Αρβελέρ:«Καταδικασμένοι να είμαστε Ευρωπαίοι, έχουμε όμως και την εθνική μας καταγωγή»

“Quo Vadis Europa?” Η Ευρώπη θα πάει εκεί που θα την πάμε εμείς, δεν μπορεί να πάει μόνη της αλλού, είπε χθες βράδυ  στο πολιτικο-ακαδημαϊκό συνέδριο υπό τη θεματική “Quo Vadis Europa?” που διοργάνωσε το Γραφείο Ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Κύπρο και το Πανεπιστήμιο Κύπρου, η Βυζαντινολόγος, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού και Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών, Ελένη Γλυκατζή – Αρβελέρ.

Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε στην Πανεπιστημιούπολη, κτήριο Αναστάσιος Λεβέντης. Κύρια ομιλήτρια ήταν η κ. Ελένη Γλυκατζή – Αρβελέρ.Unknown-2
Χορηγός Επικοινωνίας ήταν το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ).

Για πρώτη φορά μίλησε για Ευρωπαίους ο Μπέικον το 1623, είπε η κ. Αρβελέρ, έχοντας στο νου ένα βίωμα κοινού πολιτισμού που ένωνε τότε όλους τους Ευρωπαίους – αυτούς δηλαδή που δεν είχαν υποταχθεί στους Οθωμανούς, μολονότι ένας χάρτης της εποχής εξίσωνε τους Ελληνες με τους Τούρκους και παρόλο που ο Γάλλος ποιητής Ντιπιλέ εξηγεί σε ένα στοιχούργημα του γιατί απεχθάνεται όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους των γνωστότερων πνευματικών κέντρων της εποχής εκείνης, μνημονεύοντας ως αίτια τα χαρακτηριστικά ελαττώματα του καθενός.

Εμείς, σημείωσε, είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε Ευρωπαίοι, συγχρόνως όμως έχουμε και την εθνική μας καταγωγή – κι αυτή την δεύτερη πατρίδα του καθενός μας, την Ευρώπη, θα την πάμε κάπου, παντού ή και πουθενά.

“Στο πού πάει η Ευρώπη, η απάντηση απαιτεί αν όχι προφητική ικανότητα οπωσδήποτε φουτουριστική δεινότητα. Σε ποιον όμως κόσμο θα ζήσουν οι αυριανοί Ευρωπαίοι; Θα είναι η Ευρώπη, μια μικρή παραδοσιακή, τοπική κοινωνία απέναντι στην τεχνολογική οικουμένη; Είναι η αστυφιλία με τις εκατομμυριούχες μεγα-πόλεις αυτών, που θα δημιουργήσει το μελλοντικό καθημερινό περιβάλλον των αυριανών Ευρωπαίων που έτσι θα γνωρίζουν την ύπαιθρο μόνο σαν χώρο των διακοπών τους”, πρόσθεσε.

Σκεφτήκατε ποτέ, συνέχισε, πόσο τα άλματα της τεχνολογικής προόδου κάνουν να γερνούν πρόωρα οι όποιοι νέοι, πόσο γρήγορα δηλαδή γίνονται παρωχημένες οι γνώσεις και τελείως άχρηστες οι παλιές δυνατότητες;

“Ας μιλήσουμε λοιπόν για το αύριο της Ευρώπης, άσχετα από το είδος της οργάνωσης, πολιτικής και κοινωνικής των Ευρωπαίων. Θα ήταν νομίζω πιο πρόσφορο  να μιλήσουμε για μελλοντικές προσπάθειες συνοχής, για υποδομές και δομές, παρά για χαρακτήρες και ιδιοσυγκρασίες των αυριανών κατοίκων της γηραιάς ηπείρου, που αν μη τι άλλο πρέπει να διαχειριστούν ένα μακραίωνο παρελθόν και να τοποθετηθούν απέναντι του αντιμετωπίζοντας συγχρόνως και τις προκλήσεις ενός όλο και πιο σύντομου παρόντος, ενός παρόντος που συνθλίβεται ανάμεσα στην παρουσιολογία του παρελθόντος και στη βιαστική επικαιρότητα του μέλλοντος”, ανέφερε.

