Την ελπίδα ότι το 2016 θα “είμαστε σε θέση να πούμε στον κυπριακό λαό ότι απαλλασσόμαστε πια από την κατοχή, επανενώνουμε την πατρίδα μας, δημιουργούμε συνθήκες ενός σύγχρονου, ευρωπαϊκού, λειτουργικού κράτους, αλλά ιδιαίτερα διασφαλίζουμε την προοπτική και το μέλλον του συνόλου του λαού μας, είτε Τουρκοκυπρίων είτε Ελληνοκυπρίων”, εξέφρασε σήμερα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
Σε χαιρετισμό του στην 32η Ετήσια Γενική Συνέλευση της Ένωσης Δήμων Κύπρου, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι στο Κυπριακό “παρατηρείται συναντίληψη σε σημαντικό αριθμό θεμάτων” και ότι “υπήρξε πρόοδος σε ένα αριθμό θεμάτων”.
“Όμως την ίδια ώρα θα πρέπει να ομολογήσω ότι ακόμη αντιμετωπίζουμε προβλήματα. Αλλά ήταν και παραμένει αυτονόητο ότι 41 χρόνια μετά, κάποιες πραγματικότητες προκαλούν και τα προβλήματα. Και πρέπει να αντιμετωπιστούν κατά τρόπο αποτελεσματικό. Θέλω να πιστεύω ότι μέσα από την αποφασιστικότητα και τη βούληση – που θέλω να πιστεύω υπάρχει και στις δύο πλευρές – αλλά και τη συμβολή και τη συνδρομή της Άγκυρας που πρέπει να ενθαρρύνει αλλά και να στηρίξει αποφάσεις της τουρκοκυπριακής ηγεσίας, ελπίζω να μπορέσουμε το 2016 να είμαστε σε θέση να πούμε στον κυπριακό λαό ότι απαλλασσόμαστε πια από την κατοχή, επανενώνουμε την πατρίδα μας, δημιουργούμε συνθήκες ενός σύγχρονου, ευρωπαϊκού, λειτουργικού κράτους, αλλά ιδιαίτερα διασφαλίζουμε την προοπτική και το μέλλον του συνόλου του λαού μας, είτε Τουρκοκυπρίων είτε Ελληνοκυπρίων”, είπε.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης παρακάλεσε “για τη συμβολή και τη συνδρομή όλων”, σημειώνοντας ότι “δεν είναι κανένας που στοχεύει στην κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας”.
“Αυτό που επιδιώκουμε είναι τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας με βάση τις Συμφωνίες Κορυφής του ’77 και ’79, την κοινή δήλωση Παπαδόπουλου – Ντενκτάς της 8ης Ιουλίου του 2006, τη Συμφωνία της 11ης Φεβρουαρίου του 12014 μιας συμφωνίας και βάσης για λύση του Κυπριακού που καθορίζεται και μέσα από σωρεία ψηφισμάτων και αποφάσεων του ΟΗΕ είτε της Γενικής Συνέλευσης είτε του Συμβουλίου Ασφαλείας και που προνοεί πως η λύση ή η μετεξέλιξη θα μας οδηγήσει σε μια διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία”, είπε.
Πρόσθεσε ότι “το ευρωπαϊκό κεκτημένο, τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι τέσσερις βασικές ελευθερίες θα διασφαλίζονται απαραιτήτως”.
“Θέλω να πιστεύω ότι στο τέλος θα καταλήξουμε και σε μια συμφωνία που δεν θα επιτρέπει πλέον την ύπαρξη αναχρονιστικών θεσμών ή συμφωνιών, όπως είναι οι Συνθήκες Εγγυήσεως, γεγονός που θεωρείται από τους συνομιλητές μας, εννοώ τους τρίτους, ότι αποτελεί και βεβαίως έναν αναχρονισμό, διπλό αναχρονισμό αν ληφθεί υπόψη ότι η Κύπρος είναι και βεβαίως θα παραμείνει μέλος της ΕΕ”, ανέφερε.
Ριζικά μέτρα για την Τοπική Αυτοδιοίκηση
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αναφέρθηκε στο ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σημειώνοντας ότι ο θεσμός “θα έπρεπε να στηριχθεί πολύπλευρα γιατί διαδραματίζει κεντρικό και αποφασιστικό ρόλο στον καθορισμό των όρων και των προϋποθέσεων ανάπτυξης και αναζωογόνησης των τοπικών κοινωνιών”.
