτο κάθε χώρας ως ιδιοκτησία του λαού της. Να θεωρεί την ενέργεια ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό. Ο φυσικός πλούτος της περιοχής να καταστεί παράγοντας ειρήνης και περιφερειακής συνεργασίας, χωρίς αποκλεισμούς. Να μη μετατρέπεται σε παράγοντα έντασης και στρατιωτικοποίησης. Να βασίζεται στο σεβασμό του διεθνούς δικαίου, του δικαίου της θάλασσας και των απαράγραπτων κυριαρχικών δικαιωμάτων που προκύπτουν για κάθε κράτος. Ενδεχομένως, αυτά να ακούγονται για κάποιους ως ρομαντική συνθηματολογία. Εντούτοις, ως ΑΚΕΛ πιστεύουμε ότι είναι απολύτως πραγματοποιήσιμα αν οι κυβερνήσεις της περιοχής συνειδητοποιήσουν και ευθυγραμμιστούν με το πραγματικό συμφέρον των λαών τους. Αυτό ακριβώς προτείνουμε –ένα ρεαλιστικό και αμοιβαία επωφελή δρόμο- για το μέλλον της πατρίδας μας, της Κύπρου.

Η Τουρκία ως η κατοχική δύναμη είχε και έχει την πρώτη και κύρια ευθύνη για το γεγονός ότι το Κυπριακό είναι άλυτο. Επιπρόσθετα, οι ενέργειες της στην κυπριακή ΑΟΖ και συνολικά στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και στην Αμμόχωστο αντιβαίνουν στο διεθνές δίκαιο και στο δίκαιο της θάλασσας. Υπονομεύουν την ειρήνη και την ασφάλεια σε όλη την περιοχή. Επίσης δεν μπορούμε να αποδεχτούμε την πρόταση της τουρκικής πλευράς για συνδιαχείριση του φυσικού αερίου πριν από τη λύση του Κυπριακού. Κάτι τέτοιο θα λειτουργήσει ως αντικίνητρο. Όσον αφορά στις ανησυχίες που εκφράζονται από την τουρκοκυπριακή πλευρά ότι οι Ελληνοκύπριοι προχωρούν μονομερώς στην αξιοποίηση του φυσικού πλούτου, θα αναφέρω ότι τα έσοδα από το φυσικό αέριο δεν θα προκύψουν παρά μόνο μετά από αρκετά χρόνια. Όταν θα είμαστε σε θέση να το αξιοποιήσουμε και αφού προηγουμένως καλυφθούν τα έξοδα των εμπλεκόμενων ενεργειακών κολοσσών που ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια.
Για το σκοπό αυτό έχουμε αποφασίσει τη σύσταση ταμείου στο οποίο θα κατατίθενται τα έσοδα από το Φυσικό Αέριο. Κανένας δεν θα μπορεί να εκταμιεύει λεφτά από το Ταμείο πριν τη λύση του Κυπριακού.
Ούτε η πρόσφατη πρόταση της Τουρκίας για μορατόριουμ γεωτρήσεων μέχρι τη λύση του Κυπριακού μπορεί να γίνει αποδεκτή. Όχι μόνο γιατι δεν μπορεί να εξισωθεί η νόμιμη άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων με τις παράνομες γεωτρήσεις. Είναι πεποίθηση μας ότι αν δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, που θάναι προσηλωμένες σε σύντομη λύση, θα βρεθεί τρόπος να ξεπεραστούν αυτά τα προβλήματα.

Την ίδια ώρα, το ΑΚΕΛ δεν περιορίζεται να λέει μόνο τι απορρίπτει και καταδικάζει. Συνειδητά επιλέγουμε να τονίζουμε ότι υπάρχει και ένας άλλος δρόμος. Ο δρόμος που μπορεί να οδηγήσει σε αμοιβαία επωφελείς λύσεις βασισμένες σε αρχές. Ο δρόμος της ειρήνης και της συνεργασίας, που εγγυάται τα δικαιώματα όλων των Κυπρίων. Ο δρόμος που μπορεί να συμβάλει στη σταθερότητα και τη συνεργασία σε ολόκληρη την περιοχή. Αυτός ο δρόμος έχει -κατά την άποψη μας- ένα μεγάλο και κρίσιμο σταθμό: τη λύση του Κυπριακού. Αυτή απαντά στις νόμιμες ανησυχίες όλων, αφού θα περιλαμβάνει τη συμφωνία Χριστόφια-Ταλάτ στα ζητήματα των θαλάσσιων ζωνών, των φυσικών πόρων και της κατανομής των ομοσπονδιακών εσόδων.

