Εντονος προβληματισμός επικρατεί στις ΗΠΑ και στο ΝΑΤΟ για τις μελλοντικές σχέσεις με την Τουρκία, μετά και την τυπική ενεργοποίηση της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί μεταξύ Αγκυρας και Μόσχας, για την αγορά των αντιαεροπορικών συστημάτων μακρού βεληνεκούς S-400.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για την απόφαση της ‘Αγκυρας να αγοράσει από τη Ρωσία τα ρωσικά συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας S-400, δήλωσε ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Τζόνι Μάικλ, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα του ανταποκριτή του TASS στην Ουάσιγκτον.
“Ενημερώσαμε του Τούρκους αξιωματούχους για το ότι ανησυχούμε όσον αφορά την επικείμενη αγορά των S-400”, επεσήμανε ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, προσθέτοντας ότι “συζητάμε ανοιχτά με την Τουρκία για το ζήτημα αυτό και έχουμε υπογραμμίσει ότι είναι αναγκαίο να διατηρήσουμε την επιχειρησιακή συνεργασία στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ κατά την υλοποίηση προγραμμάτων που αφορούν σημαντικές αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού”.
“Η Τουρκία είναι σημαντικός σύμμαχος του ΝΑΤΟ”, ανέφερε. Παράλληλα τόνισε ότι οι ΗΠΑ και η Τουρκία ” διατηρούν σε υψηλό επίπεδο τις σχέσεις τους που αφορούν τις αγορές στρατιωτικού οπλισμού” και πως “η Τουρκία εξακολουθεί να ενδιαφέρεται για αντιπυραυλική συστήματα που παράγουν οι χώρες του ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και οι ΗΠΑ, για τις μακροπρόθεσμες ανάγκες της στον τομέα της αντιπυραυλικής της άμυνας”.
Αντίθετα η ολοκλήρωση της συμφωνίας προκαλεί εύλογα ερωτήματα για τους σκοπούς της Άγκυρας, προκαλώντας ταυτόχρονα καίριο πλήγμα στην αξιοπιστία του ΝΑΤΟ, καθώς η 2η στρατιωτική δύναμη αγόρασε όπλα αξίας 2 δισ. δολαρίων από τον μεγάλο της «εχθρό», τη μεγάλη «απειλή για την παγκόσμια ειρήνη», όπως έχει δηλώσει και ο επικεφαλής της Συμμαχίας Γιενς Στόλτενμπεργκ, τη Ρωσία.
Την ανησυχία των μελών του ΝΑΤΟ ενίσχυσε η δήλωση του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν , ο οποίος υποστήριξε ότι «τα όπλα των δυτικών είναι πολύ ακριβά», αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα επιμείνει στη συγκεκριμένη τακτική, την ίδια στιγμή που οι σχέσεις της Άγκυρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδιαίτερα με τη Γερμανία βρίσκονται στο χειρότερο σημείο τους τα τελευταία χρόνια, ενώ ένταση επικρατεί και με τις Ηνωμένες Πολιτείες, στις οποίες έχει βρει «καταφύγιο» ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο άνθρωπος που έχει κατονομαστεί ως πρωτεργάτης του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016.
Εκτός των παραπάνω, η Άγκυρα κατηγορεί «συμμάχους» της μέλη του ΝΑΤΟ, ότι υποστηρίζουν τους Κούρδους της Συρίας, τους οποίους η ίδια έχει χαρακτηρίσει «τρομοκράτες».
«Άπτεται σε μας να αποφασίσουμε πως θα διαφυλάξουμε την ανεξαρτησία μας. Είμαστε εμείς υπεύθυνοι για τα μέτρα ασφαλείας που θα πρέπει να πάρουμε για την άμυνα της χώρας μας», είπε μεταξύ άλλων ο Τούρκος «σουλτάνος».
Όπως όλα δείχνουν και αποδεικνύεται από τις τελευταίες ενέργειες, η Τουρκία έχει αποφασίσει να χαράξει τη δική της γραμμή, η οποία δεν συνάδει απαραίτητα με εκείνη του ΝΑΤΟ.
Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γιενς Στόλτενμπεργκ, δήλωσε ότι «οι προκλήσεις είναι πλέον μεγαλύτερες, καθώς έχουμε τον πολλαπλασιαμό των όπλων μαζικής καταστροφής της Βόρειας Κορέας, έχουμε την τρομοκρατία, έχουμε την παγκόσμια αστάθεια και μία πιο επιθετική Ρωσία. Είναι ένας πολύ πιο επικίνδυνος κόσμος».