Άρση δυσμενών όρων απασχόλησης των αορίστου, ζητά η συντεχνία «Ισότητα»



Ίσα δικαιώματα με τους μόνιμους υπαλλήλους του δημοσίου και άρση των «δυσμενών» όρων απασχόλησης σε βάρος των εργοδοτουμένων αορίστου χρόνου στη δημόσια υπηρεσία ζητά η νεοσυσταθείσα Παγκύπρια Συντεχνία Εργοδοτουμένων, Αυτό-Εργοδοτουμένων, Ορισμένου Χρόνου, Αορίστου Χρόνου & Συμβασιούχων – Ισότητα.Unknown

Επικαλούμενη τις αρχές της μη διάκρισης και της αναλογικότητας, η συντεχνία, η οποία συστάθηκε στις 18 Δεκεμβρίου και μέχρι στιγμής απαριθμεί 360 μέλη, έχει ήδη αποστείλει επιστολή στην αναπληρώτρια διευθύντρια του Τμήματος Διοίκησης και Προσωπικού ζητώντας τη διευθέτηση συνάντησης για συζήτηση των θεμάτων που τους αφορούν, σημειώνοντας στην επιστολή ότι «οι εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου θα έπρεπε να έχουν τα κατά αναλογία ίσα δικαιώματα με αυτά που έχουν οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα», καθώς και ότι το αίτημά τους δεν επιφέρει δημοσιονομικό κόστος.

Σε σημερινή διάσκεψη Τύπου, στη δημοσιογραφική εστία, ο Πρόεδρος του Ιδρυτικού Διοικητικού Συμβουλίου της συντεχνίας, Νικόλας Παναγίδης, πλαισιωμένος από άλλα μέλη της συντεχνίας, εξήγησε ότι στόχος τους είναι «η καταπολέμηση οποιασδήποτε μορφής αδικίας εις βάρος τους και η προάσπιση της αξιοπρέπειας των εργασιακών δικαιωμάτων τους».

Σύμφωνα με τον κ. Παναγίδη οι αορίστου χρόνου που εργάζονται στη δημόσια και ευρύτερη δημόσια υπηρεσία ανέρχονται σε περίπου 5,500 και αποτελούν το 40% του συνόλου των εργαζομένων.

Όπως ανέφερε, ο περί Εργοδοτουμένων με Εργασία Ορισμένου Χρόνου (Απαγόρευση Δυσμενούς Μεταχείρισης) Νόμος του 2003 τυγχάνει ερμηνείας και εφαρμογής κατά τρόπο που καταστρατηγεί, ουσιαστικά, τις πρόνοιες της σχετικής ευρωπαϊκής Οδηγίας και έκανε λόγο για «συνεχιζόμενη παράλειψη ουσιαστικής συμμόρφωσης του Διοικητικού Μηχανισμού της Κυπριακής Δημοκρατίας με την Οδηγία».

Ειδικότερα, διατύπωσε τη θέση ότι κατά παράβαση των αρχών της μη διάκρισης και της αναλογικότητας, οι όροι απασχόλησής τους κατά το χρόνο που ήταν εργοδοτούμενοι ορισμένου χρόνου ήταν δυσμενέστεροι από τους όρους απασχόλησης όσων διορίστηκαν σε αντίστοιχες μόνιμες θέσεις, αδικία που, όπως σημείωσε, συνεχίζει να συντελείται μέχρι σήμερα.

Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε ότι δεν έχουν δυνατότητα ανέλιξης και προαγωγής, η πείρα τους δεν προσμετράται στη δημόσια υπηρεσία, έχουν λιγότερες μέρες άδειας το χρόνο από τους μόνιμους, που ανέρχονται σε 20 και δεν αυξάνονται. Σε ό,τι αφορά τις άδειες ασθενείας, δικαιούνται 28 ημέρες, έναντι 42 που δικαιούνται οι μόνιμοι, ενώ μπορούν να μεταφέρουν στο επόμενο έτος επτά ημέρες άδειας από το προηγούμενο έτος, έναντι 13 ημερών από κάθε έτος που μπορούν να μεταφέρουν οι μόνιμοι. Όσον αφορά την αξιολόγησή τους, στο έντυπο της ετήσιας υπηρεσιακής έκθεσης αξιολόγησής ο μέγιστος βαθμός που μπορούν να λάβουν είναι το «πολύ ικανοποιητικά», αντί του «εξαίρετα», που ισχύει για τους μόνιμους. Η εισφορά στις κοινωνικές ασφαλίσεις είναι 7,8% τόσο από πλευράς του υπαλλήλου όσο και από πλευράς εργοδότη, ενώ στην περίπτωση των μονίμων οι εισφορές είναι 3,95% και 11,65% από πλευράς εργοδοτούμενου και εργοδότη, αντίστοιχα.

