Ελεγκτική Υπηρεσία:Η βασικότερη πηγη διαφθοράς η διαχείριση των δημόσων συμβάσεων έργων

Θα επιχειρηθούν τομές  σύμφωνα με ευρωπαϊκή οδηγία

Η βασικότερη πηγή διασπάθισης δημοσίου χρήματος και διαφθοράς εντοπίζεται στη μετέπειτα φάση της διαχείρισης των δημοσίων συμβάσεων έργων, μέσω των αλλαγών στα σχέδια και τις προδιαγραφές του έργου και μέσω της εξέτασης των χρονικών και οικονομικών απαιτήσεων που υποβάλλονται από τους εργολάβους, αναφέρει η Ελεγκτική Υπηρεσία, η οποία θεωρεί ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την εισαγωγή τομών.Mανακοίνωση της η Ελεγκτική Υπηρεσία αναφέρει :ÐÑÏÅÄÑÏÓ  ÄÇÌÏÊÑÁÔÉÁÓ ÔÅËÅÔÇ ÅÐÉÄÏÓÇÓ ÐÑÁÎÅÙÍ ÄÉÏÑÉÓÌÏÕ - ÏÄÕÓÓÅÁÓ ÌÉ×ÁÇËÉÄÇÓ

Μετά από τις δηλώσεις του Προέδρου της Ομοσπονδίας Συνδέσμων Εργολάβων Οικοδομών Κύπρου (Ο.Σ.Ε.Ο.Κ.) στη δημόσια ραδιοτηλεόραση σχετικά με τις διαδικασίες ανάθεσης και διαχείρισης δημοσίων συμβάσεων έργων, η Ελεγκτική Υπηρεσία σημειώνει τα ακόλουθα:

Είναι γεγονός ότι η ανάθεση δημοσίων συμβάσεων έργων γίνεται τόσο στο κεντρικό Κράτος όσο και στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου σύμφωνα με αυστηρό νομικό πλαίσιο το οποίο αποτελεί μεταφορά σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας. Επίσης, για κάθε διαγωνισμό για συμβάσεις αξίας μεγαλύτερης συγκεκριμένων ορίων, παρέχεται η ευχέρεια προσφυγής στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, μέτρο που αποτελεί ασφαλιστική δικλείδα ελέγχου της νομιμότητας της διαδικασίας που ακολουθήθηκε από την αναθέτουσα αρχή. Από την άλλη, παραμένει ως σοβαρή αδυναμία του συστήματος το γεγονός ότι οι αποφάσεις ανάθεσης στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου λαμβάνονται από πολιτικά όργανα (π.χ. δημοτικό συμβούλιο) και όχι από τεχνοκράτες. Τα πολιτικά αυτά όργανα στερούνται συνήθως τεχνογνωσίας, πέραν του ότι, εκ φύσεως, είναι πιο επιρρεπή κατά τη λήψη των αποφάσεών τους σε παράγοντες που είναι ξένοι προς τα αμιγώς τεχνικά κριτήρια ανάθεσης ενός διαγωνισμού.

  1. Η βασικότερη πηγή διασπάθισης δημοσίου χρήματος και διαφθοράς εντοπίζεται στη μετέπειτα φάση της διαχείρισης των δημοσίων συμβάσεων έργων, μέσω των αλλαγών στα σχέδια και τις προδιαγραφές του έργου και μέσω της εξέτασης των χρονικών και οικονομικών απαιτήσεων που υποβάλλονται από τους εργολάβους. Για τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου η αρμοδιότητα εξέτασης αλλαγών και απαιτήσεων ανατίθεται συνήθως σε πολιτικά όργανα και όχι σε τεχνοκράτες. Επίσης, ακόμη και στις περιπτώσεις που έχουν την αρμοδιότητα τεχνοκράτες στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, αυτοί δεν έχουν συνήθως την εμπειρία και γνώσεις στο εξειδικευμένο θέμα της εξέτασης απαιτήσεων. Πέραν τούτου, σχεδόν σε κανένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου δεν υφίσταται διαδικασία εσωτερικού τεχνικού ελέγχου. Η Κεντρική Επιτροπή Αλλαγών και Απαιτήσεων (ΚΕΑΑ), που είναι το αρμόδιο όργανο για το κεντρικό Κράτος, έχει εκδώσει αριθμό εγκυκλίων για καθοδήγηση των αναθετουσών αρχών των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου στο τρόπο εξέτασης αλλαγών και απαιτήσεων, τούτο όμως δεν μπορεί να καλύψει το πρωτογενές πρόβλημα της ακαταλληλότητας των οργάνων που χειρίζονται τα θέματα αυτά στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου .
  2. Ολοένα και συχνότερα το τελευταίο διάστημα, είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν σύστασης της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, είτε και της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παρακολουθήσεως Σχεδίων Αναπτύξεως και Ελέγχου Δημόσιων Δαπανών («Επιτροπή Ελέγχου»), νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου παραπέμπουν στην ΚΕΑΑ για εξέταση απαιτήσεις σε δημόσιες συμβάσεις έργων. Τέτοιες περιπτώσεις είναι τα έργα της Β’ Φάσης του ΣΑΠΑ, το έργο στην πλατεία Ελευθερίας στο Δήμο Λευκωσίας, το νέο Κτήριο Επιβατών στο Λιμάνι Λεμεσού, το κτίριο του ΘΟΚ, κλπ. Η διαδικασία αυτή δεν είναι θεσμοθετημένη, και ο ρόλος της ΚΕΑΑ είναι σε αυτές τις περιπτώσεις καθαρά συμβουλευτικός και άρα όχι τόσο αποτελεσματικός, εφόσον δεν είναι δεσμευτικές οι αποφάσεις της παρά μόνο συμβουλευτικές. Υπενθυμίζεται η περίπτωση του Συμβολαίου Ε της Φάσης Β’ του ΣΑΠΑ, στο οποίο η ΚΕΑΑ και η Ελεγκτική Υπηρεσία συμβούλευαν ότι το ποσό που θα έπρεπε να δοθεί σε συγκεκριμένη απαίτηση δεν έπρεπε να υπερβεί τις 908.000 ευρώ και όμως το ΣΑΠΑ επέμενε σε ποσό 1.150.000 ευρώ το οποίο μάλιστα παρουσίαζε ως την ύστατη υποχώρηση του εργολάβου. Χρειάστηκε η πολύ αυστηρή παρέμβαση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και η δημοσιοποίηση του θέματος για να αναγκαστεί ουσιαστικά το ΣΑΠΑ να υιοθετήσει το ποσό των 900.000 ευρώ το οποίο τελικά αποδέχθηκε και ο εργολάβος.

