Η συνταγή κρατάει χρόνια

Του Νίκου Καταουρίδη

images-2 copyΗ μέθοδος καλά γνωστή από τη δεκαετία του 1950, όταν άρχισε η πειραματική εφαρμογή της στις χώρες που συνιστούσαν την «αμερικανική αυλή» όπως τις αποκαλούσαν, την Λατινική Αμερική.  Στόχευαν  ένα τομέα της οικονομίας τον οποίο ήθελαν να οδηγήσουν στα χέρια του ιδιωτικού κεφαλαίου. Αρχικά τον λοιδορούσαν, στη συνέχεια διόγκωναν και υπερπρόβαλλαν τα προβλήματα, ακολούθως προκαλούσαν γεγονότα στον τομέα αυτό που έσπερναν φόβο και κατάπληξή κ.ο.κ.  Πράγματα που έχουν αποδειχθεί με έρευνες δεκάδων μελετητών και δημοσιογράφων.  Ακόμα και με καταθέσεις σε Εθνικά Κοινοβούλια, περιλαμβανομένου και του ιδίου του Κογκρέσου των ΗΠΑ.  Πολλά τα ντοκιμαντέρ  με τις μαρτυρίες των ενόχων πρωταγωνιστών.  Στις μέρες μας αποκαλύφθηκε και ο όρος «οικονομικοί δολοφόνοι» και ο ρόλος τους.

Αυτή η μέθοδος και οι συνακόλουθες τακτικές περιλαμβάνουν όλα τα εργαλεία εφαρμογής της.  Πάντα στο όνομα της δημοκρατίας και της πολυφωνίας.  Πάντα στο όνομα του δήθεν «καλύτερου αποτελέσματος».  Καλύτερου βέβαια για τους ελάχιστους. Αποδεδειγμένο και αυτό.  Βέβαια αυτό το αποτέλεσμα δικαιώνει εκείνους που το προκάλεσαν, γιατί πέτυχαν τον στόχο τους και ικανοποίησαν το συμφέρον τους. Το δόγμα στο οποίο εδράζεται η λογική αυτής της αντίληψης γνωστό από αιώνες  τώρα.  Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.  Με άλλα λόγια ότι μέσον και να χρησιμοποιηθεί, π.χ. είτε οικονομικό, είτε πολιτικό πραξικόπημα είτε και τα δύο, δικαιολογείται γιατί υπηρετεί τον υπέρτατο και «ιερό» σκοπό.  Για παράδειγμα στη Χιλή το 1973 χρησιμοποιήθηκαν και τα δύο αυτά εργαλεία, οικονομικό και πολιτικό πραξικόπημα ενάντια στον δημοκρατικά εκλεγμένο Πρόεδρο Σαλβαδόρ Αλιέντε.  Στην Κύπρο το 1974 χρησιμοποιήθηκε το πολιτικό πραξικόπημα, του οποίου προηγήθηκε το εκκλησιαστικό λόγω της εκκλησιαστικής ιδιότητας του δημοκρατικά εκλεγμένου Προέδρου.

Αυτή τη μέθοδο στο καθαρά οικονομικό της σκέλος τη βίωσαν και σε αρκετές χώρες της Ευρώπης καθώς και σε σειρά χωρών μελών της Ευρωπαϊκής  Ένωσης.    Τη βιώσαμε και τη βιώνουμε και στην Κύπρο.  Σειρά άλλοτε πετυχημένων Οργανισμών και τομέων της οικονομίας και όχι μόνο, μέσα από μια παρόμοια διαδικασία και με την συνέργεια διαφόρων παραγόντων, πέρασαν και περνούν αυτοί οι οργανισμοί, στα χέρια του ιδιωτικού κεφαλαίου.  Το ζούμε εδώ και 3-4 χρόνια τώρα, έντονα στον τομέα της Υγείας.  Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που τα ίδια λάθη, η ίδια αμέλεια στον ιδιωτικό τομέα προσπερνάται, ενώ στον δημόσιο ανάγεται σε έγκλημα.  Είναι ακόμα πολύ ενδεικτικό ότι μέσα στο ίδιο 48ωρο, δύο όμοια γεγονότα έτυχαν παντελώς διαφορετικού χειρισμού από αρχές και ΜΜΕ.   Ο άδικος θάνατος του δεκάχρονου μαθητή στην Λάρνακα και ο άδικος θάνατος της νεαρής (25χρονης) εργαζόμενης μητέρας σε μονάδα εστίασης στην Λευκωσία.   Το πρώτο συμβάν ακόμα το συζητά ολόκληρη η κοινωνία. Το δεύτερο ξεχάστηκε σε 24 ώρες.  Για το πρώτο συμβάν συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν δύο γιατροί.  Για το δεύτερο τίποτα.  Γιατί άραγε; Η ανθρώπινη απώλεια έχει άλλη ποιότητα και αξία στη μια περίπτωση και διαφορετική στην άλλη;.  Όχι βέβαια.  Η διαφορά είναι ότι στην πρώτη περίπτωση πέραν από το γνήσιο ενδιαφέρον, την οργή αν θέλετε για τον τρόπο που χάθηκε ένα δεκάχρονο αγγελούδι, υπάρχει και το «ειδικό ενδιαφέρον».  Το ζεστό ενδιαφέρον κάποιων να «κάψουν» το δημόσιο τομέα της Υγείας.  Να αποτρέψουν το ΓΕΣΥ, να τα παραδώσουν όλα στον ιδιωτικό τομέα.

Στη δεύτερη περίπτωση δεν υπάρχει το «ειδικό» ενδιαφέρον, γιατί έτσι ή αλλιώς, η μονάδα όπου η τραγική μάνα έχασε τη ζωή της, ανήκει ήδη στον ιδιωτικό τομέα.

Η επιτυχία της μεθόδου την οποία περιγράφω, το μυστικό αυτής της συνταγής, βρίσκεται στο ότι οδηγεί βήμα-βήμα και εκείνους οι οποίοι θα υποστούν τις τραγικές συνέπειες, αυτής της μεθόδου, να φτάνουν στο σημείο να αποδέχονται ή και να υπερασπίζονται αυτή τη διαδικασία.  Δικαιολογητικό απέναντι στον εαυτό τους είναι η φράση: Δεν υπάρχει άλλη λύση.  Και έτσι τελειώνουν όλα.  Κάτι τέτοιο συμβαίνει τώρα με τον Συνεργατισμό, κάτι τέτοιο στοχεύουν ορισμένοι να πετύχουν και στον τομέα της Υγείας.

Η συνταγή πετυχαίνει.  Το μυστικό της κρατάει χρόνια, γι’  αυτό και θα συνεχίσουν να την πουλούν όπου κρίνουν ότι την χρειάζονται.  Το ερώτημα είναι πως αντιμετωπίζεται.