Μωραίνει ο (Αμερικανός) Κύριος ον βούλεται απωλέσαι:O ΣΥΡΙΖΑ, οι μαθητές και η άκρα δεξιά

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Ο ίδιος ο Ελληνας Πρωθυπουργός ηγήθηκε καταλήψεων στα νιάτα του, αλλά είναι και γονέας.

Θα όφειλε να γνωρίζει ότι ο τρόπος που ο ίδιος και το konstant_7κόμμα του επέλεξαν για να αντιμετωπίσουν τους ξεσηκωμένους εναντίον της συμφωνίας των Πρεσπών μαθητές, με βρισιές δηλαδή και με ανυπόστατους χαρακτηρισμούς, που διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα των καταλήψεων και τις αιτίες τους, αντί διαλόγου και επιχειρημάτων, είναι ο χειρότερος δυνατός.

Ακόμα και από την άποψη των στενών εκλογικών συμφερόντων και του όποιου μέλλοντος του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, όπως θα επιχειρήσουμε να δείξουμε στη συνέχεια. Στην πραγματικότητα, όλα όσα συμβαίνουν είναι συνέχεια των βασικών εσφαλμένων στρατηγικών παραδοχών (όπως το «οι Αμερικανοί είναι φίλοι μας») και επιλογών προσωπικού της ηγεσίας αυτού του κόμματος, που έγιναν από το 2012 ήδη, το οδήγησαν στην πανωλεθρία του 2015 και το οδηγούν τώρα – και τη χώρα μαζί – σε νέες περιπέτειες.

Τα όσα σήμερα ακούγονται από τα μεγάφωνα της κυβερνητικής προπαγάνδας εναντίον των καταληψιών θυμίζουν έντονα όσα έλεγε η ΥΕΝΕΔ του Παπαδόπουλου εναντίον των φοιτητών του Πολυτεχνείου το 1973. Τότε, οι νέοι στους δρόμους ήταν υποκινούμενοι αναρχοκομμουνιστές, τώρα είναι υποκινούμενοι εθνικιστές και φασίστες. Δεν υπήρχε πιθανότητα κάποιος να αντιτίθεται στην αποτρόπαιη χούντα του Παπαδόπουλου, που είχε επιβάλλει η αμερικανική CIΑ και να μην είναι ξενοκίνητος κομμουνιστής ή αναρχικός. Σήμερα, δεν μπορεί να υπάρχει άνθρωπος που να αντιτίθεται στην επιβληθείσα από τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ Συμφωνία των Πρεσπών και να μην είναι ακροδεξιός εθνικιστής και φασίστας. Προς στιγμήν μάλιστα, το καλοκαίρι, είχε γίνει και ξενοκίνητος!

Φυσικά, τέτοια κινήματα ποτέ δεν ήταν και δεν μπορούνε να είναι ομοιόμορφα και αμοιγή. Όπως στις μαθητικές και φοιτητικές εξεγέρσεις που είχαν «αριστερό» χρώμα, υπήρχε μια μεγάλη παρουσία ποικίλων δυνάμεων και συνθημάτων, έτσι κι εδώ υπάρχει το ένα άκρο που λέει ότι η «Δημοκρατία έδωσε τη Μακεδονία» (σύνθημα που είναι και βλακώδες, εκτός των άλλων, γιατί μας θυμίζει ότι η Δικτατορία όντως έδωσε την Κύπρο), αλλά και αυτοί που έγραψαν «Μακεδονία, Γη Ελληνική, έξω οι φασίστες από τα σχολεία». Το «Την Ελλάδα ξεπουλάνε, τους ξένους προσκυνάνε», που είδαμε σε μια άλλη περίπτωση, δύσκολα ένας αντικειμενικός παρατηρητής θα θεωρήσει, δυστυχώς, ανακριβές.

