Η “αυτοκτονία” της Σοβιετικής Ένωσης

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Πέμπτο από μια σειρά άρθρων για τη σοβιετική τραγωδία του 1989-91. Μπορείτε να διαβάσετε το προηγούμενο εδώ.

Γκλάσνοστ: πυροβολώντας την ιδεολογική βάση του καθεστώτος

Οι ανθρακωρύχοι, όπως και τα μικροαστικά στρώματα (δάσκαλοι, γιατροί, επιστήμονες κλπ.) πλήρωσαν πάρα πολύ γρήγορα και πολύ οδυνηρά τις αυταπάτες της περιόδου της περεστρόικα, βλέποντας να καταστρέφεται το βιοτικό τους επίπεδο και το πρώτο, τέτοιας έκτασης, κοινωνικό κράτος στην ιστορία, που κάλυπτε όλες τις βασικές ανάγκες των ανθρώπων «από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο». Δεν θέλω βέβαια, παρόλα αυτά, να θεωρήσω το αποτέλεσμα αυτό (τη διάλυση του σοβιετικού καθεστώτος και της ΕΣΣΔ) αναπόφευκτο, γιατί δεν ήταν (έστω και αν ισχυροί «αντικειμενικοί» παράγοντες δρούσαν προς αυτή την κατεύθυνση) και μερικοί πολύ καλοί Αμερικανοί σοβιετολόγοι συμφωνούν με αυτή την εκτίμηση. Σε πολύ μεγάλο βαθμό η έκβαση κρίθηκε από τυχαίους παράγοντες, όπως αίφνης ο θάνατος του Αντρόποφ. Εκτιμώ ότι θα ήταν απλά αδύνατο, υπό την ηγεσία του Αντρόποφ, να πάρει η ΕΣΣΔ το δρόμο που πήρε υπό τη διεύθυνση του Γκορμπατσόφ. Εδώ δεν κατέρρευσε για «αντικειμενικούς λόγους» η μικροσκοπική Κούβα, θα κατέρρεε μια έστω και προβληματική υπερδύναμη, αν δεν «ήθελε», κατά κάποιο τρόπο, να καταρρεύσει; Ούτε κατά διάνοια.

Είναι η ίδια η σοβιετική ηγεσία που όχι μόνο αποσταθεροποίησε με τις πρωτοβουλίες της την κατάσταση στη χώρα, αλλά και επετέθη, ίσως χωρίς και να το συνειδητοποιεί πλήρως, τουλάχιστο στο σύνολό της, στον λόγο ύπαρξης (raison dêtre) του σοβιετικού καθεστώτος και της ΕΣΣΔ.

Ταυτόχρονα, η οικονομική πολιτική του Γκορμπατσόφ αποδιοργάνωσε τη διανομή των αγαθών, ενώ η απροθυμία του να επιβάλλει την κρατική εξουσία με την αναγκαία αυστηρότητα σε ζητήματα που αφορούσαν τα πογκρόμ εναντίον εθνοτήτων ή τη δράση του υπόκοσμου δεν υπονόμευσε τη «γραφειοκρατία», ούτε προώθησε κάποια «ελευθερία» και «δημοκρατία», που δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς ευθύνη, αλλά διέλυσαν την κυβερνησιμότητα της χώρας, ενθαρρύνοντας το χάος και την ακυβερνησία.

