Ένας 75χρονος, ο οποίος νοσηλευόταν σε κρίσιμη κατάσταση, φέροντας σοβαρά τραύματα, μετά την τρομοκρατική επίθεση στη γέφυρα του Γουέστμινστερ, στο Λονδίνο, κατέληξε, σύμφωνα με τη Μητροπολιτική Αστυνομία. Λίγο νωρίτερα είχε ανακοινωθεί πως επτά τραυματίες ήταν σε κρίσιμη κατάσταση.
‘Ερευνες σε πέντε διευθύνσεις στο ανατολικό Λονδίνο, στο Μπέρμιγχαμ και στην Ουαλία πραγματοποιούσαν μέχρι αργά την Πέμπτη οι βρετανικές αστυνομικές αρχές, σε σχέση με την τρομοκρατική επίθεση της Τετάρτης.
Κατά τις επιχειρήσεις της νύχτας της Τετάρτης πραγματοποιήθηκαν επτά συλλήψεις σε Λονδίνο και Μπέρμιγχαμ, τριών γυναικών και τεσσάρων ανδρών ηλικιών από 21 έως 39 ετών.
Το πρωί της Πέμπτης πραγματοποιήθηκε και όγδοη σύλληψη, ενός 58χρονου άνδρα, στο Μπέρμιγχαμ.
Έρευνες πραγματοποιήθηκαν και ολοκληρώθηκαν χωρίς συλλήψεις στο Μπράιτον και στο νοτιοανατολικό Λονδίνο.
Η Πρωθυπουργός Τερέζα Μέι επισκέφθηκε για 40 λεπτά νοσηλευόμενους τραυματίες σε ένα από τα πέντε νοσοκομεία που τους περιθάλπουν, χωρίς να ανακοινωθεί σε ποιο ακριβώς.
Εν τω μεταξύ, αργά την Πέμπτη η αστυνομία πραγματοποίησε ελεγχόμενη έκρηξη σε ύποπτο αντικείμενο κοντά στο Foreign Office και την Ντάουνιγκ Στριτ, περίπου 400 μέτρα από το κοινοβούλιο. Τελικά το αντικείμενο αποδείχθηκε ότι δεν αποτελούσε απειλή ασφαλείας.
Με το όνομα Έιντριαν Ελμς φέρεται να γεννήθηκε ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1964 ο δράστης της τρομοκρατικής επίθεσης του Λονδίνου, τον οποίο η αστυνομία κατονόμασε ως Χαλίντ Μασούντ.
Σύμφωνα με βρετανικές εφημερίδες, ο Ελμς γεννήθηκε από ανύπαντρη μητέρα και μεγάλωσε μαζί της στην παραθαλάσσια πόλη της νότιας Αγγλίας Ράι, μέχρι που και οι δυο τους μετακόμισαν στο σπίτι του άντρα που αργότερα παντρεύτηκε η μητέρα του.
Ο Ελμς ή Μασούντ φέρεται να έχει χρησιμοποιήσει κατά καιρούς διάφορα επώνυμα (Ατζάο και Τσάουντρι, μεταξύ άλλων) και να έχει αλλάξει πολλές διευθύνσεις.
Πιστεύεται ότι έχει παντρευτεί δύο φορές έχοντας αποκτήσει συνολικά τρία παιδιά, το μεγαλύτερο ηλικίας 15 ετών σήμερα.
Ασπάστηκε το Ισλάμ και φέρεται να ριζοσπαστικοποιήθηκε στη φυλακή, όπου οδηγήθηκε τουλάχιστον δύο φορές. Στην τελευταία καταδίκη του, το Δεκέμβριο του 2013, κατηγορείτο για επίθεση με μαχαίρι και τραυματισμό ενός ατόμου στο πρόσωπο.
Η τελευταία κατοικία του πιστεύεται ότι ήταν στην περιοχή του Μπέρμιγχαμ, αφού έζησε για κάποια χρόνια στο Λούτον, γνωστό για τη δράση ριζοσπαστικών ισλαμιστών.
Πρώην γείτονές του στο Λούτον είπαν ότι τον χαρακτήριζαν ως «βρυκόλακα», καθώς συνήθιζε να περιφέρεται στην περιοχή αργά τη νύχτα φορώντας σκούρα ρούχα και μαύρο σκούφο.
Όπως έχει αναφερθεί, ήταν τακτικός επισκέπτης σε τέμενος του Λέιτον στο ανατολικό Λονδίνο, όπου οι υπεύθυνοι και οι πιστοί δηλώνουν έκπληξη για την παρουσία ενός εξτρεμιστή ανάμεσά τους.
Ο Μασούντ δήλωνε δάσκαλος αγγλικών, αλλά δεν φαίνεται να είχε εργαστεί ποτέ σε δημόσιο αγγλικό σχολείο. Περιγράφεται ως φανατικός του bodybuilding.
Η Υπουργός Εσωτερικών Άμπερ Ραντ απέρριψε την κατηγορία ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας απέτυχαν στο έργο τους από τη στιγμή που παραδέχονται ότι δεν είχαν τον Μασούντ στη λίστα των δυνητικά επικίνδυνων εξτρεμιστών, αν και τον είχαν επισημάνει ως αναμεμιγμένο σε «εξτρεμιστική βία». Οι καταδίκες του πάντως ήταν για αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου: πρόκληση σοβαρών σωματικών βλαβών, οπλοκατοχή και διατάραξη της κοινής τάξης.