Ούτε είναι δυνατόν να καλούνται πάλι οι Έλληνες να τοποθετηθούν απέναντι σε μια κινητοποίηση, με κριτήριο ποιος την κάνει κι όχι τι ζητάει. Δηλαδή αν αύριο το πρωί η Χρυσή Αυγή ή το Κομμουνιστικό Κόμμα πούνε ότι ο ήλιος ανατέλλει από την Ανατολή, οι άλλοι θα πρέπει να αρχίσουν να λένε ότι ανατέλλει από τη Δύση; Ποδοσφαιρική ομάδα καλούμαστε να διαλέξουμε ή άποψη επί ενός μείζονος θέματος εξωτερικής πολιτικής;

 Επιτιθέμενος στο εθνικό αίσθημα, ο ΣΥΡΙΖΑ κόβει το κλαρί που τον έφερε στην εξουσία

Αν η όλη κινητοποίηση έχει, αν θέλετε, μια γενική ροπή προς τα δεξιά, την ροπή την κατέστησε αναπόφευκτη το γεγονός ότι ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ εγκατέλειψε την υπεράσπιση και στράφηκε μάλιστα εναντίον του ελληνικού εθνισμού, δηλαδή της ίδιας της δύναμης που τον εκτόξευσε στην εξουσία, όταν επαγγέλθηκε την απαλλαγή της χώρας από το νεοαποικιακό καθεστώς των Μνημονίων και των Δανειακών. Το ότι ο Τσίπρας δεν το χρειάζεται τώρα, ή δεν μπορεί να εκφράσει τη δύναμη του ελληνικού εθνικού αισθήματος, δεν σημαίνει ότι αυτό έπαψε και να υπάρχει!

Το αίσθημα αυτό, αναπτυσσόμενο στα πλαίσια μιας χώρας που εξακολουθεί να λεηλατείται και να υποδουλώνεται είναι μόνο φυσικό και ευτυχώς που εκδηλώνεται. Σε ότι αφορά το ζήτημα της Μακεδονίας, η εθνική ιδεολογία της χώρας είναι, εδώ και έναν αιώνα, «η Μακεδονία είναι ελληνική», ιδεολογία που μετασχηματίστηκε στη θέση «Ούτε Μακεδονία, ούτε παράγωγα», την οποία, καιροσκοπικώς μεν, αλλά την υποστήριξε, ακόμη και η Πρόεδρος του ΣΥΝ Μαρία Δαμανάκη.

Μπορεί αυτή η ιδεολογία να είναι εσφαλμένη ή ανακριβής, αν θέλεις όμως να την αλλάξεις, πρέπει να δώσεις πολιτική μάχη, πρέπει να αγωνιστείς, δεν αρκεί να βγάλεις ένα φιρμάνι, που όλοι μάλιστα καταλαβαίνουμε ότι εξεδόθη κατόπιν εντολών της αμερικανικής Πρεσβείας. Αν αποδέχεσαι εξάλλου σύνθετη ονομασία, πρέπει το όνομα της χώρας, της γλώσσας, της εθνότητας και της υπηκοότητας να ταυτίζονται. Για να έχει μέλλον μια τέτοια συμφωνία και να οδηγεί σε ειλικρινή συμφιλίωση, πρέπει να είναι σαφής και ειλικρινής και να υποστηρίζεται από την πλειοψηφία και των Ελλήνων και των Σλαβομακεδόνων. Τίποτα από αυτά δεν συμβαίνει. Ακριβώς λοιπόν γιατί ευρύτατα στρώματα του ελληνικού λαού, αντελήφθησαν την όλη υπόθεση ως καίρια επίθεση στο έθνος τους και προϊόν αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων της κυβέρνησης και του ξένου παράγοντα, την αντιμετωπίζουν ως μία κακή έως προδοτική συμφωνία. Δεν είναι περίεργο που, από την υπόθεση αυτή κερδίζει η δεξιά, όπως η αριστερά κέρδισε όταν αντιτάχθηκε στην αποικιοκρατία των Μνημονίων. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάλι μπερδέψει το αίτιο και το αιτιατό.

Πότε εμφανίζονται μαζικά κινήματα

Αυτό που κάνουν τώρα οι κυβερνητικοί, να παρουσιάζουν μερικές εξτρεμιστικές εκδηλώσεις ως χαρακτηρίζουσες το όλο κίνημα διαμαρτυρίας, δεν είναι διαφορετικό από αυτό που έκαναν οι κυβερνήσεις Γ. Παπανδρέου και Παπαδήμου, όταν ταύτιζαν ένα ή ενάμισυ εκατομμύριο ανθρώπους, που διαμαρτύρονταν στο Σύνταγμα κατά των Μνημονίων και των Δανειακών, με διακόσιους κουκουλοφόρους, που πιθανότατα είχαν στείλει οι ίδιες οι υπηρεσίες τους, για να δώσουν το πρόσχημα για τη διάλυση των συγκεντρώσεων.

