Αντισυνταγματικά έκρινε το Ανώτατο τα 4 νομοθετήματα της Βουλής για τις εκποιήσεις

ÁÍÙÔÁÔÏ ÄÉÊÁÓÔÇÑÉÏ - ÅÖÅÓÇ ÕÐÏÈÅÓÇÓ ÇËÉÏÓΠαραβίαση της αρχής διάκρισης των εξουσιών, καθώς και των άρθρων του Συντάγματος που αφορούν την ελευθερία του συμβάλλεσθαι και το δικαίωμα πρόσβασης στα δικαστήρια εντόπισε ομόφωνα η πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε κάποια από τα άρθρα των 4 νομοθετημάτων για τα οποία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε προχωρήσει σε αναφορές.

Ανακοινώνοντας τις γνωματεύσεις του Ανωτάτου για κάθε αναφορά ξεχωριστά, ο Πρόεδρός του Μύρωνας Νικολάτος ανέφερε ότι από τη στιγμή που εντοπίστηκαν παραβιάσεις σε άρθρα που αποτελούν τον πυρήνα του κάθε νομοθετήματος δεν εξετάστηκε η αντισυνταγματικότητα άλλων άρθρων.

Ευρύτατες επιπτώσεις

Ο εκ των δικηγόρων της Βουλής Χρίστος Κληρίδης ανέφερε πως  βλέπει, εκ πρώτης όψεως, ότι οι αποφάσεις  του Ανωτάτου  θα έχουν ευρύτερες επιπτώσεις  και ανέφερε  συγκεκριμένα τον νόμο περί ενοικιοστασίου αλλά και τη νομοθεσία και τις διοικητικές πράξεις για το κούρεμα καταθέσεων.

Σε δηλώσεις του εξερχόμενος από το Ανώτατο Δικαστήριο, ο κ. Κληρίδης ανέφερε ότι «δεν έχουμε μελετήσει το πλήρες κείμενο για να συμβουλεύσουμε τη Βουλή για το τι μέτρα μετά την απόφαση του Ανωτάτου ενδεχόμενα θα μπορούσε να λάβει», προσθέτοντας ότι «θα το πράξουμε εντός της ημέρας».

Το δικαστήριο, είπε, «περιορίστηκε στο άρθρο 26 του Συντάγματος, στο άρθρο 30 του Συντάγματος και στην διάκριση των εξουσιών».

Το άρθρο 26 του Συντάγματος , εξήγησε, «είναι εκείνο το οποίο λέει ότι διασφαλίζεται το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι». Έκρινε το δικαστήριο, σημείωσε, «ότι με τους επίδικους νόμους για απαλλαγή των εγγυητών σε περίπτωση εκποίησης με ιδιωτική πώληση, υπάρχει επέμβαση στο συμβατικό αυτό δικαίωμα κατά τρόπο που δεν επιτρέπεται από το Σύνταγμα».

Βεβαίως, πρόσθεσε, «οι επιπτώσεις αυτής της απόφασης δεδομένου ότι μέχρι σήμερα θεωρείτω ότι το άρθρο 26 εφαρμόζεται μόνο στα αρχικά στάδια της σύμβασης, στο δικαίωμα δηλαδή και τις προϋποθέσεις για τη σύμβαση, επεκτάθηκε για πρώτη φορά από το Ανώτατο Δικαστήριο σε μετά τη σύμβαση υποχρεώσεις και δικαιώματα, το οποίο θα έχει πολύ καταλυτικές επιπτώσεις και σε άλλους τομείς όπως για παράδειγμα στο νόμο για το ενοικιοστάσιο».

Όσον αφορά το άρθρο 30 του Συντάγματος, συνέχισε ο κ. Κληρίδης, που «κατοχυρώνει το δικαίωμα πρόσβασης στο δικαστήριο και επειδή ο ένας εκ των νόμων έλεγε ότι προτού προσφύγει στο δικαστήριο ο αιτητής θα πρέπει να εξαντλήσει εξώδικες προσπάθειες, ότι τούτο αφαιρεί από το δικαίωμα του να προσφεύγει στο δικαστήριο άμεσα, είναι μια πρόνοια την οποία μπορεί να επανεξετάσει η Βουλή και ανάλογα να ρυθμίσει».

«Για το θέμα της διάκρισης των εξουσιών αντιλαμβάνομαι, εκ πρώτης όψεως, ότι ο νόμος ο οποίος προνοούσε ότι με την καταχώρηση της σχετικής αίτησης για αναστολή της εκτέλεσης της διαδικασίας της εκποίησης παγοποιείται αυτόματα η διαδικασία, ότι τούτο επεμβαίνει στη δικαστική εξουσία, ότι είναι θέμα των δικαστών να το δουν», σημείωσε. Αυτά τα θέματα, είπε, «μπορεί να επανορθωθούν κατά τη γνώμη μου με διάφορες νομοθετικές ρυθμίσεις».

Το πιο σημαντικό, ανέφερε ο κ. Κληρίδης, είναι ότι για τις επιχειρήματα «που αφορούσαν το περιουσιακό δικαίωμα, ως επίσης και το δικαίωμα της ισότητας δεν εξέφρασε άποψη το δικαστήριο και έτσι το θέμα παραμένει ανοιχτό».

Σίγουρα θα πρέπει να μελετηθούν οι νόμοι, είπε, επαναλαμβάνοντας την άποψη ότι «θα έχει ευρύτερες επιπτώσεις, ιδιαίτερα και στη νομοθεσία η οποία αφορά τα κουρέματα με δεδομένο ότι δεν είναι επιτρεπτή η επέμβαση στη σύμβαση μεταξύ τράπεζας και πελάτου, οι επεμβάσεις οι οποίες έγιναν με νομοθεσία αλλά και με διοικητικές πράξεις τώρα θα πρέπει να επανεξεταστούν κάτω από το φως της σημερινής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου».