Ο πόλεμος στην Ουκρανία η αιτία της οικονομικής ύφεσης στη Γερμανία

Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε τους πρώτους τρεις μήνες του έτους.

Οι κύριοι λόγοι γι’ αυτό, όπως σημειώνει η εφημερίδα SZ, είναι ο πληθωρισμός και ιδιαίτερα η ραγδαία άνοδος των τιμών της ενέργειας, που προκλήθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, παράγοντες που εδώ και πολύ καιρό ασκούν πιέσεις στην οικονομία.

Οι οικονομικές προοπτικές της βιομηχανίας είναι επί του παρόντος δυσμενείς. Όπως ανακοίνωσε χθες η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, το ΑΕΠ μειώθηκε το Α’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους κατά 0,3%. Με αυτόν τον τρόπο η Στατιστική Υπηρεσία αναθεώρησε τα στοιχεία προηγούμενης έκθεσής της.

Με δεδομένο μάλιστα ότι η οικονομία συρρικνώθηκε και κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2022, δηλαδή για δύο συνεχόμενα τρίμηνα, η Γερμανία βρίσκεται στην επονομαζόμενη «τεχνική ύφεση». Κάτι τέτοιο συμβαίνει σπάνια. Η τελευταία σοβαρή ύφεση έλαβε χώρα λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, όταν η οικονομία συρρικνώθηκε το 2020 σχεδόν κατά 4% συνολικά. Πριν να συμβεί αυτό, η Γερμανία είχε βιώσει μια δεκαετή άνθηση.

Εάν το ΑΕΠ συνεχίσει να μειώνεται, αυτό θα σημαίνει τελικά λιγότερο διαθέσιμο εισόδημα για τους Γερμανούς πολίτες. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις θα είναι πιο απρόθυμες να προσλάβουν νέους υπαλλήλους και η ανεργία αναμένεται να αυξηθεί.

Ωστόσο, αυτή η επί του παρόντος αρνητική επίδραση αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι πολλές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ελλείψεις προσωπικού, λόγω της γήρανσης της κοινωνίας, και σε κάποιες περιπτώσεις αναζητούν απεγνωσμένα εργαζομένους.

Πάντως, οι περισσότεροι οικονομικοί ερευνητές αναμένουν επί του παρόντος για το 2023 μια ελαφρά μεγέθυνση της οικονομίας. Ωστόσο, οι προοπτικές είναι ολοένα και πιο ζοφερές. Οι υψηλές τιμές συνεχίζουν να πλήττουν τους καταναλωτές. Ο πληθωρισμός αποδυναμώθηκε κάπως το τελευταίο διάστημα, ωστόσο ο ετήσιος πληθωρισμός ήταν τον Απρίλιο ακόμα στο ασυνήθιστα υψηλό επίπεδο του 7,2%.

Η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία ανακοίνωσε ότι οι ιδιωτικές καταναλωτικές δαπάνες μειώθηκαν το Α’ τρίμηνο κατά 1,2%. Οι καταναλωτές ξόδεψαν λιγότερα σε τρόφιμα και ποτά, ρούχα, παπούτσια και έπιπλα. Αντίθετα, θετική ώθηση δόθηκε στις αρχές του έτους  από τις επενδύσεις. Ειδικά στις κατασκευές, τα πράγματα πήγαν καλύτερα από το αναμενόμενο λόγω του ήπιου χειμώνα, ενώ αυξήθηκαν και οι εξαγωγές προς το εξωτερικό.

Ωστόσο, οι προοπτικές για τις εξαγωγές δεν είναι και τόσο καλές. Η διάθεση στον εξαγωγικό κλάδο, ο οποίος είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τη Γερμανία, έχει επιδεινωθεί αισθητά. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ifo, οι προσδοκίες έπεσαν τον Μάιο στο χαμηλότερο επίπεδο σε περισσότερο από μισό χρόνο.

 «Οι παγκόσμιες αυξήσεις των επιτοκίων επηρεάζουν σιγά-σιγά και τη ζήτηση», είπε ο ερευνητής Kλάους Βολράμε. «Η γερμανική εξαγωγική βιομηχανία στερείται δυναμισμού», ανέφερε. 

Η οικονομική ανάκαμψη στην Κίνα δεν έχει μέχρι στιγμής αυξήσει σχεδόν καθόλου τις επενδύσεις, από τις οποίες επωφελήθηκαν οι Γερμανοί εξαγωγείς σε προηγούμενες περιόδους μεγέθυνσης της οικονομίας. Το κλίμα έχει επιδεινωθεί σε ολόκληρη τη γερμανική οικονομία για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό. Ο Δείκτης Επιχειρηματικού Κλίματος του Ifo υποχώρησε το Μάιο, μετά από άνοδο έξι συνεχόμενων μηνών. Οι επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα αξιολογούν την τρέχουσα κατάσταση ως όχι και τόσο καλή, ιδίως στη βιομηχανία και τις κατασκευές.

Ο κίνδυνος να βιώσει η γερμανική οικονομία ύφεση κατά τους επόμενους μήνες έχει αυξηθεί αισθητά. Αυτό προκύπτει από τον οικονομικό δείκτη του Ινστιτούτου για τη Μακροοικονομία (IMK), το οποίο πρόσκειται στα συνδικάτα. Για την περίοδο από τον Μάιο έως το τέλος Ιουλίου η πιθανότητα ύφεσης εκτιμάται στο 38%. «Θα ήταν ακόμη πιο σημαντικό να μην αυξήσει η ΕΚΤ υπερβολικά τα βασικά επιτόκια, γεγονός που θα περιόριζε δυσανάλογα την εγχώρια ζήτηση», ανακοίνωσε το IMK.

Ο ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, δήλωσε ότι η Γερμανία κινδυνεύει με πτωτική πορεία. Γι’ αυτό θα χρειαστεί τώρα μια αλλαγή στην οικονομική πολιτική. Οι διαδικασίες σχεδιασμού και αδειοδότησης θα επιταχυνθούν και θα προσελκύονται περισσότεροι ειδικευμένοι εργαζόμενοι, τόνισε. Επιπλέον, φέτος θα ληφθούν περαιτέρω μέτρα για τη βελτίωση των επενδυτικών συνθηκών, ούτως ώστε να επιτευχθεί, για παράδειγμα, μεγαλύτερη χρηματοδότηση για την έρευνα.

Η Bundesbank δίνει ελπίδες ότι η οικονομία θα βελτιωθεί την άνοιξη: «Το Β’ τρίμηνο η οικονομική παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί και πάλι ελαφρά». Επιπλέον, οι τιμές της ενέργειας θα πέσουν. Όπως και τα κορυφαία οικονομικά ινστιτούτα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αναμένει για το 2023 μία μικρή ανάπτυξη της οικονομίας. Το 2024 η οικονομική παραγωγή θα αυξηθεί σημαντικά κατά 1,6%, τουλάχιστον σύμφωνα με τις προβλέψεις.