Στη βάση αυτή η ΑΟΖ και οι φυσικοί πόροι θα συνιστούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα. Αυτό σημαίνει ότι το φυσικό αέριο ανήκει και στις δύο κοινότητες που θα το συνδιαχειρίζονται στην Κεντρική Κυβέρνηση. Αυτό καθησυχάζει τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων.

Η λύση καθησυχάζει  και τις έγνοιες των Ελληνοκυπρίων. Όλοι μας γνωρίζουμε ότι ο ασφαλέστερος τρόπος να αξιοποιηθεί το φυσικό αέριο είναι να λυθούν τα προβλήματα μας με την Τουρκία. Το γεγονός ότι στη βάση αυτής της σύγκλισης οι θαλάσσιες ζώνες, συμπεριλαμβανομένης της ΑΟΖ και οι φυσικοί πόροι, θα συνιστούν αρμοδιότητα του κεντρικού ομοσπονδιακού κράτους, επιβεβαιώνει τη μία κυριαρχία, την ενότητα και τη διεθνή προσωπικότητα της ενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας, κάτι που αποτελεί πάγια έγνοια της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Αν προσμετρηθεί επίσης ότι το φυσικό αέριο με βάση τη σχετική σύγκλιση θα συμπεριλαμβάνεται στα ομοσπονδιακά έσοδα, η κατανομή των οποίων έχει σχεδόν ήδη συμφωνηθεί, γίνεται ξεκάθαρο ότι πρόκειται για αμοιβαία επωφελή σύγκλιση, με κομβική σημασία για όσα τεκταίνονται.

Τέλος, η λύση του Κυπριακού στη συμφωνημένη βάση και πλαίσιο μπορεί να είναι επωφελής και για την Τουρκία. Γνωρίζουμε ότι η Τουρκία επιδιώκει να έχει θέση στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής. Αυτός ο ρόλος δεν μπορεί να αποκτηθεί με λογικές στρατιωτικής επιβολής και με το δίκαιο του ισχυρού, σε βάρος των συμφερόντων των γειτονικών κρατών. Η Τουρκία θα αποκτήσει αυτή τη θέση εφόσον σεβαστεί το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας, και εφόσον λύσει τις διαφορές της με τα γειτονικά της κράτη, συμπεριλαμβανομένου του προβλήματος της κατοχής και διαίρεσης της Κύπρου. Αν η Τουρκία συμβάλει σε λύση αρχών και σεβαστεί το διεθνές δίκαιο, οι σχέσεις μας θα εξομαλυνθούν. Το ΑΚΕΛ έχει πει ότι εφόσον η Τουρκία συναινέσει σε λύση του Κυπριακού στη συμφωνημένη βάση και πλαίσιο, θα στηρίζαμε τη διερεύνηση και συζήτηση με κριτήρια οικονομικής βιωσιμότητας, τις επιλογές που μπορεί να υπάρχουν τότε για αμοιβαία επωφελείς ενεργειακές συνεργασίες μαζί της. Αυτό δεν αποτελεί θέμα του Κυπριακού αλλά άποψη του ΑΚΕΛ -την οποία προτείναμε και στον Πρόεδρο Αναστασιάδη- είναι ότι αυτό θα έπρεπε να διακηρυχθεί πολιτικά από την πλευρά μας και προς την ίδια την Τουρκία.

Όσον αφορά το ζήτημα της οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου-Τουρκίας πρόκειται για ζήτημα που προφανώς μόνο μετά τη λύση του Κυπριακού μπορεί να συζητηθεί και δεν φαίνεται να μπορεί να είναι αντικείμενο των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό ή να επιλυθεί πριν τη λύση. Αυτό γιατί η Τουρκία δεν πρόκειται να δεχτεί ποτέ να συζητήσει με την Κυπριακή Δημοκρατία, πριν από τη λύση, αφού δεν την αναγνωρίζει. Δέσμευση ότι με τη λύση θα αρχίσει διάλογος για επίτευξη συμφωνίας στο θέμα της ΑΟΖ θα είναι πολύ βοηθητική για αίσια κατάληξη στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό. Σε κάθε περίπτωση όμως, η άποψη μας είναι ότι η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας είναι το εργαλείο που μπορεί να δώσει δίκαιες και σύννομες λύσεις στην όποια διαφορά και αμφισβήτηση. Η λύση του Κυπριακού, απαντά και σε ορισμένα τουλάχιστον από τα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου, γιατί θα επιτρέψει το διάλογο και την προοπτική της συνεργασίας όλων των χωρών της περιοχής χωρίς αποκλεισμούς.