Είναι κυρίως όμως η καμπάνια της γκλάσνοστ (διαφάνειας) που αποσταθεροποίησε πλήρως το καθεστώς, όχι γιατί επέτρεψε την απαραίτητη ελεύθερη έκφραση και συζήτηση, αλλά για τον τρόπο που έθεσε τα ζητήματα και έδρασε στη μαζική ψυχολογία ενός πληθυσμού χωρίς αντισώματα στην επιθετική, δυτικού τύπου, καμπάνια της τηλεόρασης. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το σοβιετικό καθεστώς ήταν το πρώτο που έπεσε μέσω της τηλεόρασης. Δεν έχω τον χώρο, στο πλαίσιο μιας σειράς άρθρων που ήδη κινδυνεύει να γίνει υπερβολικά μεγάλη, να εξηγήσω πώς ακριβώς το κατάφεραν, αλλά με τον τρόπο που τα μέσα ενημέρωσης (υπό τον έλεγχο πάντα του κόμματος, θυμίζω) έβαλαν το ζήτημα, έθεσαν ουσιαστικά τον σοβιετικό πληθυσμό, εμμέσως πλην σαφώς, προ του διλήμματος: θέλετε ελευθερία σαν αυτή που απολαμβάνουν οι πολίτες των δυτικών χωρών; Θέλετε το επίπεδο ευημερίας που έχουν; Επρόκειτο βεβαίως περί απάτης, γιατί οι σοβιετικοί πολίτες αγόρασαν εισιτήριο για την Στοκχόλμη και το αεροπλάνο πήγαινε στην Μπουρκίνα Φάσο, αλλά δεν υπήρχε κανείς να τους το εξηγήσει πειστικά. Η μαζική υιοθέτηση από το ίδιο το καθεστώς της δυτικής προπαγάνδας εναντίον του δεν μπορούσε τελικά να οδηγήσει παρά εκεί που οδήγησε.

Ο σοβιετικός πληθυσμός βομβαρδίστηκε κυριολεκτικά από ένα μπαράζ πληροφοριών για τα εγκλήματα του Στάλιν, που προσφερόντουσαν στο κοινό, εμμέσως πλην σαφώς, μάλλον ως αποδείξεις της αποτυχίας του σοσιαλισμού, παρά της προδοσίας των ιδεών του, βυθίζοντας τους πολίτες σε αισθήματα ενοχής και τα στελέχη του κόμματος και του κράτους σε πλήρη αβεβαιότητα και ανασφάλεια. Ο Καρότιτς, διευθυντής του φιλολογικού παραρτήματος της Πράβντα, του Αγκανιόκ, έγραφε στο παρελθόν γλοιώδη ποιήματα για τα γενέθλια του Μπρέζνιεφ. Τώρα ξεκινούσε εκστρατεία να καταδείξει το «φοβερό έγκλημα» της εκτέλεσης, εν μέσω εμφυλίου πολέμου, του Τσάρου και της οικογένειάς του. Φυσικά, κάθε εκτέλεση είναι δυσάρεστο γεγονός, αν και, όπως άκουσα μια μέρα τον ιστορικό Βλαντλέν Λόγγινοφ να λέει, απευθυνόμενος σε μια ομάδα «κόκκινων» και «λευκών» ιστορικών που διαπληκτίζονταν: «Ησυχάστε, δεν έχει νόημα αυτός ο καβγάς. Δεν υπάρχει ανθρωπιστικός τρόπος να μπήξεις μια ξιφολόγχη στην κοιλιά ενός ανθρώπου». Κάθε κράτος που θεμελιώθηκε σε μια επανάσταση, για να εξακολουθήσει να υπάρχει, πρέπει να τη σέβεται. Οι Γάλλοι για παράδειγμα, όσο και αν έχουν απομακρυνθεί από τα ιδεώδη της δικής τους επανάστασης, εξακολουθούν να γιορτάζουν την κατάληψη της Βαστίλλης και να έχουν το έμβλημα της επανάστασης στα αστυνομικά τους τμήματα, δεν κλαίνε γιατί εκτέλεσαν τον Λουδοβίκο και την Μαρία Αντουανέττα. Από τη στιγμή που άρχισε να αμφισβητεί την ίδια τη Ρωσική Επανάσταση που το δημιούργησε και τον σοσιαλισμό εν ονόματι του οποίου ιδρύθηκε, το σοβιετικό κράτος έχανε τον λόγο ύπαρξής του και η διάλυση της ΕΣΣΔ ήταν θέμα χρόνου.