Με βάση τα πιο πάνω, η Ελεγκτική Υπηρεσία θεωρεί ότι το υφιστάμενο μοντέλο ανάθεσης και διαχείρισης δημοσίων συμβάσεων έργων στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου είναι αναποτελεσματικό, στερείται επαρκών μηχανισμών ελέγχου και δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για διαφθορά και διασπάθιση δημοσίου χρήματος.

Η Ελεγκτική Υπηρεσία θεωρεί ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την εισαγωγή τομών που θα πρέπει να εφαρμοστούν στο θέμα της ανάθεσης και διαχείρισης δημοσίων συμβάσεων. Θέση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας είναι πως θα πρέπει να υιοθετηθεί άμεσα η ακόλουθη πολιτική:

  • Κάθε δημόσια σύμβαση έργου αξίας μεγαλύτερης από τα 5εκ. ευρώ που προωθείται από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου θα πρέπει να ανατίθεται για υλοποίηση στο Τμήμα Δημοσίων Έργων (ΤΔΕ) του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων (ΥΣΕ) του οποίου οι δομές, η εμπειρία και η τεχνογνωσία παρέχουν τα αναγκαία εχέγγυα για ορθολογιστική υλοποίηση. Η εισήγηση αυτή συνάδει με την εκφρασθείσα Κυβερνητική πολιτική για ενοποίηση των τεχνικών υπηρεσιών του Κράτους. Σημειώνεται ότι το ΤΔΕ ελέγχεται εδώ και δεκαετίες από το Τμήμα Ελέγχου του ΥΣΕ, στοιχείο επιπλέον ασφάλειας. Η ανάθεση της υλοποίησης έργων στο ΤΔΕ δεν σημαίνει απώλεια της αυτοτέλειας των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Παράδειγμα τέτοιας ανάθεσης αποτελεί το έργο της παραλιακής οδού Πιαλέ Πασιά στην Λάρνακα, στο οποίο ιδιοκτήτης ήταν και παρέμεινε μέχρι τέλους ο Δήμος Λάρνακας, ο οποίος ανέθεσε την υλοποίηση του έργου στο ΤΔΕ μέσω ενός Μνηνονίου Συναντίληψης (MOU).
  • Σε περίπτωση που συντρέχουν ειδικοί και εξαιρετικοί λόγοι για τους οποίους δεν είναι εφικτή η ανάθεση της υλοποίησης του έργου στο ΤΔΕ, κάτι το οποίο θα κρίνεται μέσω ενός αξιόπιστου μηχανισμού, τότε η υλοποίηση θα γίνεται από το ίδιο το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Ακόμη όμως και σε αυτή την περίπτωση, η εξέταση αλλαγών και απαιτήσεων αξίας μεγαλύτερης από όρια που θα τεθούν, δεν θα γίνεται από το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αλλά από την ΚΕΑΑ στη βάση τεκμηριωμένων εισηγήσεων του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου. Οι αποφάσεις της ΚΕΑΑ θα είναι δεσμευτικές για το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.

Η Ελεγκτική Υπηρεσία αναμένει ότι οι πιο πάνω εισηγήσεις θα τύχουν άμεσης εξέτασης από το Γενικό Λογιστήριο, ως η αρμόδια αρχή δημοσίων συμβάσεων, με την οποία η συνεργασία είναι ήδη στο θέμα αυτό εξαιρετικά στενή και εποικοδομητική. Ακολούθως, οι πιο πάνω εισηγήσεις θα τεθούν ενώπιον της ΚΕΑΑ για εξέταση και περαιτέρω προώθηση προς άμεση υλοποίηση. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ενδεχομένως να απαιτηθούν και νομοθετικές ρυθμίσεις, η Ελεγκτική Υπηρεσία προσβλέπει στη στήριξη των πιο πάνω εισηγήσεων τόσο από την Κυβέρνηση όσο και από τα πολιτικά κόμματα.