Δεν γίνονται καταλήψεις, μεγάλες διαδηλώσεις, εξεγέρσεις επειδή κάποιοι αριστεροί ή δεξιοί θέλουν να τις κάνουν. Γίνονται μόνο αν μια μεγάλη μάζα ανθρώπων έχει πεισθεί για το δίκηο μιας υπόθεσης, είναι αγανακτισμένη  και δεν έχει άλλο τρόπο να το διεκδικήσει. Μερικοί φιλοκυβερνητικοί σχολιαστές της πλάκας λένε ότι οι μαθητές είναι ανώριμοι, δεν ξέρουν τίποτα και δεν έχουν πολιτική παιδεία – λες και έχουν οι ίδιοι. Δεν έχουν ακούσει ότι από τρελλό κι από μικρό μαθαίνεις την αλήθεια.

Οι καταλήψεις δεν είναι αποτέλεσμα της δράσης της Χρυσής Αυγής, κάποιων κληρικών ή κάποιων εθνικιστών. Είναι αποτέλεσμα της πολιτικής του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ και της επιμονής του να περάσει μια Συμφωνία που συναντά την αντίθεση της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και μάλιστα με ελάχιστα δημοκρατικές μεθοδεύσεις, ουσιαστικά με ένα νομότυπο πραξικόπημα. Είναι επίσης αποτέλεσμα της ολοκληρωτικής αποτυχίας αυτού του κόμματος να πείσει τον ελληνικό λαό για την ορθότητα της πολιτικής του στο μακεδονικό. Πολύ φυσικό άλλωστε, διότι δεν έχει στις τάξεις του αγωνιστές, υπαλλήλους έχει να παριστάνουν τους «αριστερούς».

Γι’ αυτό και η προσπάθεια να εμφανισθεί όλη αυτή η κινητοποίηση ως ακροδεξιά, εθνικιστική και φασιστική και να αντιμετωπισθεί ωσάν να ήταν όχι διαμαρτυρία για την πολιτική της κυβέρνησης, αλλά μια δήθεν επίθεση του Φασισμού και του Εθνικισμού κατά της Δημοκρατίας, στερείται σοβαρότητας, προδίδει επικίνδυνα αυταρχική νοοτροπία, αλλά και επί της ουσίας αμηχανία. Και αντανακλά εν τέλει την οίηση πολιτικά νεόπλουτων.

 Μίκης και Γλέζος: Αληθινή και ψεύτικη αριστερά

Ευτυχώς άλλωστε που ζουν ακόμα και είναι και εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών, δύο άνθρωποι – σύμβολα των αγώνων του ελληνικού λαού και της ελληνικής, πραγματικής Αριστεράς κατά της Γερμανικής Κατοχής και κατά της Αμερικανοκίνητης δικτατορίας, ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μανώλης Γλέζος, για να διαψεύδουν με το παράδειγμά τους το «αφήγημα», το παραμύθι δηλαδή σε … κανονικά ελληνικά, της δήθεν Αριστεράς. Γιατί, έτσι που πάμε, θα τρελλαθούμε όλοι μαζί.

Με τον τρόπο που επέλεξε η κυβέρνηση να απαντήσει στους πιτσιρικάδες (αλλά και λόγω, για να πούμε την αλήθεια, της σύνθεσης και του επιπέδου των περισσοτέρων «Μακεδονομάχων», δες π.χ. την περίπτωση ορισμένων από τους ομιλητές της Θεσσαλονίκης), διολισθαίνουμε δυστυχώς τώρα σε ένα επικίνδυνο εμφυλιοπολεμικό κλίμα, όπου δεν συζητάει κανείς με επιχειρήματα υπέρ ή κατά της Συμφωνίας, απλώς ανταλλάσσονται ύβρεις και χαρακτηρισμοί. Αυτό είναι η πραγματική απειλή για τη Δημοκρατία.

