Οι μεγαλόστομες διακηρύξεις των κυβερνώντων για έξοδο από το μνημόνιο το 2016 δεν συνεπάγονται και έξοδο από την κρίση, ανέφερε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Κ.Σ ΕΔΕΚ Γιώργος Βαρνάβα, λέγοντας παράλληλα ότι οι δεσμεύσεις για επιστροφή στην ανάπτυξη αποδείχθηκαν
κενού περιεχομένου.
Στην ομιλία του στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2016, είπε ότι η ΕΔΕΚ προτίθεται να καταψηφίσει τους προϋπολογισμούς του 2016, καθώς στη γενική τους φιλοσοφία είναι αντιαναπτυξιακοί, στερούνται κοινωνικής ευαισθησίας, ενώ αυξάνουν το χάσμα ανάμεσα στα χαμηλά και τα ψηλά εισοδηματικά στρώματα του λαού. Η ΕΔΕΚ θα στηρίξει μόνο τα κονδύλια που αφορούν τον Προϋπολογισμό της Άμυνας.
Εξέφρασε παράλληλα την ετοιμότητα του κόμματος να αναθεωρήσει, εφόσον η Κυβέρνηση υιοθετήσει μια σειρά από προτάσεις, που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την υλοποίηση της προεκλογικής δέσμευσης του Προέδρου για μη ιδιωτικοποίηση κερδοφόρων ημικρατικών οργανισμών και της μετεκλογικής δέσμευσης για ρύθμιση του θέματος των κατόχων αξιόγραφων.
Ζήτησε μείωση ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης κατά 1-2% από τον Ιούλιο του 2016, αλλά και μείωση των υψηλών μισθών και καθορισμό ορίου στις συντάξεις στο δημόσιο.
Επίσης, πρότεινε τη φορολόγηση του εφάπαξ άνω των 200 χιλιάδων ευρώ, τερματισμό των αποκοπών από τους μισθωτούς με μισθό μικρότερο των 1500 ευρώ και άμεση έναρξη της εφαρμογής του ΓΕΣΥ.
Ο προϋπολογισμός του 2016 είναι ο τρίτος μνημονιακός προϋπολογισμός, που ουσιαστικά καταγράφει την φιλοσοφία της Τρόικας και του Μνημονίου, είπε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της ΕΔΕΚ, λέγοντας ότι «οι αριθμοί ευημερούν αλλά ο λαός δυστυχεί».
Η ΕΔΕΚ ποτέ δεν συμβιβάστηκε με τη λογική της Τρόικας, του εκβιασμού και της επιβολής λήψης μέτρων με το πιστόλι στον κρόταφο, είπε, για να προσθέσει ότι «μ` αυτόν τον τρόπο πορευτήκαμε και έτσι θα συνεχίσουμε».
Συμπλήρωσε ότι οι διαφορές της ΕΔΕΚ με τη σημερινή κυβέρνηση δεν είναι απλά ιδεολογικές, αλλά και πολιτικές και αφορούν τα μεγάλα και κρίσιμα θέματα πολιτικής, όπως το κυπριακό, την κοινωνική πολιτική και την οικονομία.
Για αυτό το λόγο, είπε, η ΕΔΕΚ είναι κόμμα αντιπολίτευσης και δεν μπορεί άμεσα ή έμμεσα να αποτελεί συνοδοιπόρο της κυβερνητικής πολιτικής.
Ανέφερε ότι το 2016 αναμένεται να είναι χρονιά σταθμός για την κυπριακή οικονομία, καθώς θα διαφανεί κατά πόσο η οικονομία μπορεί να επανέλθει σε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης.
«Το τέλος του μνημονίου που επικαλείται η Κυβέρνηση δεν απαλλάσσει την Κύπρο από την ασφυκτική πίεση της επίτευξης δημοσιονομικών στόχων», καθώς στο μνημόνιο υπάρχουν στόχοι για το 2017 και το 2018, είπε.
Αναφερόμενος στα προβλήματα της οικονομίας, είπε ότι όταν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αγγίζουν το 60% και οι τράπεζες πιέζουν τους μη έχοντες και αφήνουν στο απυρόβλητο τους μεγάλους δανειολήπτες, ενώ η Κεντρική Τράπεζα παρακολουθεί σχεδόν με απάθεια, ο λαός καλείται να επωμισθεί όλο το βάρος των συνεπειών.
