Του Νίκου Κατσουρίδη
Οι συζητήσεις οι οποίες προηγήθηκαν της άφιξης της κυρίας Λούτ στην Κύπρο, τόσο από τα ΜΜΕ, όσων τα κομματικά βήματα και το επίσημο βήμα της Βουλής, κατέδειξαν ορισμένα πράγματα. Σε μια στιγμή οριακή για το κυπριακό καταγράφηκαν θέσεις που προκαλούν περισσότερο θλίψη και αγωνία για το μέλλον, παρά μια σχετική αισιοδοξία και προοπτική. Τι έχει προκύψει μέσα από αυτές τις συζητήσεις και τοποθετήσεις;
Πρώτο, κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων και σε θέματα πρωτεύουσας σημασίας αλλά και δευτερεύουσας και σε θέματα στρατηγικής και τακτικής, αλλά και περιεχομένου.
Δεύτερο,ότι μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου παραμένει αμετακίνητο σε βασικές αντιλήψεις του όπως αυτές διαμορφώθηκαν είτε το 1977, είτε τη δεκαετία του 1980, είτε του 1990, είτε το 2004. Σ΄ αυτές τις θέσεις οχυρώνονται και σημαντικά τμήματα του πληθυσμού.
Τρίτο,έχουν προκύψει και νέα ζητήματα τα οποία σχετίζονται με νέες ορολογίες οι οποίες έχουν εισαχθεί από τα ίδια τα Ηνωμένα ΄Έθνη, όπως «καινοτόμες ιδέες» και «όροι αναφοράς», καθώς και οι διαφορετικές ερμηνείες της νέας βάσης συζήτησης στην παρούσα φάση του κυπριακού, δηλαδή του πλαισίου Γκουτέρες. Το οποίο βέβαια τώρα θα εμπλουτιστεί με τις νέες ιδέες και άλλα στοιχεία των «όρων αναφοράς».
Τέταρτο, στο σκηνικό προστίθεται με μια άνευ προηγουμένου δυναμική και ο ρόλος του Φυσικού Αερίου και η αντίληψη έκαστης κοινότητας αλλά και πολιτικής δύναμης για τον τρόπο οικονομικής και πολιτικής του αξιοποίησης.
Πέμπτο, έχει εισέλθει στον καθημερινό διάλογο αμέσως μετά το ναυάγιο στο Κράνς Μοντανά και το απαράδεκτο δίδυμο ιδεών περι συνομοσπονδίας και δύο κρατών. Ιδέες που απορρίπτονται επισήμως από τις τρείς μεγαλύτερες πολιτικές δυνάμεις του τόπου και που δεν υιοθετούνται από καμμιά άλλη.
Έκτο, η σχέση του Προεδρικού και της μεγάλης δύναμης της αντιπολίτευσης, δηλαδή του ΑΚΕΛ, βρίσκονται στο απόγειο της αντιπαλότητας και τολμώ να πώ εχθρότητας.
Έβδομο, η ρευστότητα του σκηνικού στον περιβάλλοντα το νησί μας γεωγραφικό χώρο και στις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας δημιουργεί νέα δεδομένα που με τη σειρά τους δημιουργούν νέες προσδοκίες ή παλιές αυταπάτες, φαινόμενα τα οποία ακόμα περισσότερο επιφέρουν σύγχυση και διάσπαση στο εσωτερικό μέτωπο.
Όγδοο, υπεισήλθε στις πολιτικές συζητήσεις για καλά η θεματολογία για το που ανήκουμε, για το αν πρέπει να ενταχθούμε στο ΝΑΤΟ ή όχι και συναφώς μια άλλη οπτική στο θέμα εγγυήσεις και στρατεύματα. Καθίσταται αναγκαίο επι του σημείου αυτού να ξεκαθαρίσουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις τις θέσεις τους. Τουλάχιστον όσες δεν το έχουν πράξει.
Εννατο, το ύψος, ο τόνος, το λεκτικό και η ένταση της εσωτερικής αντιπαλότητας θυμίζει δεκαετία του 1980. Αποκορύφωμα η ευκολία με την οποία άμεσα ή έμμεσα αποδίδεται σε πολιτικούς αντιπάλους η λέξη «προδότης» και «προδοσία».
Μπροστά σ΄ αυτή την κατάσταση οφείλουν όλοι να συνειδητοποιήσουν ότι ορισμένα ζητήματα δεν μπορεί να τίθενται έστω υπο συζήτηση. Όπως π.χ. ότι η Κύπρος δεν χρειάζεται εγγυήσεις και στρατούς – κηδεμόνες ή επιτηρητές. Ότι η πολιτειακή ρύθμιση της μελλοντικής μας Δημοκρατίας θα είναι με Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία αλλά με εκείνο το περιεχόμενο που θα διασφαλίζει τη μια και μόνη κυριαρχία, ιθαγένεια και διεθνή προσωπικότητα και ταυτόχρονα τη λειτουργικότητα και βιωσιμότητα του κράτους. Ότι η λύση θα οδηγεί με το πέρασμα του χρόνου τις δύο κοινότητες και όλους όσοι νόμιμα κατοικούν την Κύπρο να γίνουν ένας Λαός, διατηρώντας βέβαια τα ιδιαίτερα τους χαρακτηριστικά. Και τέλος ότι απέναντι στην ανάγκη να απαλλαγούμε την τουρκική κατοχή και επικυριαρχία όλα τα άλλα έπονται.
Οφείλουμε να υπερασπιστούμε την Πατρίδα μας με σθένος, αποφασιστικότητα και σύνεση. Να διαφυλάξουμε την ανεξαρτησία, κυριαρχία, εδαφική ακεραιότητα και την ενότητα μας.