Πηγασίου στην Ερευνητική: Διαφώνησα με απόφαση αναδιάρθρωσης δανείου πολιτικά εκτεθειμένου ατόμου

Πηγασίου και Θ. Σταύρου κατέθεσαν ενώπιον της Ερευνητικής Επιτροπής για Συνεργατισμό

Τη έντονη διαφωνία του για την απευθείας ανάθεση στην Altamira της διαχείρισης των ΜΕΔ, είχε εκφράσει το μη εκτελεστικό μέλος της Επιτροπείας της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας Άδωνης Πηγασίου, όπως ο ίδιος κατέθεσε σήμερα ενώπιον της τριμελούς Ερευνητικής Επιτροπής που διερευνά την κατάρρευση του Συνεργατικού Πιστωτικού Συστήματοςimagew-2.aspx
Στην κατάθεσή του, ο κ. Πηγασίου είπε επίσης ότι διαφώνησε και με απόφαση που είχε ληφθεί για  αναδιάρθρωση δανείου που ανήκε σε πολιτικά εκτεθειμένο πρόσωπο(ΠΕΠ).
Ο κ. Πηγασίου ανέφερε ότι διορίστηκε στην πιο πάνω θέση τον Αύγουστο του 2016 και παραιτήθηκε τον Φεβρουάριο του 2018 για διάφορους λόγους, όπως είπε.
Ανέφερε αρχικά ότι τον Νοέμβριο του 2017 είχε αρχίσει «μια νέα επαγγελματική προσπάθεια» κάτι που απαιτούσε πάρα πολλή χρόνο, όπως είπε, ενώ ταυτόχρονα είχε και τα ακαδημαϊκά του καθήκοντα σε πανεπιστήμιο.
Ο μάρτυρας ανέφερε, στη συνέχεια, ότι είχε εκφράσει διαφωνίες ως προς το χειρισμό σημαντικών ζητημάτων από το Συμβούλιο, εντός του οποίου υπήρχε, όπως είπε, ένα αρνητικό κλίμα. Ανέφερε, επίσης, ότι κάποια περιστατικά του είχαν κλονίσει την εμπιστοσύνη του όσον αφορά τα στοιχεία που έρχονταν ενώπιον του Συμβουλίου «επί των οποίων καλούμασταν να λάβουμε σημαντικές αποφάσεις». Είπε ακόμη ότι διαφωνούσε και με τον τρόπο που λειτουργούσε το Συμβούλιο.
Ο κ. Πηγασίου ανέφερε ότι η κύρια διαφωνία του ήταν η απευθείας ανάθεση στην Altamira για δημιουργία πλατφόρμας για την διαχείριση των ΜΕΔ, κάνοντας λόγο για το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ως προς τα θέματα για τα οποία είχε εκφράσει διαφωνία.
Όπως υποστήριξε, η Εκτελεστική Διεύθυνση της τράπεζας σε συνεδρία στις 28/12/2016 κατέθεσε πρόταση, με βάση μελέτη της Blackrock, ως προς την αναγκαιότητα δημιουργίας πλατφόρμας διαχείρισης των ΜΕΔ. Η θέση της Διεύθυνσης, πρόσθεσε, ήταν ότι θα έπρεπε να προχωρούσαμε άμεσα σε απευθείας διαπραγμάτευση με την Altamira λόγω των στενών χρονικών περιθωρίων που υπήρχαν στο θέμα αυτό. Σημείωσε ότι αυτό είναι ένα παράδειγμα κακής διακυβέρνησης το να αποφασίζεις για σημαντικά θέματα «με το πιστόλι στον κρόταφο».
Τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν τότε, συνέχισε, υπέρ αυτής της απόφασης για απευθείας ανάθεση ήταν ότι δεν θα ενδιαφέρονταν άλλες εταιρείες για το χαρτοφυλάκιο κυπριακής τράπεζας, ενώ η απόφαση αυτή θα έδινε πλεονέκτημα (first movement advantage) στον Οργανισμό σε σύγκριση με τις άλλες τράπεζας, καθιστώντας τον ως «marker leader» στο θέμα αυτό.
Είπε, επίσης, ότι δέχθηκε αρχικά την επιχειρηματολογία αυτή, ωστόσο δέκα μέρες αργότερα η Ελληνική Τράπεζα είχε ανακοινώσει τη δημιουργία πλατφόρμας μέσα από ανοικτή διαδικασία και μετά από ενδιαφέρον δεκάδων εταιρειών. Αυτή η εξέλιξη, είπε,  άλλαξε τα δεδομένα πάνω στα οποία είχε ληφθεί η απόφαση για απευθείας ανάθεση γι΄αυτό και έκρινε σκόπιμο να στείλει επιστολή στο Συμβούλιο στις 19/1/2017 ζητώντας επανεξέταση της αρχικής απόφασης.
Στην επιστολή του, όπως είπε, εισηγείτο όπως ετοιμαστεί σχέδιο β’ σε περίπτωση που δεν θα κατέληγε σε συμφωνία η διαπραγμάτευση με την Altamira, ως επίσης και την εξέταση του ενδεχομένου συνεργασίας με την πλατφόρμα που δημιούργησε η Ελληνική Τράπεζα.
Είπε ότι το θέμα συζητήθηκε σε συνεδρία της Επιτροπείας στις 1/2/2017 στην οποία δέχθηκε «πρωτοφανή κριτική, αρνητισμό και υποτιμητική αντιμετώπιση» λόγω της επιστολής που είχε στείλει. Ο μάρτυρας ανέφερε, επίσης, ότι είχε υπογραφεί μη δεσμευτική εμπιστευτική συμφωνία με την Altamira από τον Ιούνιο ή Ιούλιο του 2016, αποκτώντας έτσι συγκριτικό πλεονέκτημα λόγω της πρόσβασης που είχε στα στοιχεία του οργανισμού, υποστήριξε.
Ο κ. Πηγασίου είπε ότι όσοι είχαν διαφωνήσει με τη θέση για απευθείας ανάθεση στην Altamira έλαβαν τις χαμηλότερες αξιολογήσεις, προσθέτοντας ότι τις χειρότερες βαθμολογίες είχαν ο Τάκης Ταουσιάνης, η Σουζάνα Πογιατζή και ο ίδιος.
Ανέφερε ότι μετά το «ρήγμα» και την «έντονη διαφωνία» στο θέμα με την Altamira ήταν δύσκολο να επανακτηθεί η εμπιστοσύνη εντός του Συμβουλίου από όσους είχαν διαφωνήσει. Ερωτηθείς σχετικά, ο μάρτυρας είπε ότι ο Γενικός Διευθυντής ήταν υπέρ της πρότασης για απευθείας ανάθεση.
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, ο κ. Πηγασίου είπε ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του στην Επιτροπεία «δεν είχα οποιαδήποτε παρέμβαση από οποιονδήποτε αξιωματούχο για να επηρεάσει την απόφαση μου»,  προσθέτοντας ότι «δεν ένοιωσα κάποια πίεση από τον εκπρόσωπο του υπουργείου Οικονομικών για να πάρω κάποια συγκεκριμένη απόφαση». Ο μάρτυρας είπε ακόμη ότι «υπήρχε μια αδυναμία εταιρικής διακυβέρνησης».
Συνεχίζοντας την κατάθεση του, είπε ότι σε συνάντηση με τις εποπτικές αρχές τον Μάιο του 2017, οι εκπρόσωποι της ΚΤΚ και της ΕΚΤ τον είχαν ρωτήσει γιατί προχώρησαν σε μια αδιαφανή διαδικασία στο θέμα της Altamira και αυτός τους απάντησε για τα στενά χρονικά περιθώρια που υπήρχαν σε μια προσπάθεια να μην «βγάλει προς τα έξω» τις διαφωνίες που υπήρχαν στο θέμα, ισχυρίστηκε.
Οι εποπτικές αρχές, όπως είπε, διερωτήθηκαν γιατί εγκρίθηκε ο διορισμός ατόμων σε θέσεις Διευθυντών περιφέρειας μετά την οικονομική συγχώνευση που δεν πληρούσαν τα βασικά κριτήρια, με αποτέλεσμα «να μείνουμε εκτεθειμένοι ως Συμβούλιο».
Ο κ. Πηγασίου ανέφερε επίσης ότι διαφώνησε με απόφαση που λήφθηκε για αναδιάρθρωση δανείου που ανήκε σε πολιτικά εκτεθειμένο πρόσωπο, προσθέτοντας ότι το θέμα ήταν γνωστό και στις εποπτικές αρχές και είχαν ζητήσει εξηγήσεις, αμφισβητώντας την «επιχειρηματική λογική» με βάση την οποία έγινε η αναδιάρθρωση.
Ο μάρτυρας διατύπωσε τη θέση ότι δεν μπορεί ο οργανισμός να αναδιαρθρώνει δάνεια εκλεγμένων αξιωματούχων του κράτους

