Το Ανώτατο ανέτρεψε πρωτόδικη απόφαση σε αγωγή για δυσφημιστικό δημοσίευμα της εφ.ΠΟΛΙΤΗΣ

Το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε, κατά πλειοψηφία, πρωτόδικη απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία είχε απορριφθεί αγωγή για δυσφημιστικό δημοσίευμα.imagew-3.aspx

Την αγωγή για δυσφήμιση και επιζήμια ψευδολογία είχε καταχωρήσει Διευθυντής εταιρείας που διαχειριζόταν κοσμηματοπωλείο, ο οποίος είχε συλληφθεί ως ύποπτος για διάρρηξη και κλοπή που είχε διαπραχθεί στο κοσμηματοπωλείο.

Το επίδικο δημοσίευμα στην εφημερίδα Πολίτης παρουσίαζε τον ύποπτο ως τον «εγκέφαλο της μεγάλης κομπίνας» αποδίδοντας του ως κίνητρο την αντιμετώπιση των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων της εταιρείας μέσω ασφαλιστικής κάλυψης, που όμως δεν διέθετε.

Τελικά, διαφάνηκε πως ο ύποπτος δεν είχε καμία ανάμειξη, με αποτέλεσμα να αφεθεί ελεύθερος, χωρίς να κατηγορηθεί για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος.

Η θέση του ενάγοντα ήταν ότι το επίδικο δημοσίευμα περιείχε υπονοούμενα, ήταν κακόβουλο και επιζήμιο με σκοπό να τον πλήξει  και συντάχθηκε ανεύθυνα και χωρίς διερεύνηση των γεγονότων.

Από την πλευρά της, η εφημερίδα αρνήθηκε τον ισχυρισμό ότι το κείμενο αποτελούσε δυσφήμιση ή επιζήμια ψευδολογία ή ότι αυτό ήταν κακόβουλο, επικαλούμενη τις υπερασπίσεις της αληθείας, του εντίμου και ευλόγου σχολίου, καθώς και του απόλυτου προνομίου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή, κρίνοντας ότι το επίδικο δημοσίευμα δεν ήταν δυσφημιστικό και πως «παρέμεινε αληθές, ή, κατ΄ ουσίαν αληθές και ακριβοδίκαιο».

Σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, η λέξη «εγκέφαλος» ευλόγως χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την υπό διερεύνηση συμμετοχή του εφεσείοντος στις κατ΄ ισχυρισμόν αδικοπραξίες, ενώ η ανακρίβεια περί ασφαλιστικής κάλυψης της εταιρείας θεωρήθηκε από το Δικαστήριο ως ήσσονος σημασίας.

«Πρόκειτο για ένα δημοσίευμα που δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αθέμιτα ‘υπερβολικό΄, δεν παρουσίαζε τον εφεσείοντα ως ένοχο, αλλά μόνο ως ύποπτο, οι δε αναφορές σε ‘εγκέφαλο’ δηλαδή σε ηθικό αυτουργό και σε οικονομικά προβλήματα της εταιρείας έχουσα ασφαλιστική κάλυψη ήταν δικαιολογημένες προερχόμενες από την αποκαλυφθείσα μαρτυρία», προστίθετο στην πρωτόδικη απόφαση.

Ο ενάγοντας καταχώρησε, στη συνέχεια, έφεση στο Ανώτατο κατά της απόφασης απόρριψης της αγωγής του, εκφράζοντας τη θέση ότι το επίδικο δημοσίευμα λανθασμένα κρίθηκε μη δυσφημιστικό και ότι η εντύπωση που θα δημιουργείτο στο μέσο λογικό άνθρωπο ήταν ότι ο ίδιος ήταν απατεώνας και ο ηθικός αυτουργός ποινικών αδικημάτων.

Η έφεση εκδικάστηκε από τριμελές Εφετείο απαρτιζόμενο από τους δικαστές Σ. Ναθαναήλ, Κ. Σταματίου και Α. Πούγιουρου.
Το εφετείο αποφάσισε κατά πλειοψηφία να αποδεχτεί την έφεση, ακυρώνοντας  την απορριπτική απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και επιδικάζοντας ως αποζημίωση το ποσό των €5.000.

Σύμφωνα με την απόφαση των δύο δικαστών που αποτελούσαν την πλειοψηφία (Σ. Ναθαναήλ και Α. Πούγιουρου), «λογικά συνάγεται ότι το δημοσίευμα δεν ήταν μια ακριβοδίκαιη μεταφορά των όσων είχαν διαμειφθεί κατά τη διαδικασία της προανάκρισης» και «το δημοσίευμα έθετε ως γεγονός ότι η εταιρεία είχε ασφαλιστική κάλυψη, πράγμα αναληθές, είναι δε φανερό[…] ότι δεν έγινε προσπάθεια διαπίστωσης του γεγονότος αυτού που παρουσιάστηκε ως τέτοιο στο δημοσίευμα».