 Γιατί δεν πάει ο Τσίπρας να μιλήσει με τους μαθητές;

Αν η κυβέρνηση είχε πραγματικά δημοκρατική νοοτροπία, η ΕΡΤ θα καλούσε τους εκπροσώπους των μαθητών να συζητήσουν με τους δικούς της εκπροσώπους στην τηλεόραση. Θα προτείναμε μάλιστα στον κ. Πρωθυπουργό να στείλει στην τηλεόραση να συζητήσουν τους συμβούλους επικοινωνίας και τους λογογράφους του. Θα τον ωφελούσε πολύ να παρακολουθήσει, από τη θέση του τηλεθεατή, τα επιχειρήματα που του γράφουν να εκφωνεί.

Γιατί ο Τσίπρας δεν πάει ο ίδιος στα σχολεία, να μιλήσει με τους μαθητές; Γιατί δεν στέλνει τα «στελέχη» του κόμματός του να κουβεντιάσουν με τους μαθητές, να δοκιμάσουν να τους πείσουν, να καταλάβουν πως σκέφτονται και γιατί ανησυχούν, αντί να τους βρίζουν και να τους λοιδορούν από τηλεοράσεως. Αυτό θάκανε ο Τσίπρας και τα στελέχη του αν ήταν όντως αριστεροί, αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε προ πολλού καταντήσει ένα «άδειο πουκάμισο, μια Ελένη». (1)

Κάποτε, η Αριστερά δεν ήταν της μόδας, όπως έγινε, ή κατάντησε, μετά το 1974. Τότε λειτουργούσαν αβέρτα κουβέρτα τα ‘Εκτακτα Στρατοδικεία εκδίδοντας θανατικές καταδίκες και μπορούσες να βρεθείς στο κολαστήριο της Μακρονήσου για ψύλλου πήδημα. Κι όμως, τότε, ελάχιστο χρόνο μετά τη στρατιωτική τους συντριβή στο Βίτσι και τον Γράμμο, οι Κομμουνιστές κυκλοφορούσαν μέσα στον Λαό, όπως το ψάρι μέσα στο νερό, αντιτάσσοντας στη Δύναμη της Βίας τις Ιδέες και την Ψυχή τους, ηθικά νικητές επί των νικητών τους. Oργάνωσαν μάλιστα, αν δεν με απατά η μνήμη μου, μέσα σε αυτό το φοβερό καθεστώς μαθητικές καταλήψεις γιατί η τότε κυβέρνηση θέλησε να αλλάξει τα βιβλία της ιστορίας σχετικά με την 25η Μαρτίου, κατόπιν, και τότε, εντολής των Αμερικανών, που θεωρούσαν ότι η Επανάσταση του 1821 χαλούσε τη σούπα της εντός του ΝΑΤΟ ελληνοτουρκικής συμμαχίας!

Ποιος θα μου πείτε να πάει στα σχολεία τώρα και να ανοίξει κουβέντα με τους μαθητές; Αριστερά έχουμε, Αριστερούς δεν μοιάζει να έχει! Το μόνο που ξέρουν να κάνουν οι Κούτβηδες, είτε στην υπηρεσία της Μόσχας, είτε στην υπηρεσία της Ουάσιγκτων, ήταν και παραμένει πάντα να λένε όποιους διαφωνούν μαζί τους προβοκάτορες, φασίστες και πράκτορες. Υπάρχει μια εντυπωσιακή πορεία σύγκλισης δύο θεωρητικά αντίθετων ρευμάτων, των επιγόνων του ελληνικού σταλινισμού και της ελληνικής άκρας, «σκληρής» δεξιάς όλων των αποχρώσεων. Σύγκλισης τόσο σε ότι αφορά τις μεθόδους, όσο και σε ότι αφορά την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των Αμερικανών και των συμμάχων τους.

 Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ γεννάει τον κίνδυνο του Φασισμού

Εν πάσει περιπτώσει, αν οι μαθητές που κατέλαβαν τα σχολεία είναι ακροδεξιοί τότε πρόκειται για θαύμα. Με την πολύ μικρών διαστάσεων, και εν πολλοίς βασισμένη σε τρομοκρατικές μεθόδους  εξαίρεση ίσως της ΕΚΟΦ, ουδέποτε η άκρα δεξιά είχε οποιαδήποτε αξιοσημείωτη επιρροή στην ελληνική νεολαία. Αν όντως την έχει σήμερα, μετά από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης της υποτιθέμενης αριστεράς, τότε αυτή η αριστερά έχει πετύχει το ακατόρθωτο. Καλό θα ήταν, αντί να κάνει ηθικοπλαστικές διαλέξεις, να πάει να δει την όψη της στον καθρέφτη, όπως έκανε κάθε βράδυ ο Ντόριαν Γκρέι.

