Τσίπρας:« Η Ελλάδα επιμένει στη διεκδίκηση των Γερμανικών οφειλών»

Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα στηρίξει «πραγματικά και με όλες της τις δυνάμεις» την πρωτοβουλία για την ανασύσταση, ανασυγκρότηση και αναβάθμιση της Επιτροπής για την Διεκδίκηση των Γερμανικών οφειλών προς την χώρα.tsipras europe_0

Σε ομιλία του το βράδυ Τρίτης, στη Βουλή των Ελλήνων, για τις γερμανικές αποζημιώσεις για τις καταστροφές που υπέστη η Ελλάδα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε στη Σύμβαση του Λονδίνου, του 1953, βάσει της οποίας αποφασίστηκε η διαγραφή του χρέους της Γερμανίας από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, «με την εκταμίευση τεράστιων ποσών από τους Συμμάχους για την ανοικοδόμησή της».

«Η Σύμβαση όμως του Λονδίνου αναγνωρίζει ταυτόχρονα ότι απομένουν οι τελικές Γερμανικές Αποζημιώσεις για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι οποίες θα έπρεπε να διευθετηθούν με την τελική συνθήκη ειρήνης που δεν υπογράφτηκε μέχρι το 1990, εξαιτίας της διχοτόμησης της Γερμανίας. Η επανένωση των δύο Γερμανιών δημιούργησε τις αναγκαίες νομικές και πολιτικές προϋποθέσεις για την επίλυση του ζητήματος, αλλά οι γερμανικές κυβερνήσεις από τότε και στο εξής επέλεξαν τη σιωπή, τα νομικά τεχνάσματα, την αναβολή και την παρέλκυση», πρόσθεσε, διερωτώμενος κατά πόσο «είναι άραγε ηθική αυτή η στάση».

Ακολούθως, ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στη γερμανική θέση που, όπως είπε, επικαλείται τη Διμερή Συμφωνία του 1960 με την Ελλάδα, τότε που με δική της πρωτοβουλία κατέβαλε 115 εκατομμύρια μάρκα ως αποζημιώσεις, και το τότε Βασίλειο της Ελλάδας αναγνώρισε ότι δεν έχει περαιτέρω σχετικές αξιώσεις.

«Η συμφωνία όμως αυτή δεν αφορούσε αποζημιώσεις για τις καταστροφές που υπέστη η χώρα αλλά αποζημιώσεις για τα θύματα του ναζισμού στην Ελλάδα. Και φυσικά, σε καμία περίπτωση, δεν αφορούσε ούτε το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο αλλά ούτε και αξιώσεις για αποζημίωση εξαιτίας εγκλημάτων πολέμου, εξαιτίας της σχεδόν ολικής καταστροφής των υποδομών της χώρας αλλά και της διάλυσης της οικονομίας της κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής», αντέτεινε ο κ. Τσίπρας.

Και παραδέχτηκε στη συνέχεια ότι επειδή όλα αυτά «είναι εξαιρετικά τεχνικά αλλά και εξαιρετικά ευαίσθητα ζητήματα», η τεχνική επεξεργασία θα γίνει από τους ειδικούς, νομικούς και ιστορικούς.

Διαβεβαίωσε «τόσο τον ελληνικό όσο και το γερμανικό λαό», όπως είπε, ότι η κυβέρνησή του θα προσεγγίσει το θέμα «με την αναγκαία ακριβώς ευαισθησία, με αίσθημα ευθύνης και ειλικρίνειας, με διάθεση συνεννόησης και διαλόγου», προσθέτοντας ότι «το ίδιο, όμως, περιμένουμε και από τη γερμανική κυβέρνηση».

«Κάποιοι μας λένε γιατί καταπιάνεστε με το παρελθόν, κοιτάξτε το μέλλον. Μα ποια χώρα, ποιος λαός μπορεί να έχει μέλλον αν δεν τιμά την ιστορία και τους αγώνες του; Ποιος λαός μπορεί να προχωρήσει μπροστά σβήνοντας τη συλλογική μνήμη και αφήνοντας ιστορικά αδικαίωτους τους αγώνες και τις θυσίες του;», είπε ο κ. Τσίπρας, και κάνοντας αναφορά στα τωρινά, συνέχισε:

«Απέναντι σε έναν ηθικολογικό τόνο που έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια στη δημόσια συζήτηση στην Ευρώπη, εμείς δεν επιλέγουμε ούτε τη θέση του μαθητή που σκύβει το κεφάλι και χαμηλώνει τα μάτια απέναντι στην αφ’ υψηλού ηθική διδασκαλία, αλλά ούτε διεκδικούμε τη θέση του ηθικοδιδάσκαλου που κουνά επιτιμητικά το δάχτυλο, απέναντι στον υποτιθέμενο αμαρτωλό, ζητώντας του να πληρώσει για τις αμαρτίες του. Αντίθετα επιλέγουμε το δρόμο της διαπραγμάτευσης και του διαλόγου, της αλληλοκατανόησης και της δικαιοσύνης. Δεν κάνουμε εδώ θεοδικία, αλλά την ίδια στιγμή δεν παραιτούμαστε και από τις απαράγραπτες αξιώσεις μας».

Πολλές φορές, είπε τέλος, “το τελευταίο διάστημα στο άκουσμα πολλών προκλητικών δηλώσεων από το εξωτερικό, μου έρχεται στο μυαλό το περίφημο απόσπασμα από την επί του Όρους ομιλία του Ιησού: Βλέπουν την ακίδα στο μάτι του αδελφού τους, αλλά όχι το δοκάρι στο δικό τους».