Εγκρίθηκε το δημοψήφισμα – Στις κάλπες η Ελλάδα στις 5 Ιουλίου

178 υπέρ ,  120 κατά  και   2 απουσίες

Θετικά ανταποκρίθηκε το ελληνικό κοινοβούλιο στην πρόταση δημοψηφίσματος της ελληνικής κυβέρνησης καθώς 178 βουλευτές ψήφισαν «ναι» στην πρόταση, 120 «όχι», ενώ απόντες ήταν δύο βουλευτές σε μια μαραθώνια διαδικασία που ολοκληρώθηκε λίγο μετά τις 3 τα ξημερώματα της Κυριακής.ÂÏÕËÇ ÓÕÆÇÔÇÓÇ ÃÉÁ ÔÇÍ ÄÉÅÎÁÃÙÃÇ ÄÇÌÏØÇÖÉÓÌÁÔÏÓ

Πρόκειται για το πρώτο δημοψήφισμα από το 1975, με το οποίο οι Έλληνες καλούνται να δηλώσουν αν εγκρίνουν ή όχι την πρόταση των Θεσμών.

Έπειτα από μία πολύωρη διαδικασία στην Ολομέλεια της Βουλής, που ξεκίνησε το μεσημέρι του Σαββάτου και ολοκληρώθηκε λίγο μετά τις τρεις τα ξημερώματα της Κυριακή, η Βουλή, με ψήφους 178 υπέρ, 120 κατά και δύο απόντες, ενέκρινε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος την επόμενη Κυριακή, 5 Ιουλίου.

Συνολικά ψήφισαν 298 βουλευτές. Υπερ της πρότασης της κυβέρνησης ψήφισαν 178 βουλευτές (ΣΥΡΙΖΑ, Ανεξάρτητοι Έλληνες, Χρυσή Αυγή), ενώ κατά ψήφισαν 120 βουλευτές (ΝΔ, Το Ποτάμι, ΚΚΕ, ΠΑΣΟΚ).
Απόντες ήταν οι βουλευτές, Γιώργος Γαλέος (Χρυσή Αυγή) και Μαρία Αντωνίου (ΝΔ).
Οι βουλευτές του ΚΚΕ ψήφισαν κατά της πρότασης λέγοντας «όχι στην πρόταση της κυβέρνησης. Ναι στην αποδέσμευση από την ΕΕ».

Προηγήθηκε μια ιδιαίτερα έντονη συνεδρίαση που σημαδεύτηκε από παθιασμένες ομιλίες, προσωπικές επιθέσεις, αντεγκλίσεις αλλά και αποχώρηση προς στιγμήν των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας μετά από οξύ επεισόδιο με την Πρόεδρο της Βουλής.

**

Τσίπρας «όχι» στην υποτέλεια

Μιλώντας πριν τη ψηφοφορία ο  Ελληνας πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, και  ζητώντας την έγκριση της εθνικής αντιπροσωπείας για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος την Κυριακή 5 Ιουλίου, υπογράμμισε ότι :

«Ο λαός θα σταθεί στο ύψος της ιστορίας του και θα πει το μεγάλο “όχι” ÂÏÕËÇ - ÓÕÆÇÔÇÓÇ ÃÉÁ ÔÏ ÄÇÌÏØÇÖÉÓÌÁ  (EUROKINISSI/ÃÉÙÑÃÏÓ ÊÏÍÔÁÑÉÍÇÓ)στο τελεσίγραφο που προσβάλλει τη δημοκρατική παράδοση της Ευρώπης» .Ο κ. Τσίπρας διευκρίνισε ότι «η απόφαση να εκφραστεί κυρίαρχα ο λαός δεν αποτελεί απόφαση ρήξης με την Ευρώπη, αλλά είναι μια απόφαση ρήξης με τις πρακτικές που προσβάλλουν την Ευρώπη, τις πρακτικές των εκβιασμών και του καταναγκασμού». Είναι, είπε, μια απόφαση επιστροφής στην Ευρώπη των ιδρυτικών της αξιών και απόφαση αξιοπρέπειας απέναντι σε πρακτικές ωμού εκβιασμού. Τόνισε ότι «υπερασπιζόμαστε και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε με το οποιοδήποτε κόστος το δικαίωμα κάθε πολίτη της Ευρώπης να επιλέγει αυτός τις κυβερνήσεις του, τις κρίσιμες στρατηγικές για το μέλλον του».

