Του Νίκου Κατσουρίδη
Είναι σαφές, τόσον από κινήσεις που αφορούν το εσωτερικό της χώρας αλλά και κινήσεις στην ευρωπαϊκή και εν γένει εξωτερική πολιτική της Γαλλίας, ότι ο Πρόεδρος Μακρόν, φιλοδοξεί, να αφήσει το δικό του πολιτικό στίγμα. Στοχεύει προφανώς να ενδυναμώσει την παρουσία της Γαλλίας και στα ευρωπαϊκά δρώμενα και στα ευρύτερα επίπεδα άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Έχει στόχους και έχει από ότι έως τώρα γίνεται αντιληπτό και στρατηγικό σχέδιο. Επιδεικνύει ζωηρό ενδιαφέρον να επαναφέρει τη Γαλλική παρουσία σε περιοχές όπου η Γαλλία διετέλεσε στο παρελθόν ρόλο πρωταγωνιστικό. Προωθεί την Γαλλική πολιτική, οικονομική και στρατιωτική παρουσία, σε ζώνες ειδικού ενδιαφέροντος. Ιδιαίτερη θέση φαίνεται να κατέχει σ΄ αυτό το σχεδιασμό, ως είναι φυσικό, η Μεσόγειος και ειδικά η Ανατολική Μεσόγειος Μια περιοχή όπου ανέκαθεν η Γαλλία είχε παρουσία και ρόλο. Ιστορικά αυτή η παρουσία και ρόλος καταγράφηκαν στη Συρία, το Λίβανο, την Κύπρο. Σήμερα, μετά από μια περίοδο ανάπαυλας, φαίνεται να επαναδραστηριοποιείται οικοδομώντας, σχέσεις και παρουσία στην περιοχή. Κάτι ανάλογο προωθεί και με την Ελλάδα. Χώρα με την οποία διαχρονικά διατηρούσε εξαιρετικές σχέσεις και η οποία κατέχει σημαντική θέση στη Μεσόγειο, αλλά και ηγετική θέση στα Βαλκάνια. Η σχέση Κύπρου – Ελλάδας, αποτελεί από μόνη της, κίνητρο και βατήρα για τους Γαλλικούς σχεδιασμούς. Αφορμή για τις σκέψεις αυτές αλλά και χαρακτηριστική ένδειξη είναι η πρόσφατη κίνηση της Γαλλικής κολοσσιαίας εταιρείας ενέργειας ΤΟΤΑΛ να συνεργαστεί με την Ιταλική ΕΝΙ στο οικόπεδο 8 της Κυπριακής ΑΟΖ. Και απ΄ ότι φαίνεται η ΤΟΤΑΛ στοχεύει σε μια στρατηγική συνεργασία με την ΕΝΙ στα ύδατα της κυπριακής ΑΟΖ. Αυτό σε συνδυασμό με τη συμφωνία Γαλλίας – Κύπρου σε στρατιωτικό επίπεδο με ξεχωριστό στοιχείο την παραχώρηση διευκολύνσεων στα λιμάνια και αεροδρόμια μας, για τις Γαλλικές ένοπλες δυνάμεις συνθέτουν ένα δυνατό πλαίσιο συνεργασίας, προς αμοιβαίο όφελος. Μιας συνεργασίας πολλά υποσχόμενης. Μιας συνεργασίας η οποία μπορεί να ενδυναμωθεί άμεσα και γρήγορα, αν αναληφθούν από κυπριακής πλευράς πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση. Και οι πρωτοβουλίες αυτές μπορεί και πρέπει να αφορούν όλους του τομείς. Διμερείς σχέσεις, σχέσεις εντός Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και πολυμερείς σχέσεις. Σχέσεις δηλαδή όπου πέραν από Γαλλία και Κύπρο θα μετέχουν και τρίτοι. Για παράδειγμα μια τέτοια καλή βάση είναι η ειδική σχέση Κύπρου – Ελλάδας. Μια άλλη βάση είναι οι τριμερείς και τετραμερείς συνεργασίες τις οποίες η Κυπριακή Δημοκρατία αναπτύσσει, με χώρες της περιοχής, οι οποίες τόσον σαν ξεχωριστές χώρες όσον και ως αναπόσπαστο κομμάτι της Ανατολικής Μεσογείου ενδιαφέρουν άμεσα τη Γαλλία. Ειδικά μετά την ανακάλυψη των γνωστών αποθεμάτων υδρογονανθράκων στην περιοχή. Επιπρόσθετα οι εξελίξεις στο Λίβανο, όπου οι φιλικά διακείμενοι προς τη Δύση χάνουν συνεχώς έδαφος.
