Η οικονομική κρίση στην Τουρκία και η σύγκρουση Τραμπ – Ερντογάν, στο επίκεντρο του βελγικού Τύπου

 

Τον φόβο της ότι η τουρκική κρίση μπορεί να μεταδοθεί και σε άλλες

epa06891931 Turkish President Recep Tayyip Erdogan prays during a rally for the second anniversary of the failed coup attempt on Bosphorus Bridge in Istanbul, Turkey, 15 July 2018. The 15 July 2016 events mark the second anniversary of the failed coup attempt which led to some 50,000 workers being dismissed, some 8,000 people arrested, and scores of news outlets shut down by the government. Turkish military factions on 15 July 2016 attempted a coup d'etat, for which Turkish President Recep Tayyip Erdogan was quick to blame US-based Turkish cleric Fetullah Gulen and his movement to allegedly have masterminded the attempt. EPA/ERDEM SAHIN

χώρες, εκφράζει στο  κεντρικό της πρωτοσέλιδο η γαλλόφωνη βελγική εφημερίδα Le Soir. Η εφημερίδα παρατηρεί ότι “το μόνο που κατάφερε ο Ερντογάν με την αμετροεπή και επιθετική ρητορική του απέναντι στις ΗΠΑ, ήταν να εξουδετερώσει τα όποια οφέλη θα προέκυπταν από τα μέτρα που έλαβε η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας στην προσπάθειά της να σταματήσει τον κατήφορο της τουρκικής λίρας”. Η εφημερίδα υπογραμμίζει ότι “η ανησυχία είναι πλέον διάχυτη για έναν πιθανό αντίκτυπο από την τουρκική κρίση στις ευρωπαϊκές τράπεζες, το κόστος δανεισμού των χωρών της Νότιας Ευρώπης και τις ισοτιμίες άλλων χωρών έναντι του δολαρίου”.

Σύμφωνα με την εφημερίδα, “εξίσου μεγάλη ανησυχία προκαλεί στους οικονομολόγους και η εμμονή του Ερντογάν να χειραγωγεί ο ίδιος την τουρκική οικονομία, πρακτική η οποία συνεχίζεται  με αμείωτους ρυθμούς παρά την κρίση”.

Την ίδια ώρα η  La Libre, στο κύριο άρθρο της υπό τον τίτλο “Σύγκρουση  μεταξύ των δύο ‘εγώ’ Τουρκίας-ΗΠΑ” ‘βλέπει’ την κρίση που αντιμετωπίζει η Τουρκία ως μια σύγκρουση ανάμεσα στις εκ διαμέτρου αντίθετες φιλοδοξίες ΗΠΑ-Τουρκίας, η οποία έχει εν πολλοίς τις ρίζες της στα αντικρουόμενα συμφέροντα μεταξύ των δύο χωρών.

Επισημαίνεται ειδικότερα ότι “το ζήτημα της απελευθέρωσης του Αμερικανού πάστορα από τις τουρκικές αρχές δεν αποτελεί παρά το τελευταίο επεισόδιο ενός μακρόχρονου σίριαλ που είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών και το οποίο ξεκίνησε με αφορμή τις ριζικά διαφορετικές προσεγγίσεις που είχαν σε ό,τι αφορά το Συριακό”.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την εφημερίδα, “η φιλοδοξία της Τουρκίας να αναδειχθεί σε περιφερειακή υπερδύναμη της περιοχής επωφελούμενη από το χάος που έχει προκληθεί στην Συρία και να εξαλείψει κάθε κουρδική παρουσία κατά μήκος των συνόρων της, ήλθε σε ευθεία σύγκρουση με τις προτεραιότητες των ΗΠΑ, οι οποίες είδαν να δημιουργούνται τετελεσμένα στο Συριακό, το οποίο πλέον διευθετείται χωρίς οι ίδιες να έχουν την παραμικρή επιρροή”. Ένα ακόμα πεδίο σύγκρουσης μεταξύ των δύο χωρών “έχει να κάνει με το Ιράν,  το οποίο στηρίζει αμέριστα η Τουρκία προκαλώντας την ενόχληση του Λευκού Οίκου”, καταλήγει το δημοσίευμα.

Με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία ασχολείται εκτεταμένα και ο ολλανδόφωνος βελγικός Τύπος βάζοντας στο στόχαστρο τον πρόεδρο Ερντογάν στον οποίο επιρρίπτει όλη την ευθύνη για την κλιμάκωση της κρίσης.

Συγκεκριμένα, η De Standaard στο κεντρικό της πρωτοσέλιδο υπό τον τίτλο “Όταν η σκληρή ρητορική και η ξεροκεφαλιά κυριαρχούν” διερωτάται κατά πόσον η ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας μπορεί να οδηγήσει σε μια παγκόσμια οικονομική κρίση. Σε άλλο άρθρο της υπό τον τίτλο “Ο πεισματάρης Ερντογάν ‘θρυμματίζει’ το τουρκικό παραμύθι”, η εφημερίδα υποστηρίζει ότι όσο περισσότερο ο Ερντογάν καταφεύγει σε μια ρητορική θυματοποίησης και συνωμοσιολογίας αρνούμενος πεισματικά να αυξήσει τα επιτόκια, τόσο περισσότερο το αδιέξοδο θα μεγαλώνει, με αποτέλεσμα η κρίση που αντιμετωπίζει η Τουρκία να αποκτά πλέον παγκόσμιες διαστάσεις. Η εφημερίδα, εξάλλου υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι όσο συνεχίζεται η κρίση στην Τουρκία τόσο θα δυσκολεύονται τα πράγματα και για την Ελλάδα η οποία μόλις εξήλθε από την κρίση.

Επιπλέον η De Morgen αφιερώνει κι αυτή το κεντρικό της πρωτοσέλιδο στην Τουρκία, σημειώνοντας ότι “ολόκληρη η παγκόσμια κοινότητα έχει το βλέμμα της στραμμένο στον Ερντογάν”, ενώ παράλληλα προειδοποιεί ότι η κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας μπορεί να οδηγήσει σε μια παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Συγκεκριμένα η εφημερίδα εμφανίζεται στις εσωτερικές της σελίδες βέβαιη ότι “εάν η Τουρκία καταρρεύσει θα ακολουθήσει και ο υπόλοιπος κόσμος”. Μια κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας θα σήμαινε λιγότερες εισαγωγές από άλλες χώρες και περισσότερα χρέη προς ξένες τράπεζες που  διαθέτουν τουρκικά ομόλογα στα χαρτοφυλάκιά τους, εξηγεί η εφημερίδα, σημειώνοντας ωστόσο ότι η ζημιά ειδικά για το Βέλγιο θα είναι μάλλον περιορισμένη.

Τέλος, η De Tijd κρατάει προς το παρόν στάση αναμονής, αρκούμενη στην επισήμανση ότι  ότι “η τουρκική κυβέρνηση δεν καταφέρνει να σταματήσει την ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας”, καθώς, όπως διευκρινίζει, ο πρόεδρος Ερντογάν αρνείται πεισματικά να δώσει το ‘πράσινο φως’ για μια αύξηση των επιτοκίων που θα σταματούσε μεν την κατηφόρα της λίρας, θα έβαζε όμως τέλος στην «επιθετική» πολιτική τόνωσης της ανάπτυξης που έχει υιοθετήσει όλα αυτά τα χρόνια ο Τούρκος πρόεδρος η οποία του έχει χαρίσει υψηλά ποσοστά δημοτικότητας.