Ο εμπλουτισμός του πλαισίου λύσης πρέπει να ενισχύει την ιδέα του φυσιολογικού κράτους

Του Νίκου Κατσουρίδη

images-2 copyΗ αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη περι «χαλαρής» ή «αποκεντρωμένης ομοσπονδίας» πυροδότησε μεταξύ άλλων μια συζήτηση για την Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία για πολλοστή φορά.  Και ένα αστήρικτο παράπονο για την έλλειψη τάχα επιμόρφωσης στα θέματα ομοσπονδίας.  Αυτή η νέα επικέντρωση στο θέμα Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία με οδηγεί να θέσω τα εξής ερωτήματα: Τι είναι η Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία;  Ποιος είναι εκείνος που θα καθορίσει το περιεχόμενο της;  Με ποιο κριτήριο;  Πως αναγορεύονται διάφοροι ως ειδικοί επι του θέματος όταν δεν υπάρχει κανένα προηγούμενο παγκοσμίως;  Κατά συνέπεια το θέμα επικεντρώνεταιι, κατά τη γνώμη μου στο εξής τρίπτυχο:

1) Ανεξαρτήτως ονοματολογίας, η λύση πρέπει να οδηγεί σε πραγματική ομοσπονδία η οποία πέραν από τη μια και μόνη Κυριαρχία, Διεθνή Προσωπικότητα και Ιθαγένεια ,να διασφαλίζει ενότητα Κράτους, οικονομίας, θεσμών, εδάφους, εθνικού πλούτου και λαού.

2) Το κριτήριο αποδοχής ή απόρριψης της πολιτειακής δομής του Κράτους είναι η λειτουργικότητα και βιωσιμότητα του.

3) Η λειτουργικότητα και βιωσιμότητα του Κράτους, προϋποθέτει τη βιολογική ύπαρξη ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων και των άλλων νόμιμων κατοίκων της Κύπρου, καθώς επίσης και την ύπαρξη τους ως κοινοτήτων με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Αρα προαπαιτούμενο ο τερματισμός της κατοχής με την πλήρη απόσυρση των κατοχικών στρατευμάτων και τον τερματισμό των εγγυήσεων.  Μαζί με τις εγγυήσεις καταργείται κάθε είδους κηδεμονία και επικυριαρχία από οποιοδήποτε άλλο κράτος.

4) Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Δικοινοτικής, Διζωνικής Ομοσπονδίας, όπως προκύπτει από τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου και όσα ακολούθησαν και συμπεριλήφθηκαν σε αποφάσεις του ΟΗΕ και υιοθετήθηκαν στις συνομιλίες είναι  η δικοινοτικότητα και διζωνικότητα.  Δικοινοτικότητα σημαίνει αποτελεσματική συμμετοχή και των τουρκοκυπρίων στην εξουσία αλλά σε καμμιά περίπτωση δεν σημαίνει αριθμητική ισότητα, άρα διχοτόμηση της εξουσίας.  Όπως επίσης δεν μπορεί η αποτελεσματική συμμετοχή να υπερβαίνει την αρχή της λειτουργικότητας και βιωσιμότητας, πράγμα το οποίο θα οδηγούσε σε παραλυσία το κράτος και άπειρα δεινά.  Διζωνικότητα σημαίνει δύο γεωγραφικές περιοχές, έκαστη υπο την διοίκηση της μιας και της άλλης κοινότητας.  Σε καμμιά όμως περίπτωση δεν σημαίνει ύπαρξη δύο συνιστώντων οντοτήτων με τέτοιες εξουσίες που να μπορεί να οδηγήσουν σε κράτη εντός κράτους.

Όλα αυτά θα πρέπει να καταλήξουν σε ένα φυσιολογικό/κανονικό κράτος του οποίου τα κύρια χαρακτηριστικά απαντώνται σε όλα τα Κράτη του κόσμου. Είτε ενιαία, είτε ομόσπονδα.  Αυτά τα χαρακτηριστικά δεν μπορεί να απουσιάζουν από το Κυπριακό Κράτος.  Ένα Κράτος το οποίο θα πρέπει να σέβεται τον εαυτό του, τον λαό του και τις ιδιότητες του Κράτους μέλους του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.  Αυτές οι ιδιότητες συνεπάγονται εφαρμογή ορισμένων αρχών.  Πρώτα απ΄ όλα της Ανεξαρτησίας, Κυριαρχίας και Εδαφικής Ακεραιότητας.  Δεύτερο τον σεβασμό των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων όλων των κατοίκων του. Τρίτον της εφαρμογή της δημοκρατικότητας και της λειτουργίας Κράτους  Δικαίου. Τέταρτο, τη δημιουργία συνθηκών ειρηνικής ζωής, οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ανέλιξης κατά τρόπο ισότιμο και παγκύπριο.  Όλα αυτά ίσως και άλλα που ο χώρος δεν επιτρέπει να αναφέρουμε εξαντλητικά οδηγούν στην ανάγκη απουσίας επικίνδυνων διαιρετικών και διχοτομικών στοιχείων στην λύση.  Σ΄ αυτό τον τόπο ο οποίος υπάρχει και επιβιώνει για 10.000 χρόνια είτε θα σμίξουμε και θα συνυπάρξουμε, οπόταν και θα ορθοποδήσουμε και ευημερήσουμε, είτε θα ζήσουμε ως σύγχρονοι δούλοι αν δεν χαθούμε.

Απ΄ όλα τα πιο πάνω αβίαστα προκύπτει ότι στην παρούσα φάση του κυπριακού οφείλουμε να ενεργήσουμε αποφασιστικά προς την κατεύθυνση της επανέναρξης των συνομιλιών πάνω σε ξεκάθαρη βάση.  Βάση η οποία  να δημιουργεί προϋποθέσεις και εχέγγυα για να προκύψει το φυσιολογικό κράτος.  Κατά συνέπεια είναι άκρως απαραίτητο αυτή η βάση, τα ονομαζόμενα τώρα από τον Γ.Γ. του ΟΗΕ ως σημεία αναφοράς, δεν επιτρέπεται να ανατρέπουν αυτήν την προοπτική.  Δηλαδή την προοπτική του φυσιολογικού κράτους.  Ο εμπλουτισμός του πλαισίου λύσης και της βάσης των συνομιλιών πρέπει να οδηγεί στην ενίσχυση εκείνων των στοιχείων του κυπριακού τα οποία θα προκαλέσουν την πλήρη εφαρμογή των αποφάσεων του ίδιου του Οργανισμού. Είναι αδιανόητο οι «νέες ιδέες» να οδηγούν σε μερική ή πλήρη κατάργηση της ουσίας των περι Κύπρου αποφάσεων του ΟΗΕ αλλά και της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και των αρχών και αξιών τους.  Γι΄ αυτό τον λόγο είναι απαράδεκτο είτε ελληνοκύπριοι, είτε θεσμοί, είτε λειτουργοί του ΟΗΕ, πολύ περισσότερο η γραμματεία του Οργανισμού, να απαλλάσσουν τον κύριο ένοχο της Κυπριακής τραγωδίας των ευθυνών του και να του αναγνωρίζουν ρόλο και λόγο μετά την λύση του Κυπριακού.