Επιστρέφει στη Βρετανία η 19χρονη στην οποία επιβλήθηκε σήμερα ποινή φυλάκισης 4 μηνών με τριετή αναστολή

Επιστρέφει στο Ηνωμένο Βασίλειο η 19χρονη Βρετανίδα στην οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου επέβαλε σήμερα ποινή φυλάκισης 4 μηνών με τριετή αναστολή, αφού κρίθηκε ένοχη ύστερα από ακροαματική διαδικασία στην κατηγορία της δημόσιας βλάβης.imagew

Σε δηλώσεις της, η μητέρα της 19χρονης, εξέφρασε στους δημοσιογράφους από την Κύπρο, τη Βρετανία και το Ισραήλ, που κατέκλυσαν από νωρίς σήμερα το πρωί το Δικαστήριο, «ανακούφιση για την ποινή», που επιβλήθηκε σήμερα στην κόρη της και ευχαριστίες για τη στήριξη, που έλαβε η οικογένεια από όλο τον κόσμο.

Πρόσθεσε ακόμα ότι σήμερα θα επιστρέψουν στη Βρετανία και στη συνέχεια θα αποφασίσουν τι θα κάνουν για το μέλλον της κόρης της.

Από την πλευρά του ο εκ των δικηγόρων της 19χρονης, Lewis Power QC (Queens Council) χαρακτήρισε «απίστευτα λυπηρή και τραγική» την υπόθεση για μια νεαρή, που ήρθε στην Κύπρο από την πατρίδα της το Derbyshire.

Πρόσθεσε πως «ουσιαστικά η κοπέλα θα άρχιζε ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή της, ωστόσο, κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες μέσα σε μια νύχτα από θύμα μετατράπηκε σε θύτη και έπρεπε να υπομένει όχι μόνο τη σοβαρή σεξουαλική επίθεση, που διαπράχθηκε εναντίον της από ομάδα νεαρών, αλλά και την παρατεταμένη ψυχική δοκιμασία από την κυπριακή δικαστική διαδικασία, κατηγορούμενη για το αδίκημα της δημόσιας βλάβης, αφού για την Αστυνομία αυτό ήταν ψέμα».

Ανέφερε ακόμα ότι η κοπέλα «είναι ανένδοτη για την αθωότητά της και έχει πει την αλήθεια. Ενώ χαιρετίζουμε το γεγονός ότι η ποινή που επιβλήθηκε σήμερα, επιτρέπει στην κοπέλα να πάει σπίτι της, εντούτοις αμφισβητούμε έντονα την καταδίκη της και ο αγώνας για την αθωότητά της θα συνεχιστεί με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου, ενώ είμαστε έτοιμοι να φτάσουμε την υπόθεση μέχρι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», σημείωσε.

Ο κ. Power υποστήριξε ακόμα ότι «η κοπέλα απογυμνώθηκε κυριολεκτικά από την αξιοπρέπεια και από τα βασικά ανθρώπινα της δικαιώματα. Εχει διαγνωστεί με σοβαρό PTSD και η συγκεκριμένη υπόθεση είχε ως αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η ψυχική της υγεία», είπε και σημείωσε πως έπρεπε να επιστρέψει προ πολλού στο σπίτι της στο Ηνωμένο Βασίλειο, ώστε να είναι μαζί με την οικογένεια της και να της δοθεί η απαραίτητη ψυχολογική βοήθεια και θεραπεία που έχει στερηθεί μέχρι τώρα.

Σύμφωνα με τον Βρετανό δικηγόρο, η αποτυχημένη αυτή περίπτωση οδήγησε σε μια «καταστροφική κατάσταση, με το θύμα να βρεθεί κατηγορούμενο, χωρίς να έχει πρόσβαση στην κατάλληλη νομική και ιατρική περίθαλψη». Πρόσθεσε πως κατά τη διάρκεια της ανάκρισης δεν παρασχέθηκαν στην κοπέλα δικηγόρος και μεταφραστής και σημείωσε ότι «η υπόθεση αυτή κατέδειξε τις σοβαρές επιπτώσεις που υπάρχουν για γυναίκες που ταξιδεύουν στο εξωτερικό και έχει επισημανθεί η ανάγκη για κατάλληλη εκπροσώπησή τους».