«Οι όροι και οι συνθήκες απασχόλησης των εργοδοτουμένων ορισμένου χρόνου, δηλαδή των έκτακτων υπαλλήλων της δημόσιας υπηρεσίας, από την ημερομηνία που τέθηκε σε ισχύ ο Νόμος αυτός, έπρεπε να είχαν καθοριστεί με γνώμονα τους αντίστοιχους όρους και συνθήκες απασχόλησης των μονίμων υπαλλήλων της δημόσιας υπηρεσίας και να μην είναι δυσμενέστεροι, εκτός εάν υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι που να δικαιολογούν απόκλιση από την αρχή της μη διάκρισης» σημείωσε ο κ. Παναγίδης.

Παράλληλα, παρέπεμψε στην απόφαση επί της υπόθεσης Δημήτρης Λυσάνδρου εναντίον Δημοκρατίας, η οποία εκδόθηκε το Φεβρουάριο του 2016, και στην οποία ο Γενικός Εισαγγελέας παραδέχεται, όπως λέχθηκε, ότι υπάρχει ελλιπής εναρμόνιση με το Ενωσιακό Δίκαιο και ότι θα πρέπει να υπάρξει συμμόρφωση.

«Έτσι και στην περίπτωσή μας, με δεδομένο ότι από την ημερομηνία πρόσληψής μας ασκούμε ακριβώς τα ίδια καθήκοντα κι έχουμε τις ίδιες υποχρεώσεις με τους συναδέλφους μας που διορίστηκαν με βάση τις πρόνοιες του περί δημόσιας υπηρεσίας νόμου και υπηρετούν σε αντίστοιχες μόνιμες θέσεις, θα έπρεπε από την ημερομηνία αυτή να απολαμβάνουμε τα ίδια δικαιώματα και ωφελήματα που απολαμβάνουν αυτοί. Η ανόμοια – άνιση μεταχείρισή μας αντίκειται, επίσης, στο άρθρο 28 του Συντάγματος» είπε.

«Δυστυχώς, όμως, ακόμα και σήμερα εξακολουθούμε να μην έχουμε τα ίδια δικαιώματα, να αντιμετωπιζόμαστε ωσάν να είμαστε κατώτεροι ποιοτικά υπάλληλοι», πρόσθεσε.

Συμπλήρωσε ότι ο εργοδότης τους, δηλαδή η Κυπριακή Δημοκρατία, αλλοιώνει και τροποποιεί τους όρους απασχόλησής τους, χωρίς καν να διαπραγματευθεί και να διαβουλευθεί μαζί τους.

Ο κ. Παναγίδης σημείωσε πως από το Μάιο του 2016 που ψηφίστηκε ο περί της Ρύθμισης της Απασχόλησης Εργοδοτουμένων Αορίστου και Εργοδοτουμένων Ορισμένου Χρόνου στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμος, δεν έχουν εγκριθεί οι όροι απασχόλησής τους από το Υπουργικό Συμβούλιο, είπε. «Υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση πέραν του ενός χρόνου και από τον Μάιο του 2016 μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουμε τους όρους απασχόλησής μας».

Η συντεχνία έχει αποστείλει επιστολές και στους υποψήφιους προέδρους και μέχρι στιγμής έχει διευθετηθεί συνάντηση με τον υποψήφιο Πρόεδρο της Συμμαχίας Πολιτών Γιώργο Λιλλήκα για σήμερα το απόγευμα στις 16.00.