Αν όντως η Άκρα Δεξιά και οι Φασίστες είχαν την επιρροή που τους αποδίδει η κυβερνητική προπαγάνδα σε μερίδα της μαθητικής νεολαίας, και μάλιστα μια ‘Ακρα Δεξιά ακόμα πιο πρωτόγονη στην εκφορά του λόγου της κι από τους ΣΥΡΙΖΑίους ή τους Νεοδημοκράτες, με ορισμένους εκπροσώπους της να μοιάζουν περίπου με καννίβαλους, και ενώ τη βαρύνει η στυγερή δολοφονία του Πέτρου Φύσσα, τότε ζήτω που καήκαμε.

Δεν συμβαίνει ακόμα , αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί στο τέλος να συμβεί. Πιθανότατα αυτή ακριβώς είναι η τελική επιδίωξη της Αυτοκρατορίας και των Αμερικανών. Αφού ξεζουμίσουν και ξευτελίσουν ολότελα τον ΣΥΡΙΖΑ ως Αριστερά, αφού φορτώσουν στην «Αριστερά» τις εθνικές υποχωρήσεις που χρειάζονται, στα πλαίσια του «Γεωπολιτικού Μνημονίου», όπως αίφνης τη «λύση» του κυπριακού, ή το γέμισμα όλης της χώρας με αμερικανικές βάσεις και την παράδοση των ενόπλων δυνάμεων στις ΗΠΑ και το Ισραήλ, τότε θα έρθει ίσως η ώρα για ένα αυταρχικό, ημιφασίζον καθεστώς στην Ελλάδα, ανάλογο με αυτά που επέβαλαν στο παρελθόν, καταλληλότερο από οποιαδήποτε Αριστερά, ακόμα και την απόλυτα εκφυλισμένη του ΣΥΡΙΖΑ, να συνοδεύσει τον ελληνισμό στο τέλος του. Θα είναι ένα 1974 από την ανάποδη.

Aλλωστε, ιδίως μετά την εκλογή του Τραμπ, η επιβολή συγκαλυμμένων δικτατοριών είναι η προφανής προτίμηση των Αμερικανών, από την Ουκρανία έως τη Βραζιλία.

Όπως όμως και στη μεσοπολεμική Γερμανία, έτσι και στη σημερινή Ευρώπη, η άνοδος της φασίζουσας ακροδεξιάς είναι αποτέλεσμα της χρεωκοπίας μιας (αν)ύπαρκτης Αριστεράς.

Αυτό δεν είναι ευρέως γνωστό και κατανοητό στην Ελλάδα, αλλά η μεγαλοπρεπής «κωλοτούμπα» του 2015 έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στην Ευρώπη και διεθνώς για το άνοιγμα του κύκλου της νέας Δεξιάς. Κι αυτό γιατί θεωρήθηκε από όλο τον πλανήτη ως μία ακόμα τρανή απόδειξη της «Αριστεράς που προδίδει», άρα

 Η εκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ και η ‘Ακρα Δεξιά

Τρία πράγματα διακρίνουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Απουσία στρατηγικής πολιτικής σκέψης και αρχών που να την διέπουν, απουσία συλλογικότητας στη λήψη αποφάσεων, απουσία επαφής με την πραγματικότητα.  Απεδείχθησαν περίτρανα όλα αυτά με τον τραγέλαφο του 2015, όταν η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος ανέμενε, αν δεν ήλπιζε, ότι θα χάσει το δημοψήφισμα που η ίδια προκήρυξε.