Απαντώντας σε ερωτήσεις ο κ. Power είπε ότι η έφεση θα υποβληθεί εντός των επόμενων ημερών και μέσα στα χρονοδιαγράμματα, ότι δεν γνωρίζει πότε θα εκδικαστεί η έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο αφού όπως εξήγησε «η δικαστική διαδικασία στη Κύπρο κινείται αργά» και εξέφρασε την άποψη ότι για την έφεση δεν θα χρειαστεί να κληθούν στην Κύπρο οι 12 νεαροί από το Ισραήλ.

Κληθείς να σχολιάσει το πολιτικό σκέλος της υπόθεσης ο κ. Power είπε ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο, σημειώνοντας πως η οικογένεια και η νομική ομάδα της 19χρονης είναι ευγνώμονες στη βρετανική κυβέρνηση και στον Υπουργό Εξωτερικών ο οποίος είχε επαφές με την κυπριακή κυβέρνηση και βοήθησε ώστε να προωθηθεί η υπόθεση.

Σε άλλη ερώτηση απάντησε πως δεν «είμαστε θυμωμένοι με την κυβέρνηση της Κύπρου αλλά το μόνο που θέλουμε είναι μια δίκαιη δίκη και να αποδίδεται σωστά η δικαιοσύνη».

Κληθείς να αναφέρει κατά πόσον οι Βρετανοί μπορούν να εμπιστευτούν τη κυπριακή δικαιοσύνη ο δικηγόρος είπε πως «αυτή είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση.  Ελπίζουμε ότι αυτή η περίπτωση θα είναι ο καταλύτης για να προωθηθούν μεταρρυθμίσεις στο νομικό σύστημα της Κύπρου, όπως η καταγραφή όσων γίνονται στον αστυνομικό σταθμό ώστε να υπάρχει διαφάνεια».

Η απόφαση του δικαστηρίου

Τέσσερις μήνες φυλάκιση με τριετή αναστολή, επέβαλε σήμερα το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου σε 19χρονη από τη Βρετανία, την οποία έκρινε ένοχη για το αδίκημα της δημόσιας βλάβης ύστερα από ψευδή, σύμφωνα με το δικαστήριο, καταγγελία της ότι βιάστηκε από 12 Ισραηλινούς στην Αγία Νάπα στις 17/7/19.

Στην απόφαση του ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου Μιχαήλ Παπαθανασίου είπε ότι η 19χρονη κρίθηκε ένοχη ύστερα από ακροαματική διαδικασία αφού όταν η κατηγορούμενη έδινε καταθέσεις στην Αστυνομία στις 17 και 27 Ιουλίου 2019, σε σχέση με τον ισχυριζόμενο βιασμό της, γνώριζε ότι στην πραγματικότητα δεν είχε επισυμβεί οποιοσδήποτε βιασμός και πως οι καταθέσεις της ήταν ψευδείς.

Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αδίκημα στο οποίο κρίθηκε ένοχη η κατηγορούμενη είναι σοβαρό», ότι το αδίκημα της δημόσιας βλάβης «θεωρείται σοβαρό για τον επιπλέον λόγο ότι αποσπά την προσοχή των ανακριτικών αρχών από τα σοβαρά τους καθήκοντα και εκθέτει σε κίνδυνο αθώους» πως «αν και είναι από τα παλαιότερα αδικήματα στον Ποινικό Κώδικα, ο σκοπός του είναι διαχρονικός».