Θα χρειαζόταν μια πολύ ικανή πολιτική ηγεσία για να πάει αλλού από εκεί που πήγαινε μόνη της αυτή η κατάσταση, πόσο μάλλον που τα γεγονότα έτειναν να πάρουν κατακλυσμιαίο χαρακτήρα, ακολουθώντας το κατά Ναόμι Κλάιν «Δόγμα του Σοκ», χωρίς να αφήνουν περιθώριο στους ανθρώπους και τους πολιτικούς να συνειδητοποιήσουν τι γινόταν. Σημειωτέον, κανείς σχεδόν δεν περίμενε ότι θα διαλυόταν η ΕΣΣΔ (ένας από τους ελάχιστους, που προειδοποίησαν από το 1990 για αυτό το ενδεχόμενο ήταν ο Αλεξάντρ Μπουζγκάλιν). Όλοι έβλεπαν τη χώρα να διαλύεται, αλλά δεν πίστευαν μέσα τους ότι μπορούσε πράγματι να διαλυθεί τελικά, νομίζω ότι ούτε η Ουάσιγκτον δεν το περίμενε, παρόλο που δρούσε παρασκηνιακά πολύ έντονα για να πετύχει κάτι τέτοιο. Αυτό και μόνο το γεγονός ήταν μια βασική αιτία της τελικής διάλυσης. Όταν αυτό που πρόκειται να γίνει δεν το προβλέπει κανείς και δεν συγκεντρώνει την προσπάθειά του να το εμποδίσει τελικά το διευκολύνει να συμβεί. Το ποτάμι της Ιστορίας οδηγείται ευκολότερα στην κοίτη όπου δεν υπάρχει ανθρώπινη συνείδηση και βούληση να τη φράξει.

Ίσως, βλέποντας κανείς τα πράγματα εκ των υστέρων, η ΕΣΣΔ χρειαζόταν μάλλον ένα εργατικό κίνημα για να την υπερασπιστεί από την ηγεσία της και ασφαλώς δεν το διέθετε.

Ο ρόλος της Δύσης

Στην πραγματικότητα άλλωστε, αν υπήρχε δύναμη με στρατηγική δεν βρισκόταν στην ΕΣΣΔ, βρισκόταν στις ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτον ξεκίνησε τον αγώνα για την ανατροπή του σοβιετικού καθεστώτος από τον Οκτώβριο του 1917 και δεν τον σταμάτησε ποτέ, ούτε καν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν υπήρξε ίσως μεγαλύτερη αυταπάτη στην ιστορία από την προσδοκία των σοβιετικών μεταρρυθμιστών ότι η Δύση μπορούσε να γίνει σύμμαχός τους στην προσπάθεια εκδημοκρατισμού και εκσυγχρονισμού του σοβιετικού καθεστώτος. Όπως και δεν υπάρχει μεγαλύτερο λάθος από το να εκλαμβάνεις τον εχθρό για φίλο (ή το ανάποδο).

Πρώην Ουκρανός διαφωνών, ο εμιγκρές Σλιάπεντοχ παρήγαγε στο Μίσιγκαν τη θεωρία της αντιπαράθεσης των πανανθρώπινων και των ταξικών αξιών που αργότερα λάνσαρε ο Γκορμπατσόφ. Για τον σοσιαλισμό οι ταξικές αξίες ήταν ο τρόπος να πραγματωθούν οι πανανθρώπινες αξίες. Ο Μαρξ έβλεπε στην εργατική τάξη μια κοινωνική δύναμη που θα μπορούσε ενδεχομένως να απελευθερώσει όχι μόνο τον εαυτό της, αλλά όλη την κοινωνία. Η «νέα πολιτική σκέψη» αντέστρεψε αυτή την εξίσωση, εμφανίζοντας τις «ταξικές αξίες» ως εμπόδιο στις «πανανθρώπινες». Έβαλε έτσι τα θεμέλια της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής που οδήγησε στην «αυτοκτονία» του σοβιετικού καθεστώτος.