Κληθείς από την Επιτροπή να κατονομάσει αυτό το πρόσωπο, ο μάρτυρας αρνήθηκε επικαλούμενος θέμα προσωπικών δεδομένων.
Η Επιτροπή κάλεσε στη συνέχεια τον μάρτυρα να μην πει δημόσια το όνομα του εν λόγω προσώπου για να αποφευχθούν τυχόν σχόλια και κουτσομπολιά, όπως αναφέρθηκε, αλλά να το γράψει πάνω σε ένα κομμάτι χαρτί και να το δώσει στην επιτροπή, όπως και έπραξε.
Ο μάρτυρας είπε ακόμη ότι υπήρχε μια στρέβλωση όσον αφορά στην εταιρική διακυβέρνηση, φέροντας ως παράδειγμα τη μετακίνηση του Προέδρου του Συμβουλίου στη θέση του Γενικού Διευθυντή.
Ακολούθως, κατέθεσε το ανεξάρτητο μη εκτελεστικό μέλος της Επιτροπείας της Συνεργατικής Κεντρικής τράπεζας Θανάσης Σταύρου, ο οποίος διετέλεσε μέλος από τον  Οκτώβριο του 2013 έως τον Οκτώβριο  του 2015.
Ο κ. Σταύρου είπε ότι παραιτήθηκε για προσωπικούς λόγους, διευκρινίζοντας ότι δεν παραιτήθηκε μετά από συνεννόηση με τα άλλα μέλη που παραιτήθηκαν.
Ο μάρτυρας, ο οποίος διετέλεσε και Πρόεδρος της Επιτροπής Διαχείρισης Κινδύνων, υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι «υπήρχε έλλειψη δράσης και όρεξη για σημαντικές τομές» που θα προσέδιδαν αξία στον οργανισμό για να πωληθεί, εννοώντας, όπως κλήθηκε να διευκρινίσει, να αποχωρήσει το κράτος και να ιδιωτικοποιηθεί.
Υποστήριξε, επίσης, ότι δεν υπήρχαν έμπειρα πρόσωπα για να εφαρμόσουν το σχέδιο αναδιάρθρωσης του οργανισμού.