YΠΟΙΚ: Κρίσιμοι οι επόμενοι μήνες, η δημοσιονομική πολιτική δεν μπορεί να είναι πλέον τόσο επεκτατική


 imagewΟι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι για την οικονομία και συνεπώς η δημοσιονομική πολιτική δεν μπορεί να είναι πλέον τόσο επεκτατική όσο ήταν κατά την προ της κρίσης περίοδο, ανέφερε ο Υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Πετρίδης, μιλώντας σε σημερινή κοινή διάσκεψη Τύπου με την Υπουργό Εργασίας, Ζέτα Αιμιλιανίδου.

Σε σχέση με τα δημόσια οικονομικά, ανέφερε ότι κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020, το δημοσιονομικό ισοζύγιο διαμορφώθηκε σε -4% του ΑΕΠ σε σχέση με την προ του Covid πρόβλεψη για πλεόνασμα 1.1% του ΑΕΠ.

«Αυτό συνεπάγεται επιδείνωση της τάξης του €1 δις για το πρώτο μισό του έτους, η οποία δεν επήλθε μόνο από τις αυξημένες δαπάνες, αλλά και την απώλεια εσόδων. Είναι μια εξέλιξη απολύτως φυσιολογική και αναμενόμενη που δεν παρεκκλίνει από τις προβλέψεις ή τους σχεδιασμούς μας», είπε και υπενθύμισε ότι η επίσημη πρόβλεψη της Κυβέρνησης τον Απρίλιο, η οποία κατατίθεται και επίσημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο του Προγράμματος Σταθερότητας και αφορά το δημοσιονομικό ισοζύγιο, κάνει λόγο για έλλειμμα της τάξης του 4,3%.

Τόνισε ακόμα ότι λόγω του δανεισμού που πραγματοποιήθηκε προκειμένου να ενισχυθούν τα ρευστά διαθέσιμα του κράτους, το δημόσιο χρέος έχει ανέλθει ήδη στο 120% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με 95,5% στο τέλος του 2019. Για ολόκληρο το 2020, αναμένεται να κυμανθεί στο 116,8% του ΑΕΠ.

«Το ύψος του δημόσιου χρέους είναι τέτοιο, που επιβάλλει να τεθεί εκ νέου σε μια πτωτική πορεία, η οποία θα διασφαλίζει την αξιοπιστία της Κύπρου στο εξωτερικό και όσον αφορά τους οίκους αξιολόγησης», σημείωσε ο ΥΠΟΙΚ.

Πρόσθεσε ότι διασφάλιση μιας υγιούς δημοσιονομικής πολιτικής και η θωράκιση της δημόσιας οικονομίας, είναι απόλυτα επιβεβλημένη, ώστε το επόμενο διάστημα να μην απειληθεί η εκτέλεση του προϋπολογισμού ή οι επωφελείς κοινωνικές ή αναπτυξιακές πολιτικές που εφαρμόσαμε τα περασμένα χρόνια.

«Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι και συνεπώς η δημοσιονομική πολιτική, δεν μπορεί πλέον να είναι τόσο επεκτατική όσο ήταν κατά την προ της κρίσης περίοδο», τόνισε.

Πρόσθεσε ότι η πορεία της κυπριακής  οικονομίας – μιας ιδιαίτερα ανοικτής οικονομίας λόγω και του τουρισμού – θα εξαρτηθεί και από την εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας, όπως και την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού στις άλλες χώρες.

Ο κ. Πετρίδης ανέφερε ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί,  ως μέρος της πορείας ανάκαμψης, η βέλτιστη συμμετοχή της Κύπρου στα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα στο Ταμείο Ανάκαμψης.

«Θα πρέπει, επίσης, να επιμείνουμε  στην αναθεώρηση του αναπτυξιακού μας μοντέλου, μια διαδικασία η οποία ήδη βρίσκεται εν εξελίξει σε συνεργασία με το Συμβούλιο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας, καθώς και την επαναφορά μεταρρυθμίσεων», ανέφερε.