Το βασικό στρατηγικό σφάλμα του ΣΥΡΙΖΑ όλη αυτή την περίοδο είναι η κραυγαλέα υποτίμηση της δύναμης του ελληνικού εθνισμού, εκφράζοντας τον οποίο και χωρίς να το πολυκαταλαβαίνει και ο ίδιος πως έγινε ανήλθε, στην εξουσία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε ότι αυτό το κόμμα είχε ανέκαθεν ένα απέραντο κομφούζιο στο κεφάλι του σχετικά με την συσχέτιση εθνικού και κοινωνικού. Είναι αλήθεια ότι η δύναμη του εθνισμού έχει μειωθεί πολύ τώρα, λόγω ακριβώς της ήττας του 2015, δεν έχει όμως εξαφανισθεί.

Εν τη απουσία στρατηγικής, ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει τακτικές. Ενδέχεται να πιστεύει ότι η άνοδος της άκρας δεξιάς θα τον ενισχύσει «κόβοντας» από τη ΝΔ του Μητσοτάκη και δημιουργώντας έναν «μπαμπούλα» που θα συσπειρώσει πίσω του τη «δημοκρατική παράταξη» και θα προσφέρει και στον ίδιο έναν επιπλέον λόγο ύπαρξης. Κάνει λάθος και στα δύο.

Υπάρχει ένα ποσοστό «αντισυστημικών» ψηφοφόρων για τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ και η εμφανιζόμενη (γιατί δήθεν είναι φοβούμαι και αυτή) ως αντισυστημική δεξιά  είναι οι πραγματικοί όμοροι χώροι. Κι έτσι, αντί να δούμε τις μετατοπίσεις ψηφοφόρων από τη ΝΔ στη Χρυσή Αυγή, να δούμε στο τέλος μετατοπίσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τη Χρυσή Αυγή ή άλλες δεξιές συσσωματώσεις. ΄

Δεύτερον, το παιχνίδι με την άκρα δεξιά τόπαιξε και ο Μιτεράν στη Γαλλία, τώρα όμως η Κυρία Λεπέν, ή η ανηψιά της είναι δύο βήματα από την εξουσία στο Παρίσι.

Οι ιστορίες αυτές είναι εξαιρετικά επικίνδυνες για τη χώρα στο σημείο που βρίσκεται. Εχουμε αναπτύξει αλλού το πως, όταν οι «ταυτότητες» του ‘Εθνους και της Κοινωνίας ταυτίζονται, όπως έγινε π.χ. στη διάρκεια της Κατοχής, ο ελληνικός λαός μεγαλουργεί, όταν συγκρούονται οδηγείται σε εμφύλιο πόλεμο και καταστρέφεται. (2)

Ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν ήταν, αλλά σήμερα είναι όλο και λιγότερο πολιτικός οργανισμός. Είναι ένας μηχανισμός άσκησης της εξουσίας, με ορισμένες θολές και συγχισμένες ιστορικές αναφορές στις αξίες της Αριστεράς και Κεντροαριστεράς και με κοινωνικούς δεσμούς με ορισμένα στρώματα που κάπως προστάτευσε στη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας και φοβούνται την επέλαση μιας νεοφιλελεύθερης δεξιάς.

Καμιά από τις μεγάλες πολιτικές του επιλογές ούτε συζητήθηκε, ούτε αποφασίσθηκε σε κάποιο συλλογικό πολιτικό του όργανο. Οι αποφάσεις πάρθηκαν προσωπικά από τον Τσίπρα και έναν πολύ στενό κύκλο φίλων και συμβούλων του. Η επικοινωνία υποκατέστησε συχνά την πολιτική, απουσίασε παντελώς η αίσθηση της ιστορικότητας. Υπό τις συνθήκες αυτές οι λογογράφοι και οι σύμβουλοι επικοινωνίας πήραν το πάνω χέρι.

Αλλά η Φύση απεχθάνεται το κενό. Αν ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε ανίκανος να παράγει στρατηγική, δεν λείπουν οι ξένες δυνάμεις που βρήκαν τον τρόπο να τον χειραγωγήσουν και να τον κατευθύνουν εντέχνως εκεί που τους χρειαζόταν να πάει. Κάποιο λόγο ασφαλώς είχε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης για να ευχαριστεί την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών την επαύριο της συνθηκολόγησης, για να περιοριστούμε σε ένα μόνο, αλλά συγκλονιστικό παράδειγμα.