Θέση του ΑΚΕΛ είναι ότι όλα αυτά δεν μπορούν να επιτευχθούν ούτε με την κλιμάκωση της έντασης, ούτε με τη στρατιωτικοποίηση, ούτε με αυταπάτες για συμμαχίες που θα ανατρέψουν τους συσχετισμούς και θα απομονώσουν τάχα την Τουρκία. Αντιθέτως, όλα αυτά μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσα από το διάλογο. Ο διάλογος και οι διαπραγματεύσεις είναι ο δρόμος που ορθά κατά την άποψη μας αποφάσισε ομόφωνα η πλευρά μας από το 1974 να ακολουθήσει στον αγώνα για τερματισμό της κατοχής και της διαίρεσης. Ο διάλογος και οι διαπραγματεύσεις είναι επίσης ο τρόπος που προβλέπει το δίκαιο της θάλασσας για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μεταξύ γειτονικών κρατών και εφόσον δεν υπάρχει κατάληξη, η προσφυγή σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο. Ο διάλογος και οι διαπραγματεύσεις είναι η διαδικασία που μας προτείνει και το σύνολο της διεθνούς κοινότητας. Δεν μιλούμε για διάλογο που σημαίνει συνθηκολόγηση ή υποχώρηση απέναντι σε παράνομες και παράλογες αξιώσεις της Τουρκίας. Αλλά διάλογο για να βρεθούν λύσεις αμοιβαία επωφελείς και σύμφωνες με το διεθνές δίκαιο. Εμείς λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας και κάτι άλλο: Γνωρίζουμε ότι κάθε είδους συγκρούσεις, αντιπαραθέσεις, ακόμα και αιματηρές διενέξεις, στο τέλος καταλήγουν σε ένα τραπέζι διαλόγου. Έχει λοιπόν τεράστια σημασία όταν θα έρθει εκείνη η στιγμή να μην έχουν προστεθεί νέα αρνητικά τετελεσμένα σε βάρος της πατρίδας μας.  Να μην έχει μεσολαβήσει μια κρίση, ένα επεισόδιο που θα είναι οδυνηρό για όλους αλλά σίγουρα περισσότερο για την πλευρά που δεν είναι η στρατιωτικά ισχυρή.

Για όλους αυτούς τους λόγους το ΑΚΕΛ επιμένει ότι αυτό που προέχει είναι η επανέναρξη των συνομιλιών στο Κυπριακό από το σημείο που διακόπηκαν στο Κραν Μοντανά, στη βάση της Κοινής Διακήρυξης του 2014, των συγκλίσεων που είχαν επιτευχθεί μέχρι και το Κραν Μοντανά και του Πλαισίου Γκουτέρες της 30ης Ιουνίου. Ως ΑΚΕΛ επιμέναμε ότι το άτυπο έγγραφο για την εφαρμογή της συμφωνίας θα πρεπε να ήταν επίσης μέρος της βάσης διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων.

Μπορεί πράγματι μέχρι τις εκλογές στα κατεχόμενα να μην μπορούν να προχωρήσουν τα πράγματα προς την επανέναρξη διαπραγματεύσεων, αλλά σύμφωνα με τις εκκλήσεις του ΓΓ του ΟΗΕ που επαναλήφθηκαν πρόσφατα, ο χρόνος που μεσολαβεί δεν είναι για χάσιμο. Αυτό το διάστημα απαιτείται να αξιοποιηθεί για να προετοιμαστούν οι διαπραγματεύσεις και για να βελτιωθεί η ατμόσφαιρα. Να αναληφθούν πρωτοβουλίες ώστε να παρουσιαστούν στους πολίτες τα πλεονεκτήματα της επανένωσης. Να αναλυθούν τα συμφωνηθέντα και οι πρόνοιες της επιδιωκόμενης λύσης. Αυτά ούτως ή άλλως έπρεπε να είχαν γίνει από καιρό. Στη δεδομένη φάση όμως είναι ακόμα πιο επιτακτικά προκειμένου να αναστρέψουμε το κλίμα και να εκφράσουμε την αποφασιστικότητα μας να προχωρήσουμε προς τη λύση. Η λύση δεν μπορεί παρά να προνοεί ότι η Τουρκία -τα στρατεύματα και οι εγγυήσεις της- θα φύγουν από το νησί μας και ελεύθεροι θα διαφεντεύουμε την πατρίδα μας. Δεν μπορεί να είναι άλλη από τη λύση, στη βάση διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας, με μία κυριαρχία, ιθαγένεια, διεθνή προσωπικότητα και με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων όπως καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ. Η λύση πρέπει να οδηγεί σε ενωμένο κράτος συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η λύση είναι η μόνη οδός ώστε Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να μπορούν να αισιοδοξούν για το μέλλον τους και το μέλλον των παιδιών τους.