«Το ζήτημα της αναφοράς της ασφαλιστικής κάλυψης δεν μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας όπως το πρόταξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεδομένου ότι εύλογα συναγόταν και συνάγεται από το δημοσίευμα ότι ο εφεσείων είχε συλλάβει την ιδέα της κλοπής ενεργώντας μάλιστα «ως ο εγκέφαλος της μεγάλης κομπίνας», για να αντιμετωπίσει τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που φαίνεται πως είχε η εταιρεία του απευθυνόμενος στην ασφαλιστική εταιρεία για να τον καλύψει», προστίθεται στην πλειοψηφική απόφαση του Εφετείου.

Σύμφωνα με την απόφαση, η χρήση των λέξεων «εγκέφαλος της μεγάλης κομπίνας», μαζί με το θεωρηθέν ως γεγονός της ύπαρξης ασφαλιστικής κάλυψης, αποδίδουν και μεταδίδουν στο μέσο λογικά σκεπτόμενο άτομο ότι ο εφεσείων είχε κίνητρο τη διάπραξη των αδικημάτων όχι ως αυτουργός, αλλά ως «ο εγκέφαλος κομπίνας» και μάλιστα «μεγάλης», επίθετο που επιτείνει το μέγεθος της εγκληματικής ανάμειξης του εφεσείοντα στην όλη υπόθεση, όπως αναφέρεται.

«Στο σύνολο του δημοσιεύματος δεν μπορεί να θεωρηθεί η αναφορά σε ασφαλιστική κάλυψη σε επουσιώδη ανακρίβεια, ούτε η αναφορά σε εγκέφαλο μεγάλης κομπίνας μπορεί να θεωρηθεί εύλογο υπό τις περιστάσεις σχόλιο», προστίθεται.

Οι δύο δικαστές δεν έκριναν ωστόσο ότι η εφημερίδα και ο αρθρογράφος της ενήργησαν με κακοβουλία η οποία προϋποθέτει κάτι περισσότερο από την ύπαρξη δυσφημιστικού κειμένου.

Σημειώνουν στην απόφαση τους ότι το ΕΔΑΔ έχει υποδείξει ότι η άσκηση του δικαιώματος έκφρασης συνοδεύεται και από καθήκοντα και υποχρεώσεις που καλύπτουν και τη δημοσιογραφική οικογένεια.

«Όσο φιλελεύθερη όμως και να είναι η σύγχρονη προσέγγιση προς το δικαίωμα και κατοχύρωση της ελευθεροτυπίας, άλλο τόσο πρέπει να είναι και η αυστηρότητα με την οποία τα Δικαστήρια κρίνουν την δυσφήμιση στην υπόληψη του ατόμου. Ο Τύπος μπορεί να σπιλώσει υπολήψεις και άτομα κατά τρόπο που δύσκολα εξαλείφεται η εντύπωση που δημιουργείται στο κοινό. Γι΄ αυτό και η απόδοση αποζημιώσεων πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον παράγοντα αυτό», αναφέρουν.

Η δικαστής του Ανωτάτου Κ. Σταματίου, η οποία διαφώνησε με την απόφαση της πλειοψηφίας,  δεν διαπίστωσε σφάλμα στην προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, εξηγώντας τους λόγους που η ίδια θα απέρριπτε την έφεση.

Σύμφωνα με την απόφαση μειοψηφίας της εν λόγω Δικαστού, ακόμα και σε περίπτωση που το επίδικο δημοσίευμα ήθελε κριθεί ως δυσφημιστικό, οι εφεσίβλητοι πέτυχαν να αποδείξουν, επί τη βάσει του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, την υπεράσπιση του απόλυτου προνομίου.
Σημειώνει ότι από τη μαρτυρία που τέθηκε στην προσωποκράτηση προκύπτει ότι ο «ιθύνων νους» ήταν ο εφεσείων για την κλοπή των ασημικών και χρυσαφικών.

«Κατά την άποψή μου και έχοντας υπόψη το σύνολο του δημοσιεύματος, η αναφορά σε ασφαλιστική κάλυψη καμία ουσιώδη βλάβη δε θα προσέθετε στον εφεσείοντα, ούτε θα διαφοροποιούσε την εικόνα που θα σχημάτιζε ο μέσος λογικός αναγνώστης στην απουσία τέτοιας αναφοράς», καταλήγει.