33ρονος Ρώσος ύποπτος για απάτες μέσω ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων

Υπό κράτηση παραμένει ο 33χρονος Ρώσος εκζητούμενος, ο οποίος θεωρείται μέλος εγκληματικής οργάνωσης που δρούσε χρησιμοποιώντας την πλατφόρμα Bitzlato και η οποία ενεργούσε ως ανταλλακτήριο για γρήγορη ανταλλαγή διαφόρων κρυπτονονισμάτων όπως Βitcoin, Ethereum, Litecoin, σε ρωσικά ρούβλια.

Ο 33χρονος ύποπτος συνελήφθη το απόγευμα της Κυριακής στη Λεμεσό, δυνάμει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και οδηγήθηκε χθες ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού για αίτημα έκδοσης του στις γαλλικές Αρχές. Ο δικηγόρος του έφερε ένσταση ως προς την έκδοση του πελάτη του, με το Δικαστήριο να διατάσσει όπως παραμείνει ελεύθερος με περιοριστικούς όρους μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης. Επέβαλε στον 33χρονο να καταβάλει το χρηματικό ποσό των €30.000 ως εγγύηση και να υπογράφει 2 φορές την ημέρα σε Αστυνομικό Σταθμό. Εντούτοις, ο 33χρονος δεν ικανοποίησε τους όρους με αποτέλεσμα να τεθεί υπό κράτηση.

Η σύλληψη του 33χρονου έγινε μετά από κοινή ευρωπαϊκή επιχείρηση στην οποία συμμετείχε και η Αστυνομία Κύπρου. Συγκεκριμένα, η πλατφόρμα Bitzlato ενεργούσε ως ανταλλακτήριο κρυπτονομισμάτων με έδρα το Χονγκ Κονγκ και παρείχε τη δυνατότητα ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων σε ρούβλια. Οι Αρχές επιβολής του νόμου κατάσχεσαν την ψηφιακή υποδομή της πλατφόρμας, με έδρα τη Γαλλία και ανέκριναν ηγετικά στελέχη της διοίκησης της. Από τις εξετάσεις διαπιστώθηκε ότι το 46% των κρυπτονομισμάτων, που ανταλλάχθηκαν, προέρχονταν από παράνομες δραστηριότητες που σχετίζονται με απάτες μέσω διαδικτύου, ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και παιδική πορνογραφία.

Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, η οποία ήταν ταυτόχρονη σε όλες τις χώρες που έλαβαν μέρος, εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν €18 εκατ. σε κρυπτονομίσματα και παγοποιήθηκαν άλλα €50 εκατ. σε άλλα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων. Για τη συγκεκριμένη επιχείρηση συνελήφθησαν μέχρι στιγμής πέντε ύποπτοι. Τρία πρόσωπα στην Ισπανία, ένα στις ΗΠΑ και ο 33χρονος Ρώσος που εντοπίστηκε στη Λεμεσό.

Της επιχείρησης ηγήθηκαν οι Αρχές της Γαλλίας και των ΗΠΑ, με την υποστήριξη της Europol, ενώ πέραν της Κύπρου συμμετείχαν οι Αρχές του Βελγίου, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Ολλανδίας.