Αναφέρεται ακόμα ότι το σχετικό αδίκημα στη Βρετανία που αρχικά ήταν το ίδιο και εφαρμοζόταν ως καθαρά αδίκημα του κοινοδικαίου, στη συνέχεια αντικαταστάθηκε το 1967 με άλλο αδίκημα ακριβώς «για να διασφαλίσει νομοθετικά τη διαχρονικότητα του σκοπού του, δηλαδή την ποινικοποίηση της άσκοπης σπατάλης του αστυνομικού χρόνου για το σκοπό διερεύνησης ψευδών καταγγελιών, εφόσον τέτοια συμπεριφορά βλάπτει άμεσο το δημόσιο συμφέρον».

Ο κ. Παπαθανασίου είπε επίσης ότι «με βάση τις ψευδείς καταθέσεις της κατηγορούμενης, 12 νεαρά πρόσωπα συνελήφθηκαν και στερήθηκαν την ελευθερία τους, 7 μάλιστα από αυτά για 10 μέρες».

Ο Πρόεδρος του Σώματος στην απόφαση του έφερε ως παράδειγμα τα όσα λέχθηκαν από «την Αντιπρόεδρο του Βρετανικού Court of Appeal (Criminal Division) Lady Justice Hallet DBE σε απόφαση βρετανικής υπόθεσης, όπου επικυρώθηκε η επιβολή πρωτόδικα ποινής φυλάκισης 10 χρόνων σε κατηγορούμενη που κρίθηκε ένοχη για επαναλαμβανόμενες ψευδείς καταγγελίες βιασμού» ενώ τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης ήταν πολύ πιο σοβαρά από της παρούσας υπόθεσης.

Ο κ. Παπαθανασίου ανέφερε ακόμα ότι το Δικαστήριο έλαβε υπόψη προς όφελος της κατηγορούμενης και για σκοπούς μετριασμού της ποινής, τη μετάνοια της, το γεγονός ότι η 19χρονη δεν ενήργησε με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους, το λευκό ποινικό της μητρώο, το νεαρό της ηλικίας της, τις οικογενειακές, προσωπικές και άλλες περιστάσεις, το πρόβλημα υγείας που φαίνεται να αντιμετωπίζει και την προέκταση των κοινωνικών συνεπειών που η μεγάλης έκτασης δημοσιότητα που δόθηκε στην υπόθεση συνεπάγεται σε βάρος της κατηγορούμενης.

Σημείωσε επίσης ότι προς όφελος της 19χρονης έλαβε επίσης υπόψη «τη μετάνοια που εξέφρασε για την πράξη της εξηγώντας πως ο λόγος που το έκανε ήταν λόγω της ψυχολογικής της φόρτισης και της ανωριμότητας, λόγω του νεαρού της ηλικίας της και τη σημασία που η εν λόγω μετάνοια έχει στο αίτημα της για επίδειξη επιείκειας από το Δικαστήριο. Ακόμα στη κατάθεση της στις 28/7/19 εξήγησε ότι ο λόγος που έκανε την ψευδή κατάθεση ήταν επειδή αντιλήφθηκε πως την βιντεογραφούσαν να προβαίνει σε σεξουαλική πράξη και ήρθε σε δύσκολη θέση/ντράπηκε».

Το Δικαστήριο έκρινε ότι «λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τη σοβαρότητα του αδικήματος, προέχει το στοιχείο της αποτροπής και πως η μόνη αρμόζουσα ποινή εν σχέση με την κατηγορία είναι η ποινή φυλάκισης, ενώ οποιαδήποτε άλλη ποινή δεν θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς του νόμου και θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα σε επίδοξους νέους παραβάτες».

Ο Δικαστής επέβαλε τελικά στην κατηγορούμενη ποινή φυλάκισης 4 μηνών με τριετή αναστολή, δίνοντας της έτσι μια δεύτερη ευκαιρία αφού όπως εξήγησε όλοι οι παράγοντες που οδήγησαν στην εκδίκαση της υπόθεσης και στα όσα υπέστη η 19χρονη «ήταν αποτέλεσμα της δικής της συμπεριφοράς». Διέταξε επίσης την κατηγορούμενη να πληρώσει άμεσα το χρηματικό ποσό των 140 ευρώ έξοδα.

