Του Νίκου Κατσουρίδη
Πρόσφατα, τη βδομάδα που μόλις τελείωσε, πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο η δεύτερη Διακυβερνητική Κύπρου – Ελλάδας με τη συμμετοχή πολλών υπουργών και των δύο κυβερνήσεων. Επικεφαλής των δύο αντιπροσωπειών ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης και ο Έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Πολλά και σίγουρα ενδιαφέροντα τα θέματα στην ημερήσια διάταξη. Πολλά και όσα κάποιος θα μπορούσε να σχολιάσει. Δεν θα σταθώ σε αυτά. Θα σταθώ πρωτίστως σε κάτι άλλο. Κάτι το οποίο υπήρξε, κατά την κρίση μου, καθοριστικό στην πλεύση του χρυσοπράσινου φύλλου προς έναν απάνεμο λιμάνι ή μια φουρτουνιασμένη θάλασσα. Δυστυχώς έχει επισυμβεί το δεύτερο. Γιατί; Ακριβώς αυτό είναι που πρώτο – πρώτο πέρασε από το μυαλό μου, ακούγοντας τις ειδήσεις επί του θέματος και παρακολουθώντας τις δηλώσεις των δύο ηγετών. Διότι πιστεύω πως αν γίνονταν γρήγορα – γρήγορα συνειδητοποίηση της πραγματικότητας που γέννησαν οι άδικες και δυσλειτουργικές συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, που απέδωσαν μια κολοβωμένη μεν ανεξαρτησία αλλά ανεξαρτησία, άλλη θα ήταν η πορεία του πλοίου Κύπρος και επίσης άλλη του πλοίου Ελλάδα. Και οι δύο πορείες θα ήταν καλύτερες.
Αυτό που συνεχώς ηχούσε στα αυτά μου την Τετάρτη ήταν οι φράσεις: οι δύο κυβερνήσεις, τα δύο ανεξάρτητα Κράτη Κύπρου – Ελλάδας, οι δύο χώρες μας κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής ΄Ένωσης κ.ο.κ. Και έπειτα οι φράσεις δύο πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, γέφυρες Ευρώπης και Μέσης Ανατολής κλπ. Όπως επίσης η πυκνή αναφορά στην ανταλλαγή εμπειριών και τεχνογνωσίας σε διάφορους τομείς και άλλα πολλά.
Το επίκεντρο λοιπόν των αναφορών παρέπεμπε στις δυνατότητες οι οποίες δημιουργούνται από τη συνεργασία των δύο αδελφών κρατών. Βέβαια προϋπόθεση αυτής της συνεργασίας είναι ότι αυτά τα δύο κράτη, Ελλάδα και Κύπρος υπάρχουν, ως κυρίαρχα και ανεξάρτητα. Η δε συνεργασία μπορεί να αποδώσει καρπούς επωφελείς και για τα δύο κράτη. Ακριβώς αυτό είναι το σημείο που δεν κατανοήθηκε με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ότι δηλαδή η ορθή, η σωτήρια πορεία πλεύσης που από τότε έπρεπε να είχε ακολουθηθεί, ήταν η παράλληλη πορεία με στενή συνεργασία δύο ανεξαρτήτων Κρατών. Τα οποία συνεργαζόμενα με ειλικρίνεια και μακριά από ανέφικτες και επικίνδυνες, όπως η ιστορία απέδειξε, επιδιώξεις θα βρίσκονταν πολύ πιο νωρίς ιστορικά στο σημείο που σήμερα στοχεύουν. Να καθιερωθούν και να αναγνωρισθούν ως πυλώνες σταθερότητας, ασφάλειας, προόδου και ειρήνης στην περιοχή. Ειδικά δε η Κύπρος θα μπορούσε να είχε αναδειχθεί και καλό, πολύ καλό μοντέλο ειρηνικής και δημιουργικής διαβίωσης ξεχωριστών κοινοτήτων. Φυσικά για το τελευταίο η πρώτιστη ευθύνη είναι της Τουρκίας και άλλων. Όμως συνέβαλαν στην εκτροπή του, η οποία τελικά οδήγησε στο 1974 και δικές μας ενέργειες και ενέργειες των Αθηνών. Ο ένας βασικός λόγος να εμφανισθούν τέτοιες ενέργειες εκτροπής, πέραν από τα συμφέροντα και τις δράσεις τρίτων, ήταν ότι δεν κατανοήθηκε γρήγορα, αυτό που σήμερα γίνεται προσπάθεια να θεσμοθετηθεί. Η συνεργασία δύο ανεξάρτητων Κρατών. Ότι αυτό είναι το κοινό συμφέρον. Και αυτό ήταν από το 1960. Όλες οι άλλες επιδιώξεις και στοχεύσεις διευκόλυναν τα σχέδια των τρίτων και της Τουρκίας, οι οποίοι ήθελαν και θέλουν από πολλές δεκαετίες, τη Κύπρο, πυλώνα των δικών τους σχεδιασμών και βάση εξυπηρέτησης των δικών τους συμφερόντων.