Η Κύπρος, ανέφερε, έχει τη δυνατότητα άντλησης κονδυλίων ύψους 1,1 δισεκατομμυρίων ευρώ  από το Ταμείο Ανάκαμψης για επανεκκίνηση της οικονομίας και την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων. Η αξιοποίηση του εργαλείου αυτού, σημείωσε, έχει ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι τα κονδύλια αυτά θα υποκαταστήσουν τα επόμενα χρόνια δαπάνες του προϋπολογισμού, υποβοηθώντας στην ουσία το δημοσιονομικό ισοζύγιο της χώρας. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται, επίσης, όπως είπε, στο γεγονός ότι τα κονδύλια αυτά θα δοθούν κάτω από αυστηρά χρονοδιαγράμματα και ορόσημα αλλά και αυστηρές προϋποθέσεις, όπως μεταρρυθμίσεις οι οποίες προτείνονται από την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

«Μεταρρυθμίσεις τις οποίες η χώρα έχει ανάγκη αλλά δεν έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα, και για καταφέρουμε την βέλτιστη άντληση κονδυλίων δεν θα έχουμε την πολυτέλεια να αγνοήσουμε», είπε.

Πρόσθεσε ότι η έγκριση του Προγράμματος μας για το Ταμείο Ανάκαμψης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το οποίο στοχεύουμε να ετοιμάσουμε μέχρι τον Οκτώβριο, αλλά και η αποδέσμευση των κονδυλίων, θα εδράζεται στην αυστηρή αξιολόγηση της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στο Εθνικό Μεταρρυθμιστικό Πρόγραμμα.

«Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητη και η συνεργασία όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων, για να καταφέρουμε να αυξήσουμε στο μέγιστο δυνατό βαθμό την απορρόφηση των κονδυλίων αυτών», ανέφερε.

Παράλληλα ο Υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Πετρίδης δήλωσε ότι η Κυβέρνηση αξιοποίησε όλα τα διαθέσιμα εργαλεία τα οποία προσφέρει στην Κύπρο η ΕΕ όπως το εργαλείο SURE, ενώ το επόμενο χρονικό διάστημα θα πρέπει να διασφαλιστεί η βέλτιστη συμμετοχή της Κύπρου στα προγράμματα της ΕΕ και ιδιαίτερα στο Ταμείο Ανάκαμψης.

«Μέσω του μηχανισμού αυτού, η Κύπρος αναμένεται να ωφεληθεί σημαντικά λαμβάνοντας υπόψη ότι η μέγιστη διάρκεια δανείων θα είναι 15 χρόνια, και με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο από ότι θα μπορούσε να δανειστεί η Κύπρος», είπε ο ΥΠΟΙΚ.

Όσον αφορά τον καταρτισμό της μελλοντικής οικονομικής πολιτικής, είπε ότι θα πρέπει σε συνδυασμό με την οικονομική ευελιξία που επιδείχθηκε στο παρελθόν για στήριξη της οικονομίας, να ληφθεί επίσης πολύ σοβαρά υπόψη και το μακροοικονομικό περιβάλλον, ώστε οποιεσδήποτε αποφάσεις να μη θέσουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, τα οποία και βρίσκονται υπό δοκιμασία.

Σημείωσε ότι με βάση τα πιο πρόσφατα μακροοικονομικά στοιχεία, η ύφεση κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 (περίοδος που εφαρμόστηκε το lockdown και τα περιοριστικά μέτρα) ανήλθε στο 11.9% ενώ για το πρώτο εξάμηνο η ύφεση ανήλθε στο 5.5%.

«Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα, η πρόβλεψή μας δεν διαφοροποιείται σε σχέση με την πρόβλεψη του περασμένου Απριλίου, δηλαδή παραμένει το βασικό σενάριο για συρρίκνωση του ΑΕΠ κοντά στο 7%, παρά το ότι ο τουρισμός κινείται στη βάση του χείριστου σεναρίου», είπε.

Σε σχέση με την κατανάλωση, ανέφερε κατά το 1ο εξάμηνο του 2020, η ιδιωτική κατανάλωση παρουσίασε μείωση 2.5%, ενώ η δημόσια κατανάλωση αύξηση 16.9% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 η οποία συγκράτησε τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Συνολικά, η κατανάλωση παρουσίασε αύξηση 1.3%.