Αυτή η αλλαγή στην αίσθηση του χρόνου, σημείωσε, απαιτεί και για τον χώρο Ευρώπη και κάποιες ιδιαίτερες ιστορικές και εισαγωγικές διευκρινίσεις. “Για ποια Ευρώπη μιλάμε; Την Ευρώπη ήπειρο του ντε Γκολ δηλαδή από τις βρετανικές νήσους ως τα Ουράλια Ορη ή για την θεσμικά οργανωμένη Ευρωπαϊκή Ενωση που αγνοεί μεταξύ άλλων Νορβηγία, Ρωσία, Ελβετία, τα Δυτικά Βαλκάνια και η οποία πρέπει να ξεχάσει και το Ηνωμένο Βασίλειο μετά από το πρόσφατο Brexit; Ή μήπως μιλάμε για την πολιτιστική Ευρώπη, την εκτός εαυτής που περιλαμβάνει λόγο, βαθιάς πνευματικής συγγένειας γλωσσικής και θρησκευτικής, την αμερικανική ήπειρο, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία αλλά ακόμη και τη Νότια Αφρική;”, διερωτήθηκε.

Αυτό αν θυμηθούμε, σημείωσε, τον ορισμό του Ευρωπαίου που έδωσε ο Πολ Βαλερί ήδη στα 1919 – Ευρωπαίος είναι αυτός που γνώρισε την αρχαιοελληνική σκέψη, τη ρωμαϊκή νομοθετική εμβέλεια και που ζει με την ιουδαϊκο-χριστιανική πνευματικότητα. Εκεί όπου τα ονόματα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Βιργίλιου, του Μωυσή, του Αποστόλου Παύλου έχουν κάποια βαρύτητα, εκεί είναι Ευρώπη.

“Μήπως δεχτούμε ως Ευρώπη και ευρωπαϊκά όλα τα κράτη που ανήκουν ακριβώς στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο οποίο όμως συμμετέχουν ως και η Τουρκία και το Ισραήλ, ασχέτως της θρησκευτικής τους διαφορετικότητας; Και μόνο η αναφορά στις πολυπληθείς αυτές μορφές δηλώνει το δύσκολο του εγχειρήματος μας”, πρόσθεσε.

Άλλο λοιπόν, είπε, γεωγραφική, άλλο πολιτική, άλλο θεσμική, άλλο πολιτισμική Ευρώπη κι ασφαλώς άλλη η Ευρώπη όπως την νιώθουν και τη ζουν οι νέοι αυτής της ηπείρου σήμερα. Οι νέοι που έχουν χάρις στο σιδηροδρομικό εισιτήριο που οργάνωσε η Ενωση τη δυνατότητα να διασχίζουν την Ευρώπη κατά βούληση.

“Ενα όμως και μόνο γεγονός είναι αναμφισβήτητο – για όποια Ευρώπη κι αν μιλάμε σήμερα η Ευρώπη έπαψε να μονοπωλεί την παγκόσμια ιστορία. Αν μάλιστα περιοριστούμε στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στα κράτη της, πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν έχουν να επιδείξουν επιρροή στα παγκόσμια δρώμενα ούτε σεμνύνονται με πρωτοβουλίες ιστορικής εμβέλειας ούτε έχουν πλανητάρχες να επιδείξουν. Αλλωστε δεν είναι αυτό η επιδίωξη των σημερινών Ευρωπαίων στο πλανητικό χωριό της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης”, συμπλήρωσε.

Πρόεδρος Βουλής

Στην ομιλία του ο Πρόεδρος της Βουλής τόνισε μεταξύ άλλων πως το σίγουρο είναι ότι καθόλου κοντά δεν είμαστε στην κοινή ταυτότητα, στις κοινωνίες των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και ότι οι κύριοι στόχοι της ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης και της κοινής ταυτότητας δεν έχουν επιτευχθεί.

«Πέραν τούτου, υπάρχουν και πολλά άλλα ζητήματα, όπως το θέμα της κοινής εξωτερικής πολιτικής, το θέμα του δημοκρατικού ελλείμματος και της πολιτικής νομιμοποίησης», πρόσθεσε και υπογράμμισε πως είναι ανάγκη να αποφασίσουμε κατά πόσο ή βάση με την οποία ξεκινήσαμε είναι σωστή.

Διευκρίνισε ότι ο ίδιος δεν θα ήθελε να ισχυριστεί ότι δεν είναι αναγκαία η οικονομική συνεργασία και χρειάζεται μια νέα βάση, τονίζοντας ωστόσο ότι «σίγουρα δεν είναι αρκετή».

Επιχειρώντας να δώσει μια ολική εισήγηση για τη βάση πάνω στην οποία πιστεύει ότι πρέπει να στηριχτεί η νέα Ευρώπη, ο κ. Συλλούρης εξήγησε ότι ο πολιτισμός υπό την ευρύτερη του έννοια, θα πρέπει να πάρει τη θέση του ως το πιο σημαντικό εργαλείο για τη δημιουργία ευρωπαϊκής ταυτότητας, αλλά και πολιτικής ενοποίησης. «Επιπρόσθετα, ο πολιτισμός είναι αυτός που θα βοηθήσει σε ένα συγκεκριμένο ρόλο, ο οποίος θα είναι διακριτός από συμπεριφορές άλλων», σημείωσε.

