Έρευνα της PWC:Καταναλωτές περικόπτουν μη βασικά έξοδα για τα βγάλουν πέρα

Τo αυξανόμενο κόστος ζωής αναγκάζει τους καταναλωτές παγκοσμίως να προσαρμόσουν την καταναλωτική τους συμπεριφορά, περιορίζοντας τις μη βασικές τους δαπάνες, καταδεικνύει η παγκόσμια έρευνα του οίκου PwC «Consumer Insights Survey».

Όπως αναφέρεται, η πλειονότητα (53%) των καταναλωτών περιορίζουν τα επουσιώδη έξοδα τους. Περαιτέρω, το 15% των καταναλωτών έχει σταματήσει εντελώς τα επουσιώδη έξοδα, σύμφωνα με την έρευνα της, η οποία συγκέντρωσε τις απόψεις 9.180 καταναλωτών από 25 γεωγραφικές περιοχές διεθνώς.

Η έρευνα κατέδειξε επίσης ότι η πλειονότητα των καταναλωτών αναμένουν να μειώσουν τα έξοδα τους σε όλες τις κατηγορίες που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα κατά τους επόμενους έξι μήνες, καταγράφοντας σημαντική μείωση στις προγραμματισμένες δαπάνες σε όλες τις κατηγορίες σε σύγκριση με την προηγούμενη έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2022.

Σύμφωνα με την έρευνα, τομείς που συμπεριλαμβάνουν τα προϊόντα πολυτελείας, τα ταξίδια και τα είδη μόδας αναμένεται να απορροφήσουν το μεγαλύτερο μέρος των μειώσεων των καταναλωτικών δαπανών τους επόμενους έξι μήνες, ενώ οι δαπάνες για τα είδη λιανικού εμπορίου αναμένεται να μειωθούν σε μικρότερο βαθμό.

Οι καταναλωτές παγκοσμίως αλλάζουν τις καταναλωτικές τους συνήθειες τόσο στο κατάστημα όσο και στο διαδίκτυο, καθώς η αύξηση του κόστους ζωής και τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα των προϊόντων και τους χρόνους παράδοσης.

Ως αποτέλεσμα, σχεδόν οι μισοί (49%) δηλώνουν ότι αγοράζουν συγκεκριμένα προϊόντα όταν βρίσκονται σε προσφορά ή/και σε διαφήμιση, το 46% αναζητά πωλητές που προσφέρουν καλύτερη τιμή, το 40% χρησιμοποιεί ιστοσελίδες σύγκρισης για να βρει φθηνότερες εναλλακτικές, το 34% αγοράζει σε μεγάλες ποσότητες για να εξοικονομήσει το κόστος και το 32% αγοράζει από εμπόρους με τα «δικά τους εμπορικά σήματα» προκειμένου να εξοικονομήσει χρήματα.

Δημογραφικά, η γενιά Generation X είναι η «πιο ανήσυχη» (47%) και έχει ήδη λάβει μέτρα για τα μη ουσιώδη έξοδά της. Ακολουθούν οι Baby Boomers σε «κάποιο βαθμό» (33%) ενώ δράση αναλαμβάνουν και οι Millennials, οι οποίοι πρωτοστατούν καθώς «ανησυχούν» χωρίς ωστόσο να αλλάζουν συμπεριφορά.

Μείωση δαπανών περισσότερο για τα προϊόντα πολυτελείας

Οι καταναλωτές σχεδιάζουν να μειώσουν τις δαπάνες τους σε όλες τις κατηγορίες λιανικής που αναφέρθηκαν στην έρευνα κατά τους επόμενους έξι μήνες, με τη μεγαλύτερη πρόβλεψη μείωσης να αφορά σε προϊόντα πολυτελείας ή επώνυμα προϊόντα (53%), στα ταξίδια (43%), στις εικονικές διαδικτυακές δραστηριότητες (42%), και στα είδη μόδας – όπως ρούχα και υποδήματα (41%). Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει όρεξη για μελλοντικές δαπάνες, με το 40% να δηλώνει ότι θα περιποιηθεί τον εαυτό του ή τους άλλους, ενώ το 39% θεωρεί αυτές τις δαπάνες ως καλύτερης ποιότητας.

Τα είδη λιανικού εμπορίου (24%) είχαν τη λιγότερη αναφερόμενη προγραμματισμένη μείωση δαπανών.

Παράλληλα, ενώ περισσότεροι από τους μισούς καταναλωτές (56%) δήλωσαν ότι η αύξηση των τιμών παραμένει το πιο συχνό πρόβλημα κατά τις αγορές στο κατάστημα, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα επίσης προβληματίζουν έντονα καθώς δημιουργούν μεγαλύτερες ουρές στα πιο πολυσύχναστα καταστήματα (30%) και στη διαθεσιμότητα των προϊόντων (26%).

Τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας για αγορές στα καταστήματα είναι πιο έντονα για τους καταναλωτές στην Αυστραλία (36%), στις Ηνωμένες Πολιτείες (35%) και στην Ινδία (34%). Οι κυριότερες ανησυχίες για τους διαδικτυακούς αγοραστές είναι, οι αυξανόμενες τιμές (48%), η διαθεσιμότητα προϊόντων (24%) και οι μεγαλύτεροι από τους αναμενόμενους χρόνους παράδοσης (24%) έχουν αναφερθεί μέσα στις ανησυχίες των ερωτηθέντων.

Παρά την σχεδιαζόμενη μείωση των δαπανών και το δύσκολο οικονομικό περιβάλλον, οι καταναλωτές ισχυρίζονται ότι εξακολουθούν να είναι πρόθυμοι να πληρώσουν περισσότερα για βιώσιμους τύπους προϊόντων. Οκτώ στους δέκα καταναλωτές, συγκεκριμένα, δηλώνουν πρόθυμοι να πληρώσουν περισσότερα για ένα προϊόν που παράγεται ή/και προέρχεται από την εγχώρια αγορά ή είναι κατασκευασμένο από ανακυκλωμένα, βιώσιμα ή φιλικά προς το περιβάλλον υλικά (77%) ή που παράγεται από μια εταιρεία με φήμη για τις ηθικές πρακτικές της (75%).