Αυτή η προσπάθεια είναι αναγκαίο να στεριώσει και να προοδεύσει για το κοινό καλό. Με ειλικρίνεια και μακριά από απόπειρες επιβολής της άποψης του ενός πάνω στον άλλο. Μια προσπάθεια η οποία δεν πρέπει φυσικά ούτε να υπερτιμάται αλλά ούτε και να υποτιμάται. Προπάντων να μην μηδενίζεται. Και δυστυχώς παρουσιάζονται τέτοιες μικρόψυχες τοποθετήσεις. Είναι καιρός μετά από 64 χρόνια ταραχώδους και επώδυνης πορείας της Κυπριακής Δημοκρατίας και 50 χρόνια από την Εισβολή και συνεχιζόμενη Κατοχή, να ωριμάσουμε και να αναγνωρίζουμε τις θετικές ενέργειες και πρωτοβουλίες, ο ένας του άλλου, στην πολιτική ζωή του τόπου, έστω και αν δεν ψηφίζουμε αυτό το πρόσωπο ή τον οργανισμό, που τις πετυχαίνει.
Η διακυβερνητική συνεργασία Κύπρου – Ελλάδας, όπως στην αρχή – αρχή έχω αναφέρει, αφορά πολλούς τομείς. Ο πρώτιστος όμως είναι, προφανώς το κυπριακό και οι Ελλαδοτουρικές σχέσεις. Δύο προτεραιότητες που η μια επηρεάζει την άλλη. Τι είναι το καθοριστικό στην πορεία των προσπαθειών επίλυσης αυτών των δύο κομβικών θεμάτων; Η τήρηση αρχών! Και το δεύτερο η ειλικρίνεια μεταξύ Κύπρου – Ελλάδας. Και το τρίτο η κοινά οργανωμένη και σχεδιασμένη προσπάθεια να λυθούν αυτά τα δύο θεμελιακά ζητήματα εντός του πλαισίου αρχών που επιβάλλουν, οι αποφάσεις των Διεθνών Οργανισμών, το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο, αναγνωρίζοντας βέβαια, εντός αυτού του πλαισίου και τα νόμιμα και δικαιολογημένα αιτήματα και ανησυχίες των συνομιλητών μας, εκεί και όπου υπάρχουν.
Υ Σ Τ Ε Ρ Ο Γ Ρ Α Φ Ο
Πρόσφατα ο γνωστός συνεργάτης και στενός σύμβουλος του Μπάρακ Ομπάμα, κεντρικό μάλιστα πρόσωπο στην Εκστρατεία της Καμάλα Χάρις, ο Ντέηβιντ Πλουφ, αποκάλυψε ότι οι εσωτερικές δημοσκοπήσεις που έκαναν στο επιτελείο της , ποτέ δεν έδειξαν τη Χάρις να προηγείται του Τράμπ ή να έχει διέξοδο νίκης. Σπαταλήθηκαν δηλαδή 1 δις. δολάρια για να προβάλλονται σκόπιμα ψέματα.
Και αυτές οι στρεβλωμένες έρευνες, μεταδίδονταν από τα πλείστα επώνυμα ΜΜΕ στις ΗΠΑ και από εκεί σε ολόκληρο τον πλανήτη. Υπεύθυνοι, δημοσιογράφοι, παρουσιαστές συμμετείχαν στην συνειδητή παραπληροφόρηση. Τελικά όμως προσθέτω εγώ, ήλθε η αλήθεια της κάλπης κατά τρόπο σαρωτικό. Αυτό το αποτέλεσμα της κάλπης σόκαρε τους πάντες γιατί είχαν προετοιμασθεί διαφορετικά. Καιρός για ένα βαθύ προβληματισμό αναφορικά με τέτοια φαινόμενα, σε όλες τις χώρες όπου οι έρευνες κοινής γνώμης και αγοράς είναι καθημερινό εργαλείο. Όχι γιατί φταίει το εργαλείο αλλά όσοι το χρησιμοποιούν κακώς.