Στην αγορά εργασίας, πρόσθεσε, το ποσοστό ανεργίας κατά το πρώτο εξάμηνο παρουσίασε οριακή μόνο αύξηση στο 7.1% του εργατικού δυναμικού σε σχέση με 6.7% κατά την αντίστοιχη περσινή περίοδο, αποδεικνύοντας ότι οι πολιτικές που εφάρμοσε η Κυβέρνηση για συγκράτηση των απολύσεων, υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό αποτελεσματικές.

Σε ερώτηση κατά πόσο πρέπει να αναμένεται μια έξοδος στις αγορές για να χρηματοδοτηθούν αυτά τα σχέδια, ο Υπουργός απάντησε αρνητικά και είπε ότι πλέον έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που πρέπει να στοχεύουμε στη μείωση του δημοσίου χρέους. Πρόσθεσε ότι η Κύπρος θα πρέπει να δει την ευχέρεια δανεισμού και τα εργαλεία της ΕΕ σε ένα πλαίσιο συνετής διαχείρισης της οικονομίας η οποία θα επιτρέψει αποπληρωμή ενδεχομένως και πιο ακριβού χρέους, ώστε να επαναρχίσει μια πτωτική πορεία του δημοσίου χρέους και να μην τεθούν σε κίνδυνο κοινωνικές και αναπτυξιακές πολιτικές τόσων χρόνων.

Δεν προγραμματίζεται μείωση μισθών στο δημόσιο

Ερωτηθείς κατά πόσο υπάρχουν σκέψεις για μείωση του κόστους στη δημόσια υπηρεσία, ο ΥΠΟΙΚ απάντησε αρνητικά, σημειώνοντας ωστόσο ότι οι επόμενοι μήνες είναι κρίσιμοι όσον αφορά τη δημοσιονομική διαχείριση και υπάρχουν αστάθμητοι παράγοντες. Σημείωσε ότι δεν υπάρχει κάτι προγραμματισμένο αυτή τη στιγμή για μείωση μισθών, αφού κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε μείωση της κατανάλωσης με μεγάλες συνέπειες στην οικονομία.

Σε άλλη ερώτηση για το πλάνο της Κυβέρνησης για απορρόφηση όσο το δυνατόν περισσότερων κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης, ο κ. Πετρίδης είπε ότι το ΥΠΟΙΚ έχει ήδη στείλει στα Υπουργεία τις κατευθυντήριες γραμμές και τους άξονες πολιτικής που περιλαμβάνουν τις συγκεκριμένες δράσεις που μπορούν να τεθούν υπό το Ταμείο Ανάκαμψης. Αυτή τη στιγμή, είπε, διεξάγεται ενδοκυβερνητικός διάλογος. Τα Υπουργεία θα περιλάβουν στους προϋπολογισμούς τους αυτές τις δράσεις, οι οποίες προϋποθέτουν ότι θα γίνουν κάποιες μεταρρυθμίσεις τις οποίες ήδη υποδεικνύει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην Κύπρο, συνέχισε. Ανάμεσα σε αυτές, είπε ότι είναι και η μεταρρύθμιση της Δημόσιας Υπηρεσίας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που ενδεχομένως να είναι προϋποθέσεις για εκταμίευση.

Στόχος ανέφερε, είναι μέχρι το τέλος Οκτωβρίου να κατατεθεί το πλάνο της Κύπρου στην ΕΕ.

Πρόσθεσε ότι θα πρέπει να γίνουν δεσμεύσεις όσον αφορά συγκεκριμένα έργα μέχρι το 2023 και τα έργα θα πρέπει να υλοποιηθούν μέχρι το 2026. Είπε επίσης ότι δεν θα είναι εύκολη η αποδέσμευση αυτών των κονδυλίων και εξέφρασε την άποψη ότι η Επιτροπή θα είναι αυστηρή όσον αφορά την υλοποίηση και την αποδέσμευση. Ανέφερε επίσης ότι η συνεισφορά της Κύπρου στην ΕΕ θα αυξηθεί από 200 εκ ευρώ τον χρόνο στα 300 εκ. ευρώ και θα πρέπει να είναι σε θέση να απορροφήσει περισσότερα.