Ο πρωθυπουργός δεσμεύτηκε ότι από τις 6 Ιουλίου, με τη δύναμη της λαϊκής ετημυγορίας, η κυβέρνηση θα συνεχίσει τις προσπάθειες της και ότι θα γίνει σεβαστό το αποτέλεσμα της επιλογής του λαού, όποιο κι αν είναι αυτό. Διαβεβαίωσε τον λαό ότι αυτή η κυβέρνηση δεν θα διαψεύσει τις προσδοκίες του. Υπογράμμισε ότι η επόμενη μέρα της δημοκρατικής επιλογής και ενός υπερήφανου «όχι» στην υποτέλεια «θα είναι μια μέρα που θα βρει τη χώρα μας πολύ πιο ενισχυμένη στη διαπραγματευτική της δυνατότητα και θα είναι η ώρα της αλήθειας και για τους πιστωτές που θα καταλάβουν ότι η Ελλάδα δεν είναι «παιχνίδι» που τελείωσε». Είπε ότι η πρόθεση της κυβέρνησης για έναν αληθινά έντιμο συμβιβασμό, μια πραγματικά βιώσιμη συμφωνία, θα παραμένει διαρκώς στο τραπέζι, αλλά στο τραπέζι για ειλικρινή διαπραγμάτευση, όχι στο τραπέζι των εκβιασμών. «Όσο πιο πλατιά η συναίνεση του λαού μας τόσο πιο ισχυρή η θέση της χώρας στο διεθνές γίγνεσθαι» είπε, για να υπογραμμίσει ότι «μόνο έτσι υπάρχει η δυνατότητα να πετύχουμε συμφωνία με ισχυρό πρόσημο για την ανάπτυξη, την αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης και με στόχο την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας».
Μηνύματα εντός κι εκτός  της Ελλάδας 
Στέλνοντας σαφές μήνυμα στις «πιο ακραίες συντηρητικές δυνάμεις έξω από τη χώρα» και σε όσους «παπαγαλίζουν τις απόψεις τους », επισήμανε ότι κάθε απόπειρα να μετατραπεί το δημοψήφισμα απόρριψης του νέου μνημονίου σε δημοψήφισμα για το νόμισμα, υπονομεύει την ίδια τη δημοκρατική διαδικασία και αποκαλύπτει τις κρυφές επιδώξεις των υποστηρικτών του μνημονίου. «Δεν αποτελεί πρόθεση και επιλογή ούτε της κυβέρνησης ούτε του λαού να ταυτιστούν το μνημόνιο με την παραμονή της χώρας μας στην ΕΕ», σημείωσε. Τόνισε ότι η Ελλάδα δεν είναι ούτε επισκέπτης ούτε φιλοξενούμενος στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα θεσμικά να μας δείξει την πόρτα της εξόδου από το κοινό μας σπίτι.
Έστειλε κι άλλο μήνυμα, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι όλοι, εντός κι εκτός της χώρας, θα σεβαστούν το δικαίωμα του λαού να έχει την ευθύνη των αποφάσεων στις κρίσιμες στιγμές, τονίζοντας ότι πολλοί θα ήθελαν να κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να αποτρέψουν αυτή την επιλογή. Απαντώντας σε όσους από την αντιπολίτευση χαρακτήρισαν πραξικόπημα την προσφυγή στη δημορκατία και όσους ζήτησαν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να παραβιάσει το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, υπογράμμισε: «Αυτές τις κρίσιμες ώρες όλοι αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας και όταν είναι βαριές χρειάζονται ισχυρούς ώμους να τις σηκώσουν, χρειάζεται θάρρος, πατριωτισμός και σας διαβεβαιώνω ότι όλα τα παραπάνω τα διαθέτει ο σημερινός Πρόεδρος της Βουλής».
Ο κ. Τσίπρας είπε ότι οι θεσμοί επέλεξαν να παραμείνουν τρόικα που σκοτώνει τη δημοκρατία στην Ευρώπη και τόνισε ότι ο λαός απερίσπαστος από τις απειλές, την κινδυνολογία, τις προβοκάτσιες, θα επιλέξει με θάρρος, τόλμη και αρετή.
Συνεχίζοντας τις ευθείες βολές προς κόμματα της αντιπολίτευσης είπε ότι κάποιοι μεταφέρουν σε αυτή την αίθουσα το επιχείρημα των ακραίων του Βερολίνου ότι η Ευρώπη ταυτίζεται με τα σκληρά μνημόνια, για να σημειώσει ότι αν δεν αμφισβητηθεί αυτό το δόγμα τώρα, θα μπει ταφόπλακα στην ελπίδα και θα αποδεχτούμε την Ευρώπη της τιμωρίας, των εκβιασμών, των τελεσιγράφων.
Η πρόταση-τελεσίγραφο των θεσμών
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε εκτενώς στο πώς έφτασε η κυβέρνηση να απορρίψει την πρόταση-τελεσίγραφο των θεσμών. Είπε ότι διαπραγματεύτηκε σε συνθήκες πρωτοφανούς χρηματοπιστωτικής ασφυξίας για την επίτευξη αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας, με ειλικρινή προσπάθεια, αποφασιστικότητα, αξιοπρέπεια, αταλάντευτα στον διπλό σεβασμό στην ετημυγορία του λαού και στους κοινούς κανόνες της ευρωζώνης. Ο κ. Τσίπρας είπε ότι έκανε και προσωπικά ό,τι ήταν δυνατό σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά επικράτησαν οι ακραίες φωνές μεταξύ των εταίρων και των θεσμών, και πως όσο κι αν υπήρξαν ειλικρινείς προθέσεις -ιδιαίτερα από την πλευρά Γιούνκερ-, η επιμονή όμως αυτή να εγκριθεί η συμφωνία κι από το ΔΝΤ, περιόρισε ασφυκτικά κάθε πιθανότητα ενός έντιμου συμβιβασμού.
Σημείωσε ότι εξάντλησε η κυβέρνηση κάθε όριο παραχωρήσεων για να υπάρξει συμφωνία και πως κάποιοι ίσως το είδαν αυτό ως ευκαιρία για συρρίκνωση της πολιτικής αξιοπρέπειας της, για να παραδειγματιστούν κι άλλοι λαοί στην Ευρώπη. Επισήμανε ότι ακόμα και την τελευταία στιγμή κατέθεσε ισοδύναμα μέτρα στις υπερβολικές απαιτήσεις των δανειστών για το υπάρχον δημοσιονομικό κενό για το 2015 και το 2016, «με τη διαφορά όμως ότι επιλέξαμε τα βάρη να κατανεμηθούν με το κριτήριο της κοινωνικής δικαιοσύνης σε αυτούς που αντέχουν να τα σηκώσουν». Στηλίτευσε τη στάση των θεσμών ότι την κρίσιμη ώρα κυρίως με την επιμονή του ΔΝΤ ζήτησαν μετριασμό των προτάσεων για τη φορολόγηση του πλούτου, απάλειψη της επιβολής έκτακτης εισφοράς στα κέρδη των επιχειρήσεων πάνω από 500.000 ευρώ, αύξηση του συντελεστή φορολόγησης νομικών προσώπων κατά 3% και επανφορά των εργοδοτικών εισφορών στο 2,9%.