Σε δηλώσεις στους δημοσιογράφους από την Κύπρο, τη Βρετανία και το Ισραήλ, η μητέρα της 19χρονης εξέφρασε την ανακούφιση της οικογένειας για την απόφαση του Δικαστηρίου, ευχαρίστησε όλους για τη στήριξη που έδωσαν στην οικογένεια και σημείωσε ότι θα αναχωρήσει με την κόρη της για τη Βρετανία σήμερα.

Από την πλευρά του ο εκ των δικηγόρων της 19χρονης Lewis Power QC (Queens Council) χαρακτήρισε την υπόθεση «τραγική» και είπε πως παρά το γεγονός ότι η απόφαση του Δικαστηρίου επιτρέπει στην κοπέλα και την οικογένεια της να επιστρέψουν στη Βρετανία, εντούτοις θα υποβάλουν έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο της Κυπριακής Δημοκρατίας ενώ θα πάρουν την υπόθεση και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Από το πρωί είχαν μεταβεί στο Δικαστήριο Αμμοχώστου γυναίκες μέλη του «Δικτύου ενάντια στη βία κατά των γυναικών» καθώς και 55 γυναίκες ακτιβίστριες από το Ισραήλ, που ήρθαν χθες βράδυ στην Κύπρο για να συμπαρασταθούν στην 19χρονη Βρετανίδα.

Οι γυναίκες φώναζαν από το πρωί και καθ’ όλη τη διάρκεια που ο Δικαστής ανακοίνωνε την ποινή της Βρετανίδας συνθήματα όπως «We believe you, yes we do”, “We will always stand with you”, “Cyprus Justice, shame on you” και “We want justice, we don’t want favors”.

Σε δηλώσεις της η Ζέλεια Γρηγορίου, ακαδημαϊκός στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και μέλος της Συντονιστικής Ομάδας του «Δικτύου ενάντια στη βία κατά των γυναικών» ευχαρίστησε τις γυναίκες από το Ισραήλ «που ήρθαν και έσμιξαν τη φωνή τους μαζί μας» και πρόσθεσε πως η συγκεκριμένη υπόθεση «ήταν ένας φάκελος που άνοιξε όπως θα ανοίξουμε και πολλές άλλες βαλίτσες τις οποίες έκλεισαν πολύ γρήγορα οι διωκτικές αρχές. Θέλουμε να δώσουμε φωνή στα θύματα, θέλουμε να διεκδικήσουμε ξανά το δικαίωμα των θυμάτων να καταγγέλλουν με ασφάλεια τη βία κατά των γυναικών, να στηρίζονται όταν καταγγέλλουν».

Από την πλευρά της η Αργεντούλα Ιωάννου από το «Δίκτυο ενάντια στη βία κατά των γυναικών» είπε ότι «η απόφαση του Δικαστηρίου είναι σεβαστή, αλλά όλες οι Δικαστικές αποφάσεις υπόκεινται πλέον σε κοινωνική κριτική. Εμείς διαφωνούμε όχι τόσο με την επιβολή ποινής αλλά με την καταδίκη αυτής της κοπέλας μέσα από διαδικασίες οι οποίες ήταν τρωτές, παραβίαζαν τα δικαιώματα τους και αυτές οι πτυχές θα αναδειχθούν κατά την έφεση της υπόθεσης και ενδεχομένως στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».

Εμείς, συνέχισε «καλούμε τη Δημοκρατία με την ευκαιρία αυτής της υπόθεσης να υιοθετήσει μέτρα προστασίας των γυναικών, επανασύστασης των διαδικασιών στην Αστυνομία και στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Προστασίας».