Βιβιλιοπαρουσίαση: Το σημαίνον παιδί

*Η Ευτυχία Λοϊζίδη με έναν αριστοτεχνικό τρόπο, καταφέρνει, να ενώσει το παρελθόν με το παρόν και να τα προβάλλει σε ένα άμεσο μέλλον- σαν σεκάνς κινηματογραφικής ταινίας.

 

Στην Ελλάδα η πρώτη αλφαβητική γραφή είναι πάνω από όλα γραφή κύριων ονομάτων.
Πάνω σε χρηστικά αντικείμενα και σε είδη πολυτελείας, διαπιστώνουμε πως ο γραφέας αναλαμβάνει το ρόλο του ονοματοθέτη. και συν της άλλης , δηλώνει ιδιοκτήτες, τεχνίτες, αναθέτες,παραλείπτες.
και μιλούν σε πρώτο πρόσωπο αυτά τα αντικείμενα.simainon paidi
όπως κάνει και η ηρωίδα μου. Της απέδωσα ψυχή, προικίζοντάς την με το χάρισμα της ομιλίας, και μαγικής αχλής. Ετσι εκφράζονταν οι Έλληνες όταν άρχιζαν να γράφουν επάνω στα αναθηματικά αντικείμενα και στις επιτάφιες πέτρες. ένα τυπικό φαινόμενο των πρωτόγονων πολιτισμών επέλεξα να της εμφυσήσω ζωή
και να την αφήσω ελεύθερη να μιλά σε πρώτο ενικό πρόσωπο δηλώνοντας και την διάθεση εκείνης της εποχής.
Μια διάθεση εγωκεντρικού χαρακτήρα εφόσον το κλέος θεωρείτο θεμελιώδη αξία.
για τον αναγνώστη που θα διαβάσει σιωπηλά το σημαίνον παιδί θα ακούσει τα γράμματα να μιλουν,ακόμη και να τραγουδούν.Απο εδώ και στο έξης η γραμμένη σελίδα μετατρέπεται σε θεατρική σκηνή. Σε αυτό το παράξενο-καθόλα ξένο κάθε άλλο ζωντανό θεατρικό έργο πρωταγωνιστούν ήρωες αγκιστρωμένοι στον κόσμο της μορφής αλλά και ένα σημαίνον παιδί που υπενθυμίζει το θείο προορισμό του.
βλέπουμε ήρωες όχι πρόσωπα τυχαία που έτυχαν να πέσουν στην δίνη των Θεών, αλλά ήρωες πνευματικά τυφλοί να μεταλλάσσονται σε σύμβολα σοφίας.
Πώς; Πως τα κατάφεραν;
*Από τη μια η τρομερή πεποίθηση στην ευφυΐα τους και από την άλλη η αιώνια λαχτάρα για την ελευθερία, να συγκρούεται με τις υπεράνθρωπες δυνάμεις. Και το αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης?
να τιμωρούνται για να μην μάθουν ποτέ τις υψηλότατες αλήθειες.
Όχι πως ανησυχούν οι ολύμπιοι μήπως τους φτάσουν στη σοφία τους, αποκτώντας την υπέρτατη γνώση αλλά γιατί ξέρουν ότι δεν θα είναι πνευματικά ολοκληρωμένοι για να την αξιοποιήσουν.
Έχοντας κάνει την επιμέλεια του βιβλίου «Το Σημαίνον Παιδί» και ερχόμενη σε επαφή από κοντά με το κείμενο, διαπίστωσα, ότι πρόκειται περί Αριστουργήματος!! Η Ευτυχία Λοϊζίδη με έναν αριστοτεχνικό τρόπο, καταφέρνει, να ενώσει το παρελθόν με το παρόν και να τα προβάλλει σε ένα άμεσο μέλλον- σαν σεκάνς κινηματογραφικής ταινίας.
Μέσα από πρόσωπα οικεία της Ιστορίας μας και με τη βοήθεια ενός αφηγητή, που παρεμβάλλεται συχνά-πυκνά και σχολιάζοντας ψιθυριστά αλλά καίρια, μας δίνει τη γεύση της ανθρώπινης φύσης. όσο θεϊκή έχει φτιαχτεί, τόσο τρωτή γίνεται με τη θέλησή της μέσα από τα πάθη της και την «αμαρτία» της-αστοχία της. Έτσι βλέπουμε, ότι οι αξίες δεν αλλάζουν, η Δημοκρατία- η Ισότητα- η Ελευθερία είναι άφθαρτες στο χρόνο, το μόνο που αλλάζει κάθε φορά, είναι τα μάτια που τις κοιτάνε. Και τότε, όπως και σήμερα, όπως και στο μέλλον, υπήρχαν και υπάρχουν οι αρετές και το αντίθετό τους-το ίδιο νόμισμα και με τις δύο του πλευρές- μαζί με την ελπίδα, ότι το νόμισμα θα σταθεροποιηθεί στην «καλή μεριά» του τελικά – όσο και αν το καπηλεύονται χέρια άγαρμπα.
Το «Σημαίνον Παιδί» έχει διαχρονικότητα και μας αφορά όλους. Το «Σημαίνον Παιδί» δεν είναι ένα μυθιστόρημα με ιστορικές αναφορές και πολιτικούς παραλληλισμούς. Το «Σημαίνον Παιδί» είσαι εσύ, είμαι εγώ, είναι ο καθένας από εμάς! Το «Σημαίνον Παιδί» είμαστε όλοι μαζί, όλοι μαζί που με τις ανάσες μας γράφουμε την Ιστορία. σε αφορά, με αφορά, ΜΑΣ αφορά!!
Μαρία Γεωργαντά
Καλοτάξειδο,από καρδιάς
Διαβάζω και γράφω περισσότερα από σαράντα χρόνια,ίσως και πιο πολλά.
Κείμενο όμως σαν κι αυτό,που γλωσσόπλασε η Ευτυχία, που σαν απαγγέλει Αισχύλο,νιώθεις πως ο ποιητής είναι ζωντανός και τη θωρεί μην τον παραχαράξει ακόμη και στην κεραία του λόγου του,δεν έχω ματαδεί κι ούτε ποτέ άλλοτε κρατούσα την ανάσα μου,μήπως παραλείψω ένα φθόγγο και χάσω το νόημα που ισοκρατούσε η αφήγησή της.
Πρόκειται για ένα βαθιά πολιτικό κείμενο,που ίσως το αδικεί τοκατηγόρημα «μυθιστόρημα».Κι επειδή η συγγραφέας είναι «τραγωδός»,που έχει δώσει την ψυχή της σ’ένα θεατρικό είδος που αποκαθαίρει τον άνθρωπο από τη ρυπαρότητα των αμαρτιών του,ίσως αυτό το κείμενο,πατώντας στα ίχνη του Πελοποννησικού Πολέμου και ανατέμνοντας τους χαρακτήρες των πρωταγωνιστών του, κινείται με τη συγγραφή της στα όρια μιας αφηγηματικής τραγωδίας,πράγμα εντελώς πρωτότυπο αλλά και ανοίκειο σε όσους δεν έχουν τα θεατρικά εφόδια για να αγγίξουν ένα τέτοιο θέμα.
Θα χρειαστούν πολλά χρόνια και επανειλημμένες αναγνώσεις για να αποθησαυρίσω όσα η ψυχή μιας τραγωδού μας παρέδωσε σ’αυτό το «μυθιστόρημα».
Μιχάλης Κοκκινάρης