Θα πρέπει να υπάρξει ένας ολοκληρωμένος αναπτυξιακός σχεδιασμός, συνέχισε, που θα δώσει τη δυνατότητα προσέλκυσης επενδύσεων και ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας, ιδίως στους τομείς του τουρισμού, της ναυτιλίας και των επαγγελματικών υπηρεσιών.
Στην ομιλία του ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της ΕΔΕΚ έκανε ακόμη λόγο για «εμπαιγμό» αναφορικά με την εφαρμογή του ΓεΣΥ, ενώ αναφερόμενος στη δήλωση του Υπουργού Υγείας για εφαρμογή του ΓεΣΥ, διαφορετικά θα πάει σπίτι του, είπε απευθυνόμενος στον κ. Παμπορίδη ότι «αν εννοούσατε αυτό που είπατε δημόσια, θεωρώ πιο εύκολο να σας δω στο σπίτι σας παρά την εφαρμογή του ΓεΣΥ».
Για τους ενόχους της οικονομικής κρίσης, είπε ότι ο λαός απαιτεί τον καταλογισμό των ευθυνών και την προσαγωγή των υπαιτίων ενώπιον της δικαιοσύνης, ενώ αναφέρθηκε στην ανάγκη επαναφοράς της εμπιστοσύνης στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα, με την ΕΔΕΚ να στηρίζει τις προσπάθειες για πλήρη κάθαρση.
Σχεδόν τρία χρόνια μετά, η Γενική Εισαγγελία δεν έχει ολοκληρώσει καμία υπόθεση και κανένας δεν έχει προσαχθεί ενώπιον της δικαιοσύνης, ενώ δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και η υπόθεση της FOCUS, συνέχισε ο κ. Βαρνάβα.
«Ως ΕΔΕΚ διακηρύσσουμε την απόφαση μας για ολομέτωπη σύγκρουση με τη διαπλοκή, τη διαφθορά, τη σήψη στη δημόσια ζωή αλλά και την πρακτική της ατιμωρησίας και της συγκάλυψης» είπε.
Μίλησε εξάλλου για διαρκή σύγκρουση των θεσμών, σε μια περίοδο που ο λαός υποφέρει και τα καθημερινά προβλήματα πολλαπλασιάζονται, ενώ όσοι χαρακτηρίστηκαν ως οι άριστοι των αρίστων, αυτοαναιρούνται με τη συμπεριφορά και τις καθημερινές τους πράξεις.
Για το Κυπριακό, είπε ότι η πολιτική του εξευμενισμού της Τουρκίας για 41 ολόκληρα χρόνια δεν έχει επιφέρει το οποιονδήποτε αποτέλεσμα.
Αναφέρθηκε στην ανάγκη εξεύρεσης λύσης, που θα απαλλάσσει από έποικους και αναχρονιστικές εγγυήσεις και θα διασφαλίζει την ειρηνική συμβίωση Ε/κ και Τ/κ. Συμπλήρωσε ότι η λύση θα πρέπει να είναι δημοκρατική και όχι ρατσιστική και να σέβεται τη πλειοψηφία, κατοχυρώνοντας και προστατεύοντας τα δικαιώματα της μειοψηφίας.
Στις κατηγορίες περί απορριπτικής στάσης, ο κ. Βαρνάβα είπε ότι «αν ο λαός που μας παρακολουθεί διαφωνεί έστω και με ένα από τα πιο πάνω χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχει η οποιαδήποτε προτεινόμενη λύση, τότε να αποδεχτώ αυτόν τον χαρακτηρισμό».
Σε σχέση με τις διαπραγματεύσεις, είπε ότι παρά την υπεραισιοδοξία κάποιων για τέλος της διαδικασίας ακόμη και μέχρι τον ερχόμενο Μάρτιο, η πραγματική εικόνα δείχνει κάτι διαφορετικό.
Οι θέσεις τις οποίες εκφράζει ο ηγέτης της Τ/κ κοινότητας Μουσταφά Ακιντζί μας προσγειώνουν στην πραγματικότητα, καθώς παραμένουν σταθερές στις αδιάλλακτες θέσεις τις οποίες εκφράζει η Τουρκία τα τελευταία 41 χρόνια.
Ζήτησε τέλος να καταστεί σαφές προς τους Ευρωπαίους ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν πρόκειται να συναινέσει στο άνοιγμα κανενός κεφαλαίου, εφόσον η Άγκυρα δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ενώ είπε ότι πρέπει να αξιοποιηθεί η ευρωπαϊκή ιδιότητα της χώρας και τα νέα γεωστρατηγικά δεδομένα στην κυπριακή ΑΟΖ.