Οι δανειολήπτες να ελέγχουν αν το βασικό επιτόκιο του δανείου τους εφαρμόζεται σωστά από την τράπεζα

Ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος Παύλος Ιωάννου, στο πλαίσιο imagesτων ευρημάτων του μετά από την υποβολή παραπόνων, προτρέπει τους δανειολήπτες να ελέγξουν τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται το βασικό επιτόκιο του δανείου τους από το πιστωτικό ίδρυμα που τους το παραχώρησε.

Από την εξέταση παραπόνων, αναφέρει σε ενημερωτικό σημείωμα που δίνει στη δημοσιότητα ο κ. Ιωάννου προς διευκόλυνση των δανειοληπτών, «προκύπτει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, παρά το γεγονός ότι το βασικό επιτόκιο καθορίστηκε στη σύμβαση να είναι συγκεκριμένο επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο υπολογισμός του Συνολικού Κυμαινόμενου Επιτοκίου (ΣΚΕ) πραγματοποιήθηκε αυθαιρέτως με χρήση άλλου βασικού επιτοκίου».

Αυτό, προσθέτει, «συνιστά, προφανώς, παραβίαση των όρων της σύμβασης. Είναι κατά συνέπεια παράνομη ενέργεια με, ενίοτε, πολύ επιβαρυντικές συνέπειες για τους δανειολήπτες».

Όταν το συμβατικό βασικό επιτόκιο καθορίζεται ρητώς να είναι δείκτης επιτοκίου με διακύμανση εκτός του ελέγχου του Αδειοδοτημένου Πιστωτικού Ιδρύματος (ΑΠΙ), όπως π.χ. επιτόκα Ε.Κ.Τ., libor, euribor, κλπ, διευκρινίζει, το ίδρυμα δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί βασικό επιτόκιο άλλο από το δείκτη ο οποίος καθορίσθηκε στη σύμβαση.

«Η αριθμητική τιμή του εν λόγω βασικού επιτοκίου δεν διαμορφώνεται από το ΑΠΙ», συμπληρώνει.

Ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι «σε σύσκεψη με συμμετοχή της ηγεσίας του εμπλεκόμενου ΑΠΙ και τεχνοκρατών του και του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου και στελεχών του Γραφείου του, το ΑΠΙ προέβη σε δήλωση πολιτικής επί του θέματος».

Η εν λόγω πολιτική διαλαμβάνει μεταξύ άλλων τα εξής:

«α. Το ΑΠΙ αποδέχεται την ορθότητα της απόφασης του Επιτρόπου επί του ζητήματος στο παρόν σημείωμα και αναγνωρίζει ότι το πρόβλημα προέκυψε από λάθος.

β. Το ΑΠΙ αποδέχεται την επανόρθωση σε κάθε περίπτωση του συγκεκριμένου λάθους.

γ. Προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή των ανωτέρω, κάθε ενδιαφερόμενος δανειολήπτης του οποίου η δανειακή συμφωνία εμπεριέχει τον όρο που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος σημειώματος θα πρέπει να υποβάλει παράπονο στον Επίτροπο ακολουθώντας τις νόμιμες διαδικασίες του Γραφείου του. Αφού ο Επίτροπος αποφανθεί σχετικά, το ΑΠΙ θα αναλαμβάνει την επανόρθωση του λάθους».

«Καλώ όλους τους ενδιαφερόμενους δανειολήπτες να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους, προχωρώντας άμεσα σε αξιοποίηση της πιο πάνω δήλωσης πολιτικής του εμπλεκόμενου ΑΠΙ, διεκδικώντας επανόρθωση τυχόν λάθους στην εφαρμογή της πρόνοιας στις δανειακές τους συμβάσεις, όπου το Βασικό Επιτόκιο καθορίστηκε όπως στην παράγραφο 5 του παρόντος», αναφέρει ο κ. Ιωάννου.

Ο όρος που εμπεριέχεται στις δανειακές συμβάσεις
—————————–

Πρόκειται για τον πιο κάτω όρο:

«3. Το παραπάνω δάνειο θα χρεώνεται:[1],

α) Με ετήσιο κυμαινόμενο επιτόκιο που από τώρα και στο εξής θα αναφέρεται «το Συνολικό Επιτόκιο», το οποίο θα αποτελείται από το Βασικό Επιτόκιο [του ΑΠΙ] και το οποίο θα καθορίζεται από [το ΑΠΙ] από καιρού εις καιρό από το οποίο από τώρα και στο εξής θα αναφέρεται ως «το Βασικό Επιτόκιο» και την προσαύξηση, η οποία επίσης θα καθορίζεται από [το ΑΠΙ] και η οποία από τώρα και στο εξής θα αναφέρεται ως «το Περιθώριο».
Ως Βασικό Επιτόκιο [του ΑΠΙ] ορίζεται το ελάχιστο επιτόκιο προσφοράς των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης της Ε.Κ.Τ. που σήμερα είναι 4,00% ετησίως.

Με βάση τα πιο πάνω ο τόκος ανέρχεται σήμερα σε:

Βασικό επιτόκιο: 4,00% (ΤΕΣΣΕΡΑ τοις εκατό το χρόνο)
Προσαύξηση: 1,50% (ΕΝΑ ΚΑΙ ΠΕΝΗΝΤΑ τοις εκατό το χρόνο)
Σύνολο: 5,50% (ΠΕΝΤΕ ΚΑΙ ΠΕΝΗΝΤΑ τοις εκατό το χρόνο)[2]»

Σύμφωνα με τον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο δυστυχώς «περιλαμβάνεται σε πολλές δανειακές συμβάσεις που συνομολόγησε το εν λόγω ΑΠΙ με δανειολήπτες».

Τυγχάνει δε, προσθέτει, «από το ΑΠΙ της ίδιας εσφαλμένης διαχείρισης, όπως στην περίπτωση του εξετασθέντος παραπόνου, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται παράνομα και αντισυμβατικά οι δανειολήπτες».

Η νόμιμη διαδικασία υποβολής παραπόνου
—————————–

Υπενθυμίζεται ότι, για τη νόμιμη διαδικασία υποβολής παραπόνου στο Γραφείο του Επιτρόπου, πρέπει το παράπονο να υποβάλλεται από καταναλωτή, ο οποίος να έχει προηγουμένως υποβάλει γραπτώς το παράπονό του προς το ΑΠΙ κατά του οποίου στρέφεται το παράπονο, εντός προθεσμίας δεκαπέντε μηνών από την ημερομηνία που έλαβε γνώση ή που λογικά θα έπρεπε να είχε λάβει γνώση της επιβλαβούς, κατά την άποψή του, πράξης ή παράλειψης του ΑΠΙ ή του γεγονότος ότι είχε έρεισμα για υποβολή παραπόνου.

Πρέπει επίσης ο καταναλωτής να έχει λάβει απάντηση από το ΑΠΙ επί του παραπόνου του, η οποία να μην τον ικανοποιεί, εντός καθορισμένης προθεσμίας τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του παραπόνου ή να μην έχει λάβει απάντηση από το ΑΠΙ μετά την πάροδο της προθεσμίας.

Το παράπονο πρέπει να υποβάλλεται στον Επίτροπο εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της απάντησης του ΑΠΙ ή της λήξης της προθεσμίας κατά την οποία το ΑΠΙ όφειλε να απαντήσει στον καταναλωτή.

(ΚΥΠΕ/ΗΦ/ΜΜ)