Οι Αμερικανοί και η Αυτοκρατορία του Χρήματος δεν αγάπησαν ασφαλώς ποτέ την ελληνική Αριστερά. Την απήγαγαν και την χρησιμοποίησαν για να καταστρέψουν το ηθικό της απόθεμα, τις αξίες της, που δεν είναι μόνο αξίες μιας παράταξης, αλλά και εθνική εφεδρεία. Χρησιμοποίησαν την ελληνική εξέγερση για να εξασθενήσουν τη Γερμανία, αλλά και φρόντισαν να την καταστήσουν ακίνδυνη για την ευρωπαϊκή νεοφιλελεύθερη τάξη και κατάφεραν να εξουδετερώσουν οποιαδήποτε προσπάθεια προσέγγισης με τη Ρωσία που τους τρομοκρατεί.

Χρειάζονται ακόμα τον ΣΥΡΙΖΑ για να ολοκληρώσουν ορισμένες γεωπολιτικές «δουλίτσες» τους, αλλά πρέπει να είναι κανείς βαθιά ανόητος για να μην καταλαβαίνει ότι αργά ή γρήγορα, δεν θα στραφούν, και δεν την προετοιμάζουν από τώρα, σε μια λύση τύπου Μπολσονάρο, προς ένα ημιφασίζον ακροδεξιό καθεστώς, που ταιριάζει καλύτερα και σε ότι συμβαίνει διεθνώς αλλά και στις ανάγκες της τελευταίας και πιο δραματικής φάσης της καταστροφής του ελληνισμού, προς ένα 1974 από την ανάποδη.

Αν ενεργοποιηθεί αυτό το σενάριο, θα συμβεί πολύ γρήγορα και αιφνιδιαστικά, με τη βοήθεια των κοινωνικών μέσων, λίγο πριν από εκλογές, προτού προλάβει κανείς να καταλάβει τι γίνεται και να αντιδράσει. ‘Η, εναλλακτικά, ως αποτέλεσμα μιας μείζονος εθνικής κρίσης.

Το πιο έξυπνο πράγμα που θα μπορούσε να κάνει ο Τσίπρας στο Μακεδονικό,  θα ήταν να βασιστεί στα ερείσματα που του προσέφερε ήδη ο Ζάεφ για να ζητήσει αλλαγή του πλαισίου συνταγματικών αλλαγών ή, εναλλακτικά, να προκηρύξει δημοψήφισμα για τη Συμφωνία. Το πιο καταστροφικό, για τον ίδιο, για τη χώρα και για τη δημοκρατία, θα ήταν να προχωρήσει στην υπερψήφιση της συμφωνίας από διάφορους βουλευτές διαφόρων κομμάτων, που δεν έχουν εκλεγεί με τέτοια εντολή. Αν ενδιαφέρει πραγματικά τον ΣΥΡΙΖΑ να προστατεύσει, όπως λέει, τη Δημοκρατία, το πρώτο που οφείλει να κάνει είναι να τη σέβεται.

Είναι απίθανο να κάνει τίποτα από τα δύο. Μοιραίος και άβουλος, θα στερεώσει ο ίδιος τη θηλιά στον λαιμό του, το πιθανότερο. ‘Εχει εδώ και πολύ χρόνο παγιδευτεί σε ένα δίχτυ που αν στα βρόχια του πιαστείς, κανείς δεν θα μπορέσει να σε βγάλει.

Αθήνα, 1.12.18

(1) Ο Λένιν έχει δώσει ένα καταπληκτικό ορισμό του ρεύματος που ίδρυσε, λέγοντας ότι οι Μπολσεβίκοι διακρίνονται από όλα τα άλλα ρεύματα του εργατικού κινήματος, γιατί διεισδύουν σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, τις επηρεάζουν και επηρεάζονται από αυτές.

(2) Εξετάζουμε το παράδειγμα της σύνθεσης και της αντιπαράθεσης εθνικής και κοινωνικής ταυτότητας στην Ελλάδα του 1940, πως δηλαδή παρήχθη η ισχυρότερη εθνική αντίσταση σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη και εν τέλει οδηγηθήκαμε στον εμφύλιο και την καταστροφή στο βιβλίο μας Η Κύπρος σε Παγίδα, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 2008 σελ. 324-336