Υποστήριξε επίσης ότι κάνοντάς το προωθεί την παγκόσμια ειρήνη. Τη βλέπουμε ανάγλυφα σήμερα αυτή την παγκόσμια ειρήνη, καθώς ο κόσμος μας βρίσκεται κυριολεκτικά στα πρόθυρα ενός παγκοσμίου πολέμου, ως αποτέλεσμα των παραχωρήσεων που έκαναν στον δυτικό καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό οι Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και Μπαρίς Γέλτσιν.

Πιστεύω, αλλά δεν έχω απόδειξη για αυτό, ότι ιδέα Αμερικανών διαφημιστών ήταν και η σκηνή με τον Γέλτσιν να μιλάει από το τεθωρακισμένο κατά το «ψευτοπραξικόπημα» του Αυγούστου 1991 (το λέω ψευτοπραξικόπημα γιατί στα πραγματικά πραξικοπήματα συλλαμβάνουν ή σκοτώνουν τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης, δεν στήνουν ένα σκηνικό που θα τους επιτρέψει να εμφανισθούν ως «Ηρακλείς της Δημοκρατίας»). Η ιδέα ήταν να ταυτίσουν στο συλλογικό σοβιετικό ασυνείδητο τον Ρώσο πρόεδρο με τον Λένιν όταν μίλαγε την άνοιξη του 1917 στο σιδηροδρομικό σταθμό της Πετρούπολης, μια σκηνή που είχε αποτυπωθεί πολύ θετικά στο μυαλό όλων των σοβιετικών μαθητών. Η απάτη ήταν παντού, ξεκινώντας από τον χαρακτηρισμό του Γέλτσιν ως αριστερού και του Λιγκατσόφ ως δεξιού, αλλά δεν υπήρχαν τα μυαλά να την αντιληφθούν και να τη σταματήσουν εγκαίρως.

Η μελέτη της ιστορίας δεν αφήνει αμφιβολίες για τον ρόλο των αμερικανικών υπηρεσιών και των δυτικών ινστιτούτων στην κατάρρευση της ΕΣΣΔ, περιλαμβανομένης και της τελικής φάσης της, που άρχισε με το «ψευτο-πραξικόπημα» του Αυγούστου 1991, για το οποίο αρκεί κάποιος να διαβάσει το άρθρο της Washington Post ή τις νεότερες αποκαλύψεις από τα αρχεία Κλίντον.

Συνωμοσία δεν μπορούσε να μην υπάρξει γιατί ήταν, όπως είπαμε, εγγεγραμμένη στην πολιτική της Δύσης μετά το 1917 και γιατί αυτή η πολιτική υπαγορευόταν από τον ίδιο τον χαρακτήρα του δυτικού καπιταλιστικού και ιμπεριαλιστικού συστήματος. Οι συνωμοσίες όμως πετυχαίνουν όπως και τα μικρόβια. Μόνο όταν ο οργανισμός είναι ήδη εξασθενημένος.

Μετά την πτώση

Ο χώρος δεν μας επιτρέπει εδώ να αναφερθούμε στις πολλές προσπάθειες που έκανε ο Αλεξάντρ Μπουζγκάλιν για τη δημιουργία ενός αριστερού κόμματος μετά την απαγόρευση του ΚΚΣΕ (μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του οποίου εξελέγη στο τελευταίο συνέδριό του ως αντιπρόσωπος της «Μαρξιστικής Πλατφόρμας») και τη διάλυση της ΕΣΣΔ και τους λόγους της σχετικής αποτυχίας τους. Ο ίδιος, στη συνέντευξη που μου έδωσε τον Αύγουστο του 2021, περιγράφει ως εξής την κατάσταση που επικρατούσε στις αρχές της δεκαετίας του 1990: «Η οικονομική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν τόσο βαθιά που, το μόνο κοινωνικό στρώμα που μπορούσε να βασιστεί μια αριστερή αντιπολίτευση, οι συνηθισμένοι διανοούμενοι (διανοητικά εργαζόμενοι), οι μηχανικοί, οι δάσκαλοι, οι γιατροί, οι εργαζόμενοι του δημόσιου τομέα, οι εξειδικευμένοι εργάτες των μεγάλων επιχειρήσεων φτώχυναν τρομερά. Έπρεπε να δουλεύουν 14 ώρες την ημέρα χωρίς διακοπή για να επιβιώσουν και αυτό καθιστούσε αδύνατη την αυτοοργάνωση».

