Την ίδια ώρα ο Τούρκος πρόεδρος ανακοίνωσε ότι εάν επικρατήσει στις εκλογές του Ιουνίου, θα θέσει υπό κρατικό έλεγχο και τη μέχρι τώρα ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας.
Μάλιστα, θεωρεί ότι η ανακοίνωση του προέδρου περί άρσης της ανεξαρτησίας της Κεντρικής Τράπεζας αποτελεί «έναν από τους κεντρικούς λόγους για τη νομισματική κρίση της Τουρκίας». Συνέπεια μιας αποτυχημένης οικονομικής πολιτικής μπορεί να είναι η μετανάστευση πολλών Τούρκων ή τουλάχιστον η μεταφορά των αποταμιεύσεών τους στο εξωτερικό, εκτιμά ο Φράτσερ.
Υπάρχουν όμως κι άλλοι λόγοι για την οικονομική δυσχέρεια της χώρας. Για χρόνια η Τουρκία εισήγαγε περισσότερα προϊόντα απ’ ό,τι εξήγαγε. Κι ενώ η χώρα βρισκόταν οικονομικά σε καλό δρόμο, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 και το κύμα συλλήψεων και απολύσεων που ακολούθησε άρχισε να χάνεται η εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών. Στο μεταξύ ο πληθωρισμός ανέρχεται στο 11%.
Αρνείται την αύξηση των επιτοκίων
Μάλιστα, ασκεί πιέσεις προς την τράπεζα όχι μόνο να μην αυξήσει τα επιτόκια, αλλά να τα μειώσει. Αυτό που ανησυχεί τον Ερντογάν είναι μήπως η αύξηση των επιτοκίων βάλει τέλος στους ξέφρενους ρυθμούς ανάπτυξης που έφτασαν πέρυσι το 7,4%. Η μέχρι τώρα ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης έχει χαρίσει πολλές ψήφους στον Ερντογάν και στο ΑΚΡ.
Παράλληλα, διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, όπως η Standard and Poor’s και η Moody‘s, έχουν υποβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, κάτι το οποίο επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τη θέση της Τουρκίας, ειδικά απέναντι σε ξένους επενδυτές. Ωστόσο, ο Τούρκος πρόεδρος βλέπει ακόμη και αυτές τις αξιολογήσεις ως μέρος ενός ευρύτερου «σχεδίου» των ξένων. Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης θέλουν να «αποσταθεροποιήσουν» την τουρκική οικονομία και να οδηγήσουν τον ίδιο σε εκλογική αποτυχία, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε.
Πηγή: Deutsche Welle