“Η παρουσία μου εδώ αντικατοπτρίζει την κοινή θέληση για μια ανανεωμένη και ισχυρή Τοπική Αυτοδιοίκηση. Μια Τοπική Αυτοδιοίκηση της οποίας η προωθούμενη αναδιάρθρωση θα αποτελέσει την απαρχή μιας νέας πορείας στην ανασύνταξη των δυνάμεων της χώρας μας”, είπε, προσθέτοντας ότι “έχουμε πλήρη επίγνωση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στις οικονομικές δυνατότητες των Τοπικών Αρχών”.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης επεσήμανε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Τοπική Αυτοδιοίκηση και διαβεβαίωσε ότι “δεν θα χρησιμοποιήσουμε – και το τονίζω – την οικονομική κρίση ως δικαιολογία για να αποφύγουμε την αποκέντρωση και τη μεταφορά αρμοδιοτήτων από την κεντρική Κυβέρνηση προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση”.
“Αναγνωρίζουμε ότι μια επιτυχημένη αποκέντρωση υπηρετεί καλύτερα και αποτελεσματικότερα τον πολίτη και μπορεί να στοχεύσει καλύτερα στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη. Οι Τοπικές Αρχές γνωρίζουν καλύτερα τις ιδιαιτερότητες και ανάγκες των τοπικών κοινωνιών τους. Κατά συνέπεια, βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση για να δράσουν πιο άμεσα και πιο αποτελεσματικά, αξιοποιώντας ταυτόχρονα στο βέλτιστο δυνατόν βαθμό τους διαθέσιμους πόρους, αλλά και διασφαλίζοντας προς τον πολίτη τη βέλτιστη διαφάνεια και λογοδοσία”, είπε, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση.
Ανέφερε ότι “είναι ευνόητο ότι οι όποιες αλλαγές και αναδιαρθρώσεις κριθούν σκόπιμες, θα σέβονται απόλυτα – και το υπογραμμίζω – τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Χάρτας για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και θα σέβονται, επίσης, το αντίστοιχο Πρωτόκολλο, αναφορικά με τη συμμετοχή των πολιτών στις υποθέσεις των Τοπικών Αρχών, τα οποία η Κυπριακή Δημοκρατία έχει υπογράψει, επικυρώσει και θέσει σε ισχύ, καθώς και άλλα ευρωπαϊκά πρότυπα, όπως οι σχετικές Συστάσεις του Συμβουλίου Υπουργών”.
“Κυρίως, όμως, σας διαβεβαιώνω ότι στόχος της Κυβέρνησης είναι ο εκσυγχρονισμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με φιλοδοξία την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών, την αποτελεσματικότερη λειτουργία της και την στήριξη πρωτοβουλιών και δράσεων που θα ενδυναμώσουν τις σχέσεις κεντρικής και τοπικής διοίκησης”, είπε.
Σημείωσε ότι “επιβάλλεται η προσαρμογή στα νέα δεδομένα αν θέλουμε πραγματικά βιώσιμη Τοπική Αυτοδιοίκηση και αυτό θα επιτευχθεί μέσω του διαλόγου, της εποικοδομητικής συζήτησης, του αναγκαίου προβληματισμού, αλλά, επίσης, της πραγματικής θέλησης και αποδοχής καινοτόμων μεταρρυθμίσεων”, και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι “ο εν εξελίξει διάλογος με τον Υπουργό Εσωτερικών θα δώσει τα προσδοκώμενα και από εσάς και από την Κυβέρνηση αποτελέσματα, έτσι ώστε μέσα από τις μεταρρυθμίσεις από τη μια να ενισχύσουμε διοικητικά, αλλά και οικονομικά την Τοπική Αυτοδιοίκηση”.
“Οι συνθήκες έχουν πλέον ωριμάσει και επιβάλλεται η λήψη ριζικών μέτρων προς αντιμετώπιση της κατάρρευσης του θεσμού και αναβάθμιση του μέσα από την τριπλή αποκέντρωση: των εξουσιών και αρμοδιοτήτων, των οικονομικών πόρων και του προσωπικού. Και εξ όσων γνωρίζω και παρά την οικονομική κρίση τα συναρμόδια Υπουργεία Οικονομικών και Εσωτερικών τα επεξεργάζονται (μέτρα) και θέλω να πιστεύω ότι εν συνεχεία θα εμπλακείτε και στο διάλογο, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις της οικονομικής ενίσχυσης των Δήμων, ανεξάρτητα αν ακόμα αντιμετωπίζουμε ή έχουμε δρόμο να καλύψουμε για να ολοκληρωθεί αυτό που επιδιώκουμε που είναι η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη η οποία φαίνεται να προδιαγράφουμε έτσι ώστε να είμαστε σε θέση να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας”, είπε.