Το δεύτερο σημείο στο οποίο επιμένει το ΑΚΕΛ είναι το περιεχόμενο των συνεργασιών στην περιοχή. Η ανάπτυξη των σχέσεων της Κύπρου με όλα τα κράτη της περιοχής, η περιφερειακή συνεργασία βασισμένη σε αρχές, σε αμοιβαία επωφελείς πρωτοβουλίες, στο σεβασμό της ειρήνης και του διεθνούς δικαίου είναι όχι μόνο καλοδεχούμενη, αλλά και επιβεβλημένη. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που η κυβέρνηση Δημήτρη Χριστόφια έθεσε τις βάσεις για αυτές τις συνεργασίες, οι οποίες βέβαια παρήγαγαν απτά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, το έργο που υλοποιείται σήμερα στα πλαίσια των συνεργασιών μας με τις χώρες της περιοχής είναι το EuroAsia Interconnector (η διασύνδεση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ μέσω της μακρύτερης υποθαλάσσιας ηλεκτρικής τροφοδοσίας στον κόσμο) έργο που εκπονήθηκε και προωθήθηκε από την κυβέρνηση Χριστόφια. Εκεί βέβαια που έχουμε διαφωνία είναι στη στρατιωτικοποίηση των ενεργειακών συνεργασιών και στην υποταγή της εξωτερικής πολιτικής της Κύπρου σε δόγματα που εντάσσουν την πατρίδα μας σε γεωπολιτικά στρατόπεδα και τόξα. Αυτή η γραμμή εμπλέκει την Κύπρο σε επικίνδυνους σχεδιασμούς για την περιοχή. Πλήττει τις σχέσεις μας με πολύτιμους και παραδοσιακούς μας φίλους. Εμείς διαφωνούμε με το δόγμα να καταστεί η Κύπρος «προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης» όχι γιατί θεωρούμε ότι πρέπει να ενταχθεί η Κύπρος σε άλλο γεωπολιτικό στρατόπεδο, αλλά γιατί δεν πρέπει να μπει σε κανένα. Δεν πρέπει να ενταχθεί σε καμιά λογική που θέλει το νησί μας πεδίο ασκήσεων ξένων στρατών ή ορμητήριο για επιδρομές. Η καλλιέργεια ιδεολογημάτων περί δημιουργίας ενός αντιτουρκικού τόξου με ισχυρούς «σύμμαχους» μπορεί να ηχεί ευχάριστα στα αυτιά κάποιων ακροατηρίων στο νησί. Η αλήθεια όμως είναι ότι κρύβει τεράστιους κινδύνους, νέο κύκλο ανασφάλειας και -όπως αποδεικνύεται πλέον- πολλές αυταπάτες. Η ανασφάλεια που δικαιολογημένα νιώθει ο κυπριακός λαός δεν θα λυθεί με περαιτέρω στρατιωτικοποίηση. Ασφάλεια μας είναι η ειρήνη. Για την Κύπρο και τους Κύπριους, ειρήνη σημαίνει πρώτα από όλα επανένωση του νησιού και του λαού της, απομάκρυνση όλων των ξένων στρατών και αποστρατιωτικοποίηση.

Σε μια περιοχή και σε μια εποχή ανταγωνισμών και έντασης, η ελεύθερη και επανενωμένη Κύπρος θα αναδυθεί ως η ζωντανή απόδειξη ότι δύο κοινότητες με διαφορετική γλώσσα, εθνότητα, θρησκεία και με μια οδυνηρή ιστορική κληρονομιά συμβιώνουν αρμονικά μέσα στην κοινή τους πατρίδα και συνδιαχειρίζονται το κοινό τους κράτος. Δύο κοινότητες που -ως ένας λαός, ως μια πατρίδα- θα προσθέσουμε τις δυνάμεις μας και θα πολλαπλασιάσουμε τη δυναμική και την προοπτική της χώρας μας.  Η Κύπρος, ένα από τα πιο στρατιωτικοποιημένα σημεία του πλανήτη, θα απαλλαγεί από στρατούς, ναρκοπέδια, εξοπλισμούς, συρματοπλέγματα και οδοφράγματα και θα γίνει  παράδειγμα ειρήνης και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό δεν είναι απλώς όραμα. Είναι άμεσος στρατηγικός στόχος. Που υπηρετεί την Κύπρο και το λαό της. Που υπηρετεί την ειρήνη και ανοίγει δρόμους συνεργασίας που σήμερα είναι αδιανόητοι.

Με αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να σας ευχαριστήσω ξανά για την παρουσία σας εδώ. Είμαι στη διάθεση σας για μια γόνιμη και εποικοδομητική συζήτηση. “