Εφυγε ο μεγάλος ζεν πρεμιέρ του κινηματογράφου Α.Μπάρκουλης

mparkoulis_3mparkoulisΜετά από μεγάλη μάχη που έδωσε, τελικά δεν τα κατάφερε. Ο Ανδρέας Μπάρκουλης άφησε την τελευταία του πνοή στις 13:20 σε ηλικία 80 ετών στο νοσοκομείο “Αγία Όλγα” όπου και νοσηλευόταν.
Ο μεγάλος ηθοποιός νοσηλευόταν με σοβαρή λοίμωξη του αναπνευστικού και καρδιακή ανεπάρκεια. Η σύζυγος του, Μαίρη Μπάρκουλη, αλλά και ο γιος του Νίκος δεν είχαν φύγει λεπτό από το πλευρό του.
Ηθοποιός του κινηματογράφου, του θεάτρου και της τηλεόρασης. Υπήρξε ένας από τους εμβληματικούς ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου και η φωτογραφία του υπήρχε σε κάθε κοριτσίστικη σχολική τσάντα, σε κάθε κοριτσίστικο δωμάτιο τη δεκαετία του ’60. Εξ ου και το θρυλικό σλόγκαν «Κορίτσια ο Μπάρκουλης!».Ο Ανδρέας Μπάρκουλης γεννήθηκε στον Πειραιά στις 4 Αυγούστου 1936. Από τα εφηβικά του χρόνια συμμετείχε σε διάφορες παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας με το θίασο των Σπύρου Μουσούρη – Κρινιώς Παπά, παράλληλα με τις θεατρικές σπουδές του στη Σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη.
Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο έγινε το 1956 με τον «Κορυδαλλό» του Ζαν Ανούιγ και στον κινηματογράφο ένα χρόνο αργότερα στην ταινία του Κώστα Ανδρίτσου «Μαρία η Πενταγιώτισσα», δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Το θελκτικό παρουσιαστικό του, η ευγενική φυσιογνωμία και η φυσική του γοητεία, γρήγορα τον καθιέρωσαν ως τον πιο δημοφιλή πρωταγωνιστή του ελληνικού κινηματογράφου της εποχής εκείνης.

Έπαιξε σε περισσότερες από εκατό ταινίες, ερμηνεύοντας σπουδαίους ρόλους σε δραματικές ταινίες, όπως «Κοινωνία ώρα Μηδέν» (1966) , «Κοντσέρτο για πολυβόλα» (1967), «Όλγα Αγάπη μου» (1968), αλλά και κωμωδίες, όπως « Ο Μιμίκος και η Μαίρη (1958), «Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα» (1958), «Διακοπές στην Αίγινα» (1958), «Η Μουσίτσα»(1959), «Μην είδατε τον Παναή» (1962), «Το Δόλωμα» (1964), «Τζένη Τζένη» (1965), «Ησαΐα μη Χορεύεις» (1969), «Μια τρελή τρελή σαραντάρα» (1970) και η «Θεία μου η χίπισσα» (1970).

Εξαιρετική ήταν και η πορεία του στο θέατρο μέχρι το 1973, όταν μία υπόθεση με ναρκωτικά τον έφερε αντιμέτωπο με τη δικαιοσύνη. Προφυλακίστηκε, αλλά αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση και το 1974 έφυγε στην Αμερική.
Γράφει ο ίδιος χαρακτηριστικά αυτοβιογραφούμενος, με τίτλο: «Έφτασα εντελώς στον πάτο» και με υστερόγραφό: «Βγήκα καθαρός, ευπρεπής και μάγκας»: «Εγώ αυτά τα 3,17 γραμμάρια τα πλήρωσα. Κι αν έφτασα εντελώς στον πάτο, να μην ξεχνάτε, πως στο τέλος μονάχα τα σκατά και οι φελλοί επιπλέουν…».

Στην Αμερική ασχολήθηκε με το τραγούδι και όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1983, αφοσιώθηκε στο ποιοτικό θέατρο, ερμηνεύοντας με μοναδική ευαισθησία σπουδαίους ρόλους μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’80. Προβλήματα υγείας, όμως, τον απομάκρυναν σχετικά νωρίς από το θέατρο, ενώ συνέχισε με σποραδικές εμφανίσεις στην τηλεόραση τη δεκαετία του ’90.

Σε άλλο απόσπασμα της βιογραφίας του ο Μπάρκουλης μιλάει για την εμπειρία του στην Αμερική και αποκαλύπτει «γιατί δεν ξαναφόρεσα ποτέ την περούκα. Εκεί μόνο αισθάνθηκα άντρας. Έμπαινα στη μαυράδικη ντισκοτέκ και δεν γύριζε κανένας να δει τον “Κορίτσια ο Μπάρκουλης”. Γύριζαν να δουν αυτόν που ήμουνα, και είχα, δόξα τω Θεώ, πολύ νταλαβέρι εκεί. Όταν ζούσα στην Αμερική έκανα παρέα σχεδόν αποκλειστικά με έγχρωμους. Τότε φορούσα ακόμα περούκα και όλοι με αποκαλούσαν “silver man”. Ένα βράδυ, λοιπόν, που έπινα σε ένα μαγαζί, βλέπω ένα υπέροχο θηλυκό με ξυρισμένο κεφάλι να με… παίζει. Δεν τολμούσα να πλησιάσω μη βρεθώ ξαφνικά με κανένα μαχαίρι καρφωμένο στην πλάτη μου. Στο τέλος μού κάνει νόημα και πάμε στην τουαλέτα. Της είπα πως ήταν κούκλα και πως θέλω να της κάνω έκπληξη. Τράβηξα την περούκα και τα έχασε. Την έβαλα στην τσέπη και από τότε δεν την ξαναφόρεσα ποτέ. Άρχισα να βρίσκω κάτι βαθύτερο μέσα μου, μάλλον έναν εαυτό που μόλις μου συστηνόταν. Γεια σου μάγκα μου. Είσαι πιο πολλά από όσα νόμιζες…».

Τα τελευταία χρόνια ήταν ιδιαίτερα δύσκολα για το δημοφιλή ηθοποιό, καθώς εκτός από τρομερά προβλήματα υγείας, ο ηθοποιός αντιμετώπιζε και μεγάλες οικονομικές δυσκολίες.Μια κοπέλα σε μια παρέλαση στο Καλλιμάρμαρο όταν τον είδε, φώναξε: “Κορίτσια, ο Μπάρκουλης”. Η ατάκα έμεινε στο πέρασμα των χρόνων, μια και ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, Μίμης Στεφανάκος, την έκανε σλόγκαν, αφού την έλεγε στο γήπεδο όταν ετοιμαζόταν να σουτάρει. Ο ηθοποιός είχε κάνει τέσσερις γάμουςκι είχε αποκτήσει τρία παιδιά. Ο πρώτος ήταν με την Αλέκα Στρατηγού και ο τελευταίος με την Μαίρη Μπάρκουλη, με την οποία απέκτησαν ένα γιο, τον Νικόλα.