Τόνισε ακόμη πως είναι επίσης αναγκαίο, να δημιουργηθεί μια ευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα, όπου οι αρχές και αξίες θα υπερέχουν των σκοπιμοτήτων, θα στηρίζονται από όλους και θα εφαρμόζονται για όλους και για όλα τα θέματα. «Οι δημόσιες σχέσεις, που πολλές φορές οδηγούν στον εξωραϊσμό των διαφορών θα πρέπει να δώσουν τη θέση τους στην ειλικρίνεια και τις τεκμηριωμένες αναλύσεις», τόνισε.

Στο πλαίσιο της ομιλίας του, ο Πρόεδρος της Βουλής αναφέρθηκε επίσης στη Λευκή βίβλο και τα πέντε σενάρια για το μέλλον της Ευρώπης, επισημαίνοντας ότι η κυπριακή Βουλή έχει στις προτεραιότητες της τον προβληματισμό γύρω από αυτό το ζήτημα, λαμβάνοντας υπόψη τα προβλήματα της Ευρώπης και τις αλλαγές που είναι αναγκαίες για την καλύτερη λειτουργία της.

Ο Πρόεδρος της Βουλής απένειμε στην κ. Αρβελέρ το ανώτατο τιμητικό μετάλλιο της κυπριακής Βουλής των Αντιπροσώπων.

Στον χαιρετισμό του ο επικεφαλής του Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Κύπρο Ανδρέας Κεττής ανέφερε πως για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, το Γραφείο Ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Κύπρο και η Έδρα Jean Monnet του Πανεπιστημίου Κύπρου διοργανώνουν από κοινού το εν λόγω πολιτικο-ακαδημαϊκό συνέδριο και το οποίο φέτος εστιάζει και δίδει ιδιαίτερη έμφαση στον παράγοντα νεολαία και το ρόλο της σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δρώμενα.

Ο κ. Κεττής υπογράμμισε πως ο σχεδιασμός του συνεδρίου σκοπίμως έθεσε στο επίκεντρο του το Πανεπιστήμιο Κύπρου γιατί ακριβώς, όπως εξήγησε, «πεποίθηση και απώτερος σκοπός μας είναι ο διάλογος που διεξάγεται υπό τη σκεπή του συνεδρίου να αγγίξει ειδικά το κύτταρο της κοινωνίας μας και του μέλλοντος μας, τη φοιτητική νεολαία δηλαδή, μεταλαμπαδεύοντας ιδέες και ανησυχίες στην επόμενη γενιά».

«Πώς θα μιλήσουμε για το μέλλον της Ευρώπης αποκλείοντας από τη συζήτηση αυτή το μέλλον της ή έστω δίδοντας έμφαση μόνο στο παρόν της;» διερωτήθηκε.

Ο επικεφαλής του Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Κύπρο ευχαρίστησε την ακαδημαϊκό Καλλιόπη Αγαπίου – Ιωσηφίδου, κάτοχο της έδρας Jean Monnet του Πανεπιστημίου Κύπρου, για την αγαστή της συνεργασία σε ό,τι αφορά την πραγματοποίηση του συνεδρίου, τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου καθηγητή Κωνσταντίνο Χριστοφίδη ο οποίος εξαρχής αγκάλιασε, όπως είπε, την όλη ιδέα αλλά και τον Πρόεδρο της Βουλής που έθεσε υπό την υψηλή του αιγίδα το συνέδριο και αποδέχτηκε την πρόσκληση να κηρύξει την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου, δίνοντας ταυτόχρονα το δικό του προσωπικό πολιτικό στίγμα για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μιλώντας εκ μέρους του Πρύτανη Κωνσταντίνου Χριστοφίδη, ο Αντιπρύτανης Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου, είπε ότι έχουμε προκλήσεις μπροστά μας σε μια Ευρώπη που ταλαιπωρείται και ταλαιπωρεί τους νέους της με την ανεργία, που ψάχνει να βρει διεξόδους από μια οικονομική κρίση, σε μια Ευρώπη που δυσκολεύεται να διαχειριστεί τα σύνορα της και να κρατήσει καθαρή εικόνα για το πώς να διαχειριστεί τον πλούτο των ανθρώπων.

“Ζητάμε από τους νέους μας να περάσουν από μακροχρόνια εκπαίδευση για να επενδύσουν και να επενδύσουμε μαζί τους σε ένα κοινό μέλλον, να αναπτύξουν και δεξιότητες και την τεχνογνωσία που θα χρειαστούν σε μια αβέβαιη προοπτική”, συμπλήρωσε.