Επισήμανε την τεράστια αντίφαση ότι στο όνομα των μη υφεσιακών μέτρων ζήτησαν να μην πέσουν τα βάρη στους πλουσιότερους αλλά στις συντάξεις και τους μισθούς, να κοπούν κύριες συντάξεις και το επίδομα για τις πιο χαμηλές συντάξεις. «Δεν τους ενδιαφέρουν τα πρόσθετα έσοδα από τον έλεγχο του παράνομου πλούτο, μας ζήτησαν να εξαιρεθούμε από το ευρωπαϊκό κεκτημένο των συλλογικών διαπραγματεύσεων και να διατηρήσουμε τον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα στο σημερινό επίπεδο της φτώχειας», είπε. Επίσης ζήτησαν απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, λοκ άουτ, απαίτησαν να πρηγηθεί η μείωση των κύρων και επικουρικών συντάξεων ώστε να προκαταβάλουν το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού, και απαίτησαν εκτόξευση του ΦΠΑ στον τουρισμό (ξενοδοχεία και εστίαση) από το 6,5% στο 23%. Επισήμανε ότι δεν έδωσαν τίποτα για το χρέος παρά την αόριστη υπόσχεση που έδωσαν και στις προηγούμενες κυβερνήσεις ότι «κάποια στιγμή θα το δούμε» και ότι έδωσαν ένα εξαιρετικά ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα χρηματοδότησης, δηλαδή ρευστότητα με το σταγονόμετρο και σκληρή επιτήρηση ενώ την ίδια στιγμή το ΔΝΤ θα διατηρούσε το δικαίωμα να αποφασίσει μονομερώς τον Οκτώβρη αν θα εκταμίευε τις οφειλόμενες από το 2014 δόσεις των 3,5 δισ.
«Με άλλα λόγια δεν μας ζήτησαν να συμφωνήσουμε, αλλά να παραδώσουμε την πολιτική μας αξιοπρέπεια», «αρνηθήκαμε όχι τον συμβιβασμό αλλά την παράδοση της χώρας μας ως νέας οικονομικής αποικίας σε αλλότρια συμφέροντα», τόνισε.