Τόσον η Ευρωπαϊκή ΄Ένωση όσον και η Γαλλία ειδικότερα θα ήθελαν πάρα πολύ να δουν τα ενεργειακά αποθέματα της Ανατολικής Μεσογείου, περιλαμβανομένων των κυπριακών, αλλά και των χωρών με τις οποίες η Κυπριακή Δημοκρατία συνεργάζεται να κατευθύνονται προς την Ευρωπαϊκή ΄Ένωση. Να κατευθύνονται μάλιστα με ένα τρόπο ασφαλή. Ασφαλή και από την άποψη της έδρας διοίκησης και επεξεργασίας και από την άποψη της οδού μεταφοράς τους. Κάτι τέτοιο ευνοούν προφανώς και οι ΗΠΑ και για τα δικά τους συμφέροντα και για τα συμφέροντα του βασικού τους συμμάχου στην περιοχή, του Κράτους του Ισραήλ. Το ίδιο ενδιαφέρον έχει και το Ισραήλ.
Ποια άλλη χώρα από την Κύπρο, μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ένωσης προσφέρεται καλύτερα στην περιοχή; Θεωρώ καμμιά άλλη. Σκόπελος και εμπόδιο σε μια τέτοια προοπτική αποτελεί η Τουρκική τυχοδιωκτική και επεκτατική πολιτική η οποία πρέπει να αντιμετωπισθεί από όλους όσοι πιο πάνω αναφέρθηκαν και όχι μόνο και ξεχωριστά, από Κύπρο, Ελλάδα και Ισραήλ. Η παραγωγή και η εμπορία των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου, δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξαρτάται από την Τουρκία. Ασχέτως αν η χώρα αυτή μπορεί να έχει το δικό της μερίδιο οφέλους απ΄ αυτόν τον πλούτο, αλλά στα πλαίσια της διεθνούς νομιμότητας και της συμπεριφοράς καλής γειτονίας. Και φυσικά εφόσον τηρεί το πλαίσιο σχέσεων, το οποίο η ίδια έχει συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή ΄Ένωση. Σ΄ αυτό το πλαίσιο η Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν, μπορεί να διαδραματίσει ρόλο αποφασιστικό. Και η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει πρώτα απ΄ όλα στον εαυτό της αλλά και ως μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ένωσης, να βοηθήσει την εκπλήρωση αυτού του ρόλου. Σχεδιάζοντας προγράμματα ανάπτυξης όλου του προσφερόμενου πλέγματος σχέσεων, όπως προανάφερα, αλλά θέτοντας και προτεραιότητες στην εξωτερική της πολιτική.
Προτεραιότητες οι οποίες πηγάζουν από τα δικά μας συμφέροντα αλλά και την ιδιότητα μας ως Κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης. Αυτό δεν σημαίνει μονοδρομικής κατεύθυνσης εξωτερική πολιτική. Ως χώρα, η μοναδική μάλιστα εντός Ευρωπαϊκής ΄ Ένωσης, η οποία αντιμετωπίζει πρόβλημα εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής πρέπει να έχουμε καλές σχέσεις με κάθε χώρα και κάθε ομάδα χωρών, που προσφέρονται προς τούτο. Άλλο όμως πολυδιάστατη και πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική και άλλο προτεραιότητες. Μάλιστα οι προτεραιότητες μας πρέπει να έχουν τρείς βασικούς άξονες κριτηρίων: α) Το Κυπριακό. β) Την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. γ) Την οικονομική πρόοδο του τόπου.
Η Γαλλία για τους λόγους οι οποίοι στο παρόν κείμενο έχουν αναφερθεί και άλλους, που ο χώρος δεν επιτρέπει να εκθέσουμε, προσφέρεται ώστε να αποτελέσει μια από τις προτεραιότητες της εξωτερικής μας πολιτικής. Γιατί πρωτίστως, πέραν από τα όσα έχω αναφέρει, είναι μια χώρα μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, ηγετική δύναμη στην Ευρωπαϊκή ΄Ένωση, στρατιωτικά ισχυρότατη (πυρηνική δύναμη) και με μια διαχρονικά ορθή και συνεπή στάση στο κυπριακό, βασισμένη στις αρχές του Ο.Η.Ε και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η νέα Γαλλία του Μακρόν, είναι εξ΄ αντικειμένου δυνητικά στρατηγικός εταίρος.