Η CIA φοβόταν μια έκρηξη κοινωνικών αγώνων το 1991 λόγω της θεραπείας-σοκ. Δεν υπήρξε, πρώτον γιατί κλείσανε πολλά εργοστάσια και εξαφανίστηκε η εργατική τάξη που θα μπορούσε να ξεσηκωθεί, οι εργάτες έγιναν τσελνικί και πήγαιναν στην Τουρκία να φέρουν και να μεταπουλήσουν εμπορεύματα ή έκαναν διάφορες δουλειές του ποδαριού. Δεύτερο, δεν υπήρχε ένα σχέδιο που να τους συσπειρώσει. Μόνο το 1992-93 αρχίζει και εμφανίζεται ισχυρή μαζική αντιπολίτευση από νεο-σταλινικά ρεύματα, ικανή να κατεβάζει 300.000 διαδηλωτές στη Μόσχα με ένα άρωμα «σοβιετικής νοσταλγίας». Στην πορεία, το ρωσικό κοινοβούλιο (Συνέδριο των Λαϊκών Βουλευτών) θα έρθει σε σύγκρουση με τον Γέλτσιν και τη νεοφιλελεύθερη, όσο και ασυνάρτητη πολιτική του. Με αμερικανική ενθάρρυνση (πιθανώς αρχής γενομένης από τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Σκόουκροφτ και εν συνεχεία την κυβέρνηση Κλίντον) ο Γέλτσιν θα διαλύσει πραξικοπηματικά και θα βομβαρδίσει το ρωσικό κοινοβούλιο, σκοτώνοντας 1.500 ανθρώπους, υπό τις ιαχές και τους πανηγυρισμούς των δυτικών κυβερνήσεων. Έτσι τερματίστηκε το πείραμα εκδημοκρατισμού της ΕΣΣΔ που ξεκίνησε ο Γκορμπατσόφ στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980 και άνοιξε ο δρόμος για τη μεγαλύτερη λεηλασία όλων των εποχών.

Ο Μπουζγκάλιν έδρασε αποφασιστικά, με τις πολύ μικρές δυνάμεις που διέθετε, εναντίον του Γέλτσιν και της δικτατορίας που εν συνεχεία αυτός επέβαλε. Συνεργαστήκαμε τότε ώστε να διαδοθεί το κείμενο συμπαράστασης προς τους βουλευτές μιας πλειάδας προσωπικοτήτων της ευρωπαϊκής αριστεράς με επικεφαλής τον Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο), που, στην έκκληση που συνέταξε τόνισε ιδιαίτερα την ευθύνη των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων να υπερασπιστούν τους εκλεγμένους αντιπροσώπους του ρωσικού λαού και να εμποδίσουν τη δικτατορία του Γέλτσιν. (Για την ιστορία αρκετοί δυτικοευρωπαίοι αριστεροί ενοχλήθηκαν από αυτή την αναφορά στον στρατό. Ήθελαν την «ταξική πάλη» να γίνεται μόνο με λουλούδια, να μη λερώνονται τα χέρια τους, να περιορίζεται μόνο στα μέσα που αυτοί προτιμούσαν).

